Μετά τις εικόνες μετά τα πτώματα στην πόλη Μπούτσα, λίγο έξω από το Κίεβο, η Γερμανία, η Γαλλία αλλά και άλλες χώρες έχουν κατηγορήσει τη Ρωσία για εγκλήματα πολέμου.

Ο δήμαρχος της Μπούτσα δήλωσε το Σάββατο (2/4) ότι 300 κάτοικοι σκοτώθηκαν από ρωσικά στρατεύματα, κατά τη διάρκεια της κατάληψης της πόλης η οποία διήρκεσε ένα μήνα. Το πρακτορείο Reuters δημοσίευσε φωτογραφίες από μαζικούς τάφους και πτώματα που κείτονταν στους δρόμους.

Μία ημέρα μετά, ανακοινώθηκε ότι οι Ουκρανοί εισαγγελείς που ερευνούν τη διάπραξη πιθανών εγκλημάτων πολέμου από τη Ρωσία έχουν εντοπίσει 410 πτώματα σε πόλεις γύρω από το Κίεβο και τα 140 από αυτά εξετάστηκαν. Αυτό δήλωσε η γενικής εισαγγελέας Ιρίνα Βενεντίκτοβα, μιλώντας σήμερα Κυριακή (3/4) στη δημόσια τηλεόραση

Η Μόσχα απέρριψε τις κατηγορίες της Ουκρανίας ότι ρωσικές δυνάμεις σκότωσαν αμάχους στην ουκρανική πόλη Μπούτσα, κοντά στο Κίεβο.

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο Άμυνας της Ρωσίας υποστηρίζει ότι τα βίντεο και οι φωτογραφίες που εικονίζουν πτώματα είναι «άλλη μια προβοκάτσια».

Σύμφωνα με το υπουργείο, όλες οι ρωσικές στρατιωτικές μονάδες είχαν φύγει από την πόλη αυτήν στις 30 Μαρτίου. Στην ανακοίνωση υποστηρίζεται επίσης ότι οι Ρώσοι στρατιώτες παρέδωσαν 452 τόνους ανθρωπιστικής βοήθειας στους κατοίκους των κοινοτήτων στην ευρύτερη περιοχή του Κιέβου.

Η Μόσχα υποστηρίζει επίσης, σύμφωνα με την ανεπίσημη μετάφραση της ανακοίνωσης την οποία δημοσίευσε το πρακτορείο Reuters, ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής της πόλης οι κάτοικοι της Μπούτσα ήταν ελεύθεροι να μετακινούνται και να χρησιμοποιούν τα κινητά τηλέφωνά τους, οι έξοδοι δεν ήταν αποκλεισμένοι και όλοι είχαν τη δυνατότητα να φύγουν προς τα βόρεια, προς τη Λευκορωσία, ενώ τα νότια περίχωρα «συμπεριλαμβανομένων και κατοικημένων περιοχών», βομβαρδίζονταν από τις ουκρανικές δυνάμεις.

«Θέλουμε να τονίσουμε ιδιαίτερα ότι όλες οι ρωσικές δυνάμεις αποχώρησαν πλήρως από την Μπούτσα στις 30 Μαρτίου, μία ημέρα μετά τις ενώπιος ενωπίω διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας στην Τουρκία. Επιπλέον, στις 31 Μαρτίου, ο δήμαρχος της Μπούτσα Ανατόλι Φεντόρουκ επιβεβαίωσε στο βιντεοσκοπημένο μήνυμά του ότι δεν υπήρχαν Ρώσοι στρατιώτες στην πόλη αλλά δεν ανέφερε καν ότι είχαν πυροβοληθεί ντόπιοι στους δρόμους, με τα χέρια τους δεμένα. Επομένως, δεν αποτελεί έκπληξη ότι όλες οι αποκαλούμενες αποδείξεις εγκλημάτων στην Μπούτσα εμφανίστηκαν μόνο την τέταρτη ημέρα, όταν οι αξιωματικοί της SBU (Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας) και εκπρόσωποι της ουκρανικής τηλεόρασης έφτασαν στην πόλη».

Στην ανακοίνωση υποστηρίζεται επίσης ότι οι νεκροί στις εικόνες που έδωσε στη δημοσιότητα η Ουκρανία δεν έχουν νεκρική ακαμψία, ούτε διακρίνεται αίμα στις πληγές τους. «Όλα αυτά επιβεβαιώνουν αδιαμφισβήτητα ότι οι φωτογραφίες και τα βίντεο από την Μπούτσα είναι άλλη μια σκηνοθετημένη παράσταση του καθεστώτος του Κιέβου για τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, όπως έγινα και στη Μαριούπολη με το μαιευτήριο καθώς και σε άλλες πόλεις», καταλήγει η ανακοίνωση.

Ακόμη, όμως, και πριν από τα γεγονότα της Μπούτσα, η Ουκρανία και οι δυτικοί της σύμμαχοι κατηγορούσαν τις ρωσικές δυνάμεις ότι επιτίθενται αδιακρίτως, στοχοποιώντας αμάχους, επικαλούμενοι τον βομβαρδισμό μαιευτηρίου της Μαριούπολης καθώς και ενός θεάτρου, όπου χρησιμοποιούταν ως καταφύγιο και από παιδιά.

Ωστόσο, οι ειδικοί σε νομικά ζητήματα αναφέρουν ότι μια δίωξη κατά του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν ή άλλων Ρώσων αξιωματούχων θα συναντούσε σημαντικά εμπόδια και θα χρειαζόταν χρόνια για να πραγματοποιηθεί.

Πώς ορίζεται το «έγκλημα πολέμου»

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης ορίζει ως έγκλημα πολέμου τις «σοβαρές παραβιάσεις» των δύο Συνθηκών της Γενεύης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα με τις οποίες η διεθνής νομοθεσία που αφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα θα πρέπει να τηρείται και σε καιρό πολέμου. Στις παραβιάσεις αυτές συμπεριλαμβάνεται η σκόπιμη στοχοποίηση αμάχων καθώς και οι επιθέσεις εναντίον στρατιωτικών στόχων, που θα οδηγήσουν σε «τεράστιες» απώλειες αμάχων, αναφέρουν οι ειδικοί.

Η Σοβιετική Ένωση υπέγραψε τη Συνθήκη της Γενεύης το 1954. Το 2019, όμως, η Ρωσία ανακάλεσε την αναγνώριση ενός εκ των πρωτοκόλλων της αλλά παραμένει υπογραφόμενο μέλος σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες συμφωνίες.

Κατά πόσο μπορεί να προχωρήσει η υπόθεση

Ο γενικός εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, Καρίμ Χαν, δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι είχε ξεκινήσει μια έρευνα για πιθανά εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία.

Ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία είναι μέλη του ΔΠΔ, ενώ η Μόσχα δεν αναγνωρίζει καν το δικαστήριο. Ωστόσο, το Κίεβο έχει δώσει τη συγκατάθεσή του για να εξεταστούν οι φερόμενες θηριωδίες στα εδάφη της, οι οποίες χρονολογούνται από το 2014 με την προσάρτηση της Κριμαίας.

Η Ρωσία ίσως αποφασίσει να μην συνεργαστεί με το ΔΠΔ, ενώ οποιαδήποτε δίκη θα καθυστερήσει έως ότου συλληφθεί κάποιος κατηγορούμενος.

Χρειάζονται αποδείξεις

Το ΔΠΔ θα εκδώσει ένταλμα σύλληψης εάν οι μηνυτές μπορούν να παρουσιάσουν «εύλογα και αξιόπιστα στοιχεία» ότι διεπράχθησαν εγκλήματα πολέμου. Για την καταδίκη, ο κατήγορος θα πρέπει να αποδείξει την ενοχή του κατηγορουμένου «πέραν εύλογης αμφιβολίας», όπως επισημαίνουν οι ειδικοί.

Για τις περισσότερες κατηγορίες, θα πρέπει να υπάρξει απόδειξη της πρόθεσης για την διάπραξη των εγκλημάτων. Ένας τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν να δείξει ο κατήγορος ότι δεν υπήρχαν στρατιωτικοί στόχοι στην περιοχή μιας επίθεσης και πως δεν επρόκειτο για ατύχημα.

«Εάν εξακολουθεί να συμβαίνει ξανά και ξανά και η στρατηγική μοιάζει να είναι η στοχοποίηση αμάχων σε αστικές περιοχές, τότε αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει πολύ ισχυρή απόδειξη της πρόθεσης ώστε να γίνει κάτι τέτοιο», δήλωσε ο καθηγητής Άλεξ Γουάιτινγκ σύμφωνα με το Reuters.

Πόσο δύσκολη είναι η καταδίκη για εγκλήματα πολέμου

Μια έρευνα για εγκλήματα πολέμου μπορεί να εστιάζει σε στρατιώτες, αξιωματικούς καθώς και αρχηγούς κρατών.

Ένας κατήγορος θα μπορούσε να παρουσιάσει στοιχεία ότι ο Πούτιν ή κάποιος άλλος αρχηγός κράτους διέπραξε ένα έγκλημα πολέμου, δίνοντας άμεση εντολή για μια παράνομη επίθεση ή ότι γνώριζε πως διαπράττονταν εγκλήματα πολέμου και απέτυχε στο να τα αποτρέψει.

Οι ειδικοί αναφέρουν ότι ο βομβαρδισμός του θεάτρου και του μαιευτηρίου στη Μαριούπολη μοιάζουν εντός του πλαισίου του ορισμού των εγκλημάτων πολέμου. Αλλά η εξασφάλιση μιας καταδίκης μπορεί να είναι δύσκολη υπόθεση.

Εκτός από τις προκλήσεις σε ό,τι αφορά την απόδειξη των προθέσεων και την άμεση συσχέτιση ηγετών με συγκεκριμένες επιθέσεις, οι μηνυτές μπορεί να δυσκολευθούν να βρουν στοιχεία από την εμπόλεμη ζώνη, όπως συνεντεύξεις με μάρτυρες, οι οποίοι ενδεχομένως να φοβούνται ή να διστάζουν να μιλήσουν.

Στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι εισαγγελείς του ΔΠΔ θα εξετάσουν διεξοδικά τα βίντεο που έχουν δημοσιοποιηθεί καθώς και φωτογραφικό υλικό.

Πέραν αυτών, μπορεί να είναι δύσκολο να φέρουν τους κατηγορούμενους στο δικαστήριο. Η Μόσχα είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα αρνηθεί να συμμορφωθεί με εντάλματα σύλληψης. Το ΔΠΔ θα πρέπει να παρακολουθήσει πιθανούς κατηγορούμενους ώστε να διαπιστώσει εάν θα ταξιδέψουν σε χώρες όπου μπορούν να συλληφθούν…

https://www.militaire.gr/poso-dyskoli-einai-i-dioxi-toy-poytin-gia-egklimata-polemoy/