Του Μάρκου Τρούλη.
Σε ηλικία 89 ετών απεβίωσε πρόσφατα (26/5/2017) ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα για πολλούς και σίγουρα ένας ικανότατος αναλυτής της διεθνούς πολιτικής. Ο Μπρεζίνσκι υπήρξε σύμβουλος του προέδρου Τζίμι Κάρτερ, αλλά και συγγραφέας ορισμένων εξαιρετικά σημαντικών κειμένων αναφορικά με τη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο και τη στρατηγική σχέση τους με σειρά κομβικών κρατών ανά τον πλανήτη.
Ένα τέτοιο κράτος, στο οποίο έχει αναφερθεί συχνά στα βιβλία του, είναι η Τουρκία.
Αρχικά, οφείλω να επισημάνω ότι ο Μπρεζίνσκι είχε διαχωρίσει πλήρως τον ακαδημαϊκό λόγο από την πρόταση πολιτικής. Υπήρξε καθηγητής, τα κείμενά του είχαν πολλές επιστημονικές προεκτάσεις, αλλά σκεφτόταν και έγραφε πάντοτε με άξονα το αμερικανικό εθνικό συμφέρον, κάτι το θεμιτό εφόσον ούτε το αρνήθηκε ούτε προσπάθησε ποτέ να αυτοαποκληθεί αξιολογικά ουδέτερος.
Σε ένα από τα τελευταία μηνύματά του –ίσως το τελευταίο– στο twitter ανέφερε ότι «μια έξυπνη αμερικανική ηγεσία αποτελεί το προαπαιτούμενο μια σταθερής παγκόσμιας τάξης. Όμως στερούμαστε το πρώτο, ενώ το δεύτερο ολοένα και επιδεινώνεται». Πυρήνας της σκέψης του ήταν η προσαρμογή του διεθνούς συστήματος στις αμερικανικές στρατηγικές ευαισθησίες, και άρα η οργάνωσή του υπό την αμερικανική ηγεσία. Υπό όρους ηγεμονικής σταθερότητας, δηλαδή, οι ΗΠΑ οφείλουν να σταθεροποιήσουν το διεθνές σύστημα.
Ως γνήσιο τέκνο της ψυχροπολεμικής περιόδου, είχε ορισμένες πολύ συγκεκριμένες –στα όρια της εμμονής– αντιλήψεις για τη Ρωσία, ορίζοντας πάντοτε ως προτεραιότητα τον περιορισμό του ρόλου της. Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία διέθετε έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο. Στη Μεγάλη σκακιέρα αναφέρει ότι «η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της ως τον δυνητικό ηγέτη μιας χαλαρής τουρκόφωνης κοινότητας, επωφελούμενη γι’ αυτόν το στόχο από τον ελκυστικό σχετικό εκσυγχρονισμό της, τη γλωσσική συγγένεια και τα οικονομικά μέσα που διαθέτει για να καθιερωθεί ως η δύναμη με τη μεγαλύτερη επιρροή στις εκτυλισσόμενες διαδικασίες οικοδόμησης εθνών στην περιοχή».
Διείδε ένα «τουρκικό μοντέλο» το οποίο θα μπορούσε να αποτραβήξει κράτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης από τη σφαίρα επιρροής της Μόσχας και να τα προσεταιριστεί για έμμεσο λογαριασμό της Δύσης και των ΗΠΑ.