Κινήσεις για νέο μπλοκ εναντίον Κίνας και Ρωσίας

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Τζόνσον και Μπάιντεν συγκλίνουν στην ιδέα για «Συμμαχία των Δημοκρατιών»

Οι τελευταίες ημέρες του 2020 δεν ήταν ακριβώς εορταστικές για τον Μπόρις Τζόνσον. Η κυβέρνησή του αναγκάστηκε να ακυρώσει τα αρχικά της σχέδια για ανθρώπινα Χριστούγεννα, με χαλάρωση των περιοριστικών μέτρων, ύστερα από την καλπάζουσα αύξηση των κρουσμάτων σε Λονδίνο και νοτιοανατολική Αγγλία. Ο εντοπισμός μετάλλαξης του ιού, με αυξημένη μεταδοτικότητα, προκάλεσε διεθνή ανησυχία και εξασθένισε την αισιοδοξία που είχε καλλιεργηθεί με την έναρξη των εμβολιασμών. Δεκάδες χώρες ανέστειλαν τις αεροπορικές συνδέσεις με τη Βρετανία, τα σύνορα με τη Γαλλία έκλεισαν, τα ακινητοποιημένα φορτηγά έκαναν ουρές χιλιομέτρων και οι πρώτες ελλείψεις άρχισαν να γίνονται αισθητές στα σούπερ μάρκετ.

Ο φόβος ότι όλα αυτά μπορεί να αποδειχθούν μόνον η πρόγευση όσων επακολουθήσουν μετά την Πρωτοχρονιά, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο θα εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Κοινή Αγορά και την Τελωνειακή Ενωση, αιωρείται στην ατμόσφαιρα.

Το πρώτο βήμα

Παρ’ όλα αυτά, ίσως και εξαιτίας όλων αυτών, ο Βρετανός πρωθυπουργός επείγεται να αναλάβει φιλόδοξες πρωτοβουλίες στο πεδίο της διεθνούς πολιτικής. Τον πρώτο μήνα του 2021 θα ταξιδέψει στην Ινδία, όπου φιλοδοξεί να κάνει το πρώτο βήμα για το μεγάλο του σχέδιο: τη μετατροπή της ομάδας των επτά ισχυρότερων βιομηχανικών κρατών της Δύσης, του G7, σε… D10, δηλαδή σε ένα νέο οικονομικό και γεωπολιτικό μπλοκ που θα συνενώνει τις δέκα ισχυρότερες δημοκρατίες του κόσμου. Η Βρετανία θα ασκεί από την 1η Ιανουαρίου την προεδρία του G7 και σκοπεύει να προσκαλέσει στη Σύνοδο Κορυφής του 2021 τους ηγέτες της Ινδίας, της Αυστραλίας και της Νότιας Κορέας, δίνοντας σάρκα και οστά σε αυτήν τη διεύρυνση-μεταμόρφωση. Το μήνυμα που θέλει να περάσει στους συμμάχους του και στους λαούς της χώρας του ο Τζόνσον είναι σαφές: το Brexit δεν σημαίνει απομόνωση, αλλά ευκαιρία για την Global Britain να αναδειχθεί σε σημαντικό διεθνή παίκτη, ακόμη περισσότερο από ό,τι ήταν μέχρι χθες.
Ο υπ’ αριθμόν 1 αποδέκτης της πρωτοβουλίας Τζόνσον δεν είναι άλλος από τον Τζο Μπάιντεν. Είναι γεγονός ότι ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν συμπάθησε ποτέ το Brexit, μια και θα προτιμούσε μια Βρετανία να υπεραμύνεται του ατλαντισμού και των στενών σχέσεων με τις ΗΠΑ μέσα από την Ευρωπαϊκή Ενωση και όχι έξω από αυτήν. Η ιρλανδική καταγωγή του είναι άλλος ένας λόγος να αποστρέφεται το διαζύγιο Ε.Ε. – Βρετανίας, που απειλεί να επαναφέρει σκληρό σύνορο στην Ιρλανδία. Από την άλλη πλευρά, όμως, στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ως υποψήφιος των Δημοκρατικών, ο Μπάιντεν είχε ανακοινώσει ότι θα επιδιώξει να οργανώσει μια «Σύνοδο Κορυφής Δημοκρατιών» με προφανείς στόχους τη Ρωσία και την Κίνα, και να ασκήσει πίεση στους δύο μεγάλους ανταγωνιστές της Αμερικής με αιχμή τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως και η ιδέα του Τζόνσον για μια D10 υπακούει σε αυτήν τη λογική. Τα τρία υποψήφια για τη διεύρυνση κράτη, η Ινδία, η Αυστραλία και η Νότια Κορέα, αποτελούν αντίβαρα στην κινεζική ισχύ στη ζώνη Ασίας – Ειρηνικού. Βασική αποστολή της D10 κατά τον Τζόνσον θα είναι η ανάπτυξη τεχνολογιών 6G, εναλλακτικών έναντι του κινεζικού μεγαθηρίου Huawei.

Οσο για τη Ρωσία, η Βρετανία μπορεί πάντα να υπολογίζεται ανάμεσα στους πιο πρόθυμους συμμάχους των ΗΠΑ όταν πρόκειται για την υιοθέτηση σκληρής γραμμής, αυστηρών κυρώσεων και ψυχροπολεμικού ύφους αντιπαραθέσεων, όπως με την πολύκροτη υπόθεση του διπλού πράκτορα Σκριπάλ. Επομένως, ο Μπόρις Τζόνσον έχει ισχυρούς λόγους να ελπίζει ότι θα αναθερμάνει την «ειδική σχέση» της χώρας του με την Αμερική του Μπάιντεν, επισφράγιση της οποίας θα μπορούσε να είναι και η ζωηρά επιζητούμενη, από τη Βρετανία, εμπορική συμφωνία με τον
υπ’ αριθμόν 1 εταίρο της.

Υπάρχει οπότε μια σύγκλιση στις στρατηγικές Τζόνσον και Μπάιντεν, αλλά ο σκεπτικισμός γύρω από το υπό διαμόρφωσιν νέο διεθνές μπλοκ παραμένει εύλογος. Παρά το μεγάλο πληθυσμιακό, οικονομικό και γεωπολιτικό βάρος της, η Ινδία δεν διαγράφεται ως ιδανικός υποψήφιος για μια «Συμμαχία των Δημοκρατιών», καθώς διατηρεί ακόμη τις όχι και τόσο δημοκρατικές κάστες, ενώ ο εθνικιστής πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι δεν έχει διαπρέψει στο πεδίο των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τουλάχιστον των μουσουλμάνων. Επειτα, η απουσία ολόκληρων ηπείρων, όπως η Αφρική και η Λατινική Αμερική, τουλάχιστον στην εκδοχή του Μπόρις Τζόνσον, είναι έντονα προβληματική.

Η στάση Γερμανίας, Γαλλίας

Ερώτημα παραμένει κατά πόσον οι ισχυρές χώρες της Ε.Ε., και πρωτίστως η Γερμανία και η Γαλλία, θα είναι πρόθυμες να στοιχηθούν με αυτή την ψυχροπολεμικής νοοτροπίας πρωτοβουλία, που ακυρώνει τις ηχηρές, αλλά άσφαιρες μέχρι στιγμής, διακηρύξεις περί «στρατηγικής αυτονομίας» της ηπείρου.

Στην Αμερική, πάντως, η ιδέα για την D10 –η οποία, ακόμη και ως όρος, επινοήθηκε από στελέχη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήδη το 2008, όταν μεσουρανούσαν στην Ουάσιγκτον οι νεοσυντηρητικοί του Τζορτζ Μπους– έχει προκαλέσει ενθουσιασμό στους «ιέρακες» και των δύο κομμάτων. Σε αυτούς πρέπει να συμπεριλάβουμε και την πρώην υφυπουργό Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ, η οποία έπαιξε κεντρικό ρόλο στην κρίση της Ουκρανίας, το 2013-2014. Εκθειάζοντας τη «Συμμαχία των Δημοκρατιών», η κ. Νούλαντ δήλωσε πρόσφατα στην Washington Post: «Το επιτελείο Μπάιντεν συνειδητοποιεί ότι αντιμετωπίζουμε υπαρξιακές προκλήσεις από τα αναδυόμενα αυταρχικά καθεστώτα. Η Κίνα και η Ρωσία είχαν στη διάθεσή τους τέσσερα χρόνια (επί Τραμπ) να αγκιστρωθούν στο σύστημα των συμμαχιών μας και να αλλάξουν τους διεθνείς κανόνες».

Ιστορίες κυβερνοκατασκοπείας

Νέα ένταση στις σχέσεις της Ουάσιγκτον με τη Μόσχα προκάλεσε η αποκάλυψη ότι καίριες υπηρεσίες της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ (υπουργεία Οικονομικών και Εμπορίου, Πεντάγωνο, πυρηνικά εργαστήρια), αλλά και μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες, έπεσαν θύματα εκτεταμένης διαδικτυακής επίθεσης. Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, αλλά και ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, έσπευσαν να ενοχοποιήσουν τη Ρωσία, η οποία απέρριψε κατηγορηματικά ότι είχε οποιαδήποτε ανάμειξη. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν δοθεί στη δημοσιότητα πειστήρια για τις αμερικανικές αιτιάσεις, ούτε έχει αποσαφηνιστεί η έκταση και οι επιπτώσεις της κυβερνοεπίθεσης. Μάλιστα, ο Ντόναλντ Τραμπ όχι μόνο δεν επιβεβαίωσε τις κατηγορίες, αλλά μάλλον υποβάθμισε, μέσω Twitter, τις διαστάσεις του συμβάντος, ενώ αμφισβήτησε και την εκδοχή περί ρωσικού δακτύλου, αφήνοντας να εννοηθεί ότι ενδεχομένως να προήλθε από την Κίνα ή οποιονδήποτε άλλο ανταγωνιστή της Αμερικής. Αντιθέτως, ο Τζο Μπάιντεν, χωρίς να αναφερθεί ρητά στη Μόσχα, δήλωσε ότι πρόκειται για πολύ σοβαρή υπόθεση και ότι ως πρόεδρος θα αναγκάσει τους υπαιτίους να πληρώσουν «σοβαρό τίμημα».

“Καθημερινή”

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα