του Γιώργου Αϋφαντή*

Θα επιχειρήσω μία σύντομη περιγραφή του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζουν την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση οι μείζονες δρώντες. Ο στόχος είναι να αποτιμήσουμε τους διπλωματικούς συσχετισμούς. Ποια τα συμφέροντα, ποια τα αιτήματα και ποιες οι υπαγορεύσεις αντιπάλων, συμμάχων και φίλων, ώστε να προσεγγιστεί ποιου είδους διπλωματική ή άλλη στήριξη μπορούμε να αναμένουμε. Στη συνέχεια και με βάση ακριβώς αυτή την αποτίμηση του διεθνούς συσχετισμού θα πω λίγα λόγια για το τι θα μπορούσε να κάνει η Ελλάδα ώστε να προλάβει, να αποτρέψει την επαπειλούμενη σύρραξη με την Τουρκία. Ή αν δεν καταστεί αυτό εφικτό τι θα έπρεπε να γίνει ώστε να επικρατήσουμε της Τουρκίας.

Η θέση της Τουρκίας

Αρχίζω με τη θέση της Τουρκίας, πολύ περιληπτικά. Διεκδικεί την κυριαρχία στα μέχρι τώρα ελληνικά νησιά του Αιγαίου, ιδίως σε όσα στέκονται ανατολικά του 25ου μεσημβρινού. Για την εκπλήρωση αυτής της διεκδίκησης εξαγγέλλει φραστικά και επί του πεδίου την πρόθεση άσκησης στρατιωτικής βίας, κοινώς: Απειλή με πολεμική ενέργεια εάν τα νησιά δεν αποστρατικοποιηθούν, δηλαδή εάν δεν περιοριστεί, εάν δεν συρρικνωθεί δραστικά και καίρια η ελληνική κυριαρχία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τουρκία πρόσφατα επικαλέστηκε το καθεστώς των φινλανδικών νησιών Άαλαντ. Φοβούμαι ότι όταν το υπουργείο Εξωτερικών χαιρέτησε την είσοδο της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ αγνοούσε την ύπαρξη των νησιών. Τα νησιά αυτά έχουν ένα βαρύ καθεστώς αποστρατικοποίησης αλλά και ουδετερότητα erga omnes, έχουν αυτοδιοίκηση, εθνικό κοινοβούλιο και έναν βουλευτή στο φινλανδικό κοινοβούλιο. Τα φινλανδικά πλοία μπορούν να δέσουν εκεί για λίγες ώρες σε περίπτωση ανάγκης.

Η θέση των ΗΠΑ

Η θέση της Αμερικής είναι η διατήρηση της μέγιστης δυνατής συνοχής του ΝΑΤΟ με στόχο τη στράτευση όσο το δυνατόν περισσότερων Ευρωπαίων με στόχο τη σύγκρουση με τη Ρωσία. Στράτευση των Ευρωπαίων εξυμνούμενη μέχρι πολεμικής εμπλοκής. Συνεπώς, στόχος των ΗΠΑ είναι η ρυμούλκηση της Τουρκίας σε αυτή τη γραμμή. Τα μέσα πίεσης των Αμερικανών επί της Τουρκίας είναι περιορισμένα και άπτονται κυρίως των τουρκικών απαιτήσεων για υπερεξοπλισμούς. Βεβαίως θα μπορούσαν με οικονομικές κινήσεις οι ΗΠΑ μέσα σε ένα διάστημα δύο μηνών (μάξιμουμ) να συντρίψουν την τουρκική οικονομία. Αλλά η επιδίωξη δεν είναι η οικονομική συντριβή, αντίθετα είναι η χρήση της Τουρκίας κατά της Ρωσίας. Άρα η αμερικανική τακτική έναντι της Τουρκίας στηρίζεται λιγότερο σε εξαναγκασμό και περισσότερο επιδιώκει να δελεάσει την Τουρκία τηρώντας την κατάλληλη στάση στις πολλαπλές διεκδικήσεις της.

Αφήνω κατά μέρους την αμερικανική στάση έναντι των τουρκικών διεκδικήσεων στη Συρία και στη Λιβύη και εστιάζω στο τι συνιστά κατάλληλη στάση των ΗΠΑ ως προς το τουρκικό αίτημα να αποστρατικοποιηθούν τα νησιά του Αιγαίου και ως προς το ενδεχόμενο τουρκικής στρατιωτικής ενέργειας για την εκβίαση της αποστρατικοποίησης. Το ιδανικό για την επιζητούμενη από τις ΗΠΑ συνοχή του ΝΑΤΟ στην αντιρωσική πάλη θα ήταν η πρόληψη στρατιωτικής ανάφλεξης. Όμως, προκειμένου να ρυμουλκηθεί η Τουρκία μακράν και εναντίον της Ρωσίας, η θεσμική επιβεβαίωση της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου είναι για τις ΗΠΑ όχι μόνο αποδεκτό τίμημα αλλά υπό τις περιστάσεις και επιβεβλημένη στόχευση.

Συνεπώς, οι ΗΠΑ σχολαστικά απέχουν από οποιαδήποτε δημόσια δήλωση ή έμπρακτη κίνηση παραδοχή του δικαιώματος της Ελλάδας να διατηρήσει στρατό στα νησιά ανατολικά του 25ου μεσημβρινού. Περιορίζονται οι Αμερικανοί σε σιβυλλικές δηλώσεις ότι η ελληνική κυριαρχία στα νησιά αυτά δεν τελεί εν αμφιβόλω όπως δεν τελεί εν αμφιβόλω ακόμη και για τους ίδιους τους Ρώσους η φινλανδική κυριαρχία στα νησιά Άαραντ. Συνεπακόλουθα, οι ΗΠΑ καλούν τις δύο πλευρές –Ελλάδα, Τουρκία– να απέχουν από προκλητικές κινήσεις όπως οι υπερπτήσεις αλλά ταυτόχρονα και οι αναχαιτίσεις, όπως ο εξοπλισμός των νησιών με όπλα αποτροπής, με βαρύ πυροβολικό.

Τι όμως θα πράξουν οι ΗΠΑ εάν εκδηλωθεί τουρκική στρατιωτική ενέργεια; Προφανώς, θα πιέσουν για άμεση κατάπαυση του πυρός, δίχως όμως ενδοιασμούς για το εάν εντωμεταξύ οι τουρκικές δυνάμεις βρίσκονται επί του Καστελόριζου. Θα πιέσουν με όλα τα διαθέσιμα μέσα (δηλαδή με αναστολή υποσχεμένων και οφειλομένων εξοπλισμών, ανταλλακτικών, πυρομαχικών, με οικονομικές απειλές, μέσω των πολύ δυνατών πολιτικών διασυνδέσεων που έχουν οικοδομήσει) για διαπραγμάτευση εφ’ όλης της ύλης των τουρκικών απαιτήσεων, για αποστρατικοποίηση, για παραδοχή από την Ελλάδα ότι τα νησιά στερούνται ΑΟΖ, για περιορισμό του εθνικού εναερίου χώρου στα 6 ν.μ. κ.ο.κ. Για τις ΗΠΑ δεν υπάρχει, όπως είχε πει ο Κίσινγκερ στον Φορντ όταν αυτός ανέλαβε μετά το Watergate (όταν ήταν σε εξέλιξη η εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο), «αμερικανικός λόγος να μην έχει η Τουρκία στρατεύματα στην Κύπρο». Έτσι και σήμερα, δεν υπάρχει αμερικανικός λόγος το Καστελόριζο να μην έχει τουρκικά στρατεύματα. Αντίθετα, για τους σκοπούς της διαπραγμάτευσης, η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων θα λειτουργεί ως ιδανικό δέλεαρ για να ικανοποιήσει η Ελλάδα τις τουρκικές απαιτήσεις προκειμένου να αποκατασταθεί η τρωθείσα εδαφική της ακεραιότητα. Και θα ήθελα να το θυμηθείτε, ότι οι εξ απειλών διαπραγματευόμενοι θα διεκδικήσουν δάφνες εθνικού θριάμβου διότι αποκατέστησαν την ελληνική κυριαρχία στο Καστελόριζο, και σε άλλες ίσως νησίδες και νησιά, αποδεχόμενοι την αποστρατικοποίηση του Αιγαίου. Δεν γνωρίζω αυτή τη στιγμή, όσο κι αν προσπαθώ να το αναλύσω δεν καταλήγω σε ένα συμπέρασμα, εάν για τις ΗΠΑ προέχει η πρόληψη της σύρραξης των δύο χωρών ή η διαχείριση του αποτελέσματος της σύρραξης το οποίο οι Αμερικανοί όμως εκτιμούν ότι ανεξαρτήτως από εκατέρωθεν απωλειών (πόσα αεροσκάφη θα χάσουν οι Τούρκοι) θα περιλαμβάνει η έκφραση της σύρραξης τουρκικά στρατεύματα σε ελληνικά νησιά την στιγμή που η Ελλάδα θα αποδεχτεί κατάπαυση των εχθροπραξιών. Και αυτό διότι σε αντίθεση με το 1974, όταν πάλι ο Κίσινγκερ προέβλεπε ότι η ελληνική αδράνεια στην κατάληψη της Κύπρου θα είχε ως παράπλευρη συνέπεια μια βίαιη αντιαμερικανική ατμόσφαιρα στην Ελλάδα την οποία ενδεχομένως θα έμπαινε τότε η ΕΣΣΔ στον πειρασμό να εκμεταλλευτεί, σήμερα αυτό το ενδεχόμενο δεν υφίσταται. Δεν υπάρχει κίνδυνος ή προοπτική για αντιαμερικανικό εθνικισμό (θα έλεγαν οι Αμερικανοί) ή για έναν πατριωτικό συναγερμό (θα έλεγε ίσως ένας τρίτος παρατηρητής) στην Ελλάδα μετά την ικανοποίηση (ιδίως αν αυτή η ικανοποίηση προέλθει από κυβέρνηση «εθνικής ενότητας») των τουρκικών απαιτήσεων. Αυτή είναι η πρόβλεψη των Αμερικανών. Και είναι μία πρόβλεψη η οποία, μολονότι πολλές φορές οι Αμερικανοί κάνουνε λάθη, εμένα προσωπικά δε μου φαίνεται αβάσιμη. Και γενικά ο Παπαχελάς πρόσφατα, ήκιστα ύποπτος για πατριωτισμό και ειδικά αντιαμερικανισμό, κωδικοποίησε στο βιβλίο του την καταγραφή των απόψεων του Κίσινγκερ. Ο Κίσινγκερ ήταν εξαιρετικά διεισδυτικός. Είπε: «ακόμα κι αν έρθει ο Ανδρέας Παπανδρέου, δηλαδή να μην υπάρξει παρένθεση Καραμανλή, θα διαχειριστούμε την κατάσταση». Σήμερα νομίζω το πρόβλημα για τους Αμερικανούς είναι πολύ μικρότερο.

Το ιδανικό για την επιζητούμενη από τις ΗΠΑ συνοχή του ΝΑΤΟ στην αντιρωσική πάλη θα ήταν η πρόληψη στρατιωτικής ανάφλεξης. Όμως, προκειμένου να ρυμουλκηθεί η Τουρκία μακράν και εναντίον της Ρωσίας, η θεσμική επιβεβαίωση της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου είναι για τις ΗΠΑ όχι μόνο αποδεκτό τίμημα αλλά υπό τις περιστάσεις και επιβεβλημένη στόχευση

Η στάση Ρωσίας και Γαλλίας

Η στάση της Ρωσίας είναι πολύ απλή. Ενθάρρυνση του Ερντογάν με κύριο επιχείρημα ότι οι Έλληνες δεν θα αντιδράσουν και θα αποδεχτούν τάχιστα ταπεινωτική εκεχειρία.

Για τους Γάλλους η έννοια της αμυντικής συμβολής εξαντλείται στην παροχή όπλων και ανταλλακτικών επί πιστώσει. Τι συνιστά για τους Γάλλους επίθεση κατά της ελληνικής κυριαρχίας, κατά της ελληνικής επικράτειας; Είναι κάτι το εξαιρετικά αόριστο. Ο εξαναγκασμό της Ελλάδας σε συμβατική υποχρέωσή της, δηλαδή σε αποστρατικοποίηση όπως ισχυρίζονται οι Τούρκοι, από την Τουρκία, την ίδια στιγμή που θα διακηρύξει η Άγκυρα ότι η στρατιωτική ενέργεια στο Καστελόριζο δεν αποσκοπεί στην αλλαγή συνόρων συνιστά άραγε κατά τους Γάλλους επίθεση και υποχρέωσή τους για αμυντική συνδρομή; Πρέπει να υπενθυμίσω ότι ουδείς συντάσσεται ιδίως στο πεδίο της μάχης με τους απρόθυμους να υπερασπιστούν εαυτούς, με τους διστακτικούς, ούτε βεβαίως με του ηττημένους. Η γαλλική συμμετοχή στην τουρκική άσκηση Efes 2022 με κομάντο, αυτούς που ποτέ δεν είδαμε σε ελληνικό νησί, ομιλεί αφ’ εαυτής. Η θέση της Γερμανίας παρέλκει αναλύσεως. Το Βερολίνο ευλαβώς συνεχίζει επί ενάμιση τώρα αιώνα να πωλεί όπλα στην Τουρκία, θεωρώντας την τουρκική ισχύ παραπληρωματική της δικής του.

Οι Ευρωπαίοι εταίροι ημών, της Γαλλίας συμπεριλαμβανομένης, δεν έχουν ούτε τη δύναμη ούτε την πρόθυμη διάθεση να επενδύσουν πολιτικό κεφάλαιο σε μια αποτροπή της τουρκικής ενέργειας. Πολύ περισσότερο όταν εμείς, η Ελλάδα, δίκην αποτροπής εξαντλούμε εαυτούς σε χάρτες ενώ οι άλλοι ασκούνται, σε επικλήσεις του Διεθνούς Δικαίου, σε επικλήσεις της Θεοτόκου κ.λπ. 

Μόνοι μας στο γήπεδο

Αρκετοί εν Ελλάδι, και στις ΗΠΑ Έλληνες της Αμερικής, καταπονούν εαυτούς επιχειρώντας να πείσουν την κυβέρνηση Μπάιντεν για το πιο όντως είναι το πραγματικό συμφέρον των ΗΠΑ, εν προκειμένω. Θαυμάζω αν όχι το ανιδιοτελές όσο το μάταιο της προσπάθειας, διότι για τους γραφειοκράτες του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, αυτούς που έχω γνωρίσει στα 35 χρόνια της θητείας μου αρκετά καλά, η Ελλάδα δεν ενέχει κίνδυνο ζημιάς για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή, η Τουρκία όμως ενέχει σοβαρό κίνδυνο. Άρα η μερίμνα των ΗΠΑ για τα δικά τους συμφέροντα, και όχι για τα δικά μας, επιβάλλει το δούναι και λαβείν με την Τουρκία.

Συνελόντι ειπείν, με την Τουρκία είμαστε μόνοι μας στο γήπεδο. Πάντες οι τρίτοι είναι στην κερκίδα. Δεν έχει σημασία για ποιον φωνάζουν, είμαστε μόνοι μας. Άρα οι αναφορές διαρκείς, εμμονικές, απελπισμένες του συνόλου της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, στους ισχυρούς μας συμμάχους, η έγερση των φόβων μας από τις τουρκικές απειλές στα διεθνή φόρα, στην Ε.Ε., μεταξύ τυρού και αχλαδιού, στο ΝΑΤΟ σε συνδυασμό με καίριες παραλείψεις μας, προδιαγράφουν όπως και το 1974 την επερχόμενη τραγωδία, για την οποία, ως κοινωνία, είμεθα από καιρού προετοιμασμένοι, εκπαιδευμένοι, με τις αυταπάτες μας, τις ιδεοληψίες μας, την πάνδημη απαίτηση να έχουμε την ησυχία μας. Ενώ λοιπόν ο κίνδυνος είναι κατάφωτο υπερωκεάνιο μέσα στη νύχτα, το πολιτικό σύστημα αλλά και η στρατιωτική ηγεσία, και εδώ διαφωνώ με τους προλαλήσαντες, προετοιμάζονται όχι για να υπερασπιστούν τη χώρα αλλά για το blame game, για την επίρριψη ευθυνών (ποιος θα χρεωθεί τον επαίσχυντο συμβιβασμό). Διατείνονται, όμως, στρατιωτικοί (κυρίως) και πολιτικοί, ότι έχουμε ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, υπεροπλία. Και το 1974 είχαμε υπεροπλία. Αεροπλάνα και υποβρύχια που οι άλλοι δεν είχαν. Και οι τότε υπεύθυνοι δεν σήκωναν μύγα στο σπαθί τους.

Το πρώτο που θα έπρεπε να γίνει είναι η στήριξη στον λαό. Κάλεσμα σε παλλαϊκό συναγερμό. Παλλαϊκή συστράτευση και άμυνα, είναι η προϋπόθεση της απόκρουσης μιας επίθεσης. Ο πόλεμος δεν είναι άσκηση ή σύγκρουση ειδικών δυνάμεων και μηχανισμών. Είναι θέμα βούλησης λαϊκής

Τι θα έπρεπε να γίνει

Το πρώτο είναι η στήριξη στον λαό. Κάλεσμα σε παλλαϊκό συναγερμό. Όχι κοιμηθείτε ήσυχα εμείς είμαστε εδώ, όπως είπε ο αρχηγός ΓΕΣ. Δεν είναι οι Ένοπλες Δυνάμεις νυχτοφύλακας και εμείς κοιμόμαστε… Παλλαϊκή συστράτευση και άμυνα, είναι η προϋπόθεση της απόκρουσης μιας επίθεσης. Ο πόλεμος δεν είναι άσκηση ή σύγκρουση ειδικών δυνάμεων και μηχανισμών. Είναι θέμα βούλησης λαϊκής. Απούσης αυτής, και 20 αεροπλάνα να ρίξουμε των Τούρκων και 3 καράβια να τους βουλιάξουμε θα δεχτούμε εκεχειρία ενόσω είναι πάνω στο Καστελόριζο. Και τότε οδεύουμε αναπόφευκτα στην άλωση του Αιγαίου. Η επιστράτευση, η επιστράτευση στη Χίο που ήταν ο στόχος της τουρκικής άσκησης, η προσφυγή δηλαδή στον τοπικό λαϊκό παράγοντα να κληθεί να υπερασπίσει το νησί του, αυτό θα συνιστούσε αποτροπή. Επιστράτευση για όσο διαρκούσε η τουρκική άσκηση. Η διακήρυξη από τα πιο επίσημα χείλη, συλλογικά επικυρωμένη από τη Βουλή, ότι οποιαδήποτε προσβολή κατά τμήματος της ελληνικής επικράτειας, ακόμη και κατά ελληνικού πλοίου ή αεροσκάφους θα αποκρουστεί με γενικευμένη επίθεση που θα στοχεύει στην καταστροφή των επιθετικών μέσων της Τουρκίας, δηλαδή της αεροπορίας και του ναυτικού της. Αυτό θα ήταν χρήσιμο να το πει ο κ. πρωθυπουργός στο ΝΑΤΟ στο τέλος του μήνα, λέγοντας ότι θα ζητήσει τη συνδρομή του άρθρου 5 αν υπάρξει τέτοια προσβολή και αν δεν του δοθεί θα αποχωρήσει της συμμαχίας. Αυτό θα συνιστούσε όντως αποτροπή, αυτό θα το λάμβαναν πολύ σοβαρά υπόψη τους. Αποτροπή, όχι πολεμοκαπηλεία. Αποδέσμευση, δημόσια, από το ΚΥΣΕΑ των κανόνων εμπλοκής, δηλαδή βάλουμε εναντίον οποιασδήποτε απειλής, βάλουμε εάν απειληθούμε από αεροσκάφος, ντρόουν, πλοίο. Δεν περιμένουμε να βληθούμε και απαντάμε, αυτό όντως θα συνιστούσε αποτροπή. Διακήρυξη ότι η στρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου δεν είναι ένα νομικό θέμα, δεν είναι θέμα Διεθνούς Δικαίου. Είναι ύψιστο θέμα εθνικής ασφάλειας, αδιαπραγμάτευτο. Αυτό θα συνιστούσε αποτροπή.

Και επίσης θα συνιστούσε αποτροπή η ανακήρυξη 12 ναυτικών μιλίων γύρω από την Κρήτη και στις ηπειρωτικές ακτές του Αιγαίου. Αυτό θα κατέρριπτε εν τοις πράγμασι το casus belli διότι πολύ δύσκολα θα έβρισκε αφορμή αυτό η Τουρκία για να προχωρήσει σε πόλεμο και σε κάθε περίπτωση θα ήμασταν προετοιμασμένοι – δεν είμεθα ισχυρότεροι; δεν έχουμε τις καλύτερες Ένοπλες Δυνάμεις; δεν έχουμε τους πιο ικανούς στρατιωτικούς; Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα. Όποιος είναι αποφασισμένος μιλάει λίγο και κάνει πολλά, σε αντίθεση με αυτά που ακούμε από την πολιτική και στρατιωτική μας ηγεσία στα δελτία ειδήσεων κάθε βράδυ.

* Ο Γιώργος Αϋφαντής είναι πρέσβης ε.τ.

edromos.gr