Γράφει ο Δρ Ιωάννης Θ. Μάζης, Καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής, ΕΚΠΑ, Απρίλιος, 18, 2021

(Το κείμενο υπό την παρούσα μορφή έχει γίνει δεκτό προς δημοσίευση στο ψηφιακό Επιστημονικό Περιοδικό του Τμήματος Τουρκικών Σπουδών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, CIVITAS GENTIUM) 

Περίληψη

Να διευκρινισθεί εξ αρχής ότι το αντικείμενο του παρόντος Σημειώματος είναι το «Μεταναστευτικό», και όχι το «Προσφυγικό», τα οποία νομικώς και πολιτικώς, αλλά και κοινωνικώς – ανθρωπιστικώς αποτελούν δύο διακριτά ζητήματα και αφορούν διαφορετικής κατηγορίας πρόσωπα και καταστάσεις. Συνήθως όμως, ειδικά στις τρέχουσες οριακές συνθήκες που εξελίσσονται τα τελευταία χρόνια στα σύνορα της χωρών της περιφέρειας της ΕΕ, που είναι άλλωστε και εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, πρόσωπα προσφυγικού και μεταναστευτικού προφίλ αναμειγνύονται συνωστισμένα ενδεχομένως στην ίδια βάρκα, ή στο ίδιο μονοπάτι, ή στον ίδιο χώρο συναθροίσεώς τους από τις Αρχές φυλάξεως – ελέγχου των συνόρων κλπ., με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η ηθελημένη (ή μη) σύγχυση των δύο αυτών κατηγοριών. Επίσης και εμείς οι αναλυτές, και όσοι θεσμικοί νομοθετούν ή εφαρμόζουν τα προβλεπόμενα, αλλά και όσοι πολιτικολογούμε για τούτα, αρκετές φορές, κακώς τα μπερδεύουμε. Και συνήθως όχι πάντα άδολα ή άνευ σκοπιμότητος. Στο παρόν κείμενο επισημαίνονται επίσης 2 υποχρεώσεις των κοινωνιών ως προς την προσέγγιση του Μεταναστευτικού ζητήματος: 1). Η υποχρέωση διεξαγωγής συγκριτικής αναλύσεως της προσλήψεώς του από ειδικούς – θεωρητικούς αναλυτές, πολιτικούς, γραφειοκράτες, δικαιωματιστές, ακτιβιστές, και από πολίτες εμπλεκομένους με αυτό, συναλλασσομένους με θετική, αρνητική, ή ουδέτερη στάθμιση έναντι αυτού κατά την τρέχουσα πραγματικότητα και 2). Η υποχρέωση καταρρίψεως κάποιων, περί του εν λόγω ζητήματος, «μύθων». Μύθων διαμορφουμένων και καλλιεργουμένων ηθελημένως και σκοπίμως στη δημόσια συζήτηση. Επίσης, παρατίθενται και κάποιες γενικές και ειδικές παρατηρήσεις επί κρίσιμων και επίκαιρων θεμάτων πολιτικής για το Μεταναστευτικό, σε Ελλάδα και ΕΕ.

Λέξεις κλειδιά:

Μετανάστης, μεταναστευτικό, πρόσφυγας, προσφυγικό, αιτών άσυλο, διεθνής προστασία, κοινωνική συνοχή, δημογραφικό, εθνική ασφάλεια, εξωτερική πολιτική, εθνική άμυνα, επιστροφές, απέλαση, επαναπροώθηση, Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλληλεγγύη, burden sharing, νόμιμη είσοδος σε κράτος, visa, ανοικτές – κλειστές δομές, μη ασφαλής τρίτη χώρα, Ελλάδα, Τουρκία, ΕΕ, Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, EASO.

Α. Αναλύοντας την αντιληπτική πρόσληψη του Μεταναστευτικού

Το κρίσιμο στοιχείο έριδας μεταξύ των διαφόρων τάσεων προσεγγίσεως, κατανοήσεως, πολιτικής-νομικής αναλύσεως και πολιτικής –επιχειρησιακής-πρακτικής διαχειρίσεώς του Μεταναστευτικού στο πλαίσιο της ΕΕ είναι το τι ακριβώς αντιπροσωπεύει και πως διασυνδέεται το Μεταναστευτικό σε σχέση με τις υφιστάμενες πολιτικές της ΕΕ, και κατ’ επέκταση με το κάθε κράτος αυτής.

Ας διαχωρίσουμε αυτή τη διαδικασία προσλήψεως – κατανοήσεως του Μεταναστευτικού, σε 3 διακριτές κατηγορίες:

  1. Σε όσους το αντιλαμβάνονται ως σχετιζόμενο αποκλειστικώς και μονοσημάντως με μία ευρωπαϊκή «θεματική πολιτική», και σε καμία περίπτωση με οιανδήποτε άλλη. Άρα σε όσους είναι αρνητές (και μάλιστα συστηματικοί, ένθερμοι και επίμονοι), τυχόν άλλων συσχετίσεων, επιπτώσεων ή συνεργειών του μεταναστευτικού, με άλλες πολιτικές θεματικές στο χώρο της Ευρώπης.
  2. Σε όσους το αντιλαμβάνονται ως σχετιζόμενο πρωτίστως με μία ευρωπαϊκή «θεματική πολιτική», και ίσως δευτερευόντως με «κάτι άλλο». Σαφώς όμως σε δευτερεύον επίπεδο, όπου οι επιπτώσεις είναι εξίσου δευτερεύουσες και παρεμπίπτουσες. Εκεί όπου οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται κατά κύριο λόγο για την πρωτεύουσα ευρωπαϊκή πολιτική (Μεταναστευτικό) και λαμβάνουσες υπόψη μόνον δευτερευόντως, ή ίσως και καθόλου, άλλες πτυχές συναμφότερων θεματικών ή κεντρικών πολιτικών της ΕΕ (ή των επιμέρους κρατών της). 
  3. Σε όσους το αντιλαμβάνονται ως σχετιζόμενο εξ ορισμού και ταυτοχρόνως με περισσότερες «θεματικές πολιτικές» της ΕΕ, και ίσως δευτερευόντως και με «κάτι άλλο». Άρα, επίσης εξ ορισμού, το αντιμετωπίζουν επίσης πολυδιάστατα και συνθετικά, καθόσον οι λογιζόμενοι παράγοντες που το επηρεάζουν και οι αντίστοιχες πολιτικές (Εθνικές – Ευρωπαϊκές) που επηρεάζονται από αυτό είναι περισσότερες του ενός. Βλέπε π.χ. Δικαιώματα του Ανθρώπου, Οικονομία (είτε ως ανάπτυξη, είτε δημοσιονομικά), Κοινωνική συνοχή, Παιδεία, Υγεία – Κοινωνική Πρόνοια, Δημογραφικό, Εθνική ασφάλεια (εσωτερική-κρατική – εξωτερική), Εξωτερική Πολιτική, Εθνική Άμυνα κλπ. κλπ.)

Έτσι, συγκεκριμένα, το «μεταναστευτικό» είναι για κάποιους:

  1. Απλώς θέμα «Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», και μάλιστα όχι όλων όσων εμπλέκονται ή επηρεάζονται από αυτό, αλλά των συγκεκριμένων  ατόμων των μετακινουμένων ροών. Όποιος εγείρει και τη διασύνδεσή του με κάποια άλλη πολιτική, τότε χαρακτηρίζεται ως “ακραίος” – “εμμονικός”, “ξενόφοβος”, “εθνοκεντρικός”, “ρατσιστής”, “εθνικιστής”, ή όλα αυτά μαζί.
  2. Κυρίως θέμα «Δικαιωμάτων του Ανθρώπου», αλλά ενδεχομένως και άλλων θεμάτων συναρτώμενο ζήτημα. Ωστόσο, κατά την εν λόγω περίπτωση, παραβλέπονται ή υποτιμούνται οι υπόλοιπες παράμετροι και τοιουτοτρόπως, διαπιστώνεται αδυναμία εκπονήσεως μιας αξιόπιστης προτάσεως διαχειρίσεως. Η εκούσια απόκρυψη ή υποτίμηση των υπολοίπων διαστάσεων ούτε αθώα είναι, ούτε εξάγεται άνευ σκοπιμότητος, συνήθως γεωστρατηγικής.
  3. Εξ ορισμού πολυδιάστατο και πολυπαραγοντικό ζήτημα, που πρέπει να μελετηθεί σε όλες τους τις διαστάσεις, επιπτώσεις και προοπτικές. Άρα και υπό το φως της ανάλυσης των αντίστοιχων πολιτικών (Εθνικών – ΕΕ).

Β. Αναλύοντας (κάποιους) κρίσιμους μύθους περί του Μεταναστευτικού

  1. Ανασκευή Μύθου 1ου: Το ζήτημα των «επαναπροωθήσεων» ή «επιστροφών» των παράνομα (χωρίς την προβλεπόμενη άδεια) μετακινούμενων προσώπων μεταξύ κρατών – μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣοΕ): «Ο κάθε εισερχόμενος στα σύνορα Κράτους είναι υποχρεωτικώς και άνευ εξαιρέσεως «μη επιστρέψιμος» στο Κράτος προελεύσεως».

H θεωρητική πτυχή του ζητήματος εξετάστηκε πρόσφατα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣοΕ) στην υπόθεση «N.D. & N.T. κατά Ισπανίας» (Απόφαση Ολομέλειας της 13.2.2020). Η υπόθεση αφορούσε την προσφυγή 2 προσώπων, εθνικότητος Μάλι και Ακτής Ελεφαντοστού αντιστοίχως, που με άλλους επιχείρησαν και κατάφεραν να περάσουν από το Μαρόκο, στο θύλακα της Melilla (Ισπανικής κυριαρχίας). Ο θύλακας (παραθαλάσσια περιοχή στις βόρειες ακτές του Μαρόκου), οριοθετείται και με φράχτη 13 χμ που έχουν κατασκευάσει οι ισπανικές αρχές κατά μήκος των συνόρων μεταξύ Melilla και Μαρόκου για να εμποδίσουν παράνομους μετανάστες να εισέλθουν σε «ισπανικό έδαφος». Οι εν λόγω τελικά συνελήφθησαν, εκρίθη η περίπτωσή τους από δικαστικό όργανο (κατά τη διαδικασία μάλιστα είχαν τη δέουσα νομική συνδρομή, δηλαδή εκπροσωπήθησαν από δικηγόρους), το οποίο και διέταξε τη προβλεπόμενη διοικητική και δικαστική διαδικασία απελάσεώς τους.

Σημειούται, ότι συμφώνως προς το ισχύον ισπανικό νομικό πλαίσιο, τα άτομα αυτά έχουν τη δυνατότητα καταθέσεως αιτήματος νόμιμης εισόδου στο ισπανικό έδαφος, είτε με υποβολή αιτήματος χορηγήσεως viza, είτε με υποβολή αιτήματος διεθνούς προστασίας, ειδικά στο διασυνοριακό φυλάκιο Beni Enzar, αλλά επίσης στις ισπανικές διπλωματικές και προξενικές αρχές της χώρας καταγωγής τους, ή transit, ή ακόμη και στο Μαρόκο.

Ωστόσο οι εν λόγω προσφεύγοντες (χωρίς δικαιολογημένη αιτία και χωρίς ευθύνη της Ισπανίας) για προφανείς λόγους και χωρίς να τηρήσουν κάποια από τις ανωτέρω διαθέσιμες και νόμιμες διαδικασίες, παραβίασαν τα σύνορα της Ισπανίας, περνώντας παράνομα (μετέχοντας σε μεγάλη ομάδα εκατοντάδων ατόμων και με την χρήση βίας) τον συνοριακό φράχτη από το έδαφος του Μαρόκο στο εθνικό Ισπανικό θύλακα Melilla. Τελικά, οι 2 προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο (ΕΔΔΑ), έναντι της απόφασης απέλασης των Ισπανικών αρχών. 

Το ΕΔΔΑ, στην Απόφασή του της 13ης Φεβ. 2020, έκρινε και μάλιστα ομόφωνα (Προεδρεύοντος του Έλληνα Δικαστή Λ. Α. Σισιλιάνου) ότι δεν στοιχειοθετείται ζήτημα παραβίασης των Άρθρων 13 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕυρΣΔΑ) και 4 του 4ου Πρωτοκόλλου, από την απόφαση των Ισπανικών αρχών να απελάσουν/«επαναπροωθήσουν» τους προσφεύγοντες στο Μαρόκο (από όπου εισήλθαν παράνομα και μάλιστα βιαίως στον θύλακα της Μελίγια (Μelilla), που συνιστά Ισπανικό έδαφος της Βόρειας Αφρικής (μέρος της Ισπανικής Επικράτειας). 

Αξίζει να σημειωθεί, ότι νομικώς παρεμβαίνουσες στην υπόθεση ήταν αρκετές χώρες, όπως το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ιταλία, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα, που είχε και το μεγαλύτερο ζήτημα συνάφειας της υπόθεσης με τα όσα συμβαίνουν σε ελληνικά νησιά στο Αιγαίο και στον Έβρο, και δευτερευόντως η Κύπρος, δεν παρενέβησαν! Και αυτό εγείρει ένα σωρό εύλογους προβληματισμούς έναντι της εν λόγω «πολιτικής» επιλογής των υπευθύνων του Υπουργείου Δικαιοσύνης (προφανώς της προηγουμένης Κυβερνήσεως)! Παρενέβησαν επίσης αρκετές σημαντικές και …«έγκριτες» διεθνείς «ανθρωπιστικές-με-το-αζημίωτο-ΜΚΟ», καταθέτοντας υπομνήματα. Αυτό σημαίνει ότι η νομική αξιολόγηση και άρα και η μετέπειτα σημασία της εν λόγω Αποφάσεως είναι ακόμη μεγαλύτερη, δεδομένου ότι το ΕΔΔΑ έλαβε υπόψη, αλλά τελικά δεν υιοθέτησε, τα νομικά επιχειρήματα των παρεμβαινόντων.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Είναι μύθος λοιπόν ότι «όσοι περνούν τα σύνορα με παράνομο τρόπο, είτε ως αιτούντες άσυλο, είτε ακόμη χειρότερα ως μετανάστες, δικαιούνται να εξεταστούν ευμενώς και γενικώς παραμένουν και δεν επιστρέφονται στη χώρα προέλευσης», εαν υπάρχει η δυνατότητα να καταθέσουν το αίτημά τους (είτε για άσυλο, είτε για νόμιμη είσοδο –παραμονή) στις αρχές της χώρας [στην περίπτωσή μας στα προξενεία της επιλεχθησομένης από αυτούς χώρας προορισμού]με άλλη νόμιμη διαδικασία. 

Το ανωτέρω σοβαρότατο νομολογιακό δεδομένο, ούτε παρουσιάστηκε, προεβλήθη στο δημόσιο και επιστημονικό διάλογο, ούτε σχολιάστηκε δεόντως σε νομικό – πολιτικό επίπεδο. Το χειρότερο όμως είναι ότι ΔΕΝ αξιοποιήθηκε δεόντως από πλευράς Κυβερνήσεως ή κρατικών αρχών, ούτε σε πολιτικό επίπεδο, ούτε σε επικοινωνιακό επίπεδο, ούτε όμως και σε επιχειρησιακό επίπεδο. (βλ. ΥΠΕΞ – Υπ. Δικαιοσύνης – Υπ. Προστασίας του Πολίτη, Υπ. Μετανάστευσης, ΥΠΕΘΑ-ΥΦΕΘΑ/Εθνικός Συντονιστής για το Μεταναστευτικό κλπ.).

1.2. Συνέχεια ανασκευής Μύθου 2ου: Το ζήτημα των απελάσεων, των «επαναπροωθήσεων» ή «επιστροφών» μετακινούμενων προσώπων αφορά στις προβλέψεις του Άρθρου 33, της Σύμβασης του 1951 σχετικά με το Καθεστώς των Προσφύγων, σε σχέση με το κρίσιμο ζήτημα της «επαναπροώθησης», το οποίο προβλέπει ειδικά ως εξής:

«Άρθρον 33. – Απαγόρευσις απελάσεως ή επαναπροωθήσεως

1. Ουδεμία Συμβαλλομένη Χώρα θα απελαύνη ή θα επαναπροωθή, καθ’ οιονδήποτε τρόπον, Πρόσφυγας, εις τα σύνορα εδαφών ένθα η ζωή ή ελευθερία αυτών απειλούνται δια λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητος, κοινωνικής τάξεως ή πολιτικών πεποιθήσεων.

2. Το εκ της παρούσης διατάξεως απορρέον ευεργέτημα δεν δύναται πάντως να επικαλήται πρόσφυξ όστις, δια σοβαράς αιτίας, θεωρείται επικίνδυνος εις την ασφάλειαν της χώρας ένθα ευρίσκεται ή όστις, έχων τελεσιδίκως καταδικασθή δι’ ιδιατέρως σοβαρόν αδίκημα, αποτελεί κίνδυνον δια την Χώραν.»

Από τα ανωτέρω προκύπτει μεν η γενική υποχρέωση των συμβαλλόμενων χωρών αποφυγής πρακτικών που συνιστούν απελάσεις ή επαναπροωθήσεις προσώπων που είναι πρόσφυγες (ή που έχει πλέον –και ορθά- καθιερωθεί να περιλαμβάνει και όσους αιτούνται άσυλο), αλλά: 

1) αυτή περιορίζεται μόνον σε περιπτώσεις που αυτοί στη χώρα επιστροφής διατρέχουν κίνδυνο της ζωής τους, της ελευθερίας τους κλπ. 

Επίσης, αυτή η υποχρέωση: 

2) δεν περιλαμβάνει πρόσωπα με μεταναστευτικό, παρά μόνον με προσφυγικό προφίλ. Τέλος, και όχι λιγότερο σημαντικό, 

3) η υποχρέωση αυτή των κρατών δύναται να εξαιρεί όσα πρόσωπα κρίνεται ότι συνιστούν απειλή για την εθνική ασφάλεια του φιλοξενούντος κράτους. 

Άρα, σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως γενικό και αναφαίρετο δικαίωμα των προσώπων, αλλά και ούτε ως καθολική και αδιάκριτη υποχρέωση των κρατών.

Και εδώ να τονίσουμε ότι εφόσον η Τουρκία έχει θεωρηθεί «ασφαλής χώρα» από την ΕΕ, διότι γι’ αυτό λαμβάνει και τα τεράστια ποσά που λαμβάνει από την ΕΕ, η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνεται στο έδαφός της! Συνεπώς, αφαιρείται το στοιχείο εκβιασμού που χρησιμοποιεί εδώ και αρκετά χρόνια η Άγκυρα προς την ΕΕ, την Γερμανία και την Ελλάδα με την εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών και το ψευδοδίλημμα: «δηλαδή να τους πνίξουμε»?

Σημειώνω ότι, όπως πολλές φορές έχω ειπεί, οι αιτήσεις αυτές θα υποβάλλονται σε επιτροπές στελεχωμένες με εκπροσώπους της UNCHRA και της ΕΕ (ιδιαιτέρως εκρόσωποι των χωρών πρώτης εισόδου των παρανόμων ροών, π.χ.: Ελληνες, Ιταλοί και Ισπανοί υπάλληλοι των αντιστοίχων κρατικών υπηρεσιών των χωρών τους με απόσπαση) ώστε να αποκλείεται το ενδεχόμενο να ασκηθούν πιέσεις στους αιτούντες από τουρκικά «παράκεντρα». Σε αυτό ακόμη συνηγορεί το κοινώς αποδεκτό γεγονός ότι οι αιτούντες άσυλο δεν επιθυμούν να μεταβούν στην Ελλάδα αλλά στις βορειο-ευρωπαϊκές και κεντρο-ευρωπαϊκές χώρες!

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΈτσι, λοιπόν, η εν λόγω ερμηνεία του πλαισίου για τις επαναπροωθήσεις πόρρω απέχει από την γενική καθιερωμένη αντίληψη περί της πλήρους και αδιάκριτης δαιμονοποίησης των «απελάσεων – επιστροφών», λογιζόμενων οριζοντίως «καθολικώς και χωρίς εξαιρέσεις απαγορευμένες επαναπροωθήσεις»!

  1. Ανασκευή Μύθου 2ου: Τουρκία, ως «μη (!) ασφαλής» τρίτη χώρα, για σκοπούς επιστροφής παρανόμως εισελθόντων προσώπων από Ελλάδα.

Ας εξετάσουμε τώρα την ουσιαστική προϋπόθεση απαγορεύσεως των επαναπροωθήσεων, η οποία αναφέρεται στον κίνδυνο διώξεως των προσώπων αυτών στην χώρα επιστροφής. 

Εδώ έχει δομηθεί ένας ακόμη μύθος για την Τουρκία ως «χώρα επιστροφής» των προσώπων αυτών από τα δυτικά (της Τουρκίας). Ότι τάχα οι εν δυνάμει επιστρέφοντες, κινδυνεύουν με διώξεις (;), διότι η Τουρκία είναι γενικώς και απροσδιορίστως «μή ασφαλής» τρίτη χώρα. Άρα δεν μπορεί να είναι χώρα επιστροφής κανενός εκ των καταπλεόντων παρανόμως στα ελληνικά νησιά (και αντιστοίχως στον Έβρο) από τα ηπειρωτικά παράλια της Μικράς Ασίας.

Μα οι εν λόγω, πολλοί εξ αυτών ήδη ζούσαν επί μακρόν στην Τουρκία, ως πρώτη χώρα Ασύλου (περιπτώσεις Σύριων, λόγω της σύρραξης με το ISIS), ή άλλοι που κατέφτασαν από άλλες χώρες, ποτέ δεν ισχυρίστηκαν ότι αντιμετωπίζουν κίνδυνο διώξεων από το τουρκικό καθεστώς ή εντός της Τουρκίας. Στις συνεντεύξεις τους προέβαλαν ότι οι διώξεις εις βάρος τους, που στοιχειοθετούν προφίλ πρόσφυγα, αφορούν ζητήματα στη χώρα αρχικής προέλευσης που σαφώς… δεν είναι η Τουρκία! Ούτε έχει ποτέ αναφερθεί περιστατικό συστηματικών και στοχευμένων διώξεων εντός της Τουρκίας έναντι τέτοιων προσώπων. Πώς θα ήταν αυτό  άλλωστε εφικτό, εφόσον η ‘Αγκυρα εισπράττει μυθώδη ποσά χρηματοδοτικής αρωγής τόσο από την ΕΕ, όσο και από τον ΟΗΕ (μέσω Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες) για την υποστήριξη των δομών φιλοξενίας εντός των τουρκικών εδαφών. Ασχέτως του καθεστώτος ή του βαθμού δημοκρατικής της λειτουργίας, στην Τουρκία δεν έχουν καταγραφεί ή αναφερθεί διώξεις έναντι αυτών των προσώπων. Άρα κάθε σχετική αιτίαση ή ισχυρισμός είναι ανεδαφικός και μάλλον σκόπιμος μύθος. 

Το θέμα έχει άλλωστε εξεταστεί και στο πλαίσιο σχετικών πρόσφατων προσφυγών σε ελληνικές αρχές ή Δικαστήρια και μάλιστα στον ύπατο βαθμό. Συγκεκριμένα και ενδεικτικώς, η Απόφαση 4159/8.9.2016 της 3ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφυγών, η οποία εξετάζοντας μια απόρριψη (από πρωτοβάθμια Επιτροπή εξέτασης αιτημάτων Ασύλου) αίτησης Ασύλου απεφάνθη ότι η Τουρκία, στην οποία προκύπτει ότι ο αιτών θα τύχει επανεισδοχής, είναι «ασφαλής τρίτη χώρα» για αυτόν και, συνεπώς το υποβληθέν αίτημα παροχής διεθνούς προστασίας στον εν λόγω αλλοδαπό είναι απαράδεκτο. Επίσης, στην Απόφαση Α2347/2017, της 22/09/2017, το ΣτΕ (Ολομέλεια) δέχεται ότι η Τουρκία είναι ασφαλής χώρα (για τις ανάγκες της επανεισδοχής ατόμου σε αυτήν), με τις δέουσες προβλεπόμενες προϋποθέσεις, όπως ότι κάθε περίπτωση εξετάζεται ατομικά.

Μια αξιοσημείωτη είδηση-εξέλιξη για το θέμα προέρχεται από τη Δανία. Μια χώρα στο κέντρο του πυρήνα της Ευρώπης. Ειδικά ως προς τα ζητήματα σεβασμού και προαγωγής των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, και ειδικά σε ό,τι αφορά την υποδοχή, ενσωμάτωση και εν γένει την κουλτούρα ανοχής «ξένων» στην τοπική κοινωνία. Συγκεκριμένα, από το 1019 η Δανική Κυβέρνηση υιοθέτησε νόμο βάσει του οποίου παραχωρείται άδεια παραμονής ορισμένου χρόνου, με στόχο τη μείωση του πληθυσμού μη γηγενών στη χώρα. Μόλις δηλαδή βελτιώνεται η κατάσταση στην χώρα καταγωγής των προσφύγων, η άδεια ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται. Έτσι, από το περασμένο καλοκαίρι, οι αρμόδιες δανικές αρχές χαρακτηρίζουν “σίγουρη και ασφαλή” πόλη τη Δαμασκό, με αποτέλεσμα εκατοντάδες άδειες παραμονής για Σύρους πρόσφυγες, οι οποίοι προέρχονται από τη συγκεκριμένη περιοχή, να ανακαλούνται ή να μην ανανεώνονται.

Γ. Η πολιτική διάσταση: Το μεταναστευτικό υπό τις τρέχουσες εξελίξεις σε ΕΕ και Ελλάδα

  1. Στατιστικά στοιχεία για το Μεταναστευτικό στην ΕΕ

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών ενέκρινε ομόφωνα Ψήφισμα (Σεπ. 2016), υιοθετώντας μια πολιτική διακήρυξη ορόσημο, τη Διακήρυξη της Νέας Υόρκης για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Σύμφωνα με τους εμπνευστές και υποστηρικτές της, αποβλέπει στη βελτίωση του τρόπου με τον οποίο η διεθνής κοινότητα να ανταποκρίνεται, διευκολύνοντας τις μεγάλες μετακινήσεις προσφύγων και μεταναστών, καθώς και στην αντιμετώπιση των παρατεταμένων προσφυγικών καταστάσεων.

Σε ό,τι αφορά το περιφερειακό Σύστημα της Ευρώπης, ενδιαφέρουν έχουν τα διαθέσιμα ποσοτικά στοιχεία που βοηθούν στη διαμόρφωση μιας ρεαλιστικής εικόνας της εξέλιξης του Μεταναστευτικού φαινομένου στην Ευρώπη. Συμφώνως πρός τα εσχάτως δημοσιοποιηθέντα εκ της Eurostat στατιστικά στοιχεία για τη μετανάστευση στην Ευρώπη για το έτος 2019, 300 χιλιάδες αιτήσεις ασύλου έγιναν δεκτές στο χώρο της ΕΕ, εκ των οποίων οι μισοί αιτούντες κατάγονται από μουσουλμανική χώρα, ενώ το 41% εξ αυτών αφορά δύο μόνο χώρες (ήτοι, 27% πρόσωπα από τη Συρία και 14% από το Αφγανιστάν). 

Επίσης, από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι σε 207 χιλιάδες ανέρχονται οι κάτω των 18 ετών αιτούντες διεθνούς προστασίας, εκ των οποίων το 7% ήταν ασυνόδευτοι ανήλικοι, προερχόμενοι πρωτίστως από το Αφγανιστάν και δευτερευόντως από Πακιστάν και Συρία. Από την τελευταία χώρα (Συρία) προέρχονται και το 60% όσων επανεγκαταστάθησαν από τρίτες χώρες σε κράτη μέλη της ΕΕ για το έτος 2019.

Σε ό,τι αφορά τις παράνομες συνοριακές διελεύσεις, σημειώνεται ότι για το έτος 2019 το 70% των εισερχομένων στην ΕΕ προέρχεται από μουσουλμανικές χώρες. Σύμφωνα δε με τη FRONTEX, για τους πρώτους 10 μήνες του 2020, οι περισσότεροι εξ αυτών προέρχονται από Αφγανιστάν, Συρία και Τουρκία.

Παρόμοια εικόνα σημειώνεται και σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία των Η.Ε. για τους Πρόσφυγες. από τους 25,3 εκατομμύρια πρόσφυγες που καταγράφηκαν επισήμως μέσα στο 2020, ένας στους τρεις προέρχεται μόνο από δύο μουσουλμανικές χώρες: τη Συρία 6,6 εκατομμύρια και το Αφγανιστάν, 2,7 εκατομμύρια) και τρεις στους πέντε από τις χώρες-μέλη του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας.

Εξίσου ενδιαφέρον όμως έχουν τα αντίστοιχα στοιχεία που αφορούν τις Μεταναστευτικές ροές από μουσουλμανικές χώρες προς την Ευρώπη. Για την περίοδο από τα μέσα του 2010 έως τα μέσα του 2016, εκ των Μεταναστευτικών ροών, οι κατά πολύ περισσότεροι ήταν μουσουλμανικού θρησκεύματος (ήτοι, 3,7 εκατομμύρια μουσουλμάνοι – 1,6 εκατομμύρια χριστιανοί – 410 χιλιάδες άθεοι – 390 χιλιάδες βουδιστές και 350 χιλιάδες ινδουιστές).

Όλα αυτά επιβεβαιώνονται και από τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για τα έτη 2013 και 2017, όπου αποτυπώνονται οι μεταναστευτικές ροές σε διμερή βάση μεταξύ 217 διαφορετικών χωρών, εδαφικών περιοχών και περιφερειακών οντοτήτων. Συγκεκριμένα, σημειώνεται αυξημένο στο 60% το ποσοστό της παγκόσμιας μετανάστευσης προερχόμενο από τον μουσουλμανικό κόσμο και τις υποανάπτυκτες χώρες της Υποσαχάριας Αφρικής. Η εν λόγω αύξηση, καταγραφόμενη μάλιστα μόνον στα 15 παλαιότερα κράτη της ΕΕ και σε χρονικό διάστημα 5 ετών, υπολογίζεται σε πάνω από 5 εκατομμύρια ανθρώπους.

Ειδικότερα, από τα στοιχεία της EASO (Ιαν. 2021) προκύπτουν τα εξής:

  • Το μήνα Ιαν. 2021 κατατέθηκαν 40.000 αιτήσεις ασύλου σε όλη την ΕΕ (δηλ. μείωση κατά 40% από τον Ιαν. 2020). Ενώ εκδόθηκαν 38.700 αποφάσεις πρώτου βαθμού. 
  • Από τις αιτήσεις ασύλου ή προστασίας, σε πρώτο βαθμό, γίνονται δεκτές σε ποσοστό 32% (Ιαν. 2021), σταθερό και για το 2020, εκ των οποίων το 62% αφορά αναγνώριση καθεστώτος «πρόσφυγα/ασύλου», και το υπόλοιπο σε απόδοση καθεστώτος «προσωρινής προστασίας».
  • Αύξηση κατά 40% στις «επαναληπτικές» αιτήσεις ασύλου (στα επίπεδα του 2014), κυρίως από Σύριους. Άρα, οι αιτήσεις ασύλου από Σύριους συνιστούν το 25% του συνόλου στην ΕΕ.
  • Οι τρεις πρώτες χώρες προέλευσης αιτούντων ασύλου στην ΕΕ είναι:

(α) Συρία

(β) Αφγανιστάν (3,900 αιτήσεις), 

(γ) Πακιστάν (1700 αιτήσεις),

(δ) Ιράκ (1500 αιτήσεις), και, για πρώτη φορά από το 2014

(ε) Νιγηρία (1200 αιτήσεις).

  • Οι εκκρεμείς υποθέσεις ανέρχονται στις 837.000 (Ιαν. 2021), μειούμενες από 1.02 εκατ. (για το έτος 2020), δηλ. μείωση κατά 15% περίπου, σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
  • Περίπου 40.000 αιτήσεις για διεθνή προστασία συσσωρεύτηκαν στην ΕΕ+ τον Ιανουάριο του 2021, περίπου ίδιος αριθμός με το Δεκέμβριο του 2021.
  • Αλλαγή διαπιστώθηκε όσον αφορά το είδος των αιτήσεων: το ποσοστό των κατ’ επανάληψη αιτήσεων έφθασε το 24% τον Ιανουάριο, το υψηλότερο τουλάχιστον από το 2014. Οι αιτήσεις κατ’ επανάληψη κατατίθενται προς το ίδιο κράτος αφού μία αρχική αίτηση τελεσιδίκησε.
  • Το υψηλό ποσοστό επαναλήψεων διαπιστωνόταν κυρίων λόγω των Σύριων, οι οποίοι κατέθεσαν περίπου 4.900 κατ’ επανάληψη αιτήσεις τον Ιανουάριο του 2021, αλλά ταυτοχρόνως είχε σημάνει αλλαγές προς τις κατ’ επανάληψη αιτήσεις από άλλες εθνότητες κατά τη διάρκεια του 2020.
  • Σύριοι, Αφγανοί και Πακιστανοί κατέθεσαν τις περισσότερες αιτήσεις για διεθνή προστασία. Μόνο οι Σύριοι συνέστησαν το ¼ του συνόλου των αιτήσεων ασύλου εις την ΕΕ+.
  • Η πακιστανική έχει αποτελέσει την τρίτη συχνότερη εθνικότητα από τον Οκτώβριο του 2020. Οι πέντε εθνικότητες με τις περισσότερες αιτήσεις τον Ιανουάριο περιλάμβαναν επίσης τη νιγηριανή, πρώτη φορά μετά το 2018.
  • Περίπου 3% του συνόλου των αιτήσεων ασύλου τον Ιανουάριο του 2021 κατατέθηκαν από αυτοπροσδιοριζόμενους ως ασυνόδευτους ανήλικους, ποσοστό μειωμένο εν σχέσει με το 5% του Δεκεμβρίου 2020.
  • Οι αποφάσεις ληφθείσες κατά την πρώτη φάση μειώθηκαν στις 38.700, κάτω από το επίπεδο των κατατεθειμένων αιτήσεων.
  • Σύριοι, Αφγανοί, Κολομβιανοί, Πακιστανοί και Τούρκοι συνέστησαν συνολικώς το 37% των αποφάσεων ληφθεισών κατά την πρώτη φάση, αλλά για τους Σύριους ελήφθησαν οι λιγότερες αποφάσεις από το Μάϊο του 2014.
  • Ο δείκτης αναγνωρίσεως της ΕΕ+ ήταν 32% τον Ιανουάριο του 2021. Περίπου 2/3 των θετικών αποφάσεων απένειμαν καθεστώς πρόσφυγα, ενώ οι υπόλοιποι έλαβαν επικουρική προστασία.
  • Οι δείκτες αναγνωρίσεως ήταν ιδιαιτέρως υψηλοί για τους Σύριους (90%), τους προερχόμενους από την Ερυθραία (80%) και τους Σομαλούς (67%).
  • Περίπου 409.700 περιπτώσεις εκκρεμούσαν εις την πρώτη αξιολόγηση κατά το τέλος Ιανουαρίου. Περίπου 2/3 εξ αυτών εκκρεμούσαν για περισσότερους από 6 μήνες.
  • Για πρώτη φορά εντός του έτους, οι περισσότερες εκκρεμείς υποθέσεις αφορούσαν Σύριους και όχι Αφγανούς.
  1. Οι πολιτικές στην ΕΕ για το Μεταναστευτικό, σήμερα

Οι πολιτικές στην ΕΕ για το Μεταναστευτικό, αλλά και για το Προσφυγικό, αντίστοιχα, διακρίνονται (και ορθά) στην εσωτερική και την εξωτερική τους διάσταση. Σε ό,τι αφορά την τελευταία, την εξωτερική διάσταση, σημειώνεται ότι το 2011, η Ευρ. Επιτροπή θέσπισε τη Συνολική Προσέγγιση για τη Μετανάστευση και την Κινητικότητα (ΣΠΜΚ), που συνιστά το γενικό πολιτικό πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ για τη μετανάστευση και το άσυλο. Η ΣΠΜΚ καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ διεξάγει τους διαλόγους πολιτικής και συνεργάζεται με τρίτες χώρες, με βάση σαφώς καθορισμένες προτεραιότητες. Ενσωματώνεται στη συνολική εξωτερική δράση της ΕΕ και περιλαμβάνει την αναπτυξιακή συνεργασία. Κύριοι στόχοι της είναι η καλύτερη οργάνωση της νόμιμης μετανάστευσης, η πρόληψη και καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης, η μεγιστοποίηση του αναπτυξιακού αντίκτυπου της μετανάστευσης και της κινητικότητας και η προώθηση της διεθνούς προστασίας. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρητικά τουλάχιστον, εντάσσεται και πρωτοβουλία της Κοινής Δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας (Μάρ. 2016), σύμφωνα με την οποία όλοι οι νέοι παράνομοι μετανάστες και αιτούντες άσυλο που φτάνουν στα ελληνικά νησιά από την Τουρκία και των οποίων οι αιτήσεις ασύλου έχουν κριθεί απαράδεκτες και άρα έχουν απορριφθεί, θα πρέπει να επιστρέφουν στην Τουρκία. Επίσης, για κάθε Σύρο που επιστρέφει στην Τουρκία, ένας άλλος Σύρος θα επανεγκαθίσταται στην ΕΕ, με αντάλλαγμα την περαιτέρω ελευθέρωση του καθεστώτος των θεωρήσεων για τους Τούρκους πολίτες και την έγκριση καταβολής ποσού ύψους 6 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της Διευκόλυνσης για τους Πρόσφυγες στην Τουρκία, έως το τέλος του 2018.

Σε ό,τι αφορά την εσωτερική διάσταση, σήμερα, ισχύει το λεγόμενο «σύστημα του Δουβλίνου» (Κανονισμός Δουβλίνο ΙΙΙ), το οποίο λειτούργησε για αρκετά χρόνια, αλλά πλέον έχει φτάσει στα όριά του και μάλλον αδυνατεί πλέον να προσφέρει αποτελεσματικές και ουσιαστικές λύσεις που να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες και κυρίως στις μελλοντικές ανάγκες. Ειδικά, μετά την κρίση του 2015, η Ε.Ε δεν κατόρθωσε να εντοπίσει με τη δέουσα ειλικρίνεια τις αδυναμίες του ώστε να εξακολουθήσει κατόπιν η αποκατάστασή τους και να το καταστήσει εφαρμόσιμο και, κυρίως, αξιόπιστα αποτελεσματικό. Παρ’ όλα αυτά ξεκίνησε μια διαδικασία αναθεωρήσεώς του.

Το Σεπτέμβριο του 2020, η Επιτροπή της ΕΕ δημοσιοποίησε υπό τη μορφή ανακοινώσεως (!!) το νέο σχέδιο «Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο». Αξίζει να σημειωθεί ότι το νέο (υπό διαδικασία εξασφάλισης πολιτικής εγκρίσεως στο πλαίσιο της ΕΕ) «Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο», έχει εκδοθεί υπό τη μορφή ανακοινώσεως(!!) της Επιτροπής της ΕΕ. Άρα, αναμένεται να τύχει της σχετικής επεξεργασίας από τις χώρες και τους πολιτικούς σχηματισμούς των χωρών της ΕΕ (εντός και εκτός Ευρωκοινοβουλίου), καθώς και από τις ομάδες πίεσης (π.χ. ΜΚΟ κλπ.) στις χώρες, και κατόπιν να επιχειρηθεί να αναζητηθεί η σχετική πολιτική συναίνεση, προκειμένου να υιοθετηθεί επισήμως σε ύπατο βαθμό (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) στο πλαίσιο της ΕΕ. Σημειώνεται ότι το προηγούμενο αντίστοιχο Σύμφωνο είχε υιοθετηθεί το 2008 (από Κυβερνήσεις συντηρητικές στην ΕΕ, π.χ. Σαρκοζί κλπ.)

Από την επισκόπησή του σχεδίου κειμένου του νέου Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, προκύπτει ότι το κείμενο, απόρροια και προφανώς αποτέλεσμα επιρροής της γερμανικής προεδρίας, προσβλέπει φιλόδοξα στην πολιτική καθιέρωση μιας νέας σχέσεως ισορροπίας μεταξύ της «υπευθυνότητος» και της ευρωπαϊκής «αλληλεγγύης», προάγοντας ακόμη περισσότεροτην την ευρωπαιοκεντρική προσέγγιση προκειμένου να αντιμετωπιστεί ένα πρόβλημα το οποίο οράται όλο και περισσότερο ως μια μεγάλη ευρωπαϊκή πρόκληση παρά ένα τοπικό εθνικό πρόβλημα μιας χώρας, ή μιας ομάδας χωρών στην περιφέρεια της ΕΕ. 

Δομικά, το νέο Ευρωπαϊκό Σύμφωνο συνίσταται από τρεις νέους Κανονισμούς (περί της διαχείρισης του ασύλου και της μεταναστεύσεως, της καταγραφής των πολιτών τρίτων χωρών στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε, αναγνωρίσεως καταστάσεως κρίσεως και ανωτέρας βίας στο πεδίο της μεταναστεύσεως και του ασύλου), δύο τροποποιήσεις υφισταμένων Κανονισμών (Eurodac/ χαρακτηριστικά, Κοινή διαδικασία διεθνούς προστασίας στο εσωτερικό της Ένωσης) και δύο Συστάσεων (νομικές διαδικασίες περί προστασίας στην Ένωση/ ανθρωπιστική υποδοχή, επανεγκατάσταση, συνεργασία μεταξύ κρατών μελών ως προς την προσφορά αρωγής απο ευρωπαίους πολίτες ή από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου με σκοπό την έρευνα και διάσωση).

Ουσιαστικά, το νέο Σύμφωνο εισηγείται την ενσωμάτωση της διαδικασίας ασύλου στη συνολική διαχείριση του Μεταναστευτικού, ενώ αποβλέπει ώστε η διαδικασία αποδόσεως καθεστώτος διεθνούς προστασίας – ασύλου να συνδεθεί με τον «προκαταρκτικό έλεγχο διαλογής» και την «επιστροφή». Σαφώς φιλόδοξος στόχος και –τουλάχιστον, επί της αρχής- όχι σε λάθος κατεύθυνση (υπό τις παρούσες βέβαια συνθήκες). Είναι όμως ένα μετριοπαθές κείμενο άκρως τεχνοκρατικό, διαπνέεται από δικαιωματιστικά σύνδρομα και άφθονη «πολιτική ορθότητα», και προτείνει τη διαχείριση του μεταναστευτικού … «δαπάναις» κυρίως των χωρών πρώτης εισόδου, φυσικά! Άρα, αποβλέπει απλώς να αμβλύνει τις αρνητικές αντιδράσεις και να ικανοποιήσει τους πάντες, γι’ αυτό και έχει «λειανθεί», ενώ στερείται οραματικών προβολών προς ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και προτεινόμενες τομές αποβλέπουσες στην εξεύρεση ρεαλιστικών και, κυρίως, αποτελεσματικών λύσεων έναντι των μειζόνων κρίσιμων προκλήσεων – προβλημάτων που συνδέονται με το Μεταναστευτικό στην ΕΕ, με ορίζοντα το ορατό μέλλον.

Χαρακτηριστικό είναι επίσης, ότι στο κείμενο (στα “Συμπεράσματα” και κυρίως στο “Σύμφωνο”) αμβλύνεται εσκεμμένως η λειτουργική – πολιτική διάκριση «μετανάστη» και «πρόσφυγα» (αν και νομικά εξακολουθεί να υφίσταται και να γίνεται επίκλησή της), η οποία τελικώς θα πρέπει να εξεταστεί πρακτικώς, ως προς τα ζητήματα κοινωνικής εντάξεως – ενσωματώσεως στις Ευρωπαϊκές κοινωνίες. Οι συγκεκριμένες εκπτώσεις εις την εννοιολόγηση της νομικής ορολογίας συνιστούν εν τέλει εκπτώσεις εις το νομικό πολιτισμό, ο οποίος αποτελεί θεμέλιο λίθο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και εν γένει της ευρύτερης ισορροπίας δυνάμεων όπως αυτή εμπεδώθηκε μεταπολεμικώς. Αναμφιλέκτως, η διαδικασία του “spill-over”, ήτοι της «διαχύσεως» η οποία αφορούσε διαχρονικώς τις διαδικασίες εμβαθύνσεως και υλοποιήσεως πολιτικών συνοχής, πλέον κατ’ ουσίαν αναιρείται, ορίζουσα τη σταδιακή διολίσθηση προς την άρση του raison d’ état και συνακολούθως του έθνους-κράτους.

Στα δε Συμπεράσματα του τελευταίου Συμβουλίου Κορυφής του Δεκεμβρίου 2020, της ΕΕ, οι αναφορές στο Μεταναστευτικό εντάσσονται στην θεματική περί «Τουρκίας» και δευτερευόντως (και σαφώς υποτονικώς) στην θεματική περί της «ανατολικής Γειτονίας», χωρίς την παραμικρή αναφορά στο σχέδιο Συμφωνίας αυτό καθ’ εαυτό. Τούτο όμως είναι ενδεικτικό του ότι η προβληματική κατάσταση περί του Μεταναστευτικού, ως ζήτημα που απασχολεί σφόδρα σήμερα, αλλά θα απασχολήσει και αύριο, την Ευρώπη, παρουσιάζεται άκρως υποβαθμισμένα και συναρτάται κατά κύριο λόγο με τις «ειδικές» σχέσεις της ΕΕ (και ειδικά των κρίσιμων χωρών της κεντρικής Ευρώπης, όπως η Γερμανία κλπ.) με την Τουρκία και το προωθούμενο «ειδικό» καθεστώς με την Άγκυρα. Εκτιμάται δε περαιτέρω ότι η εν λόγω θεώρηση ως προς το Μεταναστευτικό μέσω του «ειδικού καθεστώτος» με την Τουρκία οράται αποκλειστικά με γνώμονα τα συμφέροντα των κρατών της κεντρικής και βόρειας ΕΕ, και όχι όλων των κρατών-μελών της ΕΕ. Ειδικώς των νοτίων κρατών-μελών, που αποτελούν και κράτη πρώτης υποδοχής ως προς το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. Η εν λόγω αναφορά, που περιορίζεται στον χαρακτηρισμό της ως «συνεχιζόμενη συνεργασία σε θέματα μετανάστευσης»(!!) με την εν λόγω χώρα, έχει ως εξής:

«31. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαιώνει εκ νέου ότι αποτελεί στρατηγικό συμφέρον για την ΕΕ η ανάπτυξη μιας συνεργατικής και αμοιβαία επωφελούς σχέσης με την Τουρκία. Η προσφορά ενός θετικού θεματολογίου ΕΕ-Τουρκίας εξακολουθεί να ισχύει, εφόσον η Τουρκία επιδείξει ετοιμότητα να προωθήσει μια πραγματική εταιρική σχέση με την Ένωση και τα κράτη μέλη της και να επιλύσει τις διαφορές μέσω του διαλόγου και σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο. Ένα τέτοιο θεματολόγιο θα μπορούσε να περιλαμβάνει τους τομείς της οικονομίας και του εμπορίου, τις διαπροσωπικές επαφές, τους διαλόγους υψηλού επιπέδου και τη συνεχιζόμενη συνεργασία σε θέματα μετανάστευσης. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τονίζει ότι είναι σημαντικό να παραμείνουν ανοικτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας.H ΕΕ θα είναι επίσης έτοιμη να συνεχίσει να παρέχει οικονομική βοήθεια σε Σύριους πρόσφυγες και κοινότητες υποδοχής στην Τουρκία και να συνεργάζεται για την υπεύθυνη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών προς όλα τα κράτη μέλη και την εντατικοποίηση των προσπαθειών για την πάταξη των δικτύων παράνομης διακίνησης μεταναστών.»

Επίσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στην εξαιρετικά χλιαρή αναφορά των Συμπερασμάτων στο Μεταναστευτικό (στο κεφάλαιο περί της Ανατ. Γειτονίας, η σχετική αναφορά γίνεται ως «πρόκληση», δηλ. με χρήση «θετικού» όρου, και όχι με όρο που να αποτυπώνει γλαφυρότερα-πληρέστερα και τις απορρέουσες αρνητικές επιπτώσεις από το μεταναστευτικό, οι οποίες είναι άλλωστε και η αιτία της αρνητικής τάσης των χωρών της Ανατ. Ευρώπης για τη μη συνδρομή τους σε ζητήματα έμπρακτης αλληλεγγύης έναντι του «Burden sharing» σε σχέση με τα προγράμματα RELOCATION των προσώπων (προσφύγων) από τις χώρες πρώτης υποδοχής, όπως η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ιταλία κλπ. Έτσι, στην ουσία , για πρακτικούς καθαρά λόγους βρίσκεται οι χώρες που αντιμετωπίζουν το ουσιαστικό πρόβλημα από το μεταναστευτικό, όπως οι χώρες της πρώτης υποδοχής και οι της Ανατολικής Γειτονίας, να βρίσκονται αντίπαλες μεταξύ τους, αντί από κοινού να υποστηρίζουν κοινό μέτωπο έναντι των βιομηχανικών της Β. Ευρώπης (που αποβλέπουν σε άμεσο και σημαντικό οικονομικό όφελος από την ελεγχόμενη και επιλεκτική λειτουργική ενσωμάτωση των προσώπων αυτών (από τις Μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη). Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

«37. Θέλουμε να καταπολεμήσουμε από κοινού την πανδημία COVID-19, να ενισχύσουμε την ανθεκτικότητα των οικονομιών και των κοινωνιών μας, να διατηρήσουμε τη συλλογική μας ασφάλεια, να αντιμετωπίσουμε την πρόκληση της κινητικότητας και της μετανάστευσης και να προσφέρουμε προοπτικές στους νέους και στις δύο ακτές της Μεσογείου.»

3. Η πολιτική Ασύλου και η «Υποδοχή» αιτούντων άσυλο στην ΕΕ

Σύμφωνα με την επίσημη θέση της ΕΕ, ο διακηρυγμένος σκοπός της πολιτικής ασύλου της ΕΕ είναι «…να προσφέρει το κατάλληλο καθεστώς σε οποιονδήποτε υπήκοο τρίτης χώρας χρήζει διεθνούς προστασίας σε ένα από τα κράτη μέλη και να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με την αρχή της μη επαναπροωθήσεως. Για τον σκοπό αυτό, η Ένωση καταβάλλει προσπάθειες για τη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου

Στόχος δε της ΕΕ είναι «…η ανάπτυξη κοινής πολιτικής στους τομείς του ασύλου, της επικουρικής προστασίας και της προσωρινής προστασίας, προκειμένου να παρέχεται το κατάλληλο καθεστώς σε οποιονδήποτε υπήκοο τρίτης χώρας έχει ανάγκη διεθνούς προστασίας, καθώς και η διασφάλιση ότι θα τηρείται η αρχή της μη επαναπροωθήσεως», στο πλαίσιο των προβλέψεων της Συμβάσεως της Γενεύης (1951) για το καθεστώς των προσφύγων.

Στη Συνθήκη της Λισσαβόνας (άρθρο 80, ΣΛΕΕ) ορίζεται ρητά ότι οι πολιτικές της ΕΕ για τη μετανάστευση θα πρέπει να διέπονται από την αρχή της αλληλεγγύης και της δικαίας κατανομής ευθυνών μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ άλλων και στο επίπεδο των οικονομικών βαρών. 

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Δεκ. 2009) εγκρίνει το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης για την περίοδο 2010-2014, όπου επιβεβαιώνεται ο στόχος της δημιουργίας «ενός κοινού χώρου προστασίας και αλληλεγγύης, βάσει κοινής διαδικασίας ασύλου και ομοιόμορφου καθεστώτος για τα πρόσωπα στα οποία χορηγείται διεθνής προστασία». Επίσης, υπογραμμίζεται η ανάγκη προαγωγής της πραγματική αλληλεγγύη με τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες πιέσεις εκ των μεταναστευτικών ροών, καθώς και ο σημαντικός ρόλος της νεοσύστατης Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO). Παράλληλα, η διαδικασία του Κοινού Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασύλου (ΚΕΣΑ) εξελίσσεται με ιδιαίτερη βραδύτητα, μετακινούμενη μάλιστα από τις ελάχιστες προδιαγραφές σε κοινή διαδικασία ασύλου, βάσει ενός ενιαίου καθεστώτος προστασίας. Επίσης, τον Ιουλ. 2013 υιοθετούνται  και άλλες παρεμφερείς Ευρωπαϊκές διαδικασίες, όπως ο κανονισμός Eurodac, o κανονισμός Δουβλίνο III, η οδηγία για τις συνθήκες υποδοχής και η οδηγία για τις διαδικασίες ασύλου), η εφαρμογή των οποίων όμως συμπίπτει με την κορύφωση της μεταναστευτικής κρίσης του 2014-2015.

Ενόψει των άμεσων αρνητικών της επιπτώσεων, εκδόθηκε (Μάιος 2015) το «Ευρωπαϊκό Θεματολόγιο για τη Μετανάστευση» (4.2.3), που περιελάμβανε προτεινόμενα μέτρα για την αντιμετώπισή τους. Τέτοια ήταν τα προτεινόμενα Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤΑ – hotspot), με συνέργεια της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (πρώην FRONTEX) και του Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη Συνεργασία στον Τομέα της Επιβολής του Νόμου (EUROPOL), και επιτοπίως με τα κράτη μέλη, ειδικά όσα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, για την ταχεία ταυτοποίηση, καταχώριση και λήψη των δακτυλικών αποτυπωμάτων των εισερχόμενων μεταναστών. Ειδικά, λόγω της κρίσης, προέκυψε η επείγουσα ανάγκη τα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης να συμβάλουν στην εφαρμογή των μηχανισμών επείγουσας μετεγκατάστασης συνολικά 160.000 ατόμων που έχρηζαν διεθνούς προστασίας. Οι μηχανισμοί αυτοί προτάθηκαν από την Επιτροπή για την υποστήριξη της Ιταλίας και της Ελλάδας και εγκρίθηκαν από το Συμβούλιο (Σεπ. 2015), και επιβεβαιώθηκε αργότερα από το Δικαστήριο της ΕΕ με την Απόφασή του στην Υπόθεση «Σλοβακία και Ουγγαρία κατά Συμβουλίου της ΕΕ» (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 6ης Σεπτεμβρίου 2017, δεχόμενο ότι η μετεγκατάσταση αποτελεί απλώς μηχανισμό για την εφαρμογή στην πράξη της αρχής της Αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής βαρών/ευθυνών, που άλλωστε προβλέπεται στο άρθρο 80 της ΣΛΕΕ.

Στις 18 Μαρτίου 2021, η European Asylum Support Office (EASO) εξέδωσε τη Στρατηγική της EASO για την Υποδοχή (των αιτούντων άσυλο) (EASO Strategy on Reception), παρέχοντας επιχειρησιακή καθοδήγηση και τεχνική υποστήριξη για την υποδοχή των ατόμων αυτών (σε περιοχές παραμεθορίου απ’ όπου διέρχονται οι μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη). Η EASO έχει αναπτύξει κλιμάκιά της και υποστηρίζει την Ελλάδα από το 2011, και την Κύπρο από το 2014.

Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση για τις πολιτικές ασύλου, σημειώνεται ότι το βασικό χρηματοδοτικό μέσο στον προϋπολογισμό της ΕΕ στον τομέα του ασύλου ήταν το Ταμείο Ασύλου, Μετανάστευσης και Ένταξης (ΤΑΜΕ). Για την περίοδο 2014-2020, οι πόροι του ΤΑΜΕ διπλασιάστηκαν (από 3,31 σε 6,6 δισ. Ευρώ), ενώ για την περίοδο 2021-2027 η εγκριθείσα χρηματοδότηση αυξήθηκε εκ νέου στα 9,9 δισ. ευρώ, με στόχο μεταξύ άλλων τη διαχείριση της μετανάστευσης, του ασύλου και της ένταξης με αποτελεσματικό και ανθρώπινο τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρηματοδοτικής στήριξης προς τα κράτη μέλη για την αλληλεγγύη που επιδεικνύουν μέσω της επανεγκατάστασης και της μετεγκατάστασης. 

Σε ό,τι αφορά τη στοχευμένη χρηματοδότηση προς την EASO (τον μελλοντικό Οργανισμό της ΕΕ για το Άσυλο (ΟΕΕΑ)) για την περίοδο 2014-2020 ήταν αυξημένη (από 109 456 εκατ. Ευρώ), ενώ για την περίοδο 2021-2027 προβλέπεται ακόμη περισσότερο αυξημένη, σε ύψος 1,22 δισ. Ευρώ.

Επίσης, εκτός πολυετούς δημιοσιονομικού πλαισίου (ΠΔΠ) —αλλά στο πλαίσιο του προϋπολογισμού της ΕΕ — υπάρχουν καταπιστευματικά ταμεία για εξωτερικές δράσεις, όπως:

  • το Καταπιστευματικό Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης της ΕΕ για την Αφρική (5 δισ. ευρώ για την αρχική πενταετή περίοδο), ·
  • το Περιφερειακό Καταπιστευματικό Ταμείο της ΕΕ (κινητοποίηση 2,2 δισ. ευρώ από τη σύστασή του το 2014), το οποίο συστάθηκε για την αντιμετώπιση της συριακής κρίσης, και
  • η Διευκόλυνση για τους πρόσφυγες στην Τουρκία (Αφορά δόση ύψους 3 δισ. ευρώ για την περίοδο 2016-2017 και δόση ύψους 3 δισ. ευρώ για την περίοδο 2018-2019, οι οποίες δεσμεύτηκαν και διατέθηκαν στο σύνολό τους μέσω συμβάσεων, και ποσό ύψους σχεδόν 4 δισ. ευρώ, το οποίο θα εκταμιευθεί μέσω της χρηματοδότησης έργων έως τα μέσα του 2025 το αργότερο). Τον Ιούλιο του 2020, η ΕΕ συμφώνησε για την επέκταση της ανθρωπιστικής βοήθειας στο πλαίσιο της Διευκόλυνσης κατά 485 εκατ. ευρώ, ώστε να καταστεί δυνατή η παράταση τρεχόντων προγραμμάτων έως το τέλος του 2021.

Τέλος, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης (ΕΤΑ), το οποίο λειτουργούσε προηγουμένως εκτός του προϋπολογισμού της ΕΕ, έχει ενσωματωθεί στο ΠΔΠ 2021-2027 στο πλαίσιο του τομέα «Γειτονικές σχέσεις και υπόλοιπος κόσμος» (98,4 δισ. ευρώ για το σύνολο του τομέα). 

Τα ανωτέρω στοιχεία παραπέμπουν με όρους ιδιαίτερου προβληματισμού στην επιλεγείσα μέθοδο διοχετεύσεως των εγκεκριμένων πολύτιμων Ευρωπαϊκών πόρων για το Μεταναστευτικό, οι οποίες δεν καταλήγουν άμεσα στα κράτη και θεσμικά ελεγχόμενα στις τοπικές κοινωνίες, αλλά μέσω διαμεσολαβούμενων μη κυβερνητικών δρώντων, όπως είναι κατά κύριο λόγω οι εμπλεκόμενες ΜΚΟ. Πολλές εξ αυτών χαρακτηρίζονται από σκοτεινό και αδιευκρίνιστο νομικό καθεστώς και φορολογικό προφίλ, και άρα και αντιστοίχως προβληματικά κίνητρα. Πολλές εξ αυτών μάλιστα φέρονται να εμπλέκονται σε αθέμιτες συναλλαγές με παρανόμους διασυνοριακούς διακινητές ανθρώπων, από την πλευρά της Τουρκίας.

Κατόπιν όλων αυτών, το ουσιαστικά τιθέμενο ζήτημα, πέραν της διαδικασίας υποδοχής, και της εξωτερικής διαστάσεως της διαχειρίσεως του ζητήματος, είναι και ο ευρύτερος προβληματισμός σε σχέση με τον ρεαλιστικό βαθμό λειτουργικής, αλλά και ουσιαστικής ποιοτικής ενσωματώσεως των μουσουλμάνων μεταναστών (και κατ’ επέκταση προσφύγων, δεδομένου του μεγάλου αριθμού των) στις τοπικές κοινωνίες υποδοχής τους. Λαμβανομένου μάλιστα υπόψη του κρισίμου παράγοντος της συνεχώς της αυξητικής τάσεως των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη.

4. Οι πολιτικές για το Μεταναστευτικό στην Ελλάδα

Ως πρώτη χώρα υποδοχής, εις την «εμπροσθοφυλακή» της ΕΕ ενώπιον του προβλήματος, η Ελλάδα αντιμετωπίζει επιτακτικά προβλήματα κοινωνικής συνοχής πρωτίστως εις την παραμεθόριο, αλλά και οικονομικά, όσον αφορά την υποστήριξη του έργου επιτηρήσεως των συνόρων, διασώσεως και περισυλλογής και κρατήσεως – «φιλοξενίας». Αντιθέτως, η Τουρκία έχει λάβει – ως υποψήφιο προς εισδοχή άλλο κράτος- της ΕΕ – σημαντική οικονομική στήριξη, η οποία την έχει αποθρασύνει. Χαρακτηριστικές του ιδιότυπου «πανευρωπαϊκού κατευνασμού» προς την Άγκυρα υπήρξαν οι δηλώσεις του Γερμανού Υπουργού Εσωτερικών Χορστ Ζεεχόφερ: «Η Τουρκία έχει προσφέρει μεγάλη υπηρεσία όχι μόνο στη Γερμανία αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη. Όπου μπορούμε να προσφέρουμε, είμαστε πρόθυμοι να βοηθήσουμε την Τουρκία, σε ό,τι επιθυμεί. Χωρίς τη δική σας αλληλεγγύη, το μεταναστευτικό πρόβλημα στην περιοχή μας δεν θα μπορούσε να ξεπεραστεί. Είναι ένα επίτευγμα που θα μείνει στην παγκόσμια ιστορία».

Οι ευσεβείς πόθοι για τη «συνοχή της ΕΕ» και την «αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών-μελών» επαναδιατυπώθηκαν προσφάτως κατά την επίσκεψη της Επιτρόπου Ίλβα Γιόχανσον και τις συναντήσεις της με τον Υπουργό Μεταναστεύσεως, Νότη Μηταράκη και την Υφυπουργό, Σοφία Βούλτεψη. Η Επίτροπος Γιόχανσον τάχθηκε «υπέρ ενός μηχανισμού αλληλεγγύης για το μεταναστευτικό», χωρίς όμως να διευκρινίζει το στρατηγικό στόχο της ΕΕ. Προχώρησε σε μια «βαρυσήμαντη»(!) δήλωση των διατιθέμενων μέσων, αλλά αγνόησε τον έτερο πυλώνα μιας ορθολογικής στρατηγικής, που είναι η σκοποθεσία. 

Αλληλεγγύη προς ποια κατεύθυνση; Με ποιον ορίζοντα; Την ύπαρξη ανοιχτών δομών – κατ’ ουσίαν «πόλεων» – οι οποίες θα είναι μόνιμες και «κράτος εν κράτει» εναντίον της βουλήσεως των τοπικών κοινωνιών και ως εκ τούτου, εναντίον των πλέον εδραίων δημοκρατικών αρχ’ων και αξιών της ιδίας της Ευρώπης. Διαφορετικά, γιατί ο Υπουργός Ν. Μηταράκης ομολογεί προς την Επίτροπο Γιόχανσον ότι «λέμε απλώς κλειστές δομές»… [για να μην μας ενοχλεί ο κόσμος]… «Δεν έχουμε σημαντικό πρόβλημα». Ακόμη και αν θέλαμε να καταλήξουμε εις τις ανοιχτές δομές – «πόλεις», τουλάχιστον ας διαπραγματευτούμε τους όρους αποδοχής αυτού του άχθους. Ούτε αυτό κάνουμε! Πουλάμε το σαρκίο μας έναντι πινακίου φακής!

Την ίδια στιγμή, έχομε ένα γείτονα άκρως προκλητικό, διακηρυγμένως αναθεωρητικό – καθότι ο ίδιος ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έχει χαρακτηρίσει «παρωχημένη» τη Συνθήκη της Λοζάνης, δηλαδή το σημείο αναφοράς της διεθνούς τάξεως εις την περιοχή μας – ο οποίος εργαλειοποιεί τα πάντα. Εντούτοις, εξακολουθεί να απολαμβάνει της «πατρικής» στοργής της Γερμανίας και των θεσμών της ΕΕ, καθώς εγκρίθησαν τον Μάρτιο του 2021 επιπλέον κονδύλια της ΕΕ για το Μεταναστευτικό προς την Τουρκία. 

Η αδυναμία ή εκούσια υπονόμευση της συγκλίσεως των κρατών-μελών επί ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής και (στοιχειώδους) άμυνας έχει καταστήσει μονόδρομο τη χειραγώγηση των θεσμικών εργαλείων από συγκεκριμένα κράτη-μέλη, όπως η Γερμανία, τα οποία χαράσσουν πολιτική ευδιακρίτως αντι-ευρωπαϊκή και αμιγώς κρατοκεντρική. Αυτή είναι η Ευρώπη των Schuman και Monnet; Των De Gaulle και Adenauer; Η απουσία στρατηγικού οράματος, εν (μερική) απουσία του αμερικανικού «υπερπόντιου εξισορροποιητή», καθιστά πλέον την ευρωπαϊκή περιφέρεια μια άκρως ασταθή γεωπολιτικώς ζώνη, η οποία θυσιάζεται εις το βωμό των φιλοδοξιών δυνητικών «ηγεμονικών σταθεροποιητών».

Είναι λυπηρή η διαπίστωση του εν λόγω εκφυλισμού, αλλά δυστυχώς το μεταναστευτικό δεν αποτελεί απλώς αυτό που οι Βρετανοί ονομάζουν “canary in the coal mine” (δηλαδή «το καναρίνι στο ορυχείο»), δε συνιστά προπομπό ή θρυαλλίδα. Είναι η ταφόπλακα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος, μέσω της ίδιας της διαλύσεως των εθνών-κρατών που αποτελούν τους πυλώνες αυτού, μέσω της εκθεμελιώσεως του κράτους δικαίου και των στοιχειωδών αναφορών σε όσα κατέστησαν την ΕΕ μια διαφορετική περίπτωση διεθνούς θεσμού διϊστορικώς: i) την αρχή της αναλογικότητος ii) την επίτευξη – έως έναν ικανοποιητικό βαθμό – όρων διανεμητικής δικαιοσύνης iii) το δικαίωμα του βέτο και της ισότιμης συμμετοχής. Πλέον μια άλλη σημαντική αρχή, αυτή της επικουρικότητος, υλοποιείται προς όφελος ενός μη μέλους που τυγχάνει να αποτελεί και βασική στρατηγική απειλή για την επιβίωση της ίδιας της ΕΕ και κρατών-μελών της. 

Αντιθέτως, κράτη-μέλη εγκαταλείπονται ως βορά, με τη σαφή συναίνεση – και όχι σιωπηρή αποδοχή – Κυβερνήσεων τους. Η Ελλάδα οφείλει να αντιτάξει – ει δυνατόν πιο εγκαίρως – ένα όραμα επιβιώσεως τόσο της ιδίας ως κράτος, κοινωνία και πολιτισμός, όσο και της ΕΕ ως θεσμικός φορέας αξιών και κατ’ επέκταση στρατηγικών αναγκών, συμμαχoύσα και ευθυγραμμιζόμενη με διεθνείς πόλους ισχύος έχοντες αντιληφθεί τις πραγματικές προκλήσεις και τα γεννώμενα διλήμματα ασφαλείας της μαζικής εκριζώσεως πολιτισμικών παραδόσεων και εθνικών αναφορών.

https://www.militaire.gr/to-metanasteytiko-kai-i-katarripsi-ton-mython-toy-analysi-me-geopolitikes-proektaseis/