Πάντα θα υπάρχει Αγγλία, όχι όμως και Ηνωμένο Βασίλειο

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -
Πάντα θα υπάρχει Αγγλία, όχι όμως και Ηνωμένο Βασίλειο

Του Max Hastings

Η Βρετανία στον χάρτη είναι ένα μικρό νησί ακανόνιστου σχήματος το οποίο αποκολλήθηκε από την Ευρώπη και τοποθετείται στο ανατολικό όριο του Ατλαντικού Ωκεανού. Η πολιτική της πραγματικότητα είναι πιο περίπλοκη.

Το Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας, όπως είναι το πλήρες όνομα της χώρας μου, αποτελείται από ένα σύμπλεγμα εθνών και τμημάτων εθνών που δεν έχουν ζήσει ποτέ αβίαστα μαζί και πλέον βρίσκεται επικίνδυνα κοντά σε μια υπαρξιακή κρίση.

Ένα νέο βιβλίο από έναν σεβαστό πρώην ανταποκριτή του BBC, τον Gavin Esler, προβάλλει τον ισχυρισμό ότι “η βρετανικότητα είναι νεκρή”. Στο “Πώς Τελειώνει η Βρετανία: ο Αγγλικός Εθνικισμός και η Αναγέννηση των Τεσσάρων Εθνών”, ο Esler, Σκωτσέζος ο ίδιος, σημειώνει: “Το Brexit είναι ταυτόχρονα ένα σύμπτωμα, αλλά πλέον και μια αιτία των διευρυνόμενων ρωγμών στην Ένωση”.

Η “μικρή Αγγλία”

Οι εκλογές στη Σκωτία, οι οποίες αναμένεται να πραγματοποιηθούν τον ερχόμενο Μάιο, είναι πιθανό να οδηγήσουν σε μια περηφανή νίκη του σκωτσέζικου εθνικιστικού κόμματος. Αυτή, με τη σειρά της, θα πυροδοτήσει έντονες πιέσεις για ένα νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της χώρας.

Εν τω μεταξύ, πολλοί από τους ανθρώπους της Βόρειας Ιρλανδίας βρίσκουν τη ζωή μοναχική και απογοητευτική, παγιδευμένοι σε ένα “δάσος” γραφειοκρατίας μεταξύ μιας Ιρλανδικής Δημοκρατίας που εξακολουθεί να ανήκει στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ενός Ηνωμένου Βασιλείου που πρόσφατα την εγκατέλειψε. Μερικοί εκ των Ουαλών επιχειρούν επίσης να επιβιβαστούν στο κύμα της κελτικής δυσαρέσκειας που αρχίζει να περιβάλλει το στέμμα της βασίλισσας Ελισάβετ Β’.

Υπάρχει μια πραγματική προοπτική μέσα σε μία ή δύο δεκαετίες, η χώρα την οποία ο Σαίξπηρ δεν σκέφτηκε ποτέ να καλέσει τίποτε άλλο από Αγγλία, να γίνει ξανά μια “σκέτη” Αγγλία. Έτσι, σχεδόν το 40% της έκτασης του Ηνωμένου Βασιλείου θα έχει αποσχισθεί. Για τους εχθρούς και τους πολιτικούς αντιπάλους μας, αυτό δεν αποτελεί κακή είδηση. Πιστεύουν ότι μια απλώς αγγλική κυβέρνηση θα είχε μικρότερη διεθνή επιρροή από τη βρετανική, παρόλο που στην Αγγλία ζει έτσι κι αλλιώς το 84% των 68 εκατομμυρίων ανθρώπων του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η διάλυση της Ένωσης θα μπορούσε να προκαλέσει αιτήματα η Αγγλία να απωλέσει την έδρα της στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, σε μια αναγνώριση της αλλαγής της κατάστασής της. Κατά πάσα πιθανότητα, η χώρα θα διατηρούσε τα πυρηνικά της όπλα, που αποτελούν την υπολειπόμενη αξίωσή της για μια θέση στο τραπέζι των “Μεγάλων”. Εάν ωστόσο το ζήτημα ετίθετοσε ψηφοφορία  στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, η Βραζιλία, η Ινδία, η Νιγηρία και άλλοι διεκδικητές της θέσης στο Σ.Α. σίγουρα θα προέβαλλαν τις δικές τους αξιώσεις εναντίον εκείνων μιας συρρικνωμένης Αγγλίας.

Μερικοί Άγγλοι σαν κι εμένα έχουν ανάμεικτα συναισθήματα για τις νόμιμες “μοίρες” των διαφόρων τμημάτων του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η περίπτωση της Βόρειας Ιρλανδίας

Πρώτον, η Βόρεια Ιρλανδία ή οι Έξι Κομητείες του Όλστερ (Ulster). Οι περισσότεροι Βρετανοί δεν ενδιαφέρονται γι’ αυτό που το 1904 ο Ιρλανδός θεατρικός συγγραφέας Τζορτζ Μπερνάρντ Σω αποκαλούσε με σκωπτική διάθεση “John Island’s Other Island”. Ο πνευματώδης και σοφός Άγγλος συγγραφέας Σίδνεϊ Σμιθ δεν υπερέβαλλε πολύ όταν έγραφε πριν από δύο αιώνες: “Τη στιγμή που αναφέρεται το ίδιο το όνομα της Ιρλανδίας, οι Άγγλοι φαίνεται να αποχωρίζονται κάθε λογικό συναίσθημα, σύνεση και κοινή λογική”.

Είμαι μάλλον μειοψηφία μεταξύ των ομοεθνών μου στο γεγονός ότι σέβομαι και συμπαθώ τους Ιρλανδούς. Έζησα στο Kilkenny για μερικά χρόνια στη δεκαετία του 1970 και κάλυπτα την εποχή των Ταραχών στη Βόρεια Ιρλανδια (Troubles) για εφημερίδες, καθώς και για το BBC.

Ως ιστορικός, αναγνωρίζω την τερατώδη αδικία που διέπραξε η βρετανική κυβέρνηση το 1921, όταν διαμέλισε την Ιρλανδία πριν παραχωρήσει ανεξαρτησία στον Νότο. Αυτό έγινε επειδή μια μειοψηφία ενός εκατομμυρίου προτεστάντων, οι περισσότεροι από τους προγόνους των οποίων “φυτεύτηκαν” στο Όλστερ από τους οπαδούς του Oliver Cromwell τον 17ο αιώνα, αντιστάθηκαν έντονα στην ενσωμάτωση σε ένα ιρλανδικό κράτος όπου κυριαρχούσαν τρία εκατομμύρια ρωμαιοκαθολικοί.

Με την υποστήριξη του Συντηρητικού Κόμματος του Γουέστμινστερ, οι Ulstermen το 1912-14 είχαν εξοπλιστεί για να διεξαγάγουν έναν εμφύλιο πόλεμο αντί να υποταχθούν στο Δουβλίνο. Το 1921, οι Ιρλανδοί εθνικιστές, οι οποίοι τότε έκαναν τη δική τους αντάρτικη εκστρατεία εναντίον των Βρετανών, δέχθηκαν τη διχοτόμηση ως το οδυνηρό τίμημα της απόκτησης ελευθερίας για τα τρία τέταρτα του νησιού τους.

Από τότε, το τμήμα της Βόρειας Ιρλανδίας κυβερνάται από την πλειοψηφία των “ενωτικών” προτεσταντών, της οποίας το μόνο σκεπτικό είναι η άρνηση της ενσωμάτωσης στην Ιρλανδική Δημοκρατία, μέσω της προσκόλλησης στη Βρετανία. Ο σημερινός πληθυσμός της επαρχίας είναι 1,89 εκατομμύρια, ενώ το γειτονικό της ιρλανδικό κράτος φιλοξενεί 5 εκατομμύρια ανθρώπους.

Μέχρι πολύ πρόσφατα, όταν το Λονδίνο τούς εξανάγκασε να σταματήσουν, οι προτεστάντες ηγέτες του Όλστερ κυβερνούσαν τη δική τους καθολική μειονότητα του 42% σχεδόν τόσο σκληρά όσο οι λευκοί ρατσιστές του Νότου των ΗΠΑ τους Αφροαμερικανούς πριν τον Εμφύλιο Πόλεμο. Ο λόρδος Brookeborough, μια προτεσταντική ισχυρή φιγούρα που υπηρέτησε ως πρωθυπουργός της Βόρειας Ιρλανδίας μεταξύ του 1943 και του 1963, είχε δηλώσει χωρίς ντροπή ότι, ενώ γνώριζε γαιοκτήμονες που απασχολούσαν καθολικούς στα κτήματά τους, ο ίδιος δεν θα το έκανε ποτέ.

Σε τέτοιες συμπεριφορές και στάσεις βρίσκεται η ρίζα των “Ταραχών”, που ξέσπασαν στον ιρλανδικό Βορρά το 1969, ξεκινώντας με διαμαρτυρίες ενάντια στις διακρίσεις κατά των καθολικών, οι οποίες κατεστάλησαν με τη βία από τους “ενωτικούς”. Στη συνέχεια, ο Ιρλανδικός Ρεπουμπλικανικός Στρατός (IRA) αναγεννήθηκε, ως καθολική τρομοκρατία ή ως κίνημα μαχητών της ελευθερίας, ανάλογα με την άποψη που έχει ο καθένας γι’ αυτόν. Τρεις δεκαετίες βίας κόστισαν πάνω από 3.500 ζωές – το 32% μέλη των βρετανικών δυνάμεων ασφαλείας, το 16% τρομοκράτες και παραστρατιωτικοί, το 52% άμαχοι που εγκλωβίστηκαν μεταξύ διασταυρούμενων πυρών.

Οι περισσότεροι από εμάς τους Άγγλους θεατές των Ταραχών εκφράζαμε τη λύπη μας για τις φρικαλεότητες του IRA, όσο και για τις θεσμοθετημένες προτεσταντικές αδικίες κατά του καθολικού πληθυσμού. Τον Αύγουστο του 1969, είδα την προτεσταντική αστυνομία να “σαρώνει” μια πολυκατοικία καθολικών στο Μπέλφαστ με βαρύ πολυβόλο, σκοτώνοντας ένα αγόρι εννέα ετών. Την επόμενη ημέρα, άκουσα υπουργούς της προτεσταντικής κυβέρνησης της Β. Ιρλανδίας να δικαιολογούν τις αστυνομικές ενέργειες, με το αιτιολογικό ότι αντιμετώπιζαν μια εξέγερση καθολικών.

Ο IRA δολοφόνησε αργότερα εκατοντάδες αθώους ανθρώπους με βόμβες και σφαίρες. Και οι δύο πλευρές προέβησαν σε πολλές πράξεις για τις οποίες θα έπρεπε να ντρέπονται, πριν επιτευχθεί μια άβολη ανακωχή με τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998.

Τη δεκαετία του 1960, ο Νότος, όπως ήταν πάντα γνωστή η Ιρλανδική Δημοκρατία στους ανθρώπους του Όλστερ, ήταν φτωχός και ο Βορράς σχετικά πλούσιος. Έτσι, ακόμη και πολλοί καθολικοί του Βορρά έβλεπαν μικρό οικονομικό όφελος στον εναγκαλισμό με το Δουβλίνο. Σήμερα, αυτό έχει αλλάξει αξιοσημείωτα. Με την κατάρρευση των παλαιών βιομηχανιών του Βορρά, ιδίως της ναυπηγικής και της κλωστοϋφαντουργικής, η οικονομία διατηρείται ζωντανή μόνο με γενναία επιδότηση από τη Βρετανία – 24 δισεκατομμύρια βρετανικές λίρες σε δημόσιες δαπάνες, έναντι 14 δισεκατομμυρίων λιρών που εισπράττονται σε φόρους. Ο Νότος, εν τω μεταξύ, έχει γίνει μια ευημερούσα κοινωνία με αυτοπεποίθηση, ενώ αποτελεί και ενθουσιώδες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δύο μειονότητες εξακολουθούν να βλέπουν την αρετή του να διατηρούν την Ιρλανδία διαχωρισμένη. Η πρώτη αποτελείται από έναν φθίνοντα αριθμό πεισματικών προτεσταντών ενωτικών, που κυριαρχούν μεν στη δική τους κοινότητα, αλλά θα περιθωριοποιούνταν σε μια ενωμένη Ιρλανδία. Την ίδια ώρα, ορισμένοι πολιτικοί στην Δημοκρατία της Ιρλανδίας φοβούνται – όπως αναφέρουν ιδιωτικά – τους κινδύνους να απορροφήσουν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες “Proddies” (σ.μ. προτεστάντες φιλοβρετανούς). Η βία, μια μακρά ιρλανδική παράδοση, παραμένει πολύ άτσαλα κρυμμένη κάτω από το “δέρμα” της χώρας και κάθε Ιρλανδός πολιτικός το γνωρίζει αυτό πολύ καλά.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν μια μικρή πλειοψηφία στη Βόρεια Ιρλανδία υπέρ ενός δημοψηφίσματος για την επανένωση του νησιού, δηλαδή για την ιρλανδική ενότητα. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο και εάν η πλειοψηφία επιλέξει να ενταχθεί στον Νότο, λίγοι Άγγλοι θα νοιαστούν πραγματικά. Εάν η επανένωση της Ιρλανδίας πραγματοποιηθεί μέσα σε μια γενιά, όπως πιστεύω ότι θα συμβεί, μια ιστορική αδικία θα έχει διορθωθεί. Ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα του ιρλανδικού λαού, εκτός από ένα απόσπασμα αποξενωμένων προτεσταντών, ιστορικά εκτός τόπου και χρόνου.

Η διαφορά της Σκωτίας

Η Σκωτία είναι μια διαφορετική περίπτωση. Αν και ο πληθυσμός της είναι μόνον 5,5 εκατομμύρια, τα 80.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα της έκτασής της αποτελούν σχεδόν το ένα τρίτο της χερσαίας έκτασης του Ηνωμένου Βασιλείου. Είναι ένα έθνος με περήφανη ιστορία και πολιτισμό που έδωσε τον δικό του βασιλιά στην Αγγλία το 1603 – Ιάκωβος Στ’, γιος της Μαρίας Α’ της Σκωτίας, γνωστός και ως Ιάκωβος Α’ στους Άγγλους – και είχε το δικό της κοινοβούλιο μέχρι το 1707.

Οι Σκωτσέζοι ευημερούσαν ισχυρά στο πλευρό της Αγγλίας τον 19ο αιώνα, παρέχοντας μεγάλο μέρος των ανδρών –  όλοι τους ήταν άνδρες τότε – που διοικούσαν την Βρετανική Αυτοκρατορία, ενώ εκμεταλλεύονταν τότε πλούσια ανθρακωρυχεία, ναυπηγεία, χαλυβουργεία, ακόμη και κατασκευαστήρια μαρμελάδας. Η Παλιά Σκωτία και η Πενσιλβάνια είχαν πολλά κοινά.

Η κατάρρευση, ωστόσο, των παλαιών βιομηχανιών έπληξε σκληρά τη γη των χάγγις και της γκάιντας. Οι απογοητευμένοι κάτοικοί της βρίσκουν όλο και περισσότερους λόγους να αντιπαθούν τους Άγγλους – και ειδικά τους Άγγλους Συντηρητικούς, πρωτίστως – ανάμεσά τους- τον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον. Περιφρονούν, δε, όλο και πιο πολύ τους Άγγλους γαιοκτήμονες που, από τις ημέρες της βασίλισσας Βικτώριας, έρχονται για διακοπές στις ερημικές περιοχές των Χάιλαντς, κυνηγούν πέρδικες και ελάφια, ψαρεύουν σολομούς και πέστροφες, ενώ αντιμετωπίζουν τους ντόπιους ως άξεστους αγρότες.

Τα τελευταία 30 χρόνια, το Σκωτσέζικο Εθνικό Κόμμα (SNP) έχει αυξήσει τη δημοτικότητα του. Από τότε που στη Σκωτία παραχωρήθηκε εκ νέου τοπικό κοινοβούλιο, το 1999, τα μέλη του SNP, του οποίου ηγείται σήμερα η ευφραδής και αδίστακτη Nicola Sturgeon, εμφανίζονται στα μάτια όλο και περισσότερων ως οι φυσικοί ηγέτες της χώρας. Αυτό προκαλεί έκπληξη, διότι η συμπεριφορά τους ως κόμμα τοπικής εξουσίας είναι γενικά αλαζονική, ιδιαίτερα κακή όσον αφορά τη διαχείριση της υγείας και την εκπαίδευσης, ενώ χαρακτηρίστηκε πρόσφατα από την αποτυχία της ταχείας διάθεσης εμβολίων κατά της Covid-19.

Κατά ειρωνικό τρόπο, ο λαός της Sturgeon μπορεί και αντέχει τις οικονομικές αποτυχίες της τοπικής κυβέρνησης του SNP μόνον επειδή χρηματοδοτείται μέσω επιχορηγήσεων από το Λονδίνο. Το 2018-19, μόνο 15.000 Σκωτσέζοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να πληρώσουν τον υψηλότερο συντελεστή φόρου εισοδήματος, έναντι περισσότερων από 300.000 Άγγλων. Η Σκωτία παράγει φόρους 66 δισεκατομμυρίων λιρών, συμπεριλαμβανομένων των εσόδων από το πετρέλαιο της Βόρειας Θάλασσας, ωστόσο ξοδεύει επιπλέον 15 δισεκατομμύρια λίρες, που παρέχονται από το Υπουργείο Οικονομικών του Ηνωμένου Βασιλείου.

Εάν, όπως φαίνεται πολύ πιθανό, η Sturgeon χρησιμοποιήσει την επιτυχία της στις εκλογές του Μαΐου του 2021 ως αφετηρία για ένα νέο δημοψήφισμα ανεξαρτησίας, η επιδότηση των 15 δισεκατομμυρίων λιρών θα γίνει το μεγάλο ζήτημα. Η ερώτηση δεν θα είναι: “Οι Σκωτσέζοι θέλουν την ανεξαρτησία;”. Θα είναι, αντιθέτως: “Μπορούν οι Σκωτσέζοι να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους;”.

Ένα καθόλου απίθανο διαζύγιο

Ωστόσο, ο χωρισμός θα μπορούσε να συμβεί. Οι Σκωτσέζοι ψήφισαν αποφασιστικά κατά του Brexit. Είναι έξαλλοι για το γεγονός ότι σύρθηκαν εκτός Ευρώπης από τους αλαζονικούς Άγγλους, όπως τουλάχιστον το βλέπουν. Πιστεύουν ότι η Ευρώπη θα δεχόταν εκ νέου ως μέλος της μια ανεξάρτητη Σκωτία, ίσως μάλιστα και να την καλωσόριζε με ανοικτές αγκάλες, σνομπάροντας τη βρετανική υπεροψία που σηματοδότησε το Brexit.

Αγαπώ τη Σκωτία όλη μου τη ζωή και εξακολουθώ να περνάω αρκετές εβδομάδες τον χρόνο στις ένδοξες άγριες ομορφιές της φύσης της. Καταλαβαίνω γιατί οι Σκοτσέζοι αισθάνονται πληγωμένοι από ε​​μάς. Οι Άγγλοι δεν μπορούν να σταματήσουν να υποβαθμίζουν με συγκατάβαση τους βόρειους γείτονές τους: όταν ο Τζόνσον πραγματοποίησε μια απρόσκλητη επίσκεψη τον περασμένο μήνα, απέρριψε τη συζήτηση περί δημοψηφίσματος ανεξαρτησίας ως “εντελώς άκαιρη και άσχετη με τις ανησυχίες των περισσότερων ανθρώπων“, οι οποίοι είναι μάλλον απασχολημένοι με την Covid-19.

Το γεγονός ότι ο Τζόνσον μπορεί να είχε δίκιο δεν έκανε λιγότερο ανόητο για τον ίδιο, μια κλασική καρικατούρα Άγγλου, το να ποδοπατεί με αυτό τον τρόπο τις ευαισθησίες των Σκωτσέζων.

Είναι μάλλον απίθανο η Σκωτία να βρει την ανεξαρτησία τόσο ικανοποιητική όσο ελπίζουν οι εθνικιστές της. Είναι μια μικρή χώρα, απομονωμένη στο άκρο μιας μάζας γης. Ο μεγάλος Σκωτσέζος μυθιστοριογράφος Walter Scott έγραψε πριν από δύο αιώνες: “Το Λονδίνο γλείφει το βούτυρο από το ψωμί μας, ανοίγοντας μας όμως μια καλύτερη αγορά για την εκπλήρωση των φιλοδοξιών μας”. Αυτό δεν είναι καθόλου λιγότερο αληθινό σήμερα σε σχέση με τότε.

Μια διάθεση ωστόσο, σε πολλές περιοχές ανά τον κόσμο, για την ανάδειξη από τις μειονότητες της ταυτότητάς τους, βρίσκεται σε άνοδο, με τις τελευταίες να διεκδικούν ό,τι αντιλαμβάνονται ως δικαίωμά τους. Εάν οι Άγγλοι δεν μπορέσουν να βρουν τρόπους για να ανακτήσουν την αγάπη των Σκωτσέζων – ή τουλάχιστον την εμπιστοσύνη τους –  το κίνημα ανεξαρτησίας του βρετανικού Βορρά θα είναι δύσκολο να ανασχεθεί.

Η μάλλον ευκολότερη υπόθεση “Ουαλία”

Η τρίτη κελτική περιοχή του Ηνωμένου Βασιλείου, το Πριγκιπάτο της Ουαλίας, έχει πληθυσμό άνω των 3 εκατομμυρίων και έκταση άνω των 21.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, περίπου το ένα τέταρτο του μεγέθους της Σκωτίας. Το τοπικό κοινοβούλιο της Ουαλίας, που δημιουργήθηκε το 1998, διεξάγει μια αδιάλειπτη εκστρατεία για να επαναβεβαιώνει την εθνική ταυτότητα των Ουαλών, συμπεριλαμβανομένης της ανάδειξης της ουαλικής γλώσσας.

Η τελευταία διαθέτει πλέον 872.200 ανθρώπους οι οποίοι την ομιλούν, αν και μόνο μια μικρή μειονότητα τη χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά της. Τα άτυχα παιδιά στην Ουαλία είναι υποχρεωμένα να μαθαίνουν τη γλώσσα “τους” στο σχολείο, αν και η βασανιστική ορθογραφία της είναι εντελώς αμφιλεγόμενης αξίας σε έναν σκληρά αγγλόφωνο κόσμο.

Είναι σχεδόν αδύνατο να φανταστεί κανείς ένα επιτυχημένο βήμα της Ουαλίας προς την ανεξαρτησία, επειδή η γη της εξαρτάται ακόμη περισσότερο από την αγγλική γενναιοδωρία σε σχέση με τη Σκωτία: το 2017-18, δημιούργησε 27 δισεκατομμύρια λίρες σε έσοδα, ωστόσο κατανάλωσε 41 δισεκατομμύρια λίρες σε κρατικές δαπάνες. Επιπλέον, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η υποστήριξη των Ουαλών για την ανεξαρτησία κυμαίνεται μεταξύ του 10% και του 30% των ψηφοφόρων. Το τελευταίο ποσοστό αντικατοπτρίζει περισσότερο μια βραχυπρόθεσμη αγανάκτηση για τα καμώματα των κυβερνώντων Άγγλων Τόρις παρά μια σοβαρή εθνικιστική έξαρση.

Το Brexit… έδειξε τον δρόμο

Δεν πιστεύω ότι οι Ουαλοί θα πάνε πουθενά. Ωστόσο οι Σκωτσέζοι θα μπορούσαν και οι Βορειοιρλανδοί θα έπρεπε. Το Brexit έχει σφυρηλατήσει μια νόρμα για μειονότητες οι οποίες εξεγείρονται κατά υπερβολικά ισχυρών ξένων γραφειοκρατιών. Πολλοί Σκωτσέζοι αισθάνονται τόσο εχθρικοί έναντι της κυριαρχίας του Λονδίνου, όσο οι Άγγλοι Brexiteers αισθάνονταν απέναντι στον αυταρχισμό που χρέωναν στο “στρατηγείο” της ΕΕ στις Βρυξέλλες.

Η τρέχουσα πολιτική του Τζόνσον, στο βαθμό που κάποιος μπορεί να την ορίσει επακριβώς, φαίνεται να είναι η απόρριψη χωρίς δεύτερη σκέψη, αψηφώντας εκλογές και δημοσκοπήσεις που ευνοούν την ανεξαρτησία. Λαμβάνει δε κάποια βοήθεια από την τρέχουσα αναταραχή μεταξύ των εθνικιστών πολιτικών στο Εδιμβούργο. Ωστόσο η υποκείμενη τάση για τους Σκωτσέζους είναι να αντιπαθούν και να είναι αγανακτισμένοι με τους νότιους γείτονές τους.

Παράλυση και σμίκρυνση

Εάν συμφωνηθεί ποτέ η αρχή της ανεξαρτησίας της Σκωτίας, το χειρότερο τίμημα το οποίο θα πληρώσουν όλοι οι Βρετανοί είναι ότι η πολιτική ζωή θα παραλύσει για χρόνια, καθώς το Εδιμβούργο και το Λονδίνο θα διαφωνούν για τους οικονομικούς όρους του διαζυγίου τους.

Εάν οι Σκωτσέζοι και οι Βορειοϊρλανδοί φύγουν, δεδομένου ότι οι Άγγλοι διαθέτουν το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού και του πλούτου, δεν υπάρχει προφανής λόγος για τον οποίο μια μελλοντική Αγγλία θα έπρεπε να έχει μειωμένη παρουσία στην παγκόσμια σκηνή σε σχέση με εκείνη που έχει σήμερα η Βρετανία. Ωστόσο, πιστεύω ότι κάτι τέτοιο αναπόφευκτα θα συμβεί. Εκείνο που θα απομείνει ως χώρα θα μοιάζει, στα μάτια των υπόλοιπων χωρών και κυβερνήσεων, λιγότερο σημαντικό.

Εάν η Σκωτία αποσχιστεί, αυτό θα αποτελεί σε μεγάλο βαθμό συνέπεια της αγγλικής αλαζονείας και ανοησίας. Για όσους από εμάς τους Νότιους αγαπούμε τους Κέλτες με τις παραδοσιακές φούστες σχεδόν το ίδιο με τον δικό μας λαό και τη χώρα μας, ένα τέτοιο διαζύγιο θα είναι εξαιρετικά οδυνηρό.

capital.gr

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα