Η Κατάσταση του ΠΝ και οι Επιπτώσεις της στην Εθνική Ασφάλεια

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

«εἴη και πόλις καὶ γῆ ἔστ᾽ ἂν διηκόσιαι νέες σφι ἔωσι πεπληρωμέναι»[i]
                                                                                         Ηρόδοτος, 8.61.2

Πρόλογος

Από την έναρξη της ελληνικής κρίσης χρέους, περίπου το 2009, και μέχρι σήμερα, η ελληνική στρατιωτική ισχύς επηρεάστηκε δραματικά, ενώ κατά την ίδια περίοδο η στρατιωτική ισχύς της Τουρκίας, ιστορικής απειλής και γεωπολιτικού αντιπάλου της Χώρας, αυξήθηκε σημαντικά. Η διατάραξη του στρατιωτικού ισοζυγίου δεν αποτελεί ούτε αφηρημένη έννοια, ούτε χωρίς πρακτικές πολιτικές επιπτώσεις, όπως φαίνεται να θεωρεί υπορρήτως η ελληνική κοινή γνώμη.

Στόχος του παρόντος είναι να αποτυπώσει σε αδρές γραμμές πως διαμορφώνεται η ελληνική ναυτική ισχύς στο προβλεπτό μέλλον και ποιες είναι οι πρακτικές επιπτώσεις που αυτό θα έχει στην εθνική μας ασφάλεια. Το Μέρος Α’ ασχολείται με την αποτύπωση της παρούσας καταστάσεως ενώ το Μέρος Β’ θα πραγματευτεί τις επιπτώσεις αυτής στο προβλεπτό μέλλον.

Μέρος Α’: Η Κατάσταση του ΠΝ

Η ναυτική ισχύς μίας χώρας συγκροτείται, σε πολύ αδρές γραμμές, από την αριθμητική και ποιοτική ισχύ του στόλου της, την επάνδρωσή του, τις ποικίλες δυνατότητες υποστηρίξεως του στόλου καθώς και την ποιότητα του οργανισμού του. Οι δύο πρώτοι παράγοντες είναι δυνατόν να αποτυπωθούν με σχετική ακρίβεια, με αξιολόγηση του εξοπλισμού του και του προσωπικού του, βάσει των γνωστών από ανοικτά δεδομένα στοιχείων. Οι δυνατότητες υποστηρίξεως και η ποιότητα του οργανισμού του είναι πολύ πιο σύνθετοι και δύσκολο να αξιολογηθούν παράγοντες. Για τις ανάγκες του παρόντος, για την εκτίμηση των δύο τελευταίων χρησιμοποιείται μία έμμεση προσέγγιση, ασφαλώς όχι πολύ ακριβής αλλά που δεν μπορεί να απέχει πολύ από την πραγματικότητα: εξετάζεται η χρηματοδότηση του οργανισμού του ΠΝ, που εν πολλοίς επικαθορίζει πολλές πτυχές της λειτουργίας του.

Η Δύναμη των Πλοίων του Στόλου

Σε σχέση με τη δύναμη των πλοίων του Στόλου, θα αναφερθούμε μόνον στις μονάδες που είναι πολεμικά πλοία και έχουν άμεση σχέση με τη διεκδίκηση της επικράτησης στη θάλασσα.

Η Διοίκηση Φρεγατών είναι η διοίκηση που κυρίως έχει την ευθύνη της επίτευξης θαλάσσιας κυριαρχίας. Στην παρούσα φάση η Διοίκηση Φρεγατών έχει τέσσερεις οριακά αξιόμαχες φρεγάτες κλάσεως Ύδρα (Meko 200HN) και έναν αριθμό θεωρητικής πολεμικής αξίας φρεγατών κλάσεως Έλλη. Έχει δρομολογηθεί η απόκτηση τριών (3) σύγχρονων φρεγατών κλάσεως Κίμων (FDI HN) οι οποίες προβλέπεται να τεθούν σε χρήση από το ΠΝ κατά το 2025-2026 και να καταστούν αρκετά γρήγορα επιχειρησιακές. Εδώ και τέσσερα χρόνια εξετάζεται ο εκσυγχρονισμός «μέσης ζωής» των τεσσάρων ή λιγότερων φρεγατών κλάσεως Ύδρα. Καθώς κατά τη στιγμή της συντάξεως του παρόντος, τα τέσσερα πλοία διανύουν το 32ο, 28ο και 26ο έτος χρήσεώς τους και ο εξεταζόμενος «εκσυγχρονισμός» δεν έχει αποφασιστεί, συμβασιοποιηθεί, εκτελεστεί και καταστεί επιχειρησιακά διαθέσιμος, ο χαρακτηρισμός οποιασδήποτε παρεμβάσεως ως «μέσης ζωής» είναι προφανώς προσχηματικός. Οι ενέργειες που πρέπει να μεσολαβήσουν για να καταστεί ένα τέτοιο πλοίο εκσυγχρονισμένο και πραγματικά επιχειρησιακά διαθέσιμο είναι της τάξεως της τετραετίας. Δεδομένης και της κοπώσεως των πλοίων, του προωστηρίου σκεύους και των ηλεκτρομηχανολογικών τους συστημάτων, ενδεχόμενος εκσυγχρονισμός των μόνον των συστημάτων μάχης θα αποδώσει εξαιρετικά προβληματικά πλοία ενώ πιο εκτενής εκσυγχρονισμός θα έχει κόστος που ακυρώνει την ίδια τη σκοπιμότητα του. Άλλωστε, τελευταίως έχει σταματήσει η αναφορά σε «Εκσυγχρονισμό Μέσης Ζωής» και οι αναφορές γίνονται σε «αναβάθμιση δυνατοτήτων». Κατά πληροφορίες εξετάζεται η απόκτηση δύο φρεγατών κλάσεως Anzac (Meko 200ANZ), σημαντικής ομοιότητας με τις ελληνικές κλάσεως Ύδρα αλλά εκσυγχρονισμένων. Μία τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να προσδώσει σχετικά άμεσα στο ΠΝ δύο κύριες μονάδες με υπολογίσιμο ωφέλιμο υπόλοιπο χρόνο. Επιπλέον, εξετάζεται η απόκτηση έως (sic) τεσσάρων (4) πλοίων παράκτιας μάχης κλάσεως Freedom. Όπως έχει αναλυθεί, τα πλοία αυτά δεν αποτελούν κύριες μονάδες μάχης, ούτε είναι δυνατόν να καταστούν πλοία αυτής της κατηγορίας και να ενταχθούν στη Διοίκηση Φρεγατών, παρά μόνον προσχηματικά και με υψηλό κόστος.

Όπως είναι αυτονόητο, το σύνολο των ανωτέρω, ήσσονος σημασίας επιλογών ενίσχυσης της Διοικήσεως Φρεγατών πέραν της δρομολογημένης αποκτήσεως τριών συγχρόνων φρεγατών, συνεπάγεται κόστος το οποίο είναι αμφίβολο ότι η παρούσα και οι επόμενες πολιτικές ηγεσίες της Χώρας είναι διατεθειμένες να καταβάλουν, δεδομένης της συνολικής δημοσιονομικής καταστάσεως. Σχετικά με την παρούσα κατάσταση, επισημαίνεται ότι ενώ «λεφτά υπήρχαν» και είχαν διατεθεί περί τα 5 δις για την προμήθεια τεσσάρων φρεγατών, τελικά αγοράστηκαν τρεις φρεγάτες έναντι λίγο περισσοτέρων από 3 δις ευρώ. Ο λόγος είναι ότι μέχρι εκεί έφταναν οι -πραγματικοί και όχι θεωρητικά εξαγγελλόμενοι- οικονομικοί πόροι. Με δεδομένο ότι από το 2025 οι απαιτήσεις δημοσιονομικής πειθαρχίας θα ενταθούν σημαντικά, ότι η Χώρα παρουσιάζει οικονομική στασιμότητα με μοναδική «ανάπτυξη» τον τουρισμό και το… Ελληνικό, οι -οριακά κι αυτές- ρεαλιστικές επιλογές είναι η απόκτηση δύο αυστραλιανών Meko και ο περιορισμένος εκσυγχρονισμός δύο ή τριών ελληνικών Meko. Τα περί σχεδιαζόμενης αποκτήσεως φρεγατών κλάσεως Constellation εκτοπίσματος… 7.000 τόνων, τοποθετούνται με (πολιτική) ασφάλεια στο μέλλον όπου κανείς εμπλεκόμενος στις σχετικές διακηρύξεις δεν θα είναι πολιτικά ενεργός ώστε να χρειαστεί να λογοδοτήσει για τα παραμύθια του.

Συμπερασματικά, σε ό,τι αφορά τη Διοίκηση Φρεγατών, για την επόμενη δεκαετία ο πυρήνας θα είναι τρεις (3) αξιόλογες, σύγχρονες και πλήρεις κύριες μονάδες επιφανείας μαζί με δύο έως πέντε (2-5) αξιοπρεπείς και οριακά επαρκείς κύριες μονάδες, δηλαδή ένα σύνολο πέντε έως οκτώ (5-8) αξιόμαχων κυρίων μονάδων επιφανείας. Για λόγους πολιτικών εντυπώσεων μπορεί στη δύναμη της Διοικήσεως Φρεγατών να ενταχθούν ή να παραμείνουν περισσότερα πλοία θεωρητικής (δηλαδή μηδαμινής) μαχητικής αξίας.

Η Διοίκηση Υποβρυχίων, η δεύτερη σε τάξη και σημασία Διοίκηση του Στόλου, διαθέτει τέσσερα (4) αξιόμαχα υποβρύχια κλάσεως Παπανικολής (Type 214). Εκεί τελειώνουν και τα πραγματικά σκάφη της Διοικήσεως, ενώ θεωρητικώς στη δύναμή της ανήκει κι ένας αριθμός σκαφών άνευ πραγματικής επιχειρησιακής αξίας. Τα υποβρύχια κλάσεως Παπανικολής, που κατά το τρέχον έτος εδέησαν να εφοδιαστούν με σύγχρονες τορπίλες, είναι πλέον σε ηλικία εκσυγχρονισμού μέσης ζωής εάν πρόκειται να παραμείνουν αξιόμαχα στο μέλλον υπό το φως των νέων απειλών. Τέτοιος εκσυγχρονισμός δεν προβλέπεται -παρά το ότι είναι επιθυμητός από τη Διοίκηση και το Αρχηγείο και έχει ξεκινήσει την εκπόνηση σχετικών μελετών- για τον απλούστατο λόγο ότι δεν υπάρχει ούτε υποψία των διαθέσιμων οικονομικών πόρων. Κατά μείζονα λόγο δεν σχεδιάζεται ενίσχυση της Διοικήσεως.

Η Διοίκηση Ταχέων Σκαφών, η τρίτη από τις μείζονες Διοικήσεις του Στόλου, διαθέτει επτά (7) σύγχρονες πυραυλακάτους κλάσεως Ρουσσέν (Super Vita). Τα πλοία αυτά συμπληρώνονται από τέσσερεις (4) σχετικά παλαιές αλλά σημαντικής μαχητικής αξίας πυραυλακάτους κλάσεως Λάσκος (Combattante IIIΑ). Στη Διοίκηση χρησιμοποιείται και ένας αριθμός ταχέων σκαφών οριακής μαχητικής αξίας. Συνολικά, η Διοίκηση διαθέτει ένδεκα (11) αξιόμαχα σκάφη. Δεν σχεδιάζεται ενίσχυση της Διοικήσεως.

Τέλος, η Διοίκηση Αεροπορίας Ναυτικού έχει, θεωρητικά, στη διάθεσή της 11 ελικόπτερα τύπου SH-70B/Β6. Σταδιακά παραλαμβάνει 7 ελικόπτερα τύπου MH-60R, ενώ μέρος των SH-70B/Β6 (τα πραγματικά ενεργά, ουσιωδώς λιγότερα από το θεωρητικό πλήθος τους) θα εκσυγχρονιστούν άμεσα. Στη δύναμη αυτή ενδέχεται να προστεθούν κάποτε τέσσερα αναβαθμισμένα αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας τύπου P-3B Orion. Πρακτικά το ΠΝ θα διαθέτει για την επόμενη δεκαετία περίπου 15 σύγχρονα ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα τα οποία καλύπτουν επαρκώς τις ανάγκες του.

Τα ανωτέρω είναι τα στοιχεία που αποτυπώνουν ρεαλιστικά την παρούσα και προβλεπόμενη για το ορατό μέλλον δύναμη των κυρίων μέσων του Στόλου. Πρακτικά, οι επιχειρησιακοί στόχοι του ΠΝ κατά την επόμενη δεκαετία θα επιδιωχθούν με 5-8 κύριες μονάδες, 4 υποβρύχια, 11  ταχέα σκάφη και περίπου 15 ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα. Επισημαίνεται ότι από επιχειρησιακής απόψεως η σημασία των ταχέων σκαφών σταδιακά υποβαθμίζεται εξ αιτίας της συνεχώς εντεινόμενης «διαφάνειας» του πεδίου μάχης λόγω της δραματικής πύκνωσης μέσων (αισθητήρων και φορέων) που καθιστούν τις βασικές τακτικές ενέδρευσης ατελέσφορες ή πάντως πολύ πιο δύσκολες.

Στα ανωτέρω δεδομένα προστίθενται συνεχώς «πληροφορίες» και «σχεδιασμοί». Δυστυχώς, οι πληροφορίες αυτές αποτελούν προσχήματα για την ωραιοποίηση της καταστάσεως. Το ότι οι διοχετευόμενες πληροφορίες δεν ανταποκρίνονται σε κάποια ρεαλιστική προοπτική προκύπτει από απλά οικονομικά δεδομένα. Αν και υπό το «μεγάλο άγχος» του φθινοπώρου του 2020 εξαγγέλθηκε «η παραγγελία τεσσάρων φρεγατών πολλαπλού ρόλου και ο εκσυγχρονισμός και η αναβάθμιση τεσσάρων φρεγατών Meko»,  μετά από τρεισήμισι  χρόνια έχουν παραγγελθεί τρεις αντί για τέσσερεις φρεγάτες πολλαπλού ρόλου και δεν έχει κινηθεί καμία διαδικασία για την αναβάθμιση των τεσσάρων φρεγατών κλάσεως Ύδρα. Η παραγγελία αυτή εξάντλησε και τα διαθέσιμα οικονομικά μέσα της Χώρας για επενδύσεις στο ΠΝ. Για τον λόγο αυτόν, σχεδιάζονται και εξαγγέλλονται ουτοπικές μείζονες προμήθειες για το χρονικά ασφαλές μέλλον, όταν κανείς δεν θα είναι εδώ για να λογοδοτήσει για τις, ούτως ειπείν «αναξιόπιστες» εξαγγελίες. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση της ανατάξεως του αμυντικού συστήματος της Χώρας από το θέρος του 2018, οπότε έληξε η δημοσιονομική επιτήρηση της Χώρας και η μακροχρόνια -περίπου αναγκαστική- αδράνεια, μέχρι σήμερα αποτελεί μία θλιβερή ιστορία που δεν περιποιεί τιμή σε κανέναν συμμετάσχοντα. Σε κάθε περίπτωση, οι αθεράπευτα αισιόδοξοι μπορούν να αναμένουν τις… πέντε φρεγάτες κλάσεως Constellation των 7.000 τόνων(!). “We won’t be holding our breath”, όπως λένε κυνικά οι αγγλοσάξονες.

Η Επάνδρωση

Η δύναμη των πολεμικών πλοίων του Στόλου είναι η εμφανέστερη πτυχή της καταστάσεως του ΠΝ. Ως πολύπλοκος μηχανισμός, το ΠΝ έχει και άλλες θεμελιώδεις διαστάσεις πέραν αυτής. Κατά το τελευταίο έτος, και ιδίως εν όψει της αποστολής μίας φρεγάτας του ΠΝ στην Ερυθρά Θάλασσα για συμμετοχή στην αμερικανική επιχείρηση προστασίας της ναυσιπλοΐας από τις επιθέσεις των Σιιτών της Υεμένης, το πρόβλημα της ανεπαρκούς επανδρώσεως ήλθε στη δημοσιότητα. Δυστυχώς, το πρόβλημα είναι οξύτατο και δεν έχει προοπτικές ικανοποιητικής επίλυσης στο προβλεπτό μέλλον.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του International Institute for Strategic Studies -που γενικώς θεωρείται αξιόπιστο- η εξέλιξη του προσωπικού του ΠΝ απεικονίζεται στον κατωτέρω πίνακα:

Ο πίνακας αυτός δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα και εξωραΐζει την κατάσταση. Συγκεκριμένες διαφοροποιήσεις ή ελλείψεις διαφοροποιήσεως σε διαστήματα για τα οποία υπάρχουν αδιαβάθμητα δεδομένα υποδεικνύουν την αναξιοπιστία των στοιχείων αυτών, που ενδεχομένως έχουν σκοπίμως διοχετευτεί κατά τον τρόπο αυτόν ώστε να συγκαλύπτουν το πρόβλημα.

Η σημερινή κατάσταση της στελεχώσεως του ΠΝ, τόσο του Στόλου όσο και κρίσιμων υπηρεσιών της Διοικήσεως Διοικητικής Μερίμνης του Ναυτικού, είναι εξαιρετικά προβληματική. Πρακτικά, το προσωπικό του ΠΝ δεν επαρκεί για να επανδρώσει στοιχειωδώς τις κρίσιμες μονάδες και υπηρεσίες, ενώ η τάση εξόδου προσωπικού, και μάλιστα του πλέον κρισίμου κι εξειδικευμένου, συνεχίζεται αδιάκοπα και εντείνεται συνεχώς. Επιπλέον, η επικείμενη αναγκαστική μαζική έξοδος επαγγελματιών οπλιτών στο προσεχές μέλλον θα παροξύνει το πρόβλημα, το οποίο δεν επιδέχεται βραχυπρόθεσμη ή και μεσοπρόθεσμη λύση.

Για να γίνει κατανοητό το πρόβλημα, θα πρέπει κανείς να έχει υπ’ όψιν το βασικό δεδομένο: από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 το ΠΝ κατέστη κατ’ ουσίαν πλήρως επαγγελματικό. Οι στρατεύσιμοι ναύτες αποσύρθηκαν από τα πλοία και σχεδόν εντελώς από το σύνολο του οργανισμού. Αυτό με τη σειρά του σήμαινε ότι η στελέχωση του οργανισμού γινόταν (και γίνεται) από δύο πηγές: τις παραγωγικές σχολές του ΠΝ, που έχουν μία τακτική ετήσια στρατολόγηση στελεχών, και τις προσλήψεις Επαγγελματιών Οπλιτών μέσω εκτάκτων προκηρύξεων. Ένας «κανονικός» οργανισμός έχει ανάγκη από τακτική περιοδικότητα στις προσλήψεις προσωπικού, ώστε να διατηρείται μία ομαλή ροή στελεχών μέσω του οργανισμού: κάθε χρόνο κάποιοι μπαίνουν και κάποιοι φεύγουν, τόσο συνολικά όσο και κατά ειδικότερες υποδιαιρέσεις του οργανισμού (ενδεικτικά: ειδικότητες), κι αυτά οφείλουν να βρίσκονται σε ισορροπία· δεν αρκεί η συντήρηση του συνολικού αριθμού με ξαφνικές μεγάλες αποχωρήσεις και προσλήψεις, επειδή χάνεται η συνέχεια της εκπαιδεύσεως και της εμπειρίας.

H τρέχουσα, εξαιρετικά προβληματική κατάσταση έχει δύο βασικές πηγές:

(α) Κατά τα έτη της δημοσιονομικής επιτηρήσεως, ένα από τα μέτρα που επιβλήθησαν ήταν η μείωση των εισακτέων στις παραγωγικές σχολές των ΕΔ. Στο «Δεύτερο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα» («Δεύτερο Μνημόνιο») τον Φεβρουάριο του 2012, η Ελλάς δεσμεύτηκε για τη μείωση των εισακτέων στις παραγωγικές σχολές κατά 20%. Περαιτέρω μείωση επεβλήθη με το «Τρίτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής για την Ελλάδα» («Τρίτο Μνημόνιο») τον Αύγουστο του 2015. Οι μειώσεις αυτές είχαν, προφανώς, επίπτωση στη συνολική δύναμη του ΠΝ και τη δυνατότητα στελεχώσεως σημαντικού αριθμού θέσεων. Αριθμητικά, οι μειώσεις αυτές άρχισαν να αμβλύνονται από το 2021, όταν αυξήθηκαν οι εισακτέοι ετησίως κατά 516 άτομα. Εδώ θα πρέπει να παρατηρηθεί το εξής ζήτημα: ενώ οι αυξήσεις των εισακτέων θα αμβλύνουν και σταδιακά θα εξομαλύνουν το αριθμητικό πρόβλημα, που δημιουργήθηκε σε διάρκεια σχεδόν δεκαετίας, η διατάραξη του συστήματος θα παραμείνει σοβαρή για πολλά χρόνια ακόμη, δεδομένου ότι υφίσταται και θα εξακολουθήσει να υφίσταται έλλειμμα σε συγκεκριμένους βαθμούς και περίσσεια σε άλλους. Όμως αυτό είναι το μάλλον μικρότερο πρόβλημα.

(β) Κατά τα έτη της δημοσιονομικής επιτηρήσεως, και ιδίως από το 2018 και μετά, άρχισαν σταδιακά αλλά με συνεχώς εντεινόμενο ρυθμό οι παραιτήσεις στελεχών, τόσο αξιωματικών και υπαξιωματικών των παραγωγικών σχολών όσο και υπαξιωματικών επαγγελματιών οπλιτών. Οι μειώσεις αυτές σχετίζονται με τις συνεχώς επιδεινούμενες επαγγελματικές συνθήκες σε όλα τα επίπεδα, ιδίως -αλλά κατ’ ουδέναν τρόπο αποκλειστικά- στα πλοία του Στόλου, και δη στις κύριες μονάδες του. Οι συνθήκες αυτές σχετίζονταν με τη μεγάλη οικονομική στενότητα, τις συνεχώς επιδεινούμενες συνθήκες στα γηράσκοντα πλοία και τη μείωση του προσωπικού, που σήμαινε ότι ολοένα και λιγότεροι άνθρωποι έπρεπε να φέραν εις πέρας τα ίδια ακριβώς καθήκοντα. Η κατάσταση αυτή οδηγούσε σε έναν φαύλο κύκλο (ολοένα και πιο γερασμένα πλοία με ανυπόφορες συνθήκες διαβίωσης, λιγότερο και μεσοσταθμικά μεγαλύτερο σε ηλικία προσωπικό να επιφορτίζεται τα ίδια καθήκοντα) κ.ο.κ. Επισημαίνεται και πάλι ότι η πίεση δεν ασκήθηκε (και οι επιπτώσεις δεν εκδηλώθηκαν ομοιόμορφα) σε όλο το προσωπικό, αλλά κατ’ εξοχήν σε αυτό με τις χειρότερες συνθήκες· δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς ποιο είναι αυτό. Επιπλέον, ακόμη και στις πιεζόμενες διοικήσεις, η πίεση επί του προσωπικού δεν ήταν ομοιόμορφη. Συγκεκριμένες ειδικότητες, με μεγαλύτερη εξειδίκευση, υφίσταντο πολύ μεγαλύτερη πίεση, και αντιστοίχως υφίσταντο τις μεγαλύτερες διαρροές.

Το θέρος του 2020 το ΠΝ έδωσε την τελευταία του ικμάδα, ανταποκρινόμενο άξια -παρά την ακραία πίεση επί του προσωπικού- στην άμεση κινητοποίηση και μακροχρόνια ανάπτυξή του. Αυτό όμως φάνηκε να είναι και το κύκνειο άσμα. Στο προσωπικό, που πλέον το 2020 είχε φτάσει στο απώτατο όριο αντοχής του, επεβλήθησαν ακόμη εντονότερες επιβαρύνσεις λόγω των ενταθεισών απαιτήσεων «διεθνούς παρουσίας» του ΠΝ για γεωπολιτικούς λόγους. Οι προβαλλόμενοι λόγοι δεν ήταν εντελώς αδικαιολόγητοι, οι απαιτήσεις όμως ήταν πρακτικά ανέφικτες με την υφιστάμενη κατάσταση του Στόλου. Εκ των πραγμάτων το όφελός υπήρξε δυσανάλογο προς το πλήγμα που επέφεραν στη ναυτική ισχύ της Χώρας, και εν πάση περιπτώσει οδήγησαν στην έναρξη της μαζικής εξόδου από την Υπηρεσία. Η ηγεσία του ΠΝ, ενώπιον της κρίσης την οποία αντιμετώπισε, επιχείρησε να «μπαλώσει» τα πράγματα, κινούμενη για την εξασφάλιση επιπλέον πιστώσεων προς αύξηση των αποδοχών των πληρωμάτων που αποστέλλονταν σε αποστολές. Κατά τα γνωστά, η παρέμβαση του Α/ΓΕΕΘΑ μείωσε τις πιστώσεις που είχαν καταστεί διαθέσιμες από το ΥΠΟΙΚ για τα πληρώματα του Στόλου του ΠΝ επ’ ωφελεία των Ειδικών Δυνάμεων του ΕΣ, ενώ στο επόμενο διάστημα η έναρξη της καταβολής των πραγματικών «αναπροσαρμοσμένων» αποδοχών πυροδότησε οξύτατες αντιδράσεις στις τάξεις των πληρωμάτων, όταν αυτοί διαπίστωσαν ότι οι ονομαστικώς σημαντικές αυξήσεις των «πλευσίμων» στην πράξη ήταν οριακές. Ως αποτέλεσμα, ο φαύλος κύκλος πυροδοτήθηκε με μεγαλύτερη ένταση αυτή τη φορά, παρασύροντας μαζικά και νεοεισερχόμενα πλέον στελέχη στο ΠΝ.

Η κατάσταση αυτή αναμένεται να επιδεινωθεί σημαντικά στο προσεχές διάστημα, επειδή θα αποχωρήσουν μαζικά από την υπηρεσία οι πρώτοι Επαγγελματίες Οπλίτες που είχαν προσληφθεί στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Ειδικότερα, λόγω της τότε απόφασης για την πλήρη επάνδρωση του Στόλου με επαγγελματίες οπλίτες και την πλήρη απόσυρση των κληρωτών από αυτά, με άμεση εφαρμογή του μέτρου, στρατολογήθηκαν μαζικά (για τα ελληνικά δεδομένα) δύο μεγάλες σειρές ΕΠΟΠ, το 2002 και το 2003.  Με ανώτατο όριο στρατολόγησης τα 28 έτη και όριο υπηρεσίας την ηλικία των 50 ετών, το 2024 αρχίζει η υποχρεωτική αποστρατεία των πρώτων από τις σειρές αυτές. Οι σειρές αυτές αποτέλεσαν για πολλά έτη τον κορμό των πληρωμάτων αλλά και υποστηρικτικών υπηρεσιών του Στόλου. Στα προσεχή έτη θα υπάρξει υποχρεωτικά μαζική αποστράτευση επαγγελματιών οπλιτών του ΠΝ. Ακόμη και αν υπάρξει αντίστοιχα μαζική στρατολόγηση, το κενό της εξόδου εκατοντάδων στελεχών που είχαν συσσωρεύσει τεράστια εμπειρία από πλόες και ασκήσεις δεν αναπληρώνεται βραχυπρόθεσμα, όποιο μέτρο και να ληφθεί στο άμεσο μέλλον.

Συμπερασματικά, και στον τομέα της επανδρώσεως, το μέλλον του ΠΝ δεν διαγράφεται ιδιαίτερα λαμπρό. Βεβαίως, το πρόβλημα λύνεται σχετικά αυτόματα εάν τα υποβαθμισμένα μέχρι αχρηστίας πλοία τεθούν εκτός ενεργείας και η ονομαστική δύναμη του ΠΝ συμμορφωθεί με την πραγματική του. Τότε θα αποκτήσουμε ένα μικρότερο, πολύ πιο αδύναμο, αλλά τουλάχιστον συμπαγές Πολεμικό Ναυτικό.

Η Χρηματοδότηση των Λειτουργικών Δαπανών

Το ζήτημα που είναι εξ ίσου ζωτικό για την -πραγματική και όχι φαινόμενη- ισχύ του ΠΝ με αυτό του εξοπλισμού και της επανδρώσεως, είναι η χρηματοδότηση της λειτουργίας του, σε αντιδιαστολή με τη χρηματοδότηση για τον εξοπλισμό του. Το πρόβλημα της χρηματοδοτήσεως είναι ζωτικό αλλά γενικώς «αόρατο», όπως άλλωστε ήταν και το ζήτημα της επανδρώσεως που πλήττει επί χρόνια το ΠΝ αλλά ήρθε στο προσκήνιο πρόσφατα εξ αιτίας της  πρόσφατης παρόξυνσης του προβλήματος εξ αφορμής της αποστολής της Φ/Γ Ύδρα στην Ερυθρά Θάλασσα.

Ως λειτουργικό προϋπολογισμό εννοούμε τον προϋπολογισμό που αφορά τη χρηματοδότηση της λειτουργίας του ΠΝ και ο οποίος αφορά κατά κύριο λόγο τις αμοιβές του προσωπικού του καθώς και όλες τις δαπάνες λειτουργίας, από τα καύσιμα και τα ανταλλακτικά (που δεν περιλαμβάνονται σε κύριες συμβάσεις) μέχρι τη γραφική ύλη του προσωπικού, όλων των υπολοίπων συμπεριλαμβανομένων· με άλλα λόγια περιλαμβάνει τους χρηματικούς πόρους που δίνονται στο ΠΝ κάθε χρόνο για να λειτουργήσει, με εξαίρεση την προμήθεια κυρίων συστημάτων. Τονίζεται ότι ο προϋπολογισμός αυτός αφορά το σύνολο του ΠΝ και όχι τον Στόλο, αφορά δηλαδή το ΓΕΝ και τις τρεις μείζονες διοικήσεις: τον Στόλο, τη Διοίκηση Διοικητικής Μερίμνης Ναυτικού και τη Διοίκηση Ναυτικές Εκπαιδεύσεως· δηλαδή τα λειτουργικά έξοδα από τις φρεγάτες μέχρι τους φάρους και τη ΣΜΥΝ ή τον Ναυτικό Σταθμό Κερκύρας.

Στον παρατιθέμενο πίνακα διακρίνεται το ύψος του Τακτικού Προϋπολογισμού του ΠΝ από το Οικονομικό Έτος 2015 μέχρι το Οικονομικό Έτος 2024, όπως δημοσιεύονται επισήμως από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών[ii].

Η διαφορά μεταξύ του Συνολικού Τακτικού Προϋπολογισμού και των Λειτουργικών Δαπανών είναι, στην πράξη, οι αμοιβές προσωπικού. Η χαρακτηριστική αύξηση των δαπανών κατά τα έτη 2023 και 2024 οφείλεται τις επιπρόσθετες πιστώσεις που έχουν δοθεί στο ΠΝ για την πληρωμή του επιδόματος πλεύσεως για τα πληρώματα που εκτελούν πλόες.

Όπως φαίνεται από τα στοιχεία του Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών, όλο το Πολεμικό Ναυτικό λειτουργεί με έναν ετήσιο προϋπολογισμό που βρίσκεται… κάτω από 100 εκ. € και ο οποίος κατά τα έτη 2020, 2021 και 2022 εμφάνισε την ελάχιστη τιμή των 73 εκ. €. Εάν κανείς λάβει υπ’ όψιν ότι ο λειτουργικός αυτός προϋπολογισμός αφορά το σύνολο του μηχανισμού του ΠΝ και όχι απλώς του Στόλου, και αν κανείς κάνει την υπόθεση εργασίας ότι ο Στόλος απορροφά το 75% του προϋπολογισμού αυτού, φτάνει σε ποσά που στην πράξη είναι κωμικοτραγικά για την υποστήριξη στόλου όπως αυτός του ΠΝ. Εδώ οφείλεται ένας επιπλέον λόγος της απαξιώσεως των παλαιών πλοίων (και εξοπλισμού) του ΠΝ: όταν η συντήρηση ενός μέσου είναι, για λόγους οικονομικής ένδειας, ελλιπής ήδη από την έναρξη της χρήσεώς του, όταν δηλαδή αυτό είναι καινούργιο, τότε στην ηλικία π.χ. των σαράντα ετών, αυτό δεν έχει υποστεί απλώς τεχνολογική απαξίωση και φθορά λόγω χρήσεως, αλλά έχει υποστεί πολύ μεγαλύτερη φθορά λόγω μακροχρόνιας ελλιπούς συντηρήσεως. Μία ονομαστική ηλικία τριάντα ή σαράντα ετών αποκρύπτει την πραγματική φύση του προβλήματος. Και φυσικά, με αποδυναμωμένες τις λειτουργίες της υποστηρίξεως του Στόλου (δυνατότητα συντηρήσεως και επισκευών του συνόλου των μέσων του) απομειώνεται δραματικά -με αθέατο όμως στους «Πίνακες Υλικού» τρόπο- η πραγματική μαχητική ισχύς του Στόλου, σε αντιδιαστολή με την ονομαστική του ισχύ.

Το παράδειγμα της Φρεγάτας Ύδρα στην Ερυθρά Θάλασσα

Χαρακτηριστική ένδειξη της υφιστάμενης καταστάσεως των πραγμάτων στον Στόλο υπήρξε η απόφαση για την αποστολή της φρεγάτας Ύδρα στην Ερυθρά Θάλασσα. Η απόφαση αυτή προκάλεσε, αυτονοήτως, την απαίτηση για πλήρη επάνδρωση του πλοίου, μαζί με την ανάγκη για προετοιμασία του ιδίου του πλοίου για πραγματική επιχείρηση, έστω και σχετικά χαμηλής εντάσεως σε σχέση με τις ενδεχόμενες ελληνοτουρκικές αεροναυτικές επιχειρήσεις, και ενταγμένο σε μία ισχυρότατη ναυτική δύναμη επιχειρήσεων που προσφέρει εξαιρετική αεροναυτική επίγνωση καταστάσεως. Προκειμένου να συμπληρωθεί το πλήρωμα το πλοίου πέρασαν δύο μήνες, στη διάρκεια του οποίου σημειώθηκαν παραιτήσεις τόσο από το ίδιο το οργανικό πλήρωμα(-φάντασμα) του πλοίου όσο και των εκτάκτως επιστρατευομένων στελεχών άλλων πλοίων. Κατά την ίδια περίοδο υπήρξε εντατική προσπάθεια το πλοίο να επανέλθει σε ρεαλιστικώς λειτουργική κατάσταση καθώς και να συμπληρωθεί κάποιος κρίσιμος εξοπλισμός που σχετίζεται με τη συγκεκριμένη αποστολή που αναλαμβάνει το σκάφος.

Η υπόθεση της προετοιμασίας της φρεγάτας Ύδρα συνοψίζει, λίγο-πολύ, την κατάσταση του Στόλου και του ΠΝ. Η κατάσταση στην οποία χρειάστηκαν δύο μήνες για να περιέλθει η φρεγάτα Ύδρα, με δεδομένη την τεχνολογική απαρχαίωση των μέσων της, αντιπαραβαλλόμενη με την κατάσταση στην οποία βρισκόταν κατά την έναρξη της προσπάθειας, μας δίνει ένα μέτρο της καταστάσεως του πλοίου (και συνολικά του Στόλου) σε περίπτωση που αυτός χρειαστεί να βγει αιφνιδιαστικά στο Αιγαίο στην περίπτωση μία ελληνοτουρκικής αντιπαραθέσεως.

Επίλογος

Από τα ανωτέρω δεδομένα καθίσταται μάλλον σαφές ότι ελληνική ναυτική ισχύς εντός μίας δεκαπενταετίας έχει υποστεί δραματική μείωση και, κυρίως, δεν υπάρχει προοπτική σημαντικής βελτιώσεως της καταστάσεως στο προβλεπτό μέλλον. Με άλλα λόγια, η Χώρα θα πρέπει να αντιμετωπίσει την επόμενη δεκαετία με αυτήν, περίπου, τη ναυτική ισχύ. Στην προσεχή αυτή δεκαετία η τουρκική ναυτική ισχύς προβλέπεται να αυξηθεί δραματικά, ενώ αντιστοίχως θα κλιμακωθούν τόσο οι απειλές κατά της ακεραιότητας της Χώρας όσο και διεκδικήσεις εις βάρος ζωτικών μας συμφερόντων. Σχετική έκθεση θα υπάρξει στο Β’ Μέρος.


[i] Αποδίδεται συνήθως ως: «Έχουμε γη και πατρίδα όσο έχουμε πλοία στη θάλασσα», φράση του Θεμιστοκλή λίγο πριν από τη Ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ. Για το ακριβέστερο, το σχετικό απόσπασμα από τον Ηρόδοτο και η μετάφρασή του:

[8.61.1] ταῦτα λέγοντος Θεμιστοκλέος αὖτις ὁ Κορίνθιος Ἀδείμαντος ἐπεφέρετο, σιγᾶν τε κελεύων τῷ μὴ ἔστι πατρὶς καὶ Εὐρυβιάδην οὐκ ἐῶν ἐπιψηφίζειν ἀπόλι ἀνδρί· πόλιν γὰρ τὸν Θεμιστοκλέα παρεχόμενον ἐκέλευε γνώμας συμβάλλεσθαι. ταῦτα δέ οἱ προέφερε, ὅτι ἡλώκεσάν τε καὶ κατείχοντο αἱ Ἀθῆναι. [8.61.2] τότε δὴ ὁ Θεμιστοκλέης κεῖνόν τε καὶ τοὺς Κορινθίους πολλά τε καὶ κακὰ ἔλεγε, ἑωυτοῖσί τε ἐδήλου λόγῳ ὡς εἴη καὶ πόλις καὶ γῆ μέζων ἤ περ ἐκείνοισι ἔστ᾽ ἂν διηκόσιαι νέες σφι ἔωσι πεπληρωμέναι· οὐδαμοὺς γὰρ Ἑλλήνων αὐτοὺς ἐπιόντας ἀποκρούσεσθαι.

[8.61.1] Ενώ ο Θεμιστοκλής έλεγε αυτά, του επιτέθηκε και πάλι ο Αδείμαντος ο Κορίνθιος, προτρέποντάς τον να μη μιλά, ένας άνθρωπος που δεν έχει πατρίδα, και μη επιτρέποντας στον Ευρυβιάδη να θέσει σε ψηφοφορία πρόταση ανθρώπου που δεν έχει πόλη· δηλαδή προκαλούσε τον Θεμιστοκλή πρώτα να δείξει πόλη κι ύστερα να εκθέτει γνώμες σε συνεδρίαση· και του τα έριχνε αυτά κατά πρόσωπο, γιατί είχε αλωθεί η Αθήνα και βρισκόταν στα χέρια του εχθρού. [8.61.2] Τότε λοιπόν ο Θεμιστοκλής περίλαβε κι εκείνον και τους Κορινθίους με πολλές κακολογίες κι έκανε φανερό με τα λόγια του πως οι Αθηναίοι έχουν και πόλη και χώρα μεγαλύτερη από εκείνων, για όσον καιρό έχουν διακόσια καράβια αρματωμένα· γιατί ποια ελληνική πόλη θα μπορούσε να τους αποκρούσει, αν έκαναν έφοδο εναντίον της;

[ii] https://minfin.gov.gr/kratikos-proypologismos/ Επισημαίνεται ότι πρόκειται για τους προϋπολογισμούς και όχι απολογισμούς δαπανών των αντιστοίχων ετών, κι αυτό επειδή τα απολογιστικά στοιχεία είναι αποσπασματικά και ελλιπή. Σε γενικές γραμμές οι γενόμενες δαπάνες είναι ελαφρώς μεγαλύτερες των προϋπολογισθεισών, χωρίς να μεταβάλλεται ουσιωδώς η γενική εικόνα.

belisarius21.wordpress.com

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,600ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα