Η εξέλιξη του πολέμου στη Γάζα είναι, προς το παρόν, άδηλη. Από την κατάληξή της θα εξαρτηθεί η περιφερειακή αναδιάρθρωση και η ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.Η Τουρκία που μας ενδιαφέρει για λόγους εθνικής ασφάλειας θα είναι παίκτης στην περιοχή με οποιαδήποτε εξέλιξη. Έχει αυτονομηθεί σε σημαντικό βαθμό από την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ και έχει ένα περιφερειακό όραμα το οποίο υλοποιεί με επιμονή και με αναθεωρητικές διαθέσεις. Κανείς δεν μπορεί να την σταματήσει.

Το αν ανασχεθεί ή όχι στις επιδιώξεις της θα εξαρτηθεί και από τις άλλες δυνάμεις της περιοχής.

Η Ελλάδα βρίσκεται στη δύσκολη θέση να εξισορροπήσει μεταξύ παραδοσιακά καλών σχέσεων με τις Αραβικές χώρες και του Ισραήλ με το οποίο τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε τις σχέσεις της σε σημείο που θα μπορούσε να πει κανείς ότι χαρακτηρίζονται στρατηγικές.

Από την ελληνική στάση στην κρίση, το Ισραήλ πρέπει να είναι ικανοποιημένο. Η θέση του κ. Μητσοτάκη ήταν σαφής. Όπως και στην ουκρανική περίπτωση έτσι και στην τρέχουσα στη Μέση Ανατολή, ο κ. Μητσοτάκης έχει αποσαφηνίσει την θέση του περισσότερο από όσο του ζητούν.

Το να υποστηρίξει το Ισραήλ στην επίθεση που δέχθηκε από τη Χαμάς, ήταν μια λογική στάση. Το να εκδηλωθεί υπέρ της εξαφάνισης της Χαμάς ήταν μια διπλωματική υπερβολή.

Ικανοποιημένες από την ελληνική θέση στην κρίση πρέπει να είναι και οι ηγεσίες των συντηρητικών αραβικών χωρών. Η Ελλάδα καταδίκασε την επίθεση της Χαμάς αλλά είναι υπέρ ενός ανθρωπιστικού διαδρόμου και η ηγεσία της χώρας έχει συνειδητοποιήσει πως η παράταση του πολέμου δεν την ευνοεί.

Εκεί που υπάρχει σοβαρό πρόβλημα είναι στην κοινή γνώμη των αραβικών κρατών.

Η πρόσληψη της Ελλάδας από τις κοινωνίες των χωρών αυτών ήταν θετική ως και υπερθετική. Και αυτό έχει να κάνει με το ιστορικό αποτύπωμα που άφησε ο ελληνισμός στη Μέση Ανατολή από την Μινωϊκή εποχή ως σήμερα.

Ένα αποτύπωμα που ενισχύει την ήπια πολιτική της Ελλάδας και έχει βοηθήσει την χώρα και πολιτικά και διπλωματικά σε κρίσιμες στιγμές της νεότερης ιστορίας της. Αυτό το αποτύπωμα έχει αρχίσει να θολώνει. Δεν πρέπει, όμως, να χαθεί.

Κάτι πρέπει να γίνει.

Δυστυχώς, η κυβερνώσα κομματική νομενκλατούρα αλλά και οι ηγεσίες των άλλων κομμάτων δεν έχουν συνείδηση ούτε της ιστορικότητας αυτής της σχέσης, ούτε της σημασίας της στο σημερινό γίγνεσθαι. Αντιδρούν σαν να μην τις ενδιαφέρει. Διαμορφώνουν τακτικές, όχι πολιτικές, λες και λειτουργούν σε κενό. Οι μόνοι παράγοντες που τις επηρεάζουν είναι τα εσωτερικά οικονομικά κέντρα από τα οποία εξαρτώνται και, φυσικά, η απόλυτη επιρροή των ισχυρότερων δυνάμεων.

Η Ελλάδα, όμως, ενώ ήταν και είναι δυτική χώρα, έχει και τις ιδιαιτερότητές της στις εξωτερικές σχέσεις της. Δεν αποκλίνει από την γενική δυτική πολιτική αλλά είναι δύση με τα χαρακτηριστικά της αποκαλούμενης “καθ ημάς Ανατολής”.

Η Ελλάδα θεωρείται από τις μεσανατολικές χώρες και τις κοινωνίες τους δυτική χώρα αλλά με ειδοποιό απόκλιση από τη δύση σε ό,τι αφορά την πρόσληψη και την αντιμετώπιση των δικών τους κοινωνιών.

Η Ελλάδα δεν υπήρξε ούτε κατακτητική, ούτε αποικιοκρατική δύναμη. Αντιθέτως στο συλλογικό υποσυνείδητο της Μέσης Ανατολής έχει περάσει ως χώρα που βοήθησε τις αραβικές κοινωνίες σε δύσκολες στιγμές.

Αυτή η σχέση μαζί τους έχει δώσει στην Ελλάδα και στον ελληνισμό μια ιδιαίτερη αξία. Αυτή η αξία πρέπει να περισωθεί.

Είναι δύσκολο διότι το μετά την οικονομική κρίση πολιτικό σύστημα με την αποδομητική των πάντων παρουσία του Συριζα δεν έχει το πολιτικό υπόβαθρο της συνέχειας. Μιας μακράς συνέχειας που χαρακτηρίζει τις κοινωνίες που προώρισται να διαδραματίσουν κάποιον ρόλο ή να μην εξαφανιστούν από το ιστορικό προσκήνιο.

Και η εξωτερική πολιτική των μετά την κρίση κυβερνήσεων δεν έχει αφεθεί σε θεσμούς που έχουν ιστορική μνήμη και, χωρίς διακοπή, παρουσία όπως το Υπουργείο Εξωτερικών.

Η εξωτερική πολιτική της χώρας δεν διαμορφώνεται καν στα κομματικά γραφεία αλλά, ευκαιριακά, στα γραφεία των εκάστοτε υπουργών εξωτερικών. Αλλάζει ο υπουργός, μπορεί να αλλάξει και η εξωτερική πολιτική.

Η εικόνα που παρουσιάζει η χώρα και η δυνατότητά της να διαμορφώσει εξωτερική πολιτική με βάση κάποιες ιστορικές σταθερές δεν εγγυώνται τα πλεονεκτήματα που απολάμβανε σε έναν ευαίσθητο χώρο, την στιγμή που έχει να ανταγωνισθεί σε επιρροή μια Τουρκία που προβάλλει σκληρή ισχύ.

Στην σκληρή ισχύ η Ελλάδα δεν τα καταφέρνει. Στην ήπια θα μπορούσε να τα καταφέρει υπό προϋποθέσεις. Αυτές τις προϋποθέσεις πρέπει να αναζητήσει και να ικανοποιήσει για να πετύχει μια ισορροπία μεταξύ των παραδοσιακά καλών σχέσεών της με τους Άραβες και των, ενδεχομένως, στρατηγικών σχέσεών της με το Ισραήλ.

Μακεδονία

ΓΙΑΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΕΊ Η ΔΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ.-ΤΙ ΕΔΕΙΞΕ Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΡΙΣΗ
Η αποκαλούμενη Δύση θα έχει συνειδητοποιήσει, καθώς αντιμετωπίζει την κρίση στη Μέση Ανατολή, πως η Κύπρος είναι πολύτιμη συνεργάτης της αυτές τις κρίσιμες ώρες.
Και αν η βλακώδης κίνηση του υπερεκτιμημένου Κίσιγκερ, ΤΟ 1974, εξαφάνιζε ολοσχερώς τον ελληνισμό απο το νησί σήμερα η Ουάσιγκτον θα ήταν υπόδουλη της Άγκυρας.
Το νησί και ο ελληνισμός απαιτούν απο τη δύση να δώσει μια αξιοπρεπή λύση. Όχι αυτό το μόρφωμα της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Αν είχε περάσει το Σχέδιο Ανάν σήμερα οι τουρκοκύπριοι θα διαμόρφωναν την θέση τους αναλόγως της βούλησης της Άγκυρας. Και η Κύπρος δεν θα μπορούσε να βοηθήσει την δυτική προσπάθεια.
Στο νησί πρέπει να δοθεί μια λύση που θα διαμορφώνει ένα ενιαίο κυρίαρχο κράτος βασισμένο στην αρχή της πλειοψηφίας.
Αν δεν θέλουν οι δυτικές δυνάμεις να εκλείψουν απο την περιοχή.
Γιατί η έκλειψη του ελληνισμού θα σημάνει την έκλειψη της δύσης.
ΥΓ: σε μια τέτοια λύση, οι Βρετανοί να παραδώσουν τις βάσεις στο κυπριακό κράτος.