Τα κίνητρα της τουρκικής συμπεριφοράς

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ* 

Η πρωτοφανής πρόκληση που δημιουργεί για την Ελλάδα η συμφωνία Τουρκίας – Σαράζ, έχει οδηγήσει σε μια εκ νέου προσπάθεια ερμηνείας των τουρκικών κινήτρων από τρεις διαφορετικές προσεγγίσεις.

Η πρώτη προσέγγιση είναι η «οικονομικο-κεντρική» και αποδίδει στις τουρκικές κινήσεις την επιδίωξη απόκτησης πρόσβασης σε υδρογονάνθρακες. Η απλουστευτική της διατύπωση θα μπορούσε να συνοψιστεί με το επιχείρημα ότι «όλοι οι πόλεμοι γίνονται για το πετρέλαιο» και άρα ένας διαμοιρασμός του θα απέτρεπε μια σύγκρουση. Η συζήτηση δε, με τον τρόπο που κατά περίπτωση γίνεται στη Ελλάδα γύρω από τους υδρογονάνθρακες εξάπτει τη φαντασία περί ύπαρξης δισ. βαρελιών πετρελαίου που θα εξάλειφαν το δημόσιο χρέος σχεδόν εν μια νυκτί. Είναι λοιπόν λογικό η Τουρκία να επιδιώκει μερίδιο του ενεργειακού αυτού «θησαυρού».

Συνεπώς, εάν μέσω διμερών διαπραγματεύσεων της δώσουμε ένα κομμάτι, τότε θα μας αφήσει ήσυχους. Το Καζάν-Καζάν φαντάζει για τους υποστηρικτές αυτής της προσέγγισης ως μια συζητήσιμη διέξοδος. Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή δεν ευσταθεί για δύο βασικούς λόγους:

α) Εάν παραδεχθείς υπό την απειλή βίας να μοιραστείς με αυτόν που σε απειλεί κάτι που δεν του ανήκει, γιατί αυτός να σεβαστεί το «καζάν» που εν τη «μεγαλοψυχία» του σου επέτρεψε να κρατήσεις; Θα χρησιμοποιήσει τον ίδιο εκβιασμό, σε μια χρονική συγκυρία που εκείνος θα επιλέξει, για να σου πάρει και το δικό σου 50%, αυτό που δεν του παραχώρησες αρχικά.
Θα σε κρατήσει με την ψευδαίσθηση ενός βιώσιμου συμβιβασμού που σου διασφαλίζει ενδεχομένως την ησυχία σου για λίγα χρόνια, αλλά στο τέλος το μόνο που θα σου αφήσει θα είναι η αναξιοπρέπεια εκείνου που αυτοκτονεί με το δικό του όπλο επειδή τον απειλούν ότι θα τον σκοτώσουν. Κάπως έτσι θα αισθάνονταν οι Τσεχοσλοβάκοι ένα χρόνο μετά την αποδοχή της Συμφωνίας του Μονάχου με τον Χίτλερ το 1938.

β) Η διαγραφόμενη από τις τουρκικές διεκδικήσεις περιοχή επί της ελλαδικής υφαλοκρηπίδας μεταξύ Μεγίστης -Ρόδου – Ξερόκαμπου Λασιθίου, είναι η πλέον ανεξερεύνητη από άποψη σεισμογραφικών ερευνών περιοχή της Ευρώπης. Δεν έχει υπάρξει πουθενά καμία εξερευνητική γεώτρηση και αυτό είναι πολύ λογικό γιατί δεν έχουν συγκεντρωθεί σύγχρονα σεισμογραφικά δεδομένα εδώ και πολλές δεκαετίες, γιατί κανείς δεν θεωρούσε την εν λόγω περιοχή άξια ενδιαφέροντος.
Κανείς δεν συνωμοτεί για να κρύψει κάτι, γιατί κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να εμπεριέχει αυτή η περιοχή από άποψη κοιτασμάτων. Συνεπώς, δεν μπορεί να αποδίδονται στην τουρκική επιθετικότητα κίνητρα ενεργειακού χαρακτήρα όταν ο διακυβευόμενος «πλούτος» είναι άγνωστος.

Η δεύτερη προσέγγιση είναι η «δίκαιο-κεντρική» που ενίοτε αντιμετωπίζει την τουρκική επιθετικότητα ως προσομοίωση δικαστηρίου. Το διεθνές δίκαιο είναι ο θεμέλιος λίθος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Ωστόσο, εάν δεν έχουμε την αποτρεπτική ισχύ για να το προασπίσουμε, δεν πρόκειται να προστατευθούμε από την αυτόματη επίκλησή του, γιατί πολύ απλά το διεθνές δίκαιο δεν επιβάλλεται αυτοδικαίως.

Το ότι το μνημόνιο Τουρκίας – Σαράζ είναι άκυρο, παράνομο και παράλογο δεν σημαίνει ότι δεν ενέχει τον κίνδυνο δημιουργίας πολιτικών τετελεσμένων. Αυτά θα τα αποτρέψουμε όχι μόνο μέσω των νομικών μας επιχειρημάτων, αλλά πρωτίστως μέσω της αεροναυτικής αποτρεπτικής μας ισχύος που θα καταστήσει πολύ πιο αποτελεσματικά και τα νομικά μας επιχειρήματα. Οι ισχυρές δε συμμαχίες πολλαπλασιάζουν αλλά δεν υποκαθιστούν κανέναν από τους δύο προαναφερθέντες συντελεστές εθνικής ισχύος και εδώ το κλειδί για την επίλυση της υπόθεσης θα είναι η στάση Γαλλίας, Αιγύπτου και Ισραήλ.

Η «δικαιο-κεντρική» προσέγγιση προάγει την άμεση προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης μέσω συνυποσχετικού και την επανέναρξη των διερευνητικών επαφών για την επίτευξη αυτού του συνυποσχετικού. Ωστόσο, δεν απαντά πειστικά σε μία σειρά από ερωτήματα που καθιστούν αυτήν την επιλογή μεσοπρόθεσμα ανέφικτη, όπως:

– Γιατί η Τουρκία να συναινέσει σε ένα συνυποσχετικό προσφυγής το οποίο και αρνείται πεισματικά να υπογράψει από το 1976, ιδιαίτερα όταν η ισορροπία δυνάμεων είναι τώρα σαφώς ευμενέστερη για την ίδια συγκριτικά με το 1976 ή το 1987;
– Γιατί εδώ και 20 σχεδόν χρόνια οι διερευνητικές επαφές, που αποτελούσαν προσομοίωση διαπραγματεύσεων, δεν οδήγησαν σε συνυποσχετικό και θα οδηγήσουν τώρα;
– Θα προσφύγουμε σε μία λύση-πακέτο και για το Αιγαίο και για τη ΝΑ Μεσόγειο ή θα ζητήσουμε να επιδικαστεί η διαφορά μας με την Τουρκία στη ΝΑ Μεσόγειο, όπου δεν έχουμε ωστόσο ορίσει ακόμη τα εξωτερικά όρια της ελλαδικής υφαλοκρηπίδας, την αφετηρία δηλαδή της διαπραγματευτικής μας γραμμής, όπως έχουμε κάνει στο Ιόνιο και στο Λιβυκό από το 2011;
– Με ποιο ακριβώς εύρος χωρικών υδάτων θα προσφύγουμε στη Χάγη; Μήπως για να δελεάσουμε την Τουρκία στη λογική μιας κοινής προσφυγής θα αποδεχθούμε, όπως έκανε η κυβέρνηση Σημίτη την περίοδο 2002-2004, ότι η Ελλάδα θα έχει σε ορισμένα σημεία του Αιγαίου χωρικά ύδατα ακόμη και κάτω από τα σημερινά 6 ν.μ.;
– Μήπως η Τουρκία εκλάβει την πρόθεση μιας άμεσης διαπραγμάτευσης ως εκδήλωση αδυναμίας και προχωρήσει στην πρακτική εφαρμογή του μνημονίου Σαράζ, στέλνοντας σεισμογραφικά σκάφη στη διεκδικούμενη περιοχή;

Η τρίτη προσέγγιση, αυτή του θουκυδίδειου ρεαλισμού, εκλαμβάνει την τουρκική επιθετικότητα ως απόρροια ανισορροπίας στον διμερή καταμερισμό ισχύος. Ο Θουκυδίδης παρακολουθώντας τις κινήσεις του κ. Ερντογάν δεν θα μας πρότεινε να προσφύγουμε άμεσα στη Χάγη.

Θα μας υπογράμμιζε ότι η Λιβύη κείται μακράν για τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και ότι η Τουρκία όχι μόνο δεν διαθέτει απάντηση στα ελληνικά Mirage, αλλά διαθέτει τον ίδιο τύπο F-16 με σαφώς κατώτερα πληρώματα μετά τις μαζικές εκκαθαρίσεις που ακολούθησαν του πραξικοπήματος του 2016.

Θα μας υπενθύμιζε ότι η Ελλάδα διαθέτει ανώτερο στόλο υποβρυχίων από αυτόν της Τουρκίας και ότι στο θέατρο της ΝΑ Μεσόγειο έχει αυτή σαφή τακτικά πλεονεκτήματα λόγω της εγγύτητας των ελληνικών αγκυροβολίων.

Θα μας συμβούλευε να συγκροτήσουμε κοινό μέτωπο με την Αίγυπτο, τη Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ και την πλειονότητα των κρατών του Αραβικού Συνδέσμου, αποσκοπώντας στη δυνητική αναγνώριση μιας μελλοντικής κυβέρνησης υπό ή με τον στρατηγό Χαφτάρ και να συνομολογήσουμε με αυτή συμφωνία ΑΟΖ.

Θα μας πρότεινε, τέλος, να εμβαθύνουμε τις στρατιωτικές και να εντατικοποιήσουμε τις ενεργειακές παραμέτρους των συνεργασιών μας με την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ, οριοθετώντας τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας μας στη ΝΑ Μεσόγειο έως το σημείο που ξεκινά η αντίστοιχη κυπριακή οριοθέτηση και μετά –αφού ορίσουμε ΑΟΖ με την Αίγυπτο– να προσφύγουμε στη Χάγη προσκαλώντας την Τουρκία να πράξει το ίδιο.

* Ο δρ Θεόδωρος Τσακίρης είναι αν. καθηγητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. 

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,800ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα