ΓΑΒΡΙΗΛ ΧΑΡΙΤΟΣ

Σουδάν: Η διακυβέρνηση Μπάιντεν δεν βιάστηκε να αποδεχθεί τα τετελεσμένα των διπλωματικών κινήσεων επί προεδρίας Τραμπ στη Μέση Ανατολή. Αυτό τουλάχιστον προέκυπτε από τις ανακοινώσεις του Στέητ Ντηπάρτμεντ, αφότου ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ ανέλαβε καθήκοντα, στις οποίες οι λεγόμενες ‘Συμφωνίες του Αβραάμ’ αναφέρονταν ως ‘συμφωνίες εξομάλυνσης των διπλωματικών σχέσεων του Ισραήλ με ορισμένες αραβικές χώρες’, σε μία προσπάθεια να αποφορτισθεί όσο ήταν δυνατόν η θριαμβευτική -σχεδόν μεσσιανικού τύπου- επικοινωνιακή εικόνα, που καλλιεργούσε το περιβάλλον του Ντόναλντ Τραμπ

Η απόσταση που διατήρησε ως προς τις συγκεκριμένες συμφωνίες η νέα ηγεσία της αμερικανικής διπλωματίας προβλημάτισε όχι μόνο το Ισραήλ, αλλά και τις αραβικές χώρες που προχώρησαν σε αυτό το τολμηρό βήμα. Ίσως να ακούγεται υπερβολικό να δοθεί ιδιαίτερη σημασία σε μία τόσο μικρή μεταβολή στη διατύπωση των ανακοινώσεων του Στέητ Ντηπάρτμεντ.

Όταν όμως ο Λευκός Οίκος απαιτεί ολοένα και περισσότερο από το Ισραήλ να μεταβάλει τη στάση του έναντι της Παλαιστινιακή Αρχής και της Χαμάς, όταν υπενθυμίζει όλο και πιο συχνά την προσήλωσή του στην αρχή ‘δύο έθνη-δύο κράτη’ ως βάση λύσης του Παλαιστινιακού και δηλώνει ότι προτίθεται να λειτουργήσει στην Ιερουσαλήμ νέο προξενείο με περιοχή ευθύνης την παλαιστινιακή Δυτική Όχθη – τότε πράγματι, κάθε ανεπαίσθητη λεκτική μεταβολή, σημαίνει πολλά περισσότερα.

Έπρεπε να συμπέσει η περιπετειώδης αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν με την πρώτη επίσημη επίσκεψη του ισραηλινού πρωθυπουργού, Ναφτάλι Μπένετ, στον Λευκό Οίκο, στα τέλη Αυγούστου 2021, για να θυμηθεί το Στέητ Ντηπάρτμεντ την αρχική ονομασία των ‘Συμφωνιών του Αβραάμ’. Δεν θα ήταν υπερβολικό να ειπωθεί ότι αυτή η, λεκτική έστω, αποκατάσταση της νέας μεσανατολικής πραγματικότητας στις επίσημες ανακοινώσεις της αμερικανικής διπλωματίας, ήταν και το μοναδικό απτό επίτευγμα της πρώτης αμήχανης παρουσίας του νέου ισραηλινού πρωθυπουργού στο Οβάλ Γραφείο – η οποία ολοκληρώθηκε μετ’ εμποδίων, ενόσω οι Ταλιμπάν εκδήλωναν την ισχύ τους έναντι των ΗΠΑ.

Χωρίς περιττές δημόσιες διαπιστώσεις, η νέα αμερικανική διακυβέρνηση των Δημοκρατικών συνειδητοποίησε τελικά ότι, εάν σε κάτι θα πρέπει να εναποθέτει τις ελπίδες της για την θέση των ΗΠΑ στη σημερινή Μέση Ανατολή, είναι το απρόσμενο consensus που επετεύχθη μεταξύ του Ισραήλ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, του Μπαχρέιν, του Μαρόκου και του Σουδάν – ένα συμπέρασμα που τόσο το Ισραήλ, όσο και οι μετριοπαθείς Άραβες ηγέτες, προσπαθούσαν επίμονα να τονίσουν στο περιβάλλον του Τζο Μπάιντεν, από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της χώρας.

Τελικά, το χάος που άφησε πίσω της η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, στάθηκε αφορμή να αναδειχθεί πόσο σημαντικές είναι τελικά οι ‘Συμφωνίες του Αβραάμ’. Αυτή ήταν η κεντρική ιδέα, όσων είπε ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, σε πανηγυρική τηλεδιάσκεψη που πραγματοποιήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2021, στην οποία συμμετείχαν οι ομόλογοί του των χωρών που τις υπέγραψαν: Του Ισραήλ, των ΗΑΕ, του Μπαχρέιν και του Μαρόκου. Ωστόσο, από τις αραβικές χώρες που εξομάλυναν τις διπλωματικές τους σχέσεις με το Ισραήλ, έλαμψε δια της απουσίας του το Σουδάν. Όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, η απουσία αυτή δεν ήταν τυχαία.

Μόλις τέσσερεις ημέρες αργότερα, το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου 2021, εκδηλώθηκε απόπειρα πραξικοπήματος στην αφρικανική αυτή χώρα, δίνοντας το στίγμα ότι οι ‘Συμφωνίες του Αβραάμ’ δεν συσπειρώνουν μόνο χειροκροτητές. Δημιουργούν πολώσεις, αντεγκλήσεις και αντιδράσεις.

Το Σουδάν είναι ο αναμενόμενος αδύναμος κρίκος των ‘Συμφωνιών του Αβραάμ. Η χώρα δεν έχει ακόμα συνέλθει από τον μακροχρόνιο εμφύλιο, που επέφερε τον ακρωτηριασμό της έκτασής του, όταν τον Ιούλιο του 2011 το χριστιανικό Νότιο Σουδάν ανεξαρτητοποιήθηκε. Η σουδανική εξωτερική πολιτική δεν έχει βρει τον βηματισμό της, μετά την απότομη μεταστροφή της στάσης της έναντι του Ιράν και με την πρόσδεσή της στο άρμα της Σαουδικής Αραβίας, με αφορμή την εμπλοκή της δεύτερης στον εμφύλιο της γειτονικής Υεμένης, τον Μάρτιο του 2015. Τέλος, οι προωθημένες θέσεις που εξέφρασε η τωρινή ηγεσία του Σουδάν ως προς το παραδοσιακό παναραβικό αφήγημα της αραβοϊσραηλινής διένεξης και μία σειρά από παρασκηνιακές κινήσεις που οδήγησαν στην επισημοποίηση των διπλωματικών σχέσεων με το Ισραήλ, ήταν φυσιολογικό να προκαλέσουν την αντίδραση των Αδελφών Μουσουλμάνων, οι οποίοι, κατά τρόπο κεκαλυμμένο μέχρι πρότινος, τελούν υπό διωγμό.

Αναμφίβολα, οι ‘Συμφωνίες του Αβραάμ’ τερμάτισαν μία μακρά περίοδο διπλωματικής απομόνωσης του Σουδάν εκ μέρους της Δύσης και οι πόρτες των μεγάλων πιστωτικών ιδρυμάτων άνοιξαν διάπλατα για την πολύπαθη τοπική οικονομία.  Ωστόσο, είναι σαφές ότι η κυβέρνηση του Χαρτούμ θα δυσκολευτεί να απεμπλακεί από το παλιό μουσουλμανικό-επαναστατικό αφήγημα της εξωτερικής της πολιτικής. Απόδειξη: Στις 23 Σεπτεμβρίου, δύο μόλις μέρες μετά το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα, η σουδανική κυβέρνηση αποφάσισε να δημεύσει κάθε περιουσιακό στοιχείο της παλαιστινιακής οργάνωσης Χαμάς, συνολικής αξίας 1,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στο στόχαστρο του σουδανικού Δημοσίου τέθηκαν τουλάχιστον δώδεκα ιδιωτικές εταιρείες, υπό την ιδιοκτησία των οποίων βρίσκονται αστικά ακίνητα, ένα ξενοδοχείο πολυτελείας στο κέντρο της πρωτεύουσας, αγροτικά κτήματα συνολικής έκτασης άνω του ενός εκατομμυρίου εκταρίων, ένας τηλεοπτικός σταθμός και μία αλυσίδα ανταλλακτηρίων συναλλάγματος.

Χωρίς να αναφέρεται ρητά ότι η απόφαση αυτή σχετίζεται με την πρόσφατη απόπειρα πραξικοπήματος, είναι σαφές ότι η σουδανική κυβέρνηση δηλώνει εμπράκτως ότι παύει να εξυπηρετεί οικονομικά το παγκόσμιο κίνημα των Αδελφών Μουσουλμάνων – και εν προκειμένω, την οργάνωση Χαμάς, προκειμένου να αποπληρώνει τα χρέη της προς το Ιράν για την απόκτηση στρατιωτικού εξοπλισμού.

Η απάντηση της Χαμάς δεν άργησε να έρθει. Με επίσημη ανακοίνωσή της στις 25 Σεπτεμβρίου 2021, υποστήριξε ότι «δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά με τις σουδανικές Αρχές» και ότι τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία που τελούν υπό εθνικοποίηση «ανήκουν σε Παλαιστινίους επιχειρηματίες, που επί χρόνια δραστηριοποιούνται στο Σουδάν και δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με την οργάνωση, ούτε είναι μέλη της». Παρ’ όλα αυτά, και παρά τον ισχυρισμό της Χαμάς ότι δεν υφίσταται κανένα πρόβλημα στις σχέσεις της με την σουδανική κυβέρνηση, πηγές που πρόσκεινται σε αυτήν αναφέρουν, ότι το τελευταίο επτάμηνο έχουν συλληφθεί ή τελούν υπό παρακολούθηση στο Σουδάν μία πλειάδα Παλαιστινίων επιχειρηματιών, ακαδημαϊκών ερευνητών και φοιτητών, που κατάγονται από τη Γάζα και είναι εγκατεστημένοι στο Σουδάν εδώ και χρόνια, προερχόμενοι κυρίως από τη Συρία και τον Λίβανο.

Από την άλλη, η απόφαση της σουδανικής κυβέρνησης να δείξει πόσο διατεθειμένη είναι να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, που επιβάλουν οι ‘Συμφωνίες του Αβραάμ’, πυροδότησε και μία πρόσθετη απρόσμενη αντίδραση εκ μέρους της Παλαιστινιακής Αρχής. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το γεγονός ότι, μόλις έγινε γνωστή η εθνικοποίηση περιουσιακών στοιχείων της Χαμάς στο Σουδάν, ο επικεφαλής της επιτροπής υποθέσεων προστασίας του πολίτη της Παλαιστινιακής Αρχής και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Φάταχ, Χουσέιν αλ-Σέχ, με ανάρτησή του στο twitter στις 25/9 ζήτησε από την κυβέρνηση «της αδελφής αραβικής χώρας, που ανέκαθεν στήριζε τον λαό και την κυβέρνηση της Παλαιστίνης, να αποδώσει στην Παλαιστινιακή Αρχή τα παλαιστινιακά περιουσιακά στοιχεία, που αποφάσισε να δημεύσει». Και η συνέχεια προβλέπεται ενδιαφέρουσα.

Αυτή τη στιγμή, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πώς ακριβώς θα εξελιχθεί η συγκεκριμένη υπόθεση και πόσες άλλες παράπλευρες πτυχές θα αποκαλύψει. Δεν αποκλείεται να καταδειχθεί ο τρόπος με τον οποίον χρηματοδοτείται η Χαμάς και ποιος ο ρόλος του Ιράν, του Κατάρ, ή ακόμα και της Τουρκίας – όπου η οργάνωση διατηρεί γραφείο συμφερόντων στην Κωνσταντινούπολη, με πολυπληθές προσωπικό.

Οι εσωτερικές εξελίξεις που σημειώνονται στο Σουδάν συνδέονται με την μακρά και επίπονη διαδικασία μεταστροφής της εξωτερικής του πολιτικής – με την εξομάλυνση των διπλωματικών του σχέσεων με το Ισραήλ να επισφραγίζει την αποφασιστική μεταβολή του διεθνούς του προσανατολισμού. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η πρόσφατη αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος και η δήμευση των περιουσιακών στοιχείων που εξυπηρετούν τα ταμεία της οργάνωσης Χαμάς, συνδέονται με την υπογραφή της σουδανοϊσραηλινής ‘Συμφωνίας του Αβραάμ’.

Από την άλλη όμως, οι ποικίλες εσωτερικές περιπέτειες που αντιμετωπίζει το Σουδάν αυτήν την περίοδο, εξηγούν γιατί οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ δεν απαιτούν περαιτέρω φιλοδυτικές κινήσεις. Εάν το Σουδάν αποφασίσει να ανοίξει την δική του πρεσβεία στο Τελ Αβίβ – ακολουθώντας το παράδειγμα των ΗΑΕ και του Μαρόκου – ή εάν εκδηλώσει την παραμικρή στήριξη προς το ρόλο της Σαουδικής Αραβίας στον εμφύλιο της Υεμένης – κάτι που πράττει το Μπαχρέιν επανειλημμένα τον τελευταίο ενάμισι χρόνο –, τότε θα είναι πολύ πιθανό να εκδηλωθεί ακόμα ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, που θα ανέκοπτε την πορεία της χώρας προς την αγκαλιά της Δύσης.

*Ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος ζει στο Ισραήλ και είναι ερευνητής στο Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν (Ben-Gurion Research Institute). Διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ισραήλ-Ελλάδος-Κύπρου στο ισραηλινό Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν και στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου.

Σουδάν, ο αδύναμος κρίκος των “Συμφωνιών του Αβραάμ”