του Δημητρίου-Μερκουρίου Κόντη*
Διακαής στόχος των τουρκικών κυβερνήσεων από τις αρχές της δεκαετίας του 30 ήταν να επανακτήσουν τον έλεγχο των Στενών, τα οποία μετά την ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο βρίσκονταν υπό καθεστώς διεθνούς επιτήρησης.
Ως αποτέλεσμα στα Στενά θα επιβάλλονταν περιορισμοί ουδετεροποίησης, όπως επίσης και στα τέσσερα νησιά που θεωρήθηκαν ως αναπόσπαστο τμήμα τους: Ίμβρος-Τένεδος, Λήμνος-Σαμοθράκη. Οι αρχικές διπλωματικές προσπάθειες της Τουρκίας του 1933 είχαν αποτύχει καθώς οι Βρετανοί και οι Γάλλοι δεν επιθυμούσαν την αλλαγή του status quo, που είχε τεθεί σε ισχύ από το 1923 με την υπογραφή της Σύμβασης της Λωζάννης.
Το 1936 η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη προσέφερε μια μοναδική ευκαιρία στην Τουρκία για να διεκδικήσει την αναθεώρηση της Σύμβασης της Λωζάννης. Ως γνωστον, ο Αδόλφος Χίτλερ είχε εκλεγεί από τον γερμανικό λαό με κύρια εντολή να αμφισβητήσει τους ατιμωτικούς για την Γερμανία όρους της Συνθήκης των Βερσαλλιών του 1919. Τον Οκτώβριο του 1933, περίπου εννέα μήνες μετά τον διορισμό του ως καγκελαρίου της Γερμανίας, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την αποχώρησή της από την Κοινωνία των Εθνών. Τον Μάρτιο του 1935 ο Χίτλερ επανέφερε την στρατιωτική θητεία στην Γερμανία και προχώρησε στην επαναστρατιωτικοποίηση της ζώνης της Ρηνανίας. Οι κυβερνήσεις της Μεγάλης Βρετανίας και Γαλλίας στα πλαίσια της πολιτικής του κατευνασμού ουσιαστικά δεν θα αντιδράσουν. Οι Τούρκοι θεώρησαν πως εφόσον ο Χίτλερ κατήργησε μονομερώς τους περιορισμούς αποστρατιωτικοποίησης και αφοπλισμού του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, δικαιούνταν και αυτοί να πράξουν το ίδιο για τα Στενά.
Οι Βρετανοί δεν επιθυμούσαν μια αλλαγή του καθεστώτος των Στενών εκτός των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και προτίμησαν η άρση των περιορισμών να γίνει στα πλαίσια μιας νέας συμφωνίας. Ως αποτέλεσμα το 1936 θα οδηγούμασταν στην γνωστή μας Σύμβαση του Μοντρέ, με την οποία τα Στενά έγιναν και πάλι «τουρκικά.»
Λιγότερο γνωστός είναι ο ρόλος της Ελλάδας και η βοήθεια που παρείχαν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις στους Τούρκους, όπως αποκαλύπτεται στην διδακτορική διατριβή του κ. Δημήτρη Τσάμου[1], ο οποίος χαρακτηριστικά αναφέρει στα συμπεράσματά του ότι «ύστερα από την επαναφορά της στρατιωτικής θητείας στη Γερμανία τον Μάρτιο του 1935, η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να ενημερώσει τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ότι,
αν η Τουρκία προέβαινε σε μια ενδεχόμενη αποκήρυξη των διατάξεων που αφορούσαν τα Στενά, η Ελλάδα δεν θα εξέφραζε αντιρρήσεις, ακόμη και αν οι Μεγάλες Δυνάμεις καταδίκαζαν αυτή την ενέργεια, λόγω των ιδιαίτερων δεσμών που τη συνέδεαν με την Άγκυρα.»
Από τα διπλωματικά έγγραφα του υπουργείου των Εξωτερικών που δημοσιεύει ο κ. Τσάμος διαφαίνεται πως κατά την Συνδιάσκεψη του Μοντρέ, η ελληνική αποστολή δεν είχε ιδιαίτερη συμμετοχή στις συζητήσεις, παρόλη την εξαιρετική σημασία του ζητήματος των Στενών για την Ελλάδα. Καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε ο τότε πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, που εκτελούσε επίσης χρέη υπουργού των Εξωτερικών, καθώς είχε λάβει την υπόσχεση από τον τούρκο ομόλογό του Ρουστού Αράς ότι
η Τουρκία θα συναινέσει στην επαναστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης, αν η Ελλάδα δεν έφερνε αντιρρήσεις για την επαναστρατιωτικοποίηση της Ίμβρου και της Τενέδου.
Για να δελεάσει ακόμα περισσότερο τον Μεταξά, ο Αράς θα έδινε και κάποιες αόριστες υποσχέσεις ότι η Τουρκία θα δεχόταν να συζητήσει στο μέλλον το καθεστώς του άρθρου 13 της Λωζάννης αναφορικά με τους περιορισμούς στα οχυρωματικά έργα για τη Χίο και την Μυτιλήνη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Ελευθέριος Βενιζέλος στην Λωζάννη το 1922, στην Ίμβρο ζούσαν 9.207 Έλληνες και κανένας Τούρκος, ενώ στην Τένεδο 5.420 Έλληνες και 1.200 Μουσουλμάνοι. Παρόλο που αρχικά η πρόθεση του βρετανού υπουργού των Εξωτερικών Λόρδου Κέρζον ήταν τα δύο αυτά νησιά να περιέλθουν στην Ελλάδα, λόγω του ελληνικού τους πληθυσμού και χαρακτήρα, τελικά στην Συνδιάσκεψη της Λωζάννης αποφασίστηκε η απόδοσή τους στην Τουρκία. Σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η στάση της τουρκικής αντιπροσωπίας, η οποία επικαλέστηκε τα συμφωνηθέντα του Λονδίνου του 1913, όπου η Ευρωπαϊκή Συμφωνία είχε αποδώσει τα δύο αυτά νησιά στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Για την προστασία του ελληνικού πληθυσμού της Ίμβρου και της Τενέδου, το άρθρο 14 της Λωζάννης προέβλεπε ένα καθεστώς τοπικής αυτονομίας και αυτοδιοίκησης. Σημαντικότερο όλων ήταν ότι
«η διατήρηση της τάξης, θα διασφαλίζεται από αστυνομική δύναμη τα μέλη της οποίας θα προσλαμβάνονται μεταξύ του τοπικού πληθυσμού από την προαναφερθείσα τοπική διοίκηση και θα τίθενται κάτω από τις διαταγές της.»
Το παραπάνω, σε συνδυασμό με την ουδετεροποίηση των νησιών και το διεθνές καθεστώς των Στενών είχαν αποκλείσει το ενδεχόμενο παρουσίας τουρκικού στρατού στα δύο αυτά νησιά, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταπίεση του γηγενούς ελληνικού στοιχείου. Δηλαδή στην Ίμβρο, μια κατ’ουσίαν «ελληνική χωροφυλακή» θα είχε την αποκλειστική αρμοδιότητα της διατήρησης της τάξης του νησιού, καθώς το νησί είχε αμιγή ελληνικό πληθυσμό. Τέλος, οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου είχαν εξαιρεθεί από την Σύμβαση περί ανταλλαγής των πληθυσμών της Λωζάννης.
Η συμφωνία του Μεταξά με τον Αράς για την επαναστρατιωτικοποίηση των τεσσάρων νησιών των Στενών ήταν μονόπλευρη, καθώς η Ελλάδα του 1936 δεν είχε τη δυνατότητα να αξιοποιήσει την στρατηγική θέση της Λήμνου. Σύμφωνα με απόρρητη μελέτη του Απριλίου του 1936 από το Γ.Ε.Ν. με τίτλο «Απόψεις του Ναυτικού επί ενδεχομένης μεταβολής του καθεστώτος των Στενών», «δεν θα ηδύνατο πλέον η νήσος αύτη [Λήμνος], λόγω γειτνιάσεως προς τα εχθρικά αεροδρόμια, να παράσχη τας πολυτίμους υπηρεσίας ας παρέσχε κατά το 1912 ως κύριον ορμητήριον του Στόλου.» Αναφορικά με τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου του άρθρου 13 [Μυτιλήνη, Χίος, Σάμος, Ικαρία], η πρόταση του Γενικού Επιτελείου ήταν πως «Θα ήτο λίαν δυσχερές να εμφανίσωμεν αίτησιν σχετικήν προς ταύτην, ως αντάλλαγμα της ημετέρας συγκαταθέσεως δια την μεταβολήν του καθεστώτος των Στενών, χωρίς να προκαλέσωμεν ζωηράς υπονοίας εις τους Τούρκους ως προς την φιλικότητα των αισθημάτων μας.» Αφετέρου δε, η συμφωνία Μεταξά-Αράς έθετε σε κίνδυνο τον ελληνισμό της Ίμβρου και της Τενέδου.
Ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπίας στη συνδιάσκεψη του Μοντρέ, Νικόλαος Πολίτης, έθεσε το ζήτημα της Ίμβρου και της Τενέδου στην τουρκική αντιπροσωπία από την πρώτη κιόλας μέρα της Συνδιάσκεψης. Αφού πρώτα διαβεβαίωσε τον Αράς για την αμέριστη συμπαράσταση, που θα πρόσφερε η Ελλάδα στην τουρκική αποστολή κατά τη διάρκεια των εργασιών της συνδιάσκεψης, του ζήτησε να του παράσχει έγγραφη διαβεβαίωση, διαμέσου ανταλλαγής επιστολών, ότι η προβλεπόμενη αντικατάσταση της Σύμβασης των Στενών της Λωζάννης με μια νεότερη, «ουδένα θα είχεν αντίκτυπον επί της περαιτέρω τύχης των ως άνω δύο νήσων.» Ο Πολίτης είχε επισημάνει στον Μεταξά το πρόβλημα, που θα μπορούσε να δημιουργηθεί στο μέλλον καθώς «η προσεχής επανοχύρωσις των Στενών θα ηδύνατο να επεκταθή εις τας νήσους και να δημιουργήση ευκαιρίαν εφαρμογής εις βάρος του πληθυσμού αυτών της περί εκτοπισμού τουρκικής νομοθεσίας ή λήψεως μέτρων εναντίον της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.»
Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί ο Πολίτης προσπάθησε να αποσπάσει μονομερείς εγγυήσεις από τους Τούρκους και δεν έθεσε το ζήτημα στην ολομέλεια της Συνεδρίασης, όπου η Ελλάδα θα μπορούσε να αποβλέψει στη στήριξη των Αγγλογάλλων. Η πολιτική των Βρετανών κατά τη συνδιάσκεψη του Λονδίνου του 1912-13 αλλά και στην Λωζάννη το 1922-23 ήταν πως η παρουσία στρατιωτικών τουρκικών δυνάμεων σε ένα ελληνικό νησί, το οποίο θα παρέμενε στην τουρκική κυριαρχία αλλά θα τελούσε υπό καθεστώς αυτονομίας, ήταν απαράδεκτη. Το πείραμα αυτό είχε επιχειρηθεί κατά τον 19ο αιώνα στη Σάμο και στην Κρήτη με καταστροφικά αποτελέσματα. Ο Λόρδος Κέρζον σε καμία περίπτωση δεν θα συναινούσε σε τουρκική στρατιωτική παρουσία στην Ίμβρο και στην Τένεδο, καθώς αυτή ήταν η βασική και αναγκαία προϋπόθεση, ώστε να αποδεχτεί την παραχώρησή τους στην Τουρκία. Γι’ αυτό άλλωστε η συμμαχική πρόταση/παραχώρηση περί απόδοσής τους στην Τουρκία έγινε, αφού η τουρκική αντιπροσωπία είχε πρώτα αποδεχτεί το καθεστώς των Στενών σύμφωνα με τις επιθυμίες των Συμμάχων.
Η κυβέρνηση Μεταξά δεν κατανόησε πως το να δοθεί η άδεια να στρατιωτικοποιηθεί η Ίμβρος από τους Τούρκους, στην πράξη θα ακύρωνε τα προνόμια του άρθρου 14 περί αυτοδιοίκησης και γηγενών αστυνομικών δυνάμεων, θα διατάραζε την ισορροπία που όριζε η Λωζάννη και θα καταδίκαζε σε εξαφάνιση τον ελληνικό πληθυσμό του νησιού αυτού, όπως και της Τενέδου. Κατά τον Τσάμο, η ελληνική αντιπροσωπία αποδείχθηκε κατώτερη των περιστάσεων, διότι η Ελλάδα δεν επιθυμούσε να διαταράξει ούτε κατ’ ελάχιστο τους πολιτικούς της δεσμούς με το τουρκικό κράτος.
Ο Αράς αρνήθηκε να παράσχει έγγραφη διαβεβαίωση ότι τα δικαιώματα των ελληνικών μειονοτικών πληθυσμών της Ίμβρου και της Τενέδου θα έμεναν ανεπηρέαστα από την επαναστρατιωτικοποίηση των Στενών, καθώς συνέδεσε το ζήτημα με την ελληνική μειονότητα της Κωνσταντινούπολης. Δήλωσε δε κατηγορηματικά πως θα ήταν ανεπίτρεπτο η Τουρκία να αναγνωρίσει το δικαίωμα στην Ελλάδα να παρεμβαίνει στα εσωτερικά της. Ο Αράς θα περιοριζόταν στο να στείλει μια γενικόλογη επιστολή στον Πολίτη, η οποία αποδείχτηκε άνευ αξίας και σημασίας. Εν τέλει, ο Αράς θα έδινε μια προφορική εγγύηση στον Πολίτη, η οποία και θα ικανοποιούσε την ελληνική πλευρά: «μοι έδωκε δε τον λόγον της τιμής του ότι εν ουδεμιά περιπτώσει θα ελαμβάνοντο εν ταις νήσοις μέτρα εκτοπισμού ή κατασχέσεως περιουσιών.»
Αμέσως μετά από την υπογραφή της Σύμβασης του Μοντρέ, 30.000 άνδρες του τουρκικού στρατού ξεκίνησαν να καταλαμβάνουν τις αποστρατιωτικοποιημένες ζώνες των Δαρδανελίων και του Βοσπόρου ενώ τμήμα του στρατού αποβιβάστηκε στην Ίμβρο και στην Τένεδο. Στις 26 Αυγούστου του 1936, το τουρκικό υπουργικό συμβούλιο αποφάσισε να ανακηρύξει τα Δαρδανέλια και τον Βόσπορο σε «απαγορευμένες ζώνες δεύτερης κατηγορίας», στις οποίες θα συμπεριλαμβάνονταν επίσης η Ίμβρος και η Τένεδος. Με την συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης, οι Τούρκοι θα επέβαλλαν αυστηρούς περιορισμούς στους κατοίκους των δύο νησιών, ο αφελληνισμός των οποίων θα ήταν προδιαγεγραμμένος και αναπόφευκτος. Ο λόγος της τιμής του Ρουστού Αράς κατέδειξε την σοφία της λατινικής φράσης «Verba volant, scripta manent.» Η Ελλάδα προχώρησε σε διπλωματικές ενέργειες, κατόπιν εορτής, χωρίς φυσικά κανένα αποτέλεσμα, καθώς είχε ήδη αποδεχτεί και υπογράψει τη Σύμβαση του Μοντρέ. Κανείς δεν άσκησε αποτελεσματική κριτική στην κυβέρνηση, καθώς τον Αύγουστο του 1936 ο Μεταξάς θα διέλυε τη Βουλή και θα συνέχιζε να κυβερνά ως δικτάτορας.
Είναι εξαιρετικά ειρωνικό ότι τα επόμενα χρόνια οι Τούρκοι δεν θα αναγνώριζαν τη μονόπλευρη και επαίσχυντη συμφωνία Μεταξά-Αράς. Σήμερα η Λήμνος παραμένει εκτός του Νατοϊκού επιχειρησιακού σχεδιασμού, καθώς η Τουρκία θεωρεί πως παραμένει σε ισχύ το καθεστώς ουδετεροποίησής της σύμφωνα με τα προβλεπόμενα της Λωζάννης. Η Ελλάδα στο Μοντρέ κατοχύρωσε το δικαίωμα της επαναστρατιωτικοποίησης της Λήμνου και της Σαμοθράκης έμμεσα (και όχι ρητά) από τα συμφραζόμενα του προοιμίου της Σύμβασης, ενώ ακόμα και αυτό το ελάχιστο έγινε κατόπιν προσωπικής πρωτοβουλίας του Πολίτη και όχι ως αποτέλεσμα οδηγίας του υπουργείου των Εξωτερικών. Η Ελλάδα έδωσε αυτοβούλως τα πάντα στους Τούρκους, χωρίς να εξασφαλίσει αντίστοιχα τα ελληνικά κεκτημένα και συμφέροντα.
Δύο χρόνια μετά, το 1938, ο Μεταξάς θα υπέγραφε μια ακόμα μονόπλευρη συμφωνία με τους Τούρκους, την οποία η «Καθημερινή» θα παρουσίαζε ως μεγάλη επιτυχία του Μεταξά, αποκαλώντας την «σύμβολο αιώνιας φιλίας, το οποίο σφραγίζει την Τουρκοελληνική Ένωση.» Η κατευναστική πολιτική του Μεταξά θα είχε πλέον καταστήσει την Ελλάδα δορυφόρο της Τουρκίας και τον ίδιο ολετήρα των ελληνικών εθνικών συμφερόντων. Μπορεί ο Βενιζέλος να μην κατάφερε να αποτρέψει την παραχώρηση της Ίμβρου και της Τενέδου στους Τούρκους ούτε το 1913-14 ούτε το 1922-23, αλλά δεν ήταν αυτός που κατέλυσε το ευνοϊκό για την Ελλάδα καθεστώς της Λωζάννης. Υπεύθυνος είναι ο Ιωάννης Μεταξάς.
*Ο Δημήτριος-Μερκούριος Κόντης είναι ιστορικός ερευνητής.
[1] Τσάμος, Δημήτριος. Η Μεγάλη Βρετανία, η Ελλάδα και το ζήτημα των Στενών από τη συνθήκη της Λωζάνης (1923) έως και τη σύμβαση του Μοντρέ (1936). Ρόδος: Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, 2020.
Ο Μεταξάς δεν ασκούσε ανεξάρτητη από το Παλάτι και τους Βρετανούς εξωτερική πολιτική.
Θα πρέπει και αυτό να συμπεριληφθεί στην εκτίμηση των ενεργειών του.
“Μπορεί ο Βενιζέλος να μην κατάφερε να αποτρέψει την παραχώρηση της Ίμβρου και της Τενέδου στους Τούρκους ούτε το 1913-14 ούτε το 1922-23, αλλά δεν ήταν αυτός που κατέλυσε το ευνοϊκό για την Ελλάδα καθεστώς της Λωζάννης. Υπεύθυνος είναι ο Ιωάννης Μεταξάς”
…..
Επί Μεταξά στα πλαίσια της τότε Ελληνοτουρκικής φιλίας με αφορμή τον θάνατο του σφαγέα του Ελληνισμού Κεμάλ Ατατούρκ, είχε προτείνει την μετονομασία τμήματος της οδού Αποστόλου Παύλου σε οδό Κεμάλ Ατατούρκ.
Πηγή “ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ” 12 Νοεμβρίου 1938.
Ελπίζω να γνωρίζετε ότι ο Βενιζέλος πρότεινε τον Κεμάλ για το Νόμπελ Ειρήνης. Τί είναι μπροστά σαυτήν την ύβρη η μετονομασία μιας οδού που τελικά δεν έγινε.
Δεν νομίζετε πως αν συνέχιζαν να συνεργάζονται όπως μέχρι το 1914 δεν θα είχαμε διχασμό και καταστροφές;;;.
Διχασμό έχουμε συνέχεια διότι είναι μόνος τρόπος να είναι στα “πράγματα” οι κοτζαμπάσηδες μέχρι σήμερα
@ Γ. Κοσμάς April 10, 2024 At 10:23 pm
Η οδός Απ. Παύλου στην Θ/νίκη, με απόφαση τού Δημοτικού Συμβουλίου το 1938, μετονομάστηκε σε Κεμάλ Ατατούρκ. Το όνομα αυτό διετήρησε μέχρι τον Σεπτέμβριο τού 1955, οπότε και επανέφεραν το παλαιό, λόγω Σεπτεμβριανών.
Και λοιπόν; Ο Μεταξάς συνέχισε την πολιτική καλής γειτνιάσεως τού Βενιζέλου, διότι δεν είχε να χάσει τίποτε. Αντιθέτως, διεσφάλιζε την ανατολική πλευρά τής χώρας, αφού περίμενε τυχόν πόλεμο από Βορρά ή/και Ανατολή.
Πού είναι ακριβώς η αντίρρησή σου, αν υπάρχει;
Αγαπητέ κύριε Δημήτριε-Μερκούριε Κόντη.
Παρασυρθήκατε -αν εσείς γράψατε το τίτλο του άρθρου ή τον ”δανεισθήκατε” από τον δρ κ. Τσάμο -, με τον οποίον καταδικάσατε τον πανθομολογουμένως μοναδικό στρατηγικό και ταυτοχρόνως πολιτικό νου του 20ου αιώνος Ιωάννη Μεταξά .
Και από την επιστήμη την νομική ,αλλά και την επαγγελματική μου ιδιότητα έμαθα ότι, επιβάλλεται όταν αποφασίζεις να κατηγορήσεις κάποιον να ανατρέχεις στον νόμο ,από τις διατάξεις του οποίου χωρίς συναισθηματισμούς ή άλλες επιρροές και ιδεοληψίες θα ξεκινάς την δίωξη-κατηγορία.
Ανέτρεξα ,λοιπόν , -για να συμφωνήσω με τον τίτλο και το περιεχόμενο του άρθρου- στην Συμφωνία της Λωζάνης και διάβασα .
” Η Συνθήκη της Λωζάνης του 1923 ,
α.-όρισε τα χερσαία σύνορα μας στην περιοχή του Έβρου
β.-όρισε το καθεστώς των νησιών του Βορείου Αιγαίου(αρκούμαι σαυτά γιατί αυτά μας ενδιαφέρουν).
ΑΡΘΡΟ 12 .-…αφορά την κυριαρχία της Ελλάδος επί των νησιών της Ανατολικής Μεσογείου ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΙΜΒΡΟΥ , ΤΕΝΕΔΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΛΑΓΟΥΣΩΝ( ΜΑΥΡΙΩΝ).
ΆΡΘΡΟ 14.-Τα νησιά Ίμβρος και Τένεδος ,που παραμένουν στην Τουρκική κυριαρχία θα απολαύσουν ειδική διοικητική οργάνωση .
ΙΙ.-ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ ΤΩΝ ΣΤΕΝΩΝ.
Ουδετεροποιούνται οι ζώνες και τα νησιά που ορίζονται παρακάτω.
Στο Αιγαίο τα νησιά Σαμοθράκη ,Λήμνος, Ίμβρος ,Τένεδος και οι Λαγούσες (Μαυριές).
Άρθρο 9.- Αν σε περίπτωση πολέμου η Τουρκία και η Ελλάδα κάνουν χρήση του δικαιώματος τους ως εμπολέμων δυνάμεων ΘΑ ΕΧΟΥΝ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΝΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΝΑ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΝ ΤΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ (ουδετεροποιήσεως ) ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΛΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΣΥΜΒΑΣΗ.
ΣΥΝΕΧΙΖΩ . Με αυτά τε δεδομένα του 1923 ο μεν Μεταξάς κατάφερε να ”ξεουδετοροποιήσει” την Σαμοθράκη και την Λήμνο , η δε Τουρκία την Ίμβρο και Τένεδο , την κυριαρχία όμως των οποίων εξασφάλισε από το 1923, με καθεστώς της κάποιας αυτοδιοίκησης ,το οποίο ,αγαπητοί μου, ίσχυσε μέχρι το καλοκαίρι του 1964, όταν λόγω της έξαρσης πολεμικών επιχειρήσεων στην Κύπρο ,άρχισαν οι διώξεις των Ρωμιών και από Ίμβρο και Τένεδο, τους οποίους υποδεχόμαστε κατά εκατοντάδες στην Αλεξανδρούπολη μέχρι το 1971
Οι νέοι μάλιστα -δημιούργησα φίλους- , εγκατέλειπαν τα νησιά για να μη στρατευθούν στον τουρκικό στρατό και σταλούν ”στα βάθη της Ασίας” για εξόντωση.
Ο Ίμβριος Οικουμενικός Πατριάρχης μας ,γεννηθείς το 1939 γεννήθηκε και μεγάλωσε εκεί .
ΥΓ. Κύριε Κόντη ,μη κήδεστε του κ. Τσάμου .
Να επανέλθετε – σφάλλω ,δεν σφάλλω–για να αποκατασταθεί αρχικά η ιστορική αλήθεια ,αλλά και για να μειωθούν και οι ”κατάρες” κατά του Μεταξά ,-τις οποίες έχουν γενικώς μερικοί και εύκολες- και για να στηρίξουν τον τραγικό πολιτικό Ελευθέριοι Βενιζέλο ,που υπέγραψε και τη Συμφωνία των Σεβρών και τη Συμφωνία της Λωζάνης .
ΚΑΛΗΝΥΧΤΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ .
Κύριε Σ.Α.Ν. θα σας παραθέσω την άποψη του Έλληνα πρεσβευτή στην Άγκυρα Ραφαήλ Ραφαήλ, πάλι από το διδακτορικό του κ. Τσάμου, το οποίο μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεαν από εδώ:
https://phdtheses.ekt.gr/eadd/handle/10442/47086
“Ο Ραφαήλ υπογράμμιζε ότι, αν η Τουρκία ήταν κράτος δικαίου που εφάρμοζε πιστά έναντι πάντων τις νομοθετικές διατάξεις, οι ομογενείς πληθυσμοί της Ίμβρου και της Τενέδου δεν θα επηρεάζονταν από την υπαγωγή τους εντός της απαγορευμένης ζώνης. Ωστόσο, έχοντας γνώση της στάσης των τουρκικών αρχών έναντι της ελληνικής μειονότητας, ο Ραφαήλ δεν απέκρυπτε την ανησυχία του ότι η νέα αυτή κατάσταση θα δημιουργούσε πρόσθετες δυσχέρειες στον ελληνικό πληθυσμό των δύο νησιών και τόνιζε την ανάγκη να δοθούν άμεσα σχετικές οδηγίες «[…] προς αποφυγήν πάσης κακής των περιοριστικών διατάξεων εφαρμογής.»
Όμως τα μέτρα εναντίον της ελληνικής μειονότητας των δύο νησιών επιτάθηκαν και στην εκπαίδευση με την υποχρεωτική διδασκαλία όλων των μαθημάτων στην τουρκική γλώσσα, πλην των ελληνικών. Ο Ραφαήλ συζήτησε το θέμα με τον Αράς και του δήλωσε ότι «[…] η Ελληνική Κυβέρνησις […] αισθάνεται βαθείαν λύπην δια το εν Τενέδω σημειωθέν κρούσμα διώξεως της ελληνικής γλώσσης. […]» και ζήτησε από τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας να εφαρμοστούν κατά τον ευρύτερο δυνατό τρόπο οι περιοριστικές διατάξεις που απέρρεαν από την υπαγωγή της Ίμβρου και της Τενέδου στην απαγορευμένη ζώνη, ώστε να μην αποβαίνει δύσκολη η ζωή των κατοίκων. Ο Αράς αν και υποσχέθηκε αόριστα ότι θα δίνονταν οι σχετικές οδηγίες για την εφαρμογή των περιοριστικών διατάξεων, ουσιαστικά υποβάθμιζε τη σημασία του προβλήματος.”
Οπότε η ζωή των ομογενών μας στην Ίμβρο και στην Τένεδο έγινε ξαφνικά κόλαση μέσα σε λίγες μέρες, γιατί όπως το έθεσε ο πρέσβης Ραφαήλ, η Τουρκία δεν ήταν κράτος δικαίου… Η συμφωνία Μεταξά-Αράς δεν ήταν συμφέρουσα για μας, αφού η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη να αξιοποιήσει άμεσα την Λήμνο και την Σαμοθράκη. Χαρακτηριστικά, ενημερώσαμε τους Αγγλογάλλους πως επαναστρατιωτικοποιήσαμε τα νησιά αυτά 6 μήνες μετά την υπογραφή της Σύμβασης του Μοντρε, μια διπλωματική ενέργεια που μάλλον έγινε για το τυπικό της υπόθεσης.
ΔΚ
Αγαπητέ κύριε Κόντη ,καλημέρα.
Δεν θα έγραφα το σχόλιό μου αν δεν είχε τεθεί αυτός ο τίτλος του άρθρου για τον Μεταξά .
Η καταφυγή σας στον πρέσβη μας στην Άγκυρα -επί Μεταξά-Ραφαήλ δεν φωτίζει το θέμα.
Οι Ρωμιοί σε Ίμβρο και Τένεδο ,- που γλύτωσαν την ανταλλαγή των πληθυσμών- ”κακοπερνούσαν” στην διαχρονικά βάρβαρη και ανθελληνική Τουρκιά ,αλλά ως το 1964 παρέμεναν στα νησιά και από το 1938 -επί Μεταξά-”στρατιωτικοποιήθηκαν” η Σαμοθράκη και κυρίως η Λήμνος , που είναι και απόρθητο κάστρο Ελλάδος και Δύσης από Βορρά.
Θα γνωρίζετε ότι τώρα η Ίμβρος ξαναγεμίζει με Ρωμιούς και ανοίγουν οι εκκλησιές τους.
Να επιμένουμε ,λοιπόν, ότι ο Μεταξάς καταδίκασε σε αφανισμό τον ελληνισμό της Ίμβρου και της Τενέδου ;;;.
Υ.Γ Διαπιστώσατε πόση ”αγάπη τρέφουν” για τον πρωθυπουργό μας του ΟΧΙ του 1940 -και όχι μόνο-οι γεννημένοι δημοκράτες Έλληνες.
Να είστε καλά.
Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης -ΣΑΝ.
Να υποθέσω ότι οι “Ρωμιοί” που επιστρέφουν στην Ίμβρο θα είναι λόγο των ήρεμων νερών από την “συμφωνία” Μητσοτάκη Ερντογκάν
Ένας ήτο ο μεγάλος Ιωάννης Μεταξάς τα υπόλοιπα είναι ιδεοληψίες
@ ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΙΣ
Κύριε Σαββίδη,
Αρκετά προβλήματα έχει η χώρα μας και αρκετό διχασμό, τον οποίον, αντί να κοιτάξομε να γεφυρώσομε, κάποιοι με τα άρθρα των προσπαθούν, κακοβούλως κατά την γνώμη μου, να αυξήσουν, ανατρέχοντας στον προ αιώνος διχασμό, καλλιεργώντας το διχαστικό κλίμα. Αν έτσι νομίζουν ότι προσφέρουν υπηρεσία στην δόλια Πατρίδα μας, με το κάλυμα τής δήθεν Ιστορίας, εσείς, ως ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΙΣ, πρέπει να το αποτρέψετε.
Σάς ευχαριστώ
”Καλώς τονε και ας άργησε” , παροιμία που σας αφορά, -αγαπητέ κύριε Επισκέπτη-γιατί αν διαβάσετε ΟΛΑ τα σχόλια σας και ιδίως τις απαντήσεις σας – προς εμένα-ήταν διχαστικές με υβριστικές ατάκες συνεχώς.
Τι την θέλατε την ανιστόρητη και καταδικαστική φράση ”το ευνοϊκό για την Ελλάδα καθεστώς της Λωζάνης κατέλυσε ο Ιωάννης Μεταξάς”.
Σαράντα χρόνια τώρα από τότε που ”η Ελλάς κατέστη ένα απέραντο φρενοκομείο” σχεδόν όλοι οι ”αριστεροπροοδευτικοί’ βρίζουν την Δεξιά από τα ΚΑΠΗ μέχρι και τις Παραλίες και εδώ και έξη μήνες ο ”Τραμπιστής” και φιλόδοξος Κρητικός αρχηγός του Σύριζα κ. Κασσελάκης κατάφερε να δημιουργήσει ”Κουτσογεωργικό’΄’ κλίμα σε ολόκληρο τον Σύριζα παρασύροντας και τους τέσσερες κομματικούς ανταγωνιστές του -πλην του ΚΚΕ- και όλα αυτά για 3 ή 4 ευρωβουλευτές , που ενδέχεται να εκλέξει ,
Με δε τα ”Τέμπη” φθάσαμε σε σημείο να διχαστούμε από την πρωτοφανή επίθεση κατά της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, θεσμού που πρέπει όλοι -όσοι θέλουμε κράτος ευρωπαϊκό και Δικαίου-να στηρίζουμε.
Η χθεσινή συνέντευξη της Εισαγγελέως στους Δελφούς ” ήταν όλα τα λεφτά” που λένε στην πιάτσα.
“Τι την θέλατε την ανιστόρητη και καταδικαστική φράση »το ευνοϊκό για την Ελλάδα καθεστώς της Λωζάνης κατέλυσε ο Ιωάννης Μεταξάς»”
Είναι κουραστικό να πρέπει να εξηγώ τα ευκόλως εννοούμενα, όπως σε μικρά παιδιά. Είδες άλλον να ρωτά; Τέλος πάντων. Οι τελείες από κάτω επισημαίνουν την αντίφαση τής φράσης.
Ο Μεταξάς ήταν πρωθυπουργος άξιος τα άλλα όλα είναι ψευδής ιστορικά ανιστοροτες ειδήσεις ζήτω η Ελλάς ζήτω ο Μεταξάς
ας πάρουμε πάλι πίσω το κράτος που μας δάνεισαν οι πατεράδες μας, και ας αφήσουμε στην άκρη τις ιδεοληψίες μας
Πληροφοριακά τα γεγονότα δείχνουν ότι κονταίνουμε χρόνο με τον χρόνο
Ο Βενιζέλος που ναι μεν ξεκίνησε τον πόλεμο στην Μικρά Ασία αλλά δεν ήταν Αυτός που τον έχασε αλλά ο Βασιλιάς, πήγε στην Λωζάνη για να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται. Και πρότεινε τον Κεμάλ για το Νόμπελ Ειρήνης στα πλαισια της ελληνοτουρκικής προσέγγισης για το καλό μας όταν η χώρα επρεπε να ξεπεράσει την καταστροφή και να ανορθωθει και να ευημερήσει ο Μεταξάς δεν είχε την οξυδέρκεια και διπλωματική ικανότητα του Βενιζελου. Δεν είπε ποτέ το όχι το ’40 είναι μυθος. Και ευθύνεται για την τραγική δικτατορία που επέβαλλε στην χώρα. Έγινε μάλιστα πρότυπο για τον μετέπειτα δικτάτορα Παπαδόπουλο. Αυτά για την ιστορία.
Νομίζω πως και άλλοι θα σας απαντήσουν ότι η Ιστορία -με γραπτά ντοκουμέντα -άλλα έγραψε και για τους δύο άξιους Βενιζέλο και Μεταξά, οι οποίο μόνον όταν συνεργάσθηκαν (1910-13) η Πατρίδα μεγαλούργησε .
Μετά ήρθε ο βαθύς εθνικός διχασμός (εγώ τον προκάλεσα δήλωσε στην Βουλή ο Βενιζέλος-νομίζω το 1928-) και χάσαμε πολλά -όπως σε κάθε διχασμό-και κυρίως θάψαμε οριστικά την Μεγάλη Ιδέα του έθνους και τους Έλληνες της Ανατολής μαζί με την γλώσσα και την θρησκεία τους ύστερα από 25 αιώνες.
Αυτά που γράψατε άρχισαν να ακούγονται μετά την 18 Οχτώβρη 1981 με την κυβέρνηση της Αλλαγής του αειμνήστου Ανδρέα.
Ας τα ξεχάσουμε γιατί είναι ανιστόρητα και προσβάλλουν κυρίως τους προγόνους μας που θυσιάστηκαν .