Οι ελληνοτουρκικές διαφορές δεν είναι επιλύσιμες όσο η τουρκική ηγεσία αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως χώρα μειωμένης κυριαρχίας
Οι καθημερινές δηλώσεις Τούρκων αξιωματούχων εναντίον της Ελλάδας προκαλούν μια εύλογη ανησυχία. Για πρώτη φορά περιγράφονται τόσο καθαρά στον δημόσιο διάλογο της γειτονικής χώρας οι εδαφικές της διεκδικήσεις στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα γίνονται υπαινιγμοί για στρατιωτική κατάληψη ελληνικών νησιών, αν δεν ικανοποιηθούν κάποια αόριστα αιτήματα της Αγκυρας.
Η ρωσική εισβολή έδειξε ότι έχουμε μπει σε μια νέα εποχή. Οι σταθερές της φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων έχουν αρχίσει να μεταβάλλονται. Πολύ λίγοι πίστευαν ότι ένας μεγάλος διακρατικός πόλεμος θα μπορούσε να ξεσπάσει ξανά στην Ευρώπη. Συνεπώς, κανείς δεν πρέπει να αποκλείει το σενάριο μιας τουρκικής επιθετικής ενέργειας. Εντούτοις, η τουρκική ηγεσία δεν στερείται γνώση και εμπειρία.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί διπλωματικά και κυρίως στρατιωτικά. Η εμβάθυνση των αμυντικών σχέσεων με τις ΗΠΑ, η στενή στρατιωτική συνεργασία με το Ισραήλ και η σύναψη αμυντικής συμφωνίας με τη Γαλλία δημιουργούν μια ομπρέλα προστασίας για την ελληνική πλευρά. Το σημαντικότερο, όμως, είναι ότι το ισοζύγιο στρατιωτικής ισχύος γέρνει σταδιακά υπέρ των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Οι ελληνοτουρκικές διαφορές δεν είναι επιλύσιμες όσο η τουρκική ηγεσία αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως χώρα μειωμένης κυριαρχίας.
Καμία ορθολογική ηγεσία δεν θα ξεκινήσει έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδίσει. Ούτε μπορεί εύκολα να ξεσπάσει ένας πόλεμος από παρανόηση. Μπορούμε να εμπιστευθούμε τη θεωρία επίθεσης – άμυνας του Robert Jervis, που υποστηρίζει ότι ο πόλεμος αποτρέπεται εάν η άμυνα αποκτήσει πλεονέκτημα έναντι της επίθεσης. Κρίσιμη μεταβλητή είναι η τεχνολογία που διαθέτει η κάθε πλευρά. Στα δυνητικά θέατρα επιχειρήσεων της Δυτικής Θράκης και του Ανατολικού Αιγαίου δεν υπάρχουν οι στρατιωτικές συνθήκες για μια επιτυχημένη τουρκική επιχείρηση. Αντικειμενικά, η πιθανότητα ενός ελληνοτουρκικού πολέμου είναι λοιπόν μικρή.
Στην πραγματικότητα, οι δηλώσεις των Τούρκων αξιωματούχων συνιστούν κομμάτι μιας ακροσφαλούς διπλωματίας, που έχει διττή στόχευση. Πρώτον, η Αγκυρα προσπαθεί να εκβιάσει την αμερικανική κυβέρνηση για να αποκομίσει ορισμένα οφέλη (π.χ. απόκτηση F-16, εισβολή στη Συρία). Γνωρίζει ότι η Ουάσιγκτον ανησυχεί σφόδρα για την ενότητα του ΝΑΤΟ, σε μια χρονική συγκυρία που επανέρχεται δραματικά στο προσκήνιο η ρωσική απειλή. Ταυτόχρονα ασκείται μια πίεση προς την Ε.Ε. να αναθεωρήσει την αρνητική στάση της έναντι της Τουρκίας. Δεν είναι τυχαία η πρόσκληση προς την Αγκυρα για συμμετοχή της στην επικείμενη σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας που θα διεξαχθεί στην Πράγα. Οι Βρυξέλλες επιδιώκουν τον κατευνασμό της τουρκικής επιθετικότητας μέσω μιας προσπάθειας ήπιου προσεταιρισμού της Αγκυρας.
Ηρθε η ώρα να δούμε την αλήθεια κατάματα, χωρίς ιδεολογικές ή προσωπικές αγκυλώσεις. Οι ελληνοτουρκικές διαφορές δεν είναι επιλύσιμες, όσο η τουρκική ηγεσία αντιμετωπίζει την Ελλάδα ως χώρα μειωμένης κυριαρχίας. Η αντιπαράθεση με τη γειτονική χώρα δεν είναι μια συγκυριακή εξέλιξη, αλλά έχει αποκτήσει δομικά χαρακτηριστικά. Υπό αυτές τις συνθήκες δεν υπάρχουν πολλές επιλογές για την ελληνική πλευρά.
Σε κάθε περίπτωση, η διακομματική συναίνεση καθίσταται επιτακτική προϋπόθεση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού. Σε διαφορετική περίπτωση ελλοχεύει ο κίνδυνος να γίνει εργαλειοποίηση της απειλής για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. Σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές, κανείς δεν μπορεί να βάζει τον εαυτό του πάνω από την πατρίδα.
* Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο King’s College London και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.
Καθημερινή
Βρίσκω πολύ ορθολογική την ανάλυση του κυρίου Καραγιάννη.
Ειδικά η ανησυχία του που εκφράζεται με σαφήνεια στον επίλογο και αφορά την εσωτερική εκμετάλλευση των Τουρκικών προκλήσεων για ιδίαν πολιτική-κομματική χρήση , με βρίσκει απόλυτα σύμφωνη.
Προσωπικά ήδη έχω αρχίσει να αναγνωρίζω τέτοια συμπτώματα τα οποία εάν συνεχιστούν το μόνο που θα υποδηλώνουν θα είναι η φτώχεια του πολιτικού μας προσωπικού που θα είναι ικανή να σύρει από μόνη της την χώρα μας σε λάθος ατραπούς..
Η ανάγκη εθνικής ομοθυμίας και η χάραξη μιας σταθερής και διαχρονικής εθνικής εξωτερικής πολιτικής είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία , επιβαλλόμενη από τις περιστάσεις κι απαραίτητη.
Κανείς δεν καθάρεται, ούτε πρόκειται να καθαρθεί από τις σχετικές πολιτικές ευθύνες του , επιρρίπτοντας τες στην πολιτική ασυνεννοησία του με τον άλλον.
Για να μην ανακύκλωσω τα πολύ ουσιαστικά που ανέλυσε ήδη ο κύριος Καραγιάννης, θα προχωρήσω καταθέτοντας δύο προσωπικούς μου προβληματισμούς:
Α.- Δεν είμαι πλέον διόλου σίγουρη ότι μπορούμε να χρησιμοποιούμε με την ίδια άνεση προηγούμενων δεκαετιών τον όρο “Δύση”.
Όχι μόνον γιατί σε αυτόν εισέρχονται κράτη της Ανατολής , όπως Ιαπωνία , Αυστραλία κλπ ., αλλά πρωτίστως διότι τα κράτη της πάλαι ποτέ “Δύσης” καίτοι σε πρώτη ανάγνωση δείχνουν να συσφίγγουν τις σχέσεις τους και δείχνουν να έρχονται πιο κοντά, εντούτοις σε δεύτερη ανάγνωση χαρακτηρίζονται από ετερόκλητα κι ενίοτε εντελώς αντίθετα μεταξύ τους συμφέροντα.
Επί παραδείγματι αλλιώς εκλαμβάνει ο Ερντογάν την Γερμανία, συγκριτικά με τις ΗΠΑ ή την Γαλλία.
Επίσης διαφορετικά εκλαμβάνει ο κύριος Σι Τζιπινγκ πχ τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ιαπωνία από ότι την Γερμανία και την Γαλλία.
Κι εντελώς διαφορετικό εκλαμβάνει ο κύριος Πούτιν την ΕΕ και τις ΗΠΑ, παρόλες τις εις βάρος της χώρας του κυρώσεις ,που κι αυτές δεν συμπλέουν απόλυτα.
Παρόλες τις προσπάθειες (ειδικά ύστερα από το ξέσπασμα του Ρωσο-Ουκρανικού πολέμου) να συγκροτηθεί μια κρίσιμη και συνεκτική μάζα που να ανταπεξέλθει σε συνθήκες ενός επόμενου Ψυχρού Πολέμου 0.2 , προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι δεν έχει επιτευχθεί κάτι τέτοιο.
Ανάμεσα στα ρήγματα, προσπαθεί να
ελιχθεί, να κινηθεί και να τα εκμεταλλευτεί ο Ερντογάν.
Β – Ξεκινώντας επί την βάση των σκέψεων ότι μια μη βεβαιά νίκη , σαν αυτή που τάζει έναντι της Ελλάδας στο εσωτερικό του ακροατήριο ο Ερντογάν, θα τον αφήσει άσχημα εκτεθειμένο στα μάτια του λαού του, γεγονός που συνεπάγεται για αυτόν και το μέλλον του εξαιρετικά οδυνηρές συνέπειες, ώστε για την αιτία αυτή βρίσκω απίθανο να προχωρήσει στο απονεννοημένο , αφού ακόμα και μια “μη ήττα” του θα εκληφθεί ως ήττα από τον λαό του , καταλήγω να αναρωτιέμαι ποιες μπορεί να είναι οι παράπλευρες αιτίες -περαν του προφανούς – που τον ωθούν σε αυτή την τόσο ξέφρενη κι άκρατα αφηνιασμένη ρητορική.
Κι η μόνη απάντηση που βρίσκω είναι ότι αυτή η στάση του, με βάση τα αντιαμερικανικά αισθήματα που έχει ενσπείρει εδώ και πολύ καιρό στον λαό του, στην ουσία σηματοδοτεί την ολοκλήρωση της στροφής της χώρας του προς το Ασιατικό (ούτε καν Ευρασιατικό) στρατόπεδο.
Τι εννοώ…
Όταν δεν μπορείς να χτυπήσεις τον γάιδαρο , χτυπάς το σαμάρι.
Όταν δεν μπορείς να χτυπήσεις τις ΗΠΑ, χτυπάς την Ελλάδα που επιχειρείς να την ταυτίσεις στις συνειδήσεις των πολιτών σου με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ από τις οποίες σκοπεύεις να απομακρυνθείς.
Σε αυτή την περίπτωση ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας εκτείνεται σε πολλά μέτωπα κι η έντονη ρητορική τύπου ταύρου μέσα σε υαλοπωλείο δεν έχει μοναδικό αποδέκτη της εμάς, αλλά εγγράφει πολλές παρακαταθήκες, για τις οποίες, σε αντίθεση με εμάς, συμπλέει όλος ο εσωτερικά κατακερματισμένος πολιτικός κόσμος της Τουρκίας, ελλείψει σχετικών αντιδράσεων του.
Ούτε τυχαίες ήταν οι παλαιότερες δηλώσεις του Τούρκου συμβούλου ότι θα μπουν στην Αλεξανδρούπολη και θα ρίξουν ένα βράδυ τους Αμερικανούς στην θάλασσα, που συνδυάζονται με τις σημερινές δηλώσεις του ίδιου του Τούρκου Προέδρου ότι “θα έρθει ένα βράδυ”. ..
Ούτε τυχαία η στάση του απέναντι στην ένταξη Σουηδίας – Φιλανδίας στο ΝΑΤΟ ενώ γνώριζε ότι εγείρει σοβαρά προβλήματα στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ…
Ούτε τυχαίες οι απειλές του ότι είναι ικανός να τινάξει στον αέρα όλη την ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ…(*που παρεπιπτόντως αυξάνουν την αξία της χώρας του για το απέναντι , Ευρ-Ασιατικό στρατόπεδο).
Μήτε τυχαίες οι δηλώσεις του ότι, το ΝΑΤΟ είναι αυτό που έχει ανάγκη την Τουρκία . Κάτι που αντιστρέφοντας το μεταφράζεται ότι η Τουρκία δεν έχει τόση ανάγκη τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ.
Κι από ότι βλέπω οι δηλώσεις αυτές παρότι συνεχίζονται δεν απέφεραν στην Τουρκία κανένα σοβαρό αποτέλεσμα όσον αφορά τις ΗΠΑ, οπότε από αυτήν την άποψη δεν θεωρούνται κι επιτυχημένες.
Η συνεχιζόμενη όμως προβολή τους κάπου αλλού ενδέχεται να παραπέμπει σε κάποιου άλλου είδους υπολανθανοντα μηνύματα…
Η κοινή λογική λέει ότι αυτός που στις επιδιώξεις του σκοπεύει απλώς να αυτονομηθεί και να αναλάβει παράγοντα τρίτου πόλου, φροντίζει πρώτα από όλα να μην τα σπάσει με κανέναν ή τέλος πάντων να τα σπάσει με όλους.
Δεν διακρίνω όμως κάτι τέτοιο από πλευράς Τουρκίας που σήμερα ο Πρόεδρος της βρίσκεται στην Σαμαρκανδη στον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης κι έχει δηλώσει απερίφραστα ότι θέλει παντοιοτρόπως να ενταχθεί ως μέλος-εταιρος σε αυτόν
Ας έχουμε κι αυτή την εκδοχή στα υπόψιν μας κάθε φορά που βλέπουμε τον Ερντογάν αφηνιασμενο απέναντι μας κι ας μην εκλαμβάνουμε ότι μόνον έχεις τυγχανουμε οι αποδέκτες των ύβρεων του.
Η Τουρκία χωρίς την αποδοχή είτε των ΗΠΑ, είτε της Ρωσίας, είτε της Κίνας και τις πλάτες κάποιου από αυτούς, ελάχιστες πιθανότητες δίνω να μας επιτεθεί ρισκάροντας έναν μεταξύ μας γενικευμένο πόλεμο.
Κι αν εκτιμώ σωστά , δεν έχει αποσπάσει την αποδοχή κανενός από τους παραπάνω ώστε να διεξάγει για λογαριασμό του έναν αντιπροσωπευτικό εις βάρος μας πόλεμο.
Ακόμα κι η Κίνα παρότι ετγαλειοποιεί την Τουρκία για τα συμφέροντα της , εκτιμώ ότι δεν την εκλαμβάνει ως αξιόπιστο σύμμαχο και θα πρέπει να είναι πολύ απελπισμένη εάν χρειαστεί ποτέ να το κάνει.