Καραμανλής, Αβέρωφ και το Κυπριακό το 1974: Μύθοι και Αναθεωρήσεις

Μια απάντηση στις θεωρίες περί αμερικανοκίνητης μεταπολίτευσης και συνενοχής στη διχοτόμηση

 του Δημητρίου-Μερκουρίου Κόντη*

Η επάνοδος του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία τον Ιούλιο του 1974, καθώς και η στάση της κυβέρνησής του απέναντι στο Κυπριακό, συνιστούν  πεδίο έντονων επιστημονικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων. Τα τελευταία χρόνια, επανέρχεται στο προσκήνιο μια σχολή σκέψης που ερμηνεύει τη Μεταπολίτευση ως αποτέλεσμα αμερικανικής επιβολής και παρουσιάζει τον Καραμανλή – μαζί με τον Ευάγγελο Αβέρωφ – ως ηγετικές μορφές που ανέχθηκαν ή διευκόλυναν τη διχοτόμηση της Κύπρου.

Το παρόν άρθρο αποτελεί συνοπτική παρουσίαση πορισμάτων ευρύτερης ερευνητικής εργασίας, βασισμένης σε αρχειακά τεκμήρια και διπλωματικές πηγές, και δεν στοχεύει στην προσωπική αντιπαράθεση με συγκεκριμένους συγγραφείς ή σχολές σκέψης. Οι θέσεις που διατυπώνονται αποσκοπούν στον εμπλουτισμό της ιστοριογραφικής συζήτησης για τη Μεταπολίτευση και το Κυπριακό, με σεβασμό προς την επιστημονική πολυφωνία.

Περί αμερικανοκίνητης Μεταπολίτευσης

Η άποψη ότι η Μεταπολίτευση του 1974 αποτέλεσε προϊόν αμερικανικού σχεδίου και επιβολής δεν επιβεβαιώνεται από τα διαθέσιμα διπλωματικά και αρχειακά στοιχεία. Αντιθέτως, η επιστροφή του Καραμανλή υπήρξε αποτέλεσμα εσωτερικών διεργασιών στον ελληνικό στρατό, της κρίσης στην Κύπρο, καθώς και του αρνητικού διπλωματικού κλίματος που επικρατούσε στην Ελλάδα μετά την αποτυχημένη προσπάθεια της Χούντας να αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν φαίνεται να προετοίμασαν την πτώση του Ιωαννίδη ούτε να επέβαλαν τον διάδοχό του· απλώς διαχειρίστηκαν μια τετελεσμένη κατάσταση και στήριξαν, εκ των υστέρων, τη μόνη ρεαλιστική εναλλακτική, δηλαδή τον Καραμανλή. Η ερμηνεία της Μεταπολίτευσης ως «αμερικανοκίνητης» απλουστεύει υπερβολικά την πολυπλοκότητα των εξελίξεων.

Η θεωρία περί «συγκατοίκησης» Καραμανλή – Αβέρωφ με τη Χούντα

Η έννοια της «συγκατοίκησης» Καραμανλή και Αβέρωφ με τη Χούντα αποτέλεσε αντικείμενο έντονου δημόσιου διαλόγου, ιδιαίτερα μετά τη συνέντευξη που παραχώρησε ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στην Ιταλίδα δημοσιογράφο Οριάνα Φαλάτσι, της 27ης Ιουλίου 1974.[1] Ο Κανελλόπουλος αποδέχθηκε τον όρο «συγκατοίκηση» για να περιγράψει το γεγονός ότι η μετάβαση από το στρατιωτικό στο πολιτικό καθεστώς δεν υπήρξε αποτέλεσμα παραίτησης των στρατιωτικών, αλλά μάλλον προϊόν ανάθεσης της εξουσίας στους πολιτικούς από τη Χούντα. Από την άλλη πλευρά, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με την επιστροφή του στην Ελλάδα, έθεσε εξαρχής ως ύψιστη προτεραιότητα την εθνική ενότητα και την ομαλή αποκατάσταση της δημοκρατίας, αποφεύγοντας κάθε πνεύμα ρεβανσισμού ή πρόθεση για λαϊκά δικαστήρια κατά των στρατιωτικών. Η στάση αυτή αντανακλούσε την πεποίθηση ότι η αποφυγή νέων διχασμών ήταν αναγκαία για τη σταθερότητα και την εθνική συμφιλίωση στη μεταπολιτευτική περίοδο.

Ο μύθος της ελληνικής στρατιωτικής υπεροχής έναντι της Τουρκίας

Ο Ανδρέας Παπανδρέου υποστήριξε στα τέλη Ιουλίου 1974 ότι η ξένη – αμερικανική και ευρωπαϊκή – κυριαρχία στην Ελλάδα θα συνέχιζε απρόσκοπτα, καθώς η χώρα λειτουργούσε πλέον ακόμη πιο αποτελεσματικά ως όργανο των στρατηγικών συμφερόντων του ΝΑΤΟ και του αμερικανικού Πενταγώνου στη Μεσόγειο. Ακόμη κι αν κάποιος δεχθεί ότι οι «χουντικοί αρχηγοί» και ο Αβέρωφ εξυπηρετούσαν τα νατοϊκά συμφέροντα και αποθάρρυναν τον Καραμανλή από το να αναλάβει στρατιωτική δράση κατά της Τουρκίας, παραμένει κρίσιμο να λάβει υπόψη του τον πραγματικό συσχετισμό δυνάμεων της εποχής. Στις 19 Ιουλίου 1974, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γιόζεφ Λουνς, διατύπωνε ωμά ότι σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου «the Turks would make mincemeat of the Greeks. There was nothing they like more than cutting Greek throats» («οι Τούρκοι θα έκαναν κιμά τους Έλληνες· δεν υπάρχει τίποτα που να απολαμβάνουν περισσότερο από το να σφάζουν Έλληνες»).[2]

Η πολιτική στρατηγική των ορίων

Τα νέα ευρήματα από αποχαρακτηρισμένα αμερικανικά και βρετανικά αρχεία επιβάλλουν μια πιο σύνθετη αξιολόγηση. Δεν τεκμηριώνεται παθητική στάση εκ μέρους των Καραμανλή και Αβέρωφ. Αντίθετα, υπάρχουν σαφείς αποδείξεις για διπλωματική πίεση προς τις ΗΠΑ μέσω της απειλής ελληνοτουρκικού πολέμου.

Ο Αβέρωφ διατύπωσε τουλάχιστον τρεις ρητές απειλές προς τον Αμερικανό πρεσβευτή στην Αθήνα:

  1. Στις 26 Ιουλίου, υπονοώντας τον κίνδυνο γενικευμένης σύρραξης μεταξύ ΝΑΤΟ-Συμφώνου της Βαρσοβίας:

[Ο Αβέρωφ] Θεωρούσε ότι αν η Ελλάδα και η Τουρκία εμπλακούν σε σύγκρουση, θα υπάρξει γενικευμένος πόλεμος μέσα σε 24 ώρες, με το ενδεχόμενο σοβιετικής παρέμβασης για να υποστηριχθεί μια βουλγαρική κάθοδος προς τη θάλασσα [Αιγαίο]. Ακόμη και αν το αποτέλεσμα ήταν μια αντιπαράθεση ΝΑΤΟ-Συμφώνου της Βαρσοβίας, τα γεγονότα θα μπορούσαν να εξελιχθούν τόσο γρήγορα ώστε το ΝΑΤΟ να βρεθεί αντιμέτωπο με ένα τετελεσμένο γεγονός, το οποίο θα απέτρεπε μια αποτελεσματική αντίδραση.[3]

  1. Στις 6 Αυγούστου, κάνοντας λόγο για σοβιετικά οφέλη σε ενδεχόμενο ελληνοτουρκικό πόλεμο και ζητώντας από τον Κίσινγκερ να παρέμβει προσωπικά.[4]
  2. Στις 13 Αυγούστου, με ρητή απειλή ελληνοτουρκικού πολέμου, που εκλήφθηκε ως αξιόπιστη από τον πρεσβευτή Τάσκα, αλλά απορρίφθηκε από τον Κίσινγκερ ως μπλόφα.

[Αβέρωφ] Η τελευταία τουρκική πρόταση στη Γενεύη και η πλήρης αδιαλλαξία των Τούρκων σε πολλούς τομείς “μας οδηγούν σε σύγκρουση”.

[Τάσκα] Σε εκείνο το σημείο τον διέκοψα για να τον ρωτήσω αν εννοεί ένοπλη σύγκρουση και απάντησε: “Ναι”.

Ο Αβέρωφ ζήτησε αυτό το μήνυμα [προς τον Κίσινγκερ] να περιλάβει επίσης τη δική του προσωπική άποψη, ως Υπουργού Άμυνας και Εξωτερικών, ότι “τα πράγματα είναι τόσο σοβαρά”.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΥΠΕΞ, [Άγγελος] Βλάχος, παρενέβη λέγοντας ότι η σύγκρουση θα ξεκινούσε στην Κύπρο. [5]

Ο Τάσκα, επηρεασμένος από τη μακρόχρονη παραμονή του στην Αθήνα, δεν τύγχανε πλέον εμπιστοσύνης από την Ουάσινγκτον και οι εισηγήσεις του για άμεση παρέμβαση Κίσινγκερ με διπλωματικό ταξίδι στην περιοχή αγνοήθηκαν, καθώς τελούσε υπό δυσμένεια και αντικατάσταση.

Σύμφωνα με τη θεωρία των παιγνίων, μια απειλή για να είναι πειστική και να λειτουργήσει αποτρεπτικά, πρέπει να είναι αξιόπιστη – δηλαδή να υπάρχει η δυνατότητα και η βούληση να υλοποιηθεί στην πράξη. Στην περίπτωση της ελληνοτουρκικής κρίσης του 1974, δεν υπήρχε ούτε ασυμμετρία πληροφόρησης από την αμερικανική πλευρά. Ο Χένρι Κίσινγκερ και το αμερικανικό επιτελείο γνώριζαν καλά ότι η Ελλάδα δεν διέθετε τα μέσα, αλλά ούτε και τη στρατιωτική ετοιμότητα για να ξεκινήσει πόλεμο με την Τουρκία.[6]

Διάσκεψη Γενεύης

Η στάση του Μαύρου

Για λόγους συνέπειας πρέπει να αναφερθεί ότι και ο υπουργός των Εξωτερικών της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, Γεώργιος Μαύρος, απείλησε ανοικτά με ελληνοτουρκικό πόλεμο τους Αμερικανούς στις 3 Αυγούστου και ότι 30.000 Έλληνες στρατιώτες ήταν έτοιμοι να σταλούν στην Κύπρο. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που ο Κίσινγκερ αναγκάστηκε να στείλει τον στενό του συνεργάτη και διπλωμάτη Άρθουρ Χάρτμαν στην περιοχή, ώστε να ενημερωθεί αξιόπιστα για την κατάσταση που επικρατούσε στην Αθήνα. Στις 6 Αυγούστου του 1974 ο Μαύρος διαμήνυσε στον Χάρτμαν ότι μεταξύ του εξευτελισμού και του πολέμου, οι Έλληνες θα επέλεγαν τον πόλεμο, που θα μπορούσε να οδηγήσει στον Τρίτο Παγκόσμιο. Σημαντικό είναι ότι ο Μαύρος αποδεχόταν ότι οι Έλληνες δεν μπορούσαν να κερδίσουν σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο, παρόλα αυτά θα πολεμούσαν για να αποφύγουν τον εξευτελισμό.[7]

Το διπλωματικό αδιέξοδο της Γενεύης

Η ελληνική πλευρά στερούνταν συγκροτημένης στρατηγικής για τη Γενεύη 2, μετά από την κοινή διακοίνωση Ελλάδας-Βρετανίας-Τουρκίας της Γενεύης 1, που ουσιαστικά αναγνώριζε την de facto κατάσταση, ότι υπάρχουν δύο αυτόνομες διοικήσεις στην Κύπρο. Ο Καραμανλής στην αρχή δεν ήθελε καν να συμμετάσχει στη Γενεύη 2, ενώ ο Μαύρος προσδοκούσε λύση μέσω του Συμβουλίου Ασφαλείας με σοβιετική υποστήριξη στη βάση του ψηφίσματος 353 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Όταν ο Καραμανλής τελικά πείστηκε, κατόπιν αμερικανικών πιέσεων, να συμμετάσχει στη Γενεύη, αποκήρυξε δημόσια την προσφερόμενη βοήθεια των Σοβιετικών και βασίστηκε αποκλειστικά στην Ουάσινγκτον. Μέχρι και την τελευταία στιγμή πίστευε ότι ο Κίσινγκερ θα απειλούσε τους Τούρκους με διακοπή της στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας προς την Άγκυρα, ώστε να αποτραπεί ο Αττίλας 2. Μάλιστα από τη συζήτησή του με τον Τάσκα στις 13 Αυγούστου προκύπτει ότι ο Καραμανλής δέχθηκε επικρίσεις από ορισμένους συνεργάτες του επειδή απέρριψε δημοσίως την «προσφορά βοήθειας» από τη Σοβιετική Ένωση. Μερικοί στο περιβάλλον του πίστευαν ότι η ΕΣΣΔ είχε ειλικρινείς προθέσεις να στηρίξει τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου και πως κάτι τέτοιο μπορούσε να εξυπηρετεί και τα σοβιετικά συμφέροντα.[8] Μετά και τον Αττίλα 2, ο Καραμανλής φανερά ενοχλημένος από την αμερικανική πολιτική στο Κυπριακό, έδωσε την εντολή για την άμεση αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ.

Η μεταγενέστερη αυτοκριτική των Κίσινγκερ και Κάλαχαν για τη Γενεύη

Σε συνέντευξη τύπου της 19ης Αυγούστου του 1974, ο Κίσινγκερ θα δήλωνε κυνικά ότι «η κατάσταση στην Κύπρο έγειρε προς την Τουρκία, όχι ως αποτέλεσμα της αμερικανικής πολιτικής, αλλά ως αποτέλεσμα των ενεργειών της προηγούμενης ελληνικής κυβέρνησης, που κατέστρεψε την ισορροπία δυνάμεων που προϋπήρχε στη νήσο.». Θα πρόσθετε ότι μέχρι τις 8 Αυγούστου διαφαινόταν ότι η συνδιάσκεψη της Γενεύης θα οδηγούσε σε μια διευθέτηση και ότι Θα μπορούσε να έχει επιδειχθεί λίγη περισσότερη ευελιξία από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.[9]

Σε συζητήσεις του με βρετανούς αξιωματούχους θεωρούσε ότι δεν πίεσε όσο θα έπρεπε την ελληνική πλευρά, ώστε να αποδεχτούν το «σχέδιο Κίσινγκερ» στη Γενεύη, μια καντονιακή λύση στην οποία οι Τουρκοκύπριοι θα έλεγχαν μια μεγάλη περιοχή στη Βόρεια Κύπρο με βάση την Κερύνεια, ενώ το συνολικό εδαφικό ποσοστό των Τουρκοκυπρίων θα ήταν προς συζήτηση:[10]

Θα έπρεπε να είχε ασκηθεί πίεση στους Έλληνες ώστε να κάνουν παραχωρήσεις, δεδομένου ότι, όσο λανθασμένη και εξοργιστική κι αν ήταν η στάση των Τούρκων, θα έπρεπε να ήταν δυνατό να πειστούν να αποδεχθούν λιγότερα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων απ’ ό,τι θα μπορούσαν να κερδίσουν δια της βίας.[11] Όπως ίσως φαινόταν τότε – και πράγματι όπως μπορεί να φαίνεται και σήμερα – ήταν οι Έλληνες εκείνοι στους οποίους θα έπρεπε να είχε ασκηθεί πίεση να δηλώσουν ποιες παραχωρήσεις μπορούσαν να προσφέρουν· με αυτό, ίσως να είχε επιτευχθεί κάτι.[12]

Με την ίδια πικρία είχε μείνει και ο τότε βρετανός υπουργός των Εξωτερικών Τζέιμς Κάλαχαν:

Η δική μου απολύτως ισχυρή άποψη είναι ότι, αν έχω να προσάψω στον εαυτό μου κάτι, είναι το ότι δεν άσκησα περισσότερη πίεση στους Έλληνες νωρίτερα απ’ όσο τελικά έκανα.[13]

Αυτή η παραδοχή από την πλευρά του Κίσινγκερ –ότι δηλαδή δεν ασκήθηκε επαρκής πίεση προς την ελληνική κυβέρνηση για να δεχθεί έναν συμβιβασμό– είναι απολύτως ασύμβατη με το αφήγημα μιας εκ των προτέρων συμφωνημένης συνενοχής. Αντιστρέφοντας το επιχείρημα, η έλλειψη έντονης αμερικανικής πίεσης ερμηνεύεται όχι ως απόδειξη συμφωνίας με τον Καραμανλή, αλλά ως αναγνώριση της αυτονομίας του.

Αναθεωρώντας τις θεωρίες περί «ανθρώπων των Αμερικανών»

Οι αρχικές επιδιώξεις του Κίσινγκερ ήταν ο Κληρίδης να μην παραστεί καθόλου στη Διάσκεψη της Γενεύης 2 και να αναλάβει ο Καραμανλής την πλήρη ευθύνη ενός «ρεαλιστικού» συμβιβασμού με την Άγκυρα. Με το πολιτικό του κύρος και την ευρύτατη λαϊκή αποδοχή — όπως καταγράφηκε τις ημέρες 23–24 Ιουλίου — ο Καραμανλής ήταν, μετά τις Συμφωνίες Ζυρίχης–Λονδίνου, ο μόνος Έλληνας ηγέτης που διέθετε την απαραίτητη πολιτική βαρύτητα ώστε να επαναδιαχειριστεί το Κυπριακό, μεταθέτοντας τις ευθύνες της κρίση του 1974 στον Ιωαννίδη και στη «τρέλα των Συνταγματαρχών».

Η άρνησή του να αποδεχθεί τον συμβιβασμό που προωθούσε ο Κίσινγκερ — παρά τις αντίθετες προσδοκίες της Ουάσινγκτον — αποτελεί ισχυρή ένδειξη της πολιτικής του αυτονομίας.

Στην πραγματικότητα, το κύριο μειονέκτημα της ελληνικής πλευράς δεν ήταν η έλλειψη βούλησης για συνεννόηση, αλλά η απουσία ενός εναλλακτικού σχεδίου που να είναι πολιτικά και κοινωνικά βιώσιμο· υπό την πίεση του στρατού και την απαίτηση της κοινής γνώμης για «εθνική αξιοπρέπεια»: Κάθε παραχώρηση ερμηνευόταν ως «προδοσία».

Η εκτίμηση της αμερικανικής διπλωματίας ήταν ότι ο Καραμανλής δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη του στρατού αν προχωρούσε σε παραχωρήσεις προς τους Τούρκους· η παραμονή του στην εξουσία βασιζόταν σε μια «εθνικιστική γραμμή», που ικανοποιούσε τον στρατό και αποδυνάμωνε την Αριστερά και ειδικά τον Ανδρέα Παπανδρέου.[14]

Συμπέρασμα

Η συνολική εικόνα που αναδύεται από τα αρχειακά τεκμήρια, τις διπλωματικές μαρτυρίες και την ίδια την αυτοκριτική των Αμερικανών και Βρετανών αξιωματούχων είναι σαφής: ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν υπήρξε εντολοδόχος των Ηνωμένων Πολιτειών ούτε συνδιαμορφωτής μιας προσυμφωνημένης νατοϊκής λύσης για την Κύπρο. Αντιθέτως, σε μια συγκυρία διεθνούς ασφυξίας και εσωτερικής αποσταθεροποίησης, επέλεξε να ασκήσει πολιτική με γνώμονα την εθνική αξιοπρέπεια και τη στρατηγική αυτονομία, απορρίπτοντας κάθε λύση που θα μπορούσε να εκληφθεί ως πράξη υποτέλειας ή εξευτελισμού.

Τα νέα αρχειακά τεκμήρια αποκαλύπτουν μια ελληνική ηγεσία που άσκησε ενεργή και επανειλημμένη διπλωματική πίεση προς την Ουάσινγκτον, βασισμένη στην απειλή πολέμου—μια απειλή η οποία, ωστόσο, υπό τις δεδομένες συνθήκες, δεν μπορούσε να θεωρηθεί αξιόπιστη.

Η στάση του αυτή, όσο κι αν μπορεί να θεωρηθεί αμφιλεγόμενη ή ανεπαρκής για την αποτροπή του Αττίλα 2, μαρτυρά έναν πολιτικό ηγέτη που επιδίωξε να διαχειριστεί την κρίση όχι ως εντολοδόχος τρίτων, αλλά ως εκφραστής της εθνικής βούλησης.

Θα μπορούσε πράγματι ο Καραμανλής να συνεχίσει την τυχοδιωκτική πολιτική του Ιωαννίδη, διατάζοντας απονενοημένα πλήγματα με τα ελληνικά υποβρύχια και τα αεροσκάφη F-4 Phantom στην Κύπρο ή να επιδιώξει προέλαση του Γ΄ Σώματος Στρατού προς την Ανατολική Θράκη και την Κωνσταντινούπολη; Αυτές ακριβώς ήταν οι προτάσεις του Ιωαννίδη και των σκληροπυρηνικών του υποστηρικτών, που οδήγησαν στην ανατροπή της Χούντας από τους μετριοπαθείς αξιωματικούς, όπως ο ναύαρχος Αραπάκης και ο στρατηγός Ντάβος, οι οποίοι επέλεξαν την οδό της πολιτικής μετάβασης, όχι για να εξυπηρετήσουν τα όποια νατοϊκά συμφέροντα, αλλά για να αποτρέψουν μια εθνική καταστροφή που θα προκαλούσε μια ελληνοτουρκική σύρραξη.

*Ο Δημήτριος-Μερκούριος Κόντης είναι υποψήφιος διδάκτορας διπλωματικής ιστορίας της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ

[1] LEuropeo, 26.7.74; Αναδημοσίευση στα ελληνικά στο Βήμα, 8.8.74.

[2] Jan Asmussen, Cyprus at War: Diplomacy and Conflict During the 1974 Crisis, London: I.B.Tauris, 2008, σελ. 90; FCO 9/1894 Record of a conversation between the Secretary General of NATO and the Permanent Under Secretary of State Foreign and Commonwealth Office, 19 July 1974 at 0915 hours, TNA.

[3] NARA, AAD, DS 1974 ATHENS 05099, “CYPRUS: CONVERSATION WITH DEFENSE MINISTER AVEROFF”, 1974 July 26.

[4] Αλέξης Παπαχελάς, Ένα σκοτεινό δωμάτιο 1967-1974, Αθήνα: Μεταίχμιο, 2021, σελ. 497.

[5] NARA, AAD, DS 1974 ATHENS 05626, “CYPRUS”, 1974 August 13; Asmussen 2008, σελ 212-213.

[6] Για επιχειρήματα υπέρ της θέσης ότι η αδυναμία της Ελλάδας να εμπλακεί σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο ήταν δεδομένη βλέπε Άγγελος Συρίγος και Ευάνθης Χατζηβασιλείου, Μεταπολίτευση, 1974-1975: 50 ερωτήματα και απαντήσεις, Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη, 2024, σελ.130 κ.εξ.; Για μια αντίθετη άποψη βλέπε Βασίλειος Φούσκας, Το Μελάνωμα της Κύπρου, Οι ευθύνες των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ για την κυπριακή τραγωδία, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο, 2024, σελ.155 κ.εξ.

[7] NARA, AAD, DS 1974 LONDON 10085, 1974 August 7; Παπαχελάς 2021, σελ. 495.

[8] Asmussen 2008, σελ 210-211.

[9] NARA, AAD, DS 1974 STATE 181846, “SECRETARY OF STATE’S PRESS CONFERENCE – CYPRUS SITUATION”, 1974 August 19.

[10] Asmussen 2008, σελ 195 κ.εξ.

[11] “Record of a meeting between Dr. Kissinger and Sir J. Killick held in the Department of State, Washington, on 27 August 1974 at 11.40 a.m. [WSC 3/304/2]”, Documents on British Policy Overseas vol. 5, Foreign and Commonwealth Office.

[12] Ibid, note 275/19 που αναφέρεται στην συνομιλία Kissinger-Ramsbotham της 8ης Σεπτεμβρίου 1974.

[13] “Record of a telephone conversation between Mr. Callaghan and Dr. Kissinger on 14 August 1974 at 1.45 p.m. [WSC 3/304/2].” Documents on British Policy Overseas vol. 5, Foreign and Commonwealth Office.

[14] FRUS vol. XXX, Greece; Cyprus; Turkey, 1973–1976, Document 143, Memorandum From the Director of the Bureau of Intelligence and Research (Hyland) to Secretary of State Kissinger, Washington, August 21, 1974.

spot_img

12 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Ευχαριστούμε πολύ κύριε Κόντη για την δημοσίευση των ιστορικων ευρημάτων σας ,αλλά δεν θα πείσετε ούτε τους ”κολλημένους με τη μπάλα” Πασόκους και ούτε και ΟΥΔΕΠΟΤΕ τους καλούμενους χουντικούς , όπως δεν ”το συζητάνε καν” οι Βενιζελικοί , ότι για την Μικρασιατική καταστροφή φταίνε αποκλειστικά οι έξι πολιτικοί αντίπαλοι του Ελευθερίου Βενιζέλου , τους οποίους με παρωδία δίκης στο έκτακτο Στρατοδικείο τους εκτέλεσαν χωρίς να δημοσιεύουν -έστω-τις απολογίες τους στα πολύτομα ιστοριογραφήματα τους .
    Οι φιλίστορες τους κατανοούμε αμφοτέρους γιατί αν δεχθούν την τεκμηριωμένη ιστορία ΑΚΥΡΩΝΟΝΤΑΙ οι ιδεοληψίες τους εκατό και πλέον χρόνων από το 1922 και πενήντα ενός από 1974.
    ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΞΕΡΟΥΜΕ ΠΩΣ ΧΩΡΙΣ ΤΟΥΣ ”ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ” ΔΕΝ ΜΠΟΡΥΝ ΝΑ ΖΗΣΟΥΝ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΥΤΟΙ.
    Θα ”φρίξετε” αν διαβάσετε το μυθιστορικό πόρισμα του ΠΑΣΟΚ για τον Φάκελο της Κύπρου .
    Να είστε καλά και να υποστηρίξετε και δια ζώσης τα αποτελέσματα της ερεύνης σας, θα πιεσθείτε γιατί , ιδίως από τον ”φιλοκαραμανλικό” συντοπίτη μου εξ Έβρου κύριο Φούσκα, που εξέδωσε και βιβλίο .
    Υ.Γ Με εντυπωσίασε η βιβλιογραφία σας.
    Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης

  2. Eτσι ακριβώς είχαν τα πράγματα. Δεν είναι τυχαία η προσωνυμία, ο τίτλος του Εθνάρχη που αποδόθηκε στον Καραμανλή. Άλλη ιστορία το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα κατά την μετέπειτα μεταπολιτευτική περίοδο. Επίσης, οι παρεμβάσεις του στο Μακεδονικό ως ΠΤΔ υπήρξαν συγκλονιστικές.

  3. Έτσι, τυχοδιωκτική η πολιτική των φαντομ και των υποβρυχίων και ευτυχώς που δεν πήγαν γιατί η Τουρκία θα έφτανε στα Γιάννενα. Δηλ αφήστε ραφαλ και μπελαρες γιατί το ισοζύγιο είναι κατα. Ρε να μη υπήρχε τέτοια ορθολογική σκέψη το 1940 αλλά στο τέλος ήρθαν οι Γερμανοί και κάψανε τα πάντα και τους Ιταλούς μαζί. Πληρώσαμε το λαϊκισμό του Μεταξά. Ευτυχώς ο εθνάρχης κατάλαβε ότι και η Μακεδονία είναι λίγο μακρυά οπότε σου λέει πως θα πάω στο χωριό μου, πρόσφυγας παλι;, πίσω στο Παρίσι πάλι; Άσε έχω και τα αρχεία με το μέρος μου μη τα βάλω εναντίον μου. Οπότε ακολούθησε την πιο ψύχραιμη και εξευτελιστικη επιλογή, εξευτελιστικη με βαλκανικού, προνεωτερικου, επιπέδου κριτήρια.

  4. Ολόκληρο διδακτορικό για το ξέπλυμα του `εθναρχηπ και του άλλου προδοτη του Αβερωφ…..
    Τι να πεις,,,,Οι Δεξιοί προσπαθούν να αποτινάξουν τις προδοσίες που κατ επανάληψη έχουν κάνει…..αλλά δεν θα τους περάσει…..

    • Και έχετε το όνομα του Φιλίππου , Βασιλέως των Μακεδόνων ,από τους οποίους οι περισσότεροι ”λατρεύουν” τον Μακεδόνα τους Κωνσταντίνο Καραμανλή, την πολιτική ιστορία του οποίου σας παρακαλώ να την διαβάσετε για να τον εκτιμήσετε.

  5. Αγαπητέ κ. Κόντη.

    Εν πρώτοις, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω δεόντως για την πολύτιμη συνεισφορά σας στην μελέτη της σύγχρονης διπλωματικής ιστορίας της χώρας. Ασχέτως συμφωνίας ή διαφωνίας, τα κείμενά σας διακρίνονται από επαρκή τεκμηρίωση και συγκροτημένο λόγο.

    Επί του παρόντος, έχω να συνεισφέρω κάποιες παρατηρήσεις – προκλήσεις για σχολιασμό.

    Η θέση σας για “μύθο της ελληνικής στρατιωτικής υπεροχής” βασίζεται και σε κάποια πιο αναλυτικά στοιχεία, πέραν των δηλώσεων Luns;

    Διότι στην εν λόγω χρονική συγκυρία, τόσο το ΝΑΤΟ, όσο και οι ΗΠΑ, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπ’ όψιν ως αμερόληπτοι παρατηρητές, καθώς αμφότεροι είχαν συμφέρον να μην κλιμακώσει η Ελλάδα. Στο πλαίσιο αυτό, δεν αποκλείεται να προσπαθούσαν να αποθαρρύνουν την όποια σκέψη για δυναμική ελληνική αντίδραση με χαλκευμένα στοιχεία για τον συσχετισμό ισχύος.

    Το περίεργο είναι ότι στο ίδιο πνεύμα κινήθηκαν και οι εκθέσεις των δικών μας επιτελείων, όχι παρουσιάζοντας μια στρατηγική νίκης (η οποία μπορεί να επιτευχθεί και με λιγότερα μέσα από τον αντίπαλο, αρκεί αυτά να χρησιμοποιηθούν καταλλήλως), αλλά προσπαθώντας να αποκλείσουν κάθε πιθανότητα επεμβάσεως, με παντελώς αναληθή δεδομένα σε κάποιες περιπτώσεις (π.χ. μέγεθος τουρκικής αεροπορίας, το οποίο διογκώθηκε)!

    Να προσθέσω ότι η εκτίμηση της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ ενός διπόλου δεν είναι απλή και πλήρως μετρήσιμη διαδικασία. Μετρήσιμο είναι μόνο το οπλοστάσιο κάθε χώρας (τί έχει αγοράσει και διαθέτει στις αποθήκες της, ούτε καν τί είναι αξιοποιήσιμο σε δεδομένη στιγμή). Στον δείκτη αυτόν, δεν τίθεται αμφιβολία ότι η Ελλάδα υπερείχε σε αεροπορία και ναυτικό. Το μέγα ερώτημα είναι η συνοχή και η πειθαρχία του στρατεύματος, που είχε τρωθεί σε ανεπανόρθωτο βαθμό από τις εσωτερικές έριδες των πραξικοπηματιών.

    Πάντως, πέρα από τις υπερβολές Luns, υπάρχει και έτερη οπτική για την απ’ έναντι πλευρά, που καταγράφει ο Mehmet Ali Birand στο βιβλίο του “Απόφαση-Απόβαση”: αυτή της φοβίας της τουρκικής αντιπολιτεύσεως και μερικών κυβερνητικών στελεχών ότι οι ακροβασίες Ecevit θα οδηγούσαν σε έναν ελληνοτουρκικό πόλεμο με αβέβαια αποτελέσματα. Κύρια ανησυχία των Τούρκων ήταν η προέλαση του ΕΣ στην Α. Θράκη. Μάλιστα ήταν τόσο διάχυτος ο τρόμος της ελληνικής αντιδράσεως και στην κοινή γνώμη, ώστε στις 22/7 εκκενώθηκε η ευρύτερη περιοχή Αλικαρνασσού, μετά την διάδοση φήμης για επικείμενη ελληνική απόβαση!!!
    https://enkripto.blogspot.com/2008/06/1974.html

    Κάθε άλλο παρά αδιαμφισβήτητη ήταν, επομένως, η άποψη για εύκολη τουρκική επικράτηση σε πιθανό ελληνοτουρκικό πόλεμο.

    Το δεύτερο σημείο που θα ήθελα να επισημάνω είναι οι προτεραιότητες Καραμανλή. Όταν ανέλαβε την εξουσία, είχε να αντιμετωπίσει δύο κύρια μέτωπα: την εσωτερική σταθεροποίηση και το κυπριακό. Προδήλως, η τότε κατάσταση της Ελλάδος δεν επέτρεπε ταυτόχρονη διευθέτηση των δύο αυτών ζητημάτων. Όχι μόνον αυτό, αλλά η επικέντρωση στο ένα, ήταν δυνατό να επιφέρει αρνητικά αποτελέσματα στο άλλο.

    Εκ των πραγμάτων, φαίνεται ότι ο Καραμανλής έδωσε προτεραιότητα στο εσωτερικό μέτωπο. Εξ ου και δεν ήταν όσο τολμηρός θα αναμέναμε στο κυπριακό, μην θέλοντας να διακινδυνεύσει μάλλον το εύθραυστον του νέου καθεστώτος. Κατά την γνώμη μου, πρόκειται για μείζων σφάλμα και πάντως όχι ίδιον κάποιου που αποκαλείται “εθνάρχης”, διότι τα πολιτεύματα και οι κυβερνήσεις έρχονται και παρέρχονται, τα τετελεσμένα σε απώλεια εδάφους, όμως, δυσκόλως ανατρέπονται.

    Δύο επιχειρήματα θα επικαλεστώ για την θέση αυτήν:
    (α) Την μη άμεση αλλαγή της ανώτατης ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων, που βαρυνόταν με την συμμετοχή στην ανατροπή του Μακαρίου και υπέστη τον αιφνιδιασμό της τουρκικής εισβολής.
    (β) Την μη χρήση σκληρής ισχύος, έστω και συμβολικής, προκειμένου να καταστήσει πειστικές τις απειλές περί ελληνοτουρκικού πολέμου και να ενισχύσει την διπλωματική μας θέση. Χωρίς πράξεις δηλωτικές προθέσεων, ήταν πολύ φυσικό ο πολύπειρος Kissinger να μην παραπλανηθεί από τις λεκτικές μπλόφες των Ελλήνων πολιτικών.

    Και ένα τελευταίο κρίσιμο ερώτημα. Ακόμη και αν δεχθούμε την παντελή αδυναμία μας, ήταν προτιμώτερο, εν τέλει, να αποδεχθούμε την ήττα μας αμαχητί, ή μήπως μια ήττα επί του πεδίου θα έθετε υποθήκες μελλοντικών διεκδικήσεων και θα έδινε το μήνυμα στην Τουρκία ότι απλώς νίκησε συγκυριακώς και πως δεν είμαστε διατεθειμένοι να υποχωρούμε προ του φόβου του πολέμου; Διότι εκ της κατοπινής ροής των γεγονότων, φαίνεται ότι η ατολμία μας το 1974 αποθράσυνε την Τουρκία και της έδωσε ώθηση να επεκτείνει τις διεκδικήσεις της σε Αιγαίο/Θράκη.

    Θα εκτιμούσα ιδιαιτέρως μια απάντησή σας επί των ανωτέρω κρίσεων.

    • Ελπίζω να σας απαντήσει και ο κ. Κόντης κύριε Καραγιαννίδη ,αλλά προηγουμένως θα ήθελα και εγώ μια απάντησή σας στο ακόλουθο ερώτημα ερώτημα μου ,που ετίθετο από όλους τους Έλληνες-αν ζήσατε εκείνες τις στιγμές-.
      Θα αποφάσιζε ο οιοσδήποτε Έλλην πρωθυπουργός-και μάλιστα ο Καραμανλής με την σοβαρή και αποτελεσματική αντιμετώπιση όλων των θεμάτων-πόλεμο σε Κύπρο και Ελλάδα με ένα στρατό διχασμένο σε Παπαδοπουλικούς και Ιωαννιδικούς , με ένα λαό με εκατομμύρια αντιστασιακούς στους δρόμους και με Ανώτατη Στρατιωτική ηγεσία -που έκανε την ”κουτουράδα” με το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου – να σου αναφέρει στο πρωϊνό (της 15ης Αυγούστου 1974) Στρατιωτικό Συμβούλιο στο ΓΕΕΘΑ την αδυναμία της να εξασφαλίσει την αποτελεσματική άμυνα των νησιών του Αιγαίου και με ένα βάρβαρο εχθρό που ξεσπά σε όλο τον Ελληνισμό , όπως το 1922, το 1955 και το 1964 ;;;.
      ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΑ ΗΧΟΓΑΦΗΜΕΝΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΤΩΝ ΕΓΚΡΙΤΩΝ ΔΜΟΣΙΟΓΡΑΦΩΝ αειμνήστου Ψυχάρη και Παπααχελά.
      Υ.Γ Εντάξει πάρτε πίσω το Εθνάρχης για τον Καραμανλή , ο οποίος ουδέποτέ το ζήτησε αυτό το επίθετο και ούτε το επικαλέσθηκε. Του το έδωσε ο αγνός λαός που δεν κάνει λάθος. Καληνύχτα σας .
      Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης.

  6. Θα σας παραθέσω ακριβώς το απόσπασμα από το βιβλιο του Jan Asmussen:

    Μία από τις βασικές θεωρίες συνωμοσίας γύρω από τον πόλεμο στην Κύπρο το 1974 είναι η άποψη ότι υπήρχε σχέδιο του ΝΑΤΟ για να διχοτομηθεί το νησί μεταξύ των δύο μελών του, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Στην πραγματικότητα, η στρατηγική του ΝΑΤΟ ήταν αντιδραστική και όχι προληπτική. Το ενδιαφέρον της Συμμαχίας για την κυπριακή κρίση διαμορφώθηκε και εκφράστηκε στις συναντήσεις που είχε ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Joseph Luns, στις 18 Ιουλίου με τον Αμερικανό υφυπουργό Εξωτερικών Joseph Sisco και τον αντιπρόσωπο των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ, Donald Rumsfeld, και στις 19 Ιουλίου με τον Βρετανό Υφυπουργό Εξωτερικών Sir Thomas Brimelow και άλλους αξιωματούχους.

    Ο Luns εξήγησε στον Sisco τη θέση του ΝΑΤΟ, σημειώνοντας ότι υπήρχαν ήδη σοβαρές εντάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε άλλα ζητήματα, όπως στη δομή διοίκησης των ενόπλων δυνάμεων και στο θέμα της υφαλοκρηπίδας. Καθώς η ελληνική κυβέρνηση είχε ξεκάθαρα υποστηρίξει το πραξικόπημα στην Κύπρο, είπε πως ήταν φυσικό να νιώθει μεγαλύτερη συμπάθεια προς την Τουρκία. Επιπλέον, αν το καθεστώς στην Ελλάδα ήταν ασταθές και χωρίς ουσιαστικό έλεγχο στο εσωτερικό της χώρας, αναρωτήθηκε γιατί οι ΗΠΑ ανησυχούσαν τόσο πολύ για ενέργειες που ενδεχομένως θα οδηγούσαν στην αποκατάσταση μιας πιο δημοκρατικής κυβέρνησης.

    Η Τουρκία, τόνισε, ήταν πολύ σημαντικότερη για το ΝΑΤΟ από την Ελλάδα, η οποία δύσκολα θα μπορούσε να αντέξει την αποχώρηση από την ασπίδα προστασίας της Συμμαχίας. Συμπλήρωσε ότι και μέσα στην Ελλάδα υπήρχε διάθεση υπέρ της παραμονής στο ΝΑΤΟ. Παράλληλα, θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη και η κοινή γνώμη στα κράτη-μέλη της Συμμαχίας, η οποία θα αντιδρούσε έντονα στην ενδεχόμενη αποδοχή πράξεων όπως το πραξικόπημα στην Κύπρο. Η νομιμοποίηση μιας τέτοιας ενέργειας θα μπορούσε να βλάψει την ίδια τη συνοχή του ΝΑΤΟ.

    Ο Luns είπε πως ο Sisco έδειξε κατανόηση για τα επιχειρήματά του και ότι ούτε ο Rumsfeld διαφώνησε. Ο Βρετανός αξιωματούχος Sir John Killick επισήμανε ότι η κυβέρνησή του ανησυχούσε για την πιθανότητα μονομερούς τουρκικής επέμβασης στην Κύπρο και για το ενδεχόμενο να κατηγορηθεί η Βρετανία για συνενοχή. Ο Luns φάνηκε αδιάφορος σε αυτό, λέγοντας: «Μόνο οι Έλληνες θα μας κατηγορούσαν. Ούτε καν οι Ρώσοι δεν θα αντιδρούσαν αν προσφέρουμε βοήθεια στους Τούρκους».

    Όταν ο Brimelow ρώτησε ποιες θα ήταν οι συνέπειες για το ΝΑΤΟ σε περίπτωση τουρκικής μονομερούς δράσης, ο Luns απάντησε πως δεν πίστευε ότι θα ήταν απαραίτητα αρνητικές. Τα περισσότερα μέλη της Συμμαχίας, είπε, θα έδειχναν κατανόηση, ενώ μερικά ίσως και να χαιρόντουσαν βλέποντας την Ελλάδα να ταπεινώνεται – κάτι που θα μπορούσε, ως πιθανό επακόλουθο, να οδηγήσει και στην ανατροπή του καθεστώτος στην Αθήνα. Τέλος, όταν τον ρώτησαν τι θα συνέβαινε αν ξέσπαγε πόλεμος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, ο Luns απάντησε κυνικά: «Οι Τούρκοι θα έκαναν κιμά τους Έλληνες. Τίποτα δεν τους αρέσει περισσότερο από το να σφάζουν Έλληνες».

    Σας απαντάω αποκλειστικά (με τη βοήθεια ΑΙ) από έγγραφα των αμερικανικών αρχείων, χωρίς να βασίζομαι στα πορίσματα των “χουντικών αξιωματικών” (που μάλλον όμως είχαν δίκαιο)…

    Το τηλεγράφημα ATHENS 00842 (8 Φεβρουαρίου 1974) προσφέρει μια εκ βαθέων αποτίμηση της κατάστασης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων μετά το πραξικόπημα Ιωαννίδη. Η αμερικανική πρεσβεία περιγράφει μια δομή εξουσίας κατακερματισμένη, χωρίς διοικητική συνέχεια ή στρατηγική κατεύθυνση. Οι ανώτατοι αξιωματικοί είναι άπειροι και αποκομμένοι από τις επιχειρησιακές μονάδες, ενώ οι μέσοι βαθμοί (αντισυνταγματάρχες και ταγματάρχες), που αποτελούν τον πραγματικό μηχανισμό εξουσίας, έχουν πολιτικοποιηθεί και εμφανίζουν ροπή προς πραξικοπηματικές λύσεις. Η στρατιωτική πειθαρχία έχει καταρρεύσει και ο στρατός παρουσιάζεται ως ένας αποδιοργανωμένος μηχανισμός, που αποτελεί περισσότερο εμπόδιο παρά εγγύηση σταθερότητας.

    Το τηλεγράφημα ATHENS 01390 (7 Μαρτίου 1974) περιγράφει με τεχνική λεπτομέρεια την κρίσιμη υλικοτεχνική υποβάθμιση της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας. Τα μαχητικά F-84 και τα εκπαιδευτικά T-33 κρίνονται επιχειρησιακά άχρηστα, ενώ οι Έλληνες αξιωματικοί συνεχίζουν να αιτούνται ανέφικτες «συμβολικές» παροχές σύγχρονων μαχητικών. Η έλλειψη σχεδιασμού, η απουσία προτεραιοτήτων και η εξάρτηση από ανεδαφικές προσδοκίες καταδεικνύουν μια Π.Α. σε πλήρη αδυναμία, ανίκανη να καλύψει επιχειρησιακά το ενδεχόμενο κρίσης στο Αιγαίο ή την Κύπρο.

    Το συμπληρωματικό τηλεγράφημα ATHENS 01391 (ίδια ημερομηνία) εμβαθύνει περαιτέρω στην κατάσταση της Πολεμικής Αεροπορίας, τονίζοντας ότι ακόμα και αν παραγγελθούν νέα αεροσκάφη, η υλοποίηση θα χρειαστεί τουλάχιστον δύο χρόνια. Ο πρέσβης Tasca ζητά επιτακτικά από την Ουάσινγκτον να εξετάσει λύσεις-γέφυρες (δανεισμός αεροσκαφών), ώστε να αποτραπεί η πλήρης κατάρρευση της Π.Α. Επισημαίνει ότι το προσωπικό είναι απογοητευμένο, ο εξοπλισμός ξεπερασμένος και η ετοιμότητα ανύπαρκτη, με συνέπεια η Π.Α. να αποτελεί παράγοντα αποσταθεροποίησης και όχι αποτροπής.

    Τα τρία τηλεγραφήματα συγκροτούν ένα συνεκτικό σύνολο που επιβεβαιώνει και ενισχύει τη γνωστή εκτίμηση του Joseph Luns, Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, ότι «οι Τούρκοι θα έκαναν κιμά τους Έλληνες» σε περίπτωση σύρραξης. Ο Luns δεν διατύπωσε μια αυθαίρετη ή προκατειλημμένη άποψη, αλλά μια νηφάλια στρατηγική εκτίμηση, συμβατή με τις πληροφορίες των ΗΠΑ. Η Ελλάδα του 1974 διέθετε έναν στρατό διχασμένο, μια αεροπορία τεχνολογικά απαρχαιωμένη και μια πολιτικοποιημένη στρατιωτική ηγεσία χωρίς όραμα ή συνοχή. Αντίθετα, η Τουρκία διέθετε οργανωμένο, σύγχρονο και ιεραρχικά σταθερό στρατιωτικό μηχανισμό. Υπό αυτό το πρίσμα, τα τηλεγραφήματα επιβεβαιώνουν πλήρως ότι η στρατιωτική ισορροπία Ελλάδας–Τουρκίας την κρίσιμη στιγμή του Ιουλίου 1974 ήταν συντριπτικά υπέρ της Άγκυρας.

    • Συγκρατώ το ισχύον και” επί του πεδίου” το καλοκαίρι του 1974, που φάνηκε καθαρά με την ανατροπή -χωρίς μιλιά από τις Ένοπλες Δυνάμεις- του επί 7ετία δικτάτορος Γεωργίου Παπαδοπούλου στις 25 Νοεμβρίου 1973.
      ”Η Ελλάδα του 1974 διέθετε έναν στρατό διχασμένο , και μια πολιτικοποιημένη στρατιωτική ηγεσία χωρίς όραμα και συνοχή (αυτό ήταν ηλίου φαεινότερο τότε)-για την τεχνολογικά απαρχαιωμένη αεροπορία μας δεν εγνώριζε ο λαός (και εγώ) που έζησα τότε από κοντά ως εκ του επαγγέλματος μου πολλά γεγονότα .
      Με τέτοια κατάσταση υπάρχουν δυστυχώς Έλληνες που μέμφονται τον έμπειρο , υπεύθυνο και πατριώτη αείμνηστο Κωνσταντίνο Καραμανλή , που κράτησε την κυριαρχία στον ελλαδικό χώρο και δεν μας πήγε στην Κύπρο σαν τον Αλκιβιάδη , που πήγε τους Αθηναίους στην Σικελία και κατανικήθηκε από την Σπάρτη.
      ΖΗΘΙ ΚΥΡΙΕ ΚΟΝΤΗ -ΔΙΑΛΥΣΑΤΕ ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΝ ΜΥΘΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗ ΓΙΑ ΤΟΝ Β’ΑΤΤΙΛΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ -ΕΙΣΤΕ Ο ΤΡΙΤΟΣ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΨΥΧΑΡΗ,ΠΑΠΑΧΕΛΑ ΠΟΥ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΝΔΕΛΕΧΕΣΤΕΡΑ ΤΟ ΚΑΤΑΦΕΡΑΤΕ. Καληνύχτα σας.
      Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης

  7. Σας ευχαριστώ θερμώς για την εκτενή και γεμάτη στοιχείων απάντηση, κ. Κόντη.

    Ειρήσθω εν παρόδω ότι δεν είμαι πεπεισμένος ούτε για την δυνατότητα παρεμβάσεως της Ελλάδος, ούτε για την αδυναμία της, εξ άλλου αμφότερα τα σενάρια βασίζονται σε πλείστες υποθέσεις.

    Εν γένει, με ενοχλούν τρία τινά:
    (α) Η σχεδόν απόλυτη βεβαιότητα των υποστηρικτών των δύο αντιθέτων απόψεων, χωρίς να παραχωρείται ένα περιθώριο αμφιβολίας, εφ’ όσον όλοι εικοτολογούμε.
    (β) Η επικέντρωση του διαλόγου στην αθώωση ή δαιμονοποίηση προσώπων (το ίδιο παρατηρώ και για το 1922), αντί να εξετάζουμε τις αδυναμίες μας και τα λάθη μας ως σύνολο, με σκοπό να μην επαναληθφούν στο μέλλον. Το ότι έγιναν λάθη είναι αναντίρρητο, από την στιγμή που υπέστημεν ήττα. Ποσώς με ενδιαφέρει ποιός έκανε τα περισσότερα ή τα κρισιμότερα, με απασχολεί η συνολική αποτυχία του κρατικού μηχανισμού.
    (γ) Η συνεχής προσπάθεια αναζητήσεως άλλοθι στις ήττες μας (όχι μόνο το 1974, αλλά και το 1996, ή σε ελάσσονος κλίμακος συμβάντα, όπως του Ηλιάκη και της Κάσου), αντί αυτές να αποτελούν ερεθίσματα αναστοχασμού και βελτιώσεως.

    Επί του προκειμένου.

    Υπερθεματίζω για το επιχείρημα της εσωτερικής διαλύσεως των ενόπλων δυνάμεων, άλλωστε το σχολίασα εξ αρχής ως κάτι πιθανό και μη μετρήσιμο, ώστε να ακυρώνει την όποια υπεροπλία στο υλικό.

    Όμως λησμονούμε ότι το κλίμα μπορεί να ανατραπεί ταχέως, αν δοθούν τα κατάλληλα μηνύματα από την ηγεσία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον πόλεμο του ’40 είναι η ανάληψη της διοικήσεως της ΧΙΙΙ μεραρχίας από τον υποστράτηγο Μουτούση, διαρκούσης της μάχης για την κατάληψη του Μόροβα και η άμεση μετατροπή ενός μείζονος σχηματισμού σε αξιόμαχο, ενώ λίγο πριν έρρεπε προς την λιποταξία.
    https://slpress.gr/istorimata/dyo-diatages-skiagrafoyn-to-epos-toy-1940/

    Το γιατί παρέμεινε ανέγγιχτη η ανωτάτη στρατιωτική ηγεσία στις 24/7, αντί να αντικατασταθεί πάραυτα από τους διαθεσίμους “Μουτούσηδες” της εποχής είναι ένα ερώτημα που με βασανίζει διαρκώς. Η μόνη λογικοφανής εξήγηση είναι ότι προτεραιότητα της νέας κυβερνήσεως ήταν η εσωτερική σταθεροποίηση και όχι η άμυνα της Κύπρου.

    Ως προς την κατάσταση της αεροπορίας, που περιγράφουν τα αμερικανικά τηλεγραφήματα, θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη μας ότι άμεσος αντίπαλός μας δεν ήταν οι ΗΠΑ και τα δικά τους οργανωτικά/επιχειρησιακά πρότυπα, αλλά η Τουρκία. Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν αντίστοιχα τηλεγραφήματα Αμερικανών για την κατάσταση της τουρκικής αεροπορίας, αλλά σε κατάσταση υλικού δεν υπερτερούσαν, τα αεροσκάφη τους ήταν ιδίας γενεάς με τα ελληνικά (τη εξαιρέσει των νεωτάτων F4).

    Η δε δράση των Τούρκων στην Κύπρο, έναντι πρακτικώς ανυπάρκτου αντιπάλου, επ’ ουδενί δικαιώνει την πεποίθηση για έναν υπερέχοντα και καλώς οργανωμένο στρατιωτικό οργανισμό. Ούτε το συμβάν με τα F102 που αντιμετώπισαν με F5 οι Δινόπουλος/Σκαμπαρδώνης (22/7) είναι δηλωτικά τουρκικής υπεροχής, το αντίθετο.

    Να ληφθεί, επίσης, υπ’ όψη ότι αν ένας οργανισμός μπορούσε να χαρακτηρισθεί “απηρχαιωμένος”, αυτός ήταν η τουρκική αεροπορία, καθώς η ελληνική προηγείτο κατά πολύ στην διαδικασία ριζικού εκσυγχρονισμού (όχι μόνο στο υλικό, με την πρόσφατη παραλαβή των F4 και την αναμονή παραλαβής των Mirage-F1 και A7, αλλά και στην κατάρτιση των στελεχών, αρχής γενομένης από την εκπαίδευση του συνόλου των πληρωμάτων των F4 στις ΗΠΑ).

    Εν κατακλείδι, ενίσταμαι ως προς την υστέρηση του υλικού μας έναντι των Τούρκων. Συντάσσομαι μαζί σας στο ότι τα έντονα διαλυτικά και φατριαστικά φαινόμενα στις ένοπλες δυνάμεις δημιουργούν εύλογες αμφιβολίες για την δυνατότητα αξιοποιήσεως των μέσων τους. Παραμένει, παρά ταύτα, η απορία μου, γιατί δεν ελήφθησαν δραστικά μέτρα για την ταχεία αποκατάσταση της ιεραρχίας και της συνοχής των ενόπλων δυνάμεων, εν όψει της κρίσεως. Διότι ο πόλεμος δεν ήταν ένα δίλημμα επιλογής, αλλά μια ήδη υπαρκτή κατάσταση, Έλληνες σκοτώνονταν στην Κύπρο και ελληνικά εδάφη χάνονταν. Εκτός αν το δόγμα Μπονάνου “οι Τούρκοι χτυπούν την Κύπρο, αλλά εμείς είμαστε Ελλάς” είχε και έχει ευρύτερη αποδοχή…

    ΥΓ:
    Από άποψη πολεμικού υλικού και προπαρασκευής, η Ελλάδα δεν διακρινόταν ούτε το 1912 (μάλλον ήταν σε χειρότερη κατάσταση απ’ ότι το 1974, καθώς μόνο ένας “Αβέρωφ” μπορούσε να θεωρηθεί σύγχρονος). Φατριασμός και διχασμός στο στράτευμα υπήρχε και τότε, με το Γουδί πολύ πρόσφατο. Σε περίπτωση αποχής μας από τον πόλεμο, κάλλιστα θα μπορούσαν να επιστρατευθούν επιχειρήματα για την ανετοιμότητά μας, την ανεπάρκειά μας, κλπ. Αλλά το ρίσκο της συμμετοχής μας σε αυτόν απέδωσε! Ενίοτε, αυτό που αρκεί είναι η θέληση, τα μέσα και οι τρόποι χρήσεώς τους ακολουθούν…

    • Το θέλω αν αφορά στις προσωπικές μας επιδιώξεις να το εκφράσουμε και να το αποφασίσουμε και ας ”φάμε ξύλο” .
      Ο εκάστοτε πρωθυπουργός -κάθε χώρας -αλλά ιδίως της χώρας μου ,δεν θα ήθελα να θέλει -να ρισκάρει εις βάρος της Πατρίδος και των Ελλήνων επιθετικό πόλεμο .
      Υπολήπτομαι το αμυντικό ΟΧΙ του Μεταξά το 1940 .
      Αυτό έκανε ο τραγικός για το Έθνος Ελευθέριος Βενιζέλος , που ”δεν μέτρησε το μεσημέρι το τότε μπόϊ της βαθιά διχασμένης και επί 8ετια εμπόλεμης Ελλάδος” και πέραν των άλλων , μας ”εξασφάλισε” διαρκή εθνικό διχασμό .
      Εκτός συναγωνισμού απαξίωσης είναι ο επίσης τραγικός Ταξίαρχος Ιωαννίδης το 1974 .
      ΛΗΘΗ τουλάχιστον ΤΕΤΟΙΩΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ .
      Σταύρος Αθαν.Ναλμπάντης

Leave a Reply to Φαίδων Βισβίκης Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
47,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Τελευταία Άρθρα