Από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του πολιτεύματος ενισχύθηκαν, σε συνάρτηση μάλιστα με το διεθνές και ευρωπαϊκό πολιτικό- θεσμικό περιβάλλον. Ασφαλώς η πορεία αυτή δεν ήταν ποτέ μονοσήμαντη ούτε γραμμική. Διολισθήσεις, αντιστάσεις και υποχωρήσεις έχουν παρατηρηθεί, όπως είναι λογικό και επόμενο. Τίποτα δεν είναι εκ των προτέρων εξασφαλισμένο ούτε δεδομένο. Διάκριση των εξουσιών, κράτος δικαίου, ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, εναλλασσόμενη πολιτική αντιπροσωπευτικότητα, πλουραλισμός της πολιτικής έκφρασης και των ΜΜΕ, δικαιώματα του ανθρώπου, κοινωνικό κράτος, λογοδοσία της εξουσίας, ισότητα και μη διακρίσεις, χρηστή διοίκηση είναι κάποια από τα βασικά χαρακτηριστικά μιας Δημοκρατίας. Η ποιότητά της είναι συνυφασμένη με την εμπέδωση των επί μέρων χαρακτηριστικών της από την εξουσία, την προαγωγή τους από τους θεσμούς και την υπεράσπισή τους από τους πολίτες.

Ο καθηγητής δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Κωστής Τσιτσελίκης

© EurokinissiΟ καθηγητής δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Κωστής Τσιτσελίκης 

Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια κάτι δεν πάει καλά στην Ελλάδα. Τα ελλείμματα σε θεματική βάση μπορεί να είναι αναμενόμενα, αν και τα υγιή αντανακλαστικά θα ήταν η συντεταγμένη προσπάθεια θεραπείας τους. Όμως η διολίσθηση σε όλους σχεδόν τους δείκτες της δημοκρατίας γίνεται σταθερά, αργά και συγκαλυμμένα ή απροκάλυπτα ενίοτε και απότομα με την επίκληση της έκτακτης ανάγκης. Ο μιθριδατισμός της ελληνικής κοινωνίας στα μικρά και μεγάλα που συνθέτουν πια έναν μεγάλο κρατήρα στην καρδιά της δημοκρατίας οδήγησε στην φυσικοποίηση του δημοκρατικού ελλείμματος στη συλλογική μας συνείδηση και στην κοινή αποδοχή ότι η Δημοκρατία μας μπορεί να είναι ανεκτή ακόμα και σε αυτή την κατάσταση. Έτσι εμπεδώνουμε όλοι μαζί την ακροδεξιά λογική ότι έτσι κι αλλιώς «όλοι οι πολιτικοί είναι διεφθαρμένοι» και ότι η παρτίδα δεν κερδίζεται. Όμως η Δημοκρατία μας είναι χωλή, καχεκτική και οριακή, στα σύνορα της μη-Δημοκρατίας. Στα σύνορα ενός χώρου γκρίζου και ζοφερού, που οι παλιοί γνωρίζουν πολύ καλά. Φλερτάροντας ενίοτε και με την μετάβαση στην αντίπερα όχθη. Η ελληνική κοινωνία φαίνεται να στέκεται εγκλωβισμένη μέσα στα παγκόσμια προβλήματα, χωρίς να διεκδικεί, χωρίς να ανησυχεί για το κοινό αγαθό της πολιτειακής μας οργάνωσης και των συλλογικών δεσμών που μας καθιστούν πολιτική κοινότητα. Όμως τα πράγματα έφτασαν πια σε οριακό επίπεδο και η ισχύς του Συντάγματός μας ξεθωριάζει μπροστά στην καθημερινή πραγματικότητα.

Ας δούμε κάποια παραδείγματα:

Δεκάδες χιλιάδες πολίτες παρακολουθούνται επί χρόνια. Έπρεπε να γίνει γνωστό ότι παρακολουθείται αρχηγός κόμματος για να ανοίξει η συζήτηση και να αντιληφθούμε ότι (ξανα)ζούμε σε εποχή μαζικού φακελώματος. Η προσχηματική επίκληση της εθνικής ασφάλειας όπου παντού πλέον «οι εχθροί ελλοχεύουν», αντιστρέφει το πρόσημο της δημοκρατικής νομιμότητας της ίδιας της κυβέρνησης.

Η Δικαιοσύνη (δυσ)λειτουργεί μέσα από πολιτικές-κομματικές στρατεύσεις, αλλά και ιδεολογικές-θρησκευτικές αγκυλώσεις. Η καταβαράθρωση τομέων της Δικαιοσύνης και συνεπώς της εμπιστοσύνης σε αυτήν υπονομεύει τη λειτουργία του κράτους και της πολιτειακής μας οργάνωσης.

Το πεδίο του προσφυγικού-μεταναστευτικού έχει προ καιρού τεθεί στο απόλυτο απυρόβλητο του θεσμικού και πολιτικού ελέγχου. Απαγωγές, εκατοντάδες επαναπροωθήσεις με θανάτους και κίνδυνο ζωής πλήττουν ανέξοδα-ανέλεγκτα απελπισμένους ανθρώπους και κυρίως το κράτος δικαίου μας.

Συστηματικά στελέχη των σωμάτων ασφαλείας καλύπτονται από ατιμωρησία όταν εμπλέκονται σε ενέργειες καταχρηστικής άσκησης βίας συχνά και απρόκλητα. Παρόμοια, οι εμπλεκόμενοι σε υποθέσεις διαφθοράς και τραπεζικών σκανδάλων παραμένουν ατιμώρητοι, αλλά και ηθικά καταξιωμένοι ενώ έχουν καταχραστεί την προνομιακή τους θέση στην οικονομική ζωή του τόπου.

Οι ανεξάρτητες αρχές δίνουν την εντύπωση ότι χάνουν την αυτονομία τους εξυπηρετώντας κυβερνητικές πολιτικές. Έχουν απολέσει δηλαδή το ρόλο του θεσμικού αντίβαρου απέναντι στην άσκηση κυβερνητικών πολιτικών στο βαθμό που τους αναλογεί.

Έχουν μετρηθεί τα πολύ στενά περιθώρια άσκησης της αποστολής των ΜΜΕ, δηλαδή να ελέγχει την εξουσία. Βέβαια, ο περιορισμός της λειτουργίας των ΜΜΕ δεν γίνεται με την έννοια της αστυνομικής καταστολής αλλά με την ασφυκτική άρση των προϋποθέσεων για τη διενέργεια ερευνητικής δημοσιογραφίας και την προώθηση της ανοιχτής δημόσιας συζήτησης.

Η απαξίωση του δημόσιου διαλόγου, η απονεύρωση του λόγου των επιχειρημάτων ως δημοκρατική διαδικασία, η συστηματική αποσιώπηση γεγονότων, όπως και η ανέξοδη χρήση του ψέματος, που όλα τα ισοπεδώνει και τα αφήνει εν τέλει ανέλεγκτα, ακυρώνει την ουσία της Δημοκρατίας: την ελευθερία της πολιτικής κινητικότητας, την ισότητα των πολιτών ως προς την πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά και τον κοινωνικό έλεγχο της εξουσίας.

Ήδη στο εξωτερικό γίνεται ορατό ότι κάτι πάει πολύ στραβά στη χώρα μας. Μάλλον χρειάζονται ισχυρά αντανακλαστικά νέων συμμαχιών στο εσωτερικό και αποτελεσματικότητα δράσης για την ενίσχυση της Δημοκρατίας μας. Για την ανάκτηση εκείνων των αποσκευών της που έχει ήδη χάσει κατά την ανεξέλεγκτη πορεία της κυβέρνησης και των εταίρων της προς τα άκρα.

* Ο Κωστής Τσιτσελίκης είναι καθηγητής δικαίου δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

www.news247.gr