Γιατί το Ισραήλ τώρα στρέφει τα βλέμματα του προς την Τουρκία

Μια εντεινόμενη αντιπαλότητα μεταξύ των δύο δυνάμεων της Μέσης Ανατολής δεν είναι θέμα «αν», αλλά «πώς»

Ανάλυση
Trita Parsi
08 Ιουλίου 2025

Καθώς η κατανομή της ισχύος στην περιοχή μεταβάλλεται, με το Ιράν να χάνει σχετική δύναμη και το Ισραήλ και η Τουρκία να αναδεικνύονται στην κορυφή, μια εντεινόμενη αντιπαλότητα μεταξύ Τελ Αβίβ και Άγκυρας δεν είναι θέμα αν, αλλά πώς. Δεν τίθεται θέμα εάν θα επιλέξουν την αντιπαλότητα, αλλά πώς θα επιλέξουν να αντιδράσουν σε αυτήν· μέσα από αντιπαράθεση ή ειρηνική διαχείριση.

Όπως περιγράφω στο Treacherous Alliance, μια παρόμοια κατάσταση εμφανίστηκε μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου: Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης άλλαξε δραματικά την παγκόσμια κατανομή ισχύος, και η ήττα του Ιράκ του Σαντάμ στον Πόλεμο του Περσικού Κόλπου αναμόρφωσε το γεωπολιτικό σκηνικό στην περιοχή. Μια νεοσχηματιζόμενη διπολική περιφερειακή δομή πήρε μορφή, με το Ιράν και το Ισραήλ να αναδεικνύονται ως οι δύο κύριες δυνάμεις χωρίς αποτελεσματικό ενδιάμεσο μεταξύ τους (καθώς το Ιράκ είχε ηττηθεί). Οι Ισραηλινοί έδρασαν πρώτοι, αναστρέφοντας τη στρατηγική που τους καθοδηγούσε τις προηγούμενες δεκαετίες: το Δόγμα της Περιφέρειας. Σύμφωνα με αυτό το δόγμα, το Ισραήλ θα οικοδομούσε συμμαχίες με τις μη-αραβικές χώρες της περιφέρειάς του (Ιράν, Τουρκία και Αιθιοπία) για να εξισορροπήσει τις αραβικές δυνάμεις στην εγγύτερη περιοχή του (Ιράκ, Συρία και Αίγυπτο, αντίστοιχα).

Αλλά μετά το 1991, δεν υπήρχαν αραβικά κράτη που να μπορούσαν να αποτελέσουν συμβατική στρατιωτική απειλή για το Ισραήλ. Ως εκ τούτου, η προσοχή του Ισραήλ μετατοπίστηκε προς το Ιράν. Η νέα απειλή για το Ισραήλ, αποφάσισαν οι Ισραηλινοί αρμόδιοι, δεν ήταν πλέον η αραβική γειτνίαση, αλλά η Περσική Περιφέρεια.

Το παράδοξο, βεβαίως, ήταν ότι η εχθρότητα του Ιράν προς το Ισραήλ καθ’ όλη τη δεκαετία του 1980 δεν θεωρήθηκε από το Ισραήλ αποφασιστική, καθώς η προσοχή του ήταν στραμμένη προς το Ιράκ και τα αραβικά κράτη. Στην πραγματικότητα, καθ’ όλη την εποχή του Χομεϊνί, το Ισραήλ επιδίωξε να αποκαταστήσει τις σχέσεις με το Ιράν και παρά το γεγονός ότι απερρίφθη από το κληρικό καθεστώς, πίεσε την Ουάσιγκτον να μιλήσει με το Ιράν, να πουλήσει όπλα στο Ιράν και να μην δίνει βάρος στη ρητορική του Ιράν κατά του Ισραήλ, επειδή – κατά την άποψή του – δεν αντανακλούσε τις πραγματικές πολιτικές της Τεχεράνης.

Το Ιράν αιφνιδιάστηκε αρχικά από την στροφή του Ισραήλ. Την περίοδο εκείνη, ο επαναστατικός ζήλος του φθίνονταν γρήγορα, και η κυβέρνηση Ραφσαντζάνι αναζητούσε απεγνωσμένα να εδραιώσει καλύτερες σχέσεις με τις ΗΠΑ, ώστε να αποκτήσει πρόσβαση σε επενδύσεις και οικονομικές ευκαιρίες. Προσέφερε στις ΗΠΑ πρόσβαση σε ιρανικά πεδία πετρελαίου και επιδίωξε να συμμετάσχει σε μεγάλες διασκέψεις που αποσκοπούσαν στη διαμόρφωση της γεωπολιτικής τάξης στην περιοχή. Αλλά οι ΗΠΑ το απέρριψαν και απέκλεισαν το Ιράν από τη διάσκεψη της Μαδρίτης.

Αντίθετα, το Ισραήλ έπεισε την Ουάσιγκτον ότι για να επιτευχθεί ειρήνη μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, οι ΗΠΑ πρέπει να εξουδετερώσουν τη νέα απειλή που αντιμετωπίζει το Ισραήλ — τον ισλαμικό φονταμενταλισμό του Ιράν — με την επιβολή κυρώσεων και τον απομονωτισμό του Ιράν. Όπως μου είπε ο Martin Indyk, όσο περισσότερη ειρήνη μπορούσε να εγκαθιδρυθεί μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, τόσο περισσότερο θα απομονωνόταν το Ιράν. Κι όσο περισσότερο απομονωνόταν το Ιράν, τόσο περισσότερη ειρήνη μπορούσε να υπάρξει μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων.

Σε αυτό το σημείο αρχίζει ο πραγματικός ισραηλινοϊρανικός ανταγωνισμός. Η Τεχεράνη ανταποκρίθηκε στοχεύοντας ό,τι θεωρούσε τον αδύναμο κρίκο της ισραηλινοαμερικανικής στρατηγικής για την απομόνωση του Ιράν: τη διαδικασία του Όσλο. Αν η ειρηνευτική διαδικασία υπονομευόταν, κανένας από τους υπόλοιπους στόχους των ΗΠΑ και του Ισραήλ δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί. Ήταν εκείνη τη στιγμή που το Ιράν άρχισε σοβαρά να υποστηρίζει ριζοσπαστικές παλαιστινιακές οργανώσεις (οι σχέσεις του με τη Χαμάς παρέμειναν τεταμένες για ακόμη μερικά χρόνια, έως ότου ο Σεΐχης Γιασίν δολοφονήθηκε από το Ισραήλ το 2004).

Η λογική αυτής της στρατηγικής αντιπαλότητας καθοδηγεί και τα δύο κράτη τις τελευταίες τρεις δεκαετίες: Το Ισραήλ επιδιώκει να απομονώσει και να επιβάλει κυρώσεις στο Ιράν, να αποτρέψει οποιαδήποτε διπλωματική προσέγγιση ΗΠΑ–Ιράν, να ακυρώσει κάθε ενδεχόμενο συμφωνίας ΗΠΑ–Ιράν και να ωθήσει τις ΗΠΑ να κηρύξουν πόλεμο στο Ιράν. Η Τεχεράνη έχει αμφισβητήσει το Ισραήλ σε κάθε μέτωπο, έχει εξοπλίσει και εκπαιδεύσει αντιισραηλινές οργανώσεις, και – με δισταγμό – επιχείρησε να ξεφύγει από την απομόνωση που έχει επιτύχει το Ισραήλ, συνάπτοντας συμφωνία με τις ΗΠΑ.

Το Ισραήλ έχει σημειώσει αρκετές σημαντικές νίκες: Ο Άξονας Αντίστασης του Ιράν έχει σε μεγάλο βαθμό καταρρεύσει και το Ισραήλ βρίσκεται στα πρόθυρα καθιέρωσης μόνιμης αεροπορικής υπεροχής επί του Ιράν. Μπορεί να μην το επιτύχει πλήρως, αλλά έχει προωθήσει τη θέση του δραματικά. Το Ισραήλ βρίσκεται στην επίθεση· το Ιράν στην άμυνα.

Αν και αυτή η αντιπαλότητα απέχει πολύ από το να έχει λήξει και το Ισραήλ απέχει πολύ από το να έχει κερδίσει καθαρά, έχει ήδη αρχίσει να στρέφει το βλέμμα του προς το επόμενο κράτος που πρέπει να υποταχθεί, ώστε το Ισραήλ να επιτύχει στρατιωτική ηγεμονία στη Μέση Ανατολή: την Τουρκία. (Το ισραηλινό δόγμα είναι η επίτευξη ασφάλειας όχι μέσω ισορροπίας, αλλά μέσω κυριαρχίας).

Η νίκη της Τουρκίας στη Συρία την ωθεί βαθύτερα στην ισραηλινή στοχοθεσία. Αλλά η Τουρκία διαφέρει από το Ιράν: Είναι μέλος του ΝΑΤΟ και της G20, η οικονομία της δεν μπορεί εύκολα να υποστεί κυρώσεις, είναι σουνιτική δύναμη με ισχυρότερη ήπια ισχύ στη Μέση Ανατολή από αυτήν που είχε το σιιτικό Ιράν τα τελευταία 10–15 χρόνια. Η Τουρκία, φυσικά, έχει και αρκετές ευπάθειες, μεταξύ των οποίων και το κουρδικό αυτονομιστικό κίνημα.

Αλλά όσο το Ισραήλ πιστεύει ότι η ασφάλειά του μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω στρατιωτικής κυριαρχίας επί όλων των γειτόνων του που μπορούν να του αντιπαρατεθούν — δηλαδή αυτών που έχουν τη δυνατότητα να το πράξουν, ανεξαρτήτως προθέσεων — τότε η ανάδειξη της Τουρκίας σε σημαντική περιφερειακή δύναμη θα την φέρει στο στόχαστρο του Ισραήλ, είτε το θέλει είτε όχι.

Οι δυνάμεις της γεωπολιτικής δεν μπορούν να εξαλειφθούν. Το καλύτερο που μπορεί να γίνει είναι να εξημερωθούν.

Το άρθρο αναδημοσιεύθηκε από το Substack

Trita Parsi
Ο Trita Parsi είναι συνιδρυτής και εκτελεστικός αντιπρόεδρος του Quincy Institute for Responsible Statecraft.
Οι απόψεις που εκφράζουν οι συγγραφείς στο Responsible Statecraft δεν αντικατοπτρίζουν απαραίτητα τις θέσεις του Quincy Institute ή των συνεργατών του.

responsiblestatecraft.org

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
47,700ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Τελευταία Άρθρα