Το σημερινό μου σημείωμα αναφέρεται στην αδικαιολόγητη ταλαιπωρία, σωστό “καψόνι” που μου επέβαλε η Τράπεζα Πειραιώς, παρότι τυγχάνω πελάτισσα της επί δεκαετίες (και στην Αθήνα στο κατάστημα Κολωνακίου, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, στο κατάστημα Εθνικής Αμύνης). Ήταν η Τράπεζα που προτιμούσα για χρόνια και στην οποίαν έχαιρα πάντοτε εξαιρετικής εξυπηρέτησης. Αυτά, ως την 1η Φεβρουαρίου 2023.

Αποφάσισα να κοινοποιήσω την θλιβερή εμπειρία που βίωσα, με την ελπίδα ότι θα ληφθούν τα δέοντα μέτρα ώστε αυτή να μην επαναληφθεί, όχι μόνον απέναντι μου, αλλά και γενικότερα. Το απαράδεκτο “καψόνι” που υπέστην αποδίδεται, προφανώς, σε πολυάριθμους παράγοντες, που συνοψίζονται στην με κάθε τρόπο προσπάθεια ελαχιστοποίησης των δαπανών λειτουργίας των τραπεζών.

Έτσι, τα διαμειβόμενα, τελευταίως, στις τράπεζες δικαιολογούν, δυστυχώς, απολύτως το αποτέλεσμα πρόσφατης δημοσκόπησης (βλ. Κυριακάτικη Εστία 12.03.2023) όπου, και μεταξύ άλλων, οι νέοι ηλικίας 17-34 ετών απαντούν ότι κατά 90% δεν έχουν καθόλου εμπιστοσύνη στις τράπεζες. Αλλά, αν στη χώρα μας, αφού έχει με τόσο δραματικό τρόπο αποδειχθεί ότι οι επικοινωνίες είναι πλήρως ξεχαρβαλωμένες, προκύψει ότι και οι τράπεζές της ακολουθούν την ίδια οδό απαξίωσης, εισερχόμαστε σε αχαρτογράφητα και εξαιρετικά επικίνδυνα νερά. Αρχίζω, λοιπόν την απίστευτη περιπέτεια μου.

Μία τραπεζική “οδύσσεια”…

Την 1.2.2023, και μετά περίοδο κατά την οποίαν το περί ου κατάστημα της Τράπεζας Πειραιώς στη Θεσσαλονίκη παρέμεινε κλειστό για “αναβάθμιση”, πήγα σε αυτό όταν επαναλειτούργησε, προκειμένου να διεκπεραιώσω απλή συναλλαγή μεταφοράς χρηματικού ποσού από επενδυτικό πρόγραμμά μου σε λογαριασμό μου. Και τότε άρχισε μια, άνευ ορίου ταλαιπωρία μου, που αναπότρεπτα περιλαμβάνει και πολλά στοιχεία γελοιότητας.

Καταρχήν, ο νέος χώρος του “αναβαθμισμένου τραπεζικού καταστήματος”, αποδείχθηκε για μένα παντελώς terra incognita! Από τους πολυάριθμους υπαλλήλους που γνώριζα και με γνώριζαν, ουδείς υπήρχε πλέον. Μετά από αναμονή 30’ περίπου εμφανίστηκε μια υπάλληλος στην οποία έδωσα την ταυτότητα μου και στη συνέχεια εξαφανίστηκε για αλλά επιπλέον 20’. Όταν επανεμφανίστηκε, φάνηκε ιδιαιτέρως προβληματισμένη, διότι προφανώς “απεκάλυψε” ότι ….είχα λογαριασμό, εκτός από το κατάστημα στη Θεσσαλονίκη, και στην Αθήνα!

«Μα που μένετε» με ρώτησε εμφανώς ανήσυχη. Της εξήγησα ότι μένω, κατά περιόδους, και στις δύο πόλεις για τη διεκπεραίωση επιστημονικών μου υποχρεώσεων. Προφανώς, ωστόσο, με χαρακτήρισε “ύποπτη” και με παρέπεμψε στη διευθύντρια, που και αυτή μου ήταν παντελώς άγνωστη. Της εξήγησα την πολύ απλή συναλλαγή που ήθελα να κάνω. Και, λοιπόν, εγώ πελάτισσα επί δεκαετίες στο ίδιο αυτό κατάστημα, με τον ίδιο λογαριασμό, αντιμετώπισα τη διευθύντρια, η οποία αρνήθηκε να προχωρήσει στη συναλλαγή που της ζήτησα και απαίτησε να της προσκομίσω: Εκκαθαριστικό εφορίας, Ενημερωτικό Σύνταξης και τελευταίο λογαριασμό κινητού τηλεφώνου μου.

Σε αναζήτηση των δικαιολογητικών… 

Καθώς δεν είχα όλα αυτά τα “απαιτούμενα” μαζί μου, επέστρεψα την επομένη, με έγγραφο αναφοράς στο ιστορικό της χθεσινής ταλαιπωρίας μου και ζήτησα από τη διευθύντρια να το παραλάβει και να μου δώσει απόδειξη παραλαβής. Στο ενδιάμεσο, ωστόσο, η διευθύντρια αποφάνθηκε ότι τα δικαιολογητικά που μου είχε ζητήσει την παραμονή δεν “ήταν αρκετά” και ήθελε επιπλέον απόδειξη πληρωμής του αερίου.

Τηλεφώνησα στη βοηθό μου να την βρει και να την φέρει, αναμένοντας αλλά τρία τέταρτα της ώρας μέχρι ότου να την προσκομίσει. Στο μεταξύ, και ενόσω αναμέναμε την απόδειξη του αερίου, η διευθύντρια “συνειδητοποίησε” ότι η φωτογραφία του εκκαθαριστικού, που της είχα προσκομίσει, δεν την ικανοποιούσε και έτσι αναγκάστηκα να τηλεφωνήσω στη λογίστρια μου, για να στείλει ιντερνετικά μια άλλη έκδοσή του.

Στη συνεχεία, και ενόσω είχε πια όλα τα αποδεικτικά που ισχυριζόταν ότι της “χρειάζονταν” για μια απλή συναλλαγή πελάτισσας δεκαετιών στην Τράπεζα και στο συγκεκριμένο κατάστημα, που τυγχάνει επιπλέον και να μην είναι παντελώς άγνωστη στην πόλη της Θεσσαλονίκης, η διευθύντρια αρνήθηκε να παραλάβει το έγγραφο ιστορικού παραπόνων μου, δηλώνοντας ότι «εγώ δεν το παίρνω αυτό»!

Αναγκάστηκα να τηλεφωνήσω στο δικηγόρο μου, ο οποίος επιβεβαίωσε αυτό που γνώριζα και εγώ ως πτυχιούχος Νομικής, ότι δηλαδή η διευθύντρια ήταν υποχρεωμένη να το παραλάβει. Κατόπιν αυτού η διευθύντρια εξαφανίστηκε. Ανέμενα αλλά 20’ για να επιστρέψει, αναλογιζόμενη το πόσες ώρες είχα χάσει από την παραμονή και πόσες υποχρεώσεις μου είχα παραμελήσει. Δυστυχώς, ούτε και τότε είχε τελειώσει το ανείπωτο ¨καψόνι”. Διότι, η διευθύντρια, ανέμενε απάντηση από τα κεντρικά, “για το αν ήταν η όχι υποχρεωμένη να παραλάβει το περί ου έγγραφο παραπόνων μου”.

Αναμονή στην αναμονή… 

Η επιπλέον αναμονή για την τηλεφωνική απάντηση απαίτησε άλλη μισή ώρα περίπου. Από τις 3 Φεβρουαρίου και μέχρι τις 16 Φεβρουαρίου λάμβανα σχεδόν σε καθημερινή βάση από την Τράπεζα Πειραιώς μήνυμα επιβεβαίωσης στο κινητό μου ότι «η υπηρεσία επιλαμβάνεται της υπόθεσης μου». Η απάντηση της 16ης Φεβρουαρίου έφτασε ταχυδρομικώς και της πάει απολύτως η γνωστή φράση ότι “το Όρος έτεκε μυν”: Ω, ναι!

Η αρμόδια παραπόνων της Τράπεζας Πειραιώς απεφάνθη ότι τα πάντα ήταν “καλώς καμωμένα” γιατί τάχα όλα αυτά τα στοιχεία που είχαν ζητηθεί από εμένα ήταν απαραίτητα βάσει οδηγιών της Τράπεζας της Ελλάδος για «να επικαιροποιήσουν τα αρχεία που τηρούν για κάθε πελάτη για αποφυγή του κινδύνου φοροδιαφυγής ή ξεπλύματος μαύρου χρήματος» και βέβαια, ούτε υποψία της πέρασε για την στοιχειώδη ανάγκη ζήτησης, από την Τράπεζα, συγγνώμης.

Πέραν τούτου η απαίτηση από μεριάς της Τράπεζας καταδεικνύει μια ακατανόητη γραφειοκρατική και τυπολατρική εμμονή, σε συνδυασμό και με την ανάλογη έλλειψη ικανότητας προσαρμοστικότητας και αξιολόγησης των πρόσφορων για τον επιδιωκόμενο σκοπό απαραίτητων προς επικαιροποίηση της ταυτότητας στοιχείων. Κι όλα αυτά για την απλή συναλλαγή που επεδίωκα, δηλαδή την μεταφορά χρηματικού ποσού εντός της ίδιας Τράπεζας από έναν λογαριασμό σε έναν άλλο που τηρούσα σε αυτήν. Αφήνω στην άκρη ότι είμαι πελάτισσα της Τράπεζας επί δεκαετίες με πάμπολλες συναλλαγές σε αυτήν και όχι μάλιστα άγνωστη στην Θεσσαλονίκη για να χρειάζεται προς επικαιροποίηση των στοιχείων μου –πέραν της ταυτότητας και των άλλων– κατά τρόπο απόλυτα εξεζητημένο και η απόδειξη πληρωμής του αερίου…

Εν κατακλείδι, για τη διεκπεραίωση μιας απλούστατης συναλλαγής χρειάστηκαν δύο επισκέψεις, απώλεια πέντε ωρών και ανείπωτη ταλαιπωρία. Θλίβομαι, ειλικρινά, για την Τράπεζα Πειραιώς! Αλλά, θλίβομαι ακόμη περισσότερο, όταν αναρωτιέμαι για το που πάει η άμοιρη πατρίδα μας.

slpress.gr