Σταύρος Καλεντερίδης: Τα πραγματικά κίνητρα ΗΠΑ και Ρωσίας στην Ουκρανία

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Σταύρος Καλεντερίδης – Διεθνολόγος

Την εβδομάδα που μας πέρασε παρατηρήσαμε τις σαφείς προθέσεις της Μόσχας για εισβολή στην Ουκρανία. Προθέσεις τις οποίες σίγουρα όφειλαν να αντιληφθούν ΗΠΑ και Ε.Ε.

Στις 15 Φεβρουαρίου η Δούμα, η Ρωσική βουλή, με ψήφισμά της κάλεσε τον Ρώσο πρόεδρο να αναγνωρίσει τις δύο ανεξάρτητες δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Όπως όλοι γνωρίζουμε η Ρωσία δεν είναι μία ελεύθερη δημοκρατία και ως εκ τούτου το νομοθετικό της σώμα δεν δρα αυτόνομα. Αντιθέτως, με το εν λόγω ψήφισμα της Δούμα, ο Βλαντιμίρ Πούτιν προειδοποιούσε τη «Δύση» για τις ενέργειες που θα ακολουθούσαν. Συνεπώς το ΝΑΤΟ γνώριζε τις προθέσεις του και άρα η έλλειψη αντίδρασης προκαλεί εύλογα ερωτηματικά.

Το Σαββατοκύριακο οι εξελίξεις φαίνεται να δρομολογούσαν την εισβολή με την κορύφωση των κινήσεων των ρωσικών στρατευμάτων κατά μήκος των συνόρων. Παράλληλα, η κυβερνητική προπαγάνδα είχε φτάσει στο ζενίθ στη Ρωσία, ενώ ακολούθησαν και προβοκάτσια από Ρώσους αυτονομιστές εντός της αμφισβητούμενης ζώνης, οι οποίοι υποστήριξαν ότι δέχτηκαν βομβαρδισμούς από τις κυβερνητικές δυνάμεις της Ουκρανίας.

Για ακόμα μια φορά όμως η «Δύση» αρνήθηκε να αντιδράσει. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Η σκληρή πραγματικότητα είναι πως οι ΗΠΑ και η ΕΕ είχαν εγκαταλείψει προ πολλού την Ουκρανία.

Αυτό ξεκίνησε με την κρίση του 2014 και την «Επανάσταση», όπως αποκαλούν οι Ουκρανοί την ανεξαρτησία τους από τη ρωσική επιρροή. Μια επανάσταση την οποία η Μόσχα χαρακτήρισε ως πραξικόπημα και με αυτή τη δικαιολογία προσάρτησε την Κριμαία, υποστηρίζοντας παράλληλα τους αυτονομιστές στα ανατολικά της Ουκρανίας, στο Ντονμπάς. Τότε η «Δύση» έκανε τα στραβά μάτια και μάλιστα μεσολάβησε δύο φορές για την επίτευξη της εκεχειρίας. Η δεύτερη συμφωνία που έφερε τον τίτλο «Μινσκ 2» και υπέρ της οποίας μεσολάβησαν η Γερμανίδα Καγκελάριος Μέρκελ και ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ, αναγνώριζε τον de facto έλεγχο του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ από τους Ρώσους. Αν η πρώτη προδοσία των δυτικών ήταν η μη αντίδραση για την «κλοπή» της Κριμαίας, τότε το Μινσκ 2 ήταν η δεύτερη φορά που Ε.Ε. και ΗΠΑ θα εγκατέλειπαν το Κίεβο.

Η απόφαση του Πούτιν για εισβολή

Το 2014, οι αυτονομιστές του Ντονμπάς διεξήγαγαν δημοψήφισμα κηρύττοντας την ανεξαρτησία τους. Τότε το Κρεμλίνο δεν προέβη σε αναγνώριση αλλά επιφυλάχθηκε του δικαιώματός του. Οκτώ χρόνια αργότερα, ο Ρώσος πρόεδρος ένιωσε αρκετά ισχυρός και προέβη σε μια τέτοια αναγνώριση, η οποία μάλιστα συνδυάστηκε και από την εισβολή ρωσικών στρατευμάτων.

Στην τωρινή του απόφαση αυτή συνέβαλαν αρκετοί παράγοντες, μεταξύ των οποίων ο επαναπροσδιορισμός των αμερικανικών συμφερόντων και η στρατηγική μετατόπιση των ΗΠΑ στον Ειρηνικό ωκεανό. Ως γνωστόν η Κίνα είναι η χώρα που έχει αναδειχθεί πλέον ως η μείζονα απειλή για την Ουάσινγκτον, γεγονός που δημιουργεί μοναδικές ευκαιρίες για τη Μόσχα. Παράλληλα αυτός ο επαναπροσδιορισμός οδήγησε σε πολιτικό κενό στην ευρύτερη περιοχή, ιδίως μετά την απόφαση του προέδρου Τραμπ να αποχωρήσει από την Μ. Ανατολή. Το κενό αυτό έσπευσαν να καταλάβουν οι Ρώσοι, επιτυγχάνοντας μάλιστα έναν από τους διαχρονικούς και πλέον διακαείς τους πόθους – την έξοδό τους στην Μεσόγειο. Αυτό το πέτυχαν προσφέροντας πολιτική υποστήριξη στο συριακό καθεστώς του Ασάντ, και λαμβάνοντας ως ανταμοιβή την ρωσική ναυτική βάση στο Ταρτούς. Έτσι, αξιοποιώντας την απουσία των ΗΠΑ, η Ρωσία είχε αρχίσει να ισχυροποιείται στην περιοχή. Μεταξύ των συγκυριών πρέπει να αναφερθεί και η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, την οποία δημιούργησαν τεχνητά για τους δικούς τους ξεχωριστούς λόγους, η Ρωσία και οι ΗΠΑ.

Ωστόσο, ο κυριότερος λόγος για την πρόσφατη κρίση ήταν η εθνική πολιτική του Ρώσου προέδρου, η οποία βρήκε επιτέλους τη δυνατότητα να εκφρασθεί με τον πλέον άμεσο τρόπο. Ο πρόεδρος Πούτιν δεν κρύβει άλλωστε την πεποίθησή του πως οι Ρώσοι προκάτοχοί του εξαπατήθηκαν από τους Αμερικανούς ομολόγους τους. Και η αλήθεια είναι πως έχει κάθε δίκαιο να πιστεύει κάτι τέτοιο.

Οι υποσχέσεις των ΗΠΑ στους Σοβιετικούς

Με το πέρας του Ψυχρού Πολέμου το 1989, ο Αμερικανός πρόεδρος Τζορτζ Μπους (ο πρεσβύτερος), ανέλαβε το δύσκολο έργο της επιτήρησης και ολοκλήρωσης του συντεταγμένου διαμελισμού της Σοβιετικής Ένωσης. Η σύνθετη αυτή αποστολή περιλάμβανε την πίεση προς τους Σοβιετικούς να τηρήσουν τις υποσχέσεις τους για διαμελισμό, δίχως όμως να ασκείται τόσο μεγάλη πίεση που θα μπορούσε να θίξει την εθνική υπερηφάνεια των Ρώσων. Υπενθυμίζεται το πραξικόπημα κατά του Γκορμπατσόφ από αξιωματούχους που τον θεωρούσαν προδότη, γεγονός που καθιστούσε σαφές στον Μπους ότι έπρεπε να εμμένει στη στάση του, δίχως όμως να επαίρεται ή να γίνεται πιεστικός. Παρά τα όποια μειονεκτήματά του, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε στον πατέρα Μπους πως κατάφερε να επιτύχει τον στόχο του.

Τον πρόεδρο Μπους αντικατέστησε ο «ολετήρας» της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον. Γνωστός για τις καταστροφικές πολιτικές του στην Γιουγκοσλαβία, ο Κλίντον θεώρησε ότι δεν δεσμευόταν από τις ρητές διαβεβαιώσεις του Μπους προς τους Σοβιετικούς, πως δηλαδή οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν θα επεκταθούν περαιτέρω ανατολικά, εις βάρος των περιοχών επιρροής της Ρωσίας.

Έκτοτε ξεκίνησε η άκρατη επέκταση του ΝΑΤΟ και η γεωπολιτική περικύκλωση της Ρωσίας, γεγονός που ενοχλούσε αφάνταστα τον πρόεδρο Πούτιν και το καθεστώς του τις δεκαετίες που ακολούθησαν. Αξιοποιώντας τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της χώρας του και τις γεωπολιτικές συνθήκες και συγκυρίες, ο Πούτιν ισχυροποίησε κατά το δυνατόν την Ρωσία και καθώς διέκρινε τη δεδομένη χρονική στιγμή την μείωση της αμερικανικής επιρροής και γοήτρου, αποφάσισε να δράσει.

Δυστυχώς, όπως και σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση αυτοί που πληρώνουν το τίμημα είναι ο απλός λαός της Ουκρανίας οι οποίοι για ακόμα μια φορά θα βρεθούν πρόσφυγες στην ίδια τους της χώρα. Αυτό συνέβη και το 2014 όταν 2 εκ. άνθρωποι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Για ακόμα μια φορά οι μόνοι χαμένοι από την κρίση στην Ουκρανία είναι οι Ουκρανοί πολίτες.

Τέλος, και εν αντιθέσει με τις πρώτες εντυπώσεις, οι ΗΠΑ αναδεικνύονται μάλλον ως οι μεγάλοι κερδισμένοι της παρούσας κατάστασης. Οι λόγοι είναι δύο: Αρχικά, μετά την ρωσική εισβολή, οι ΗΠΑ μπορούν να χρησιμοποιήσουν την Ουκρανία ως ένα παράδειγμα προς αποφυγή, υπενθυμίζοντας την μοίρα των χωρών που δεν δέχονται να ενσωματωθούν στη στρατιωτική συμμαχία ή την κηδεμονία τους. Και ο δεύτερος και βασικότερος λόγος είναι πως μετά το πάγωμα του αγωγού «Nord Stream 2» από τους Γερμανούς, ανοίγει πλέον διάπλατος ο δρόμος για την εξαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη.

Αυτός ήταν άλλωστε ο πραγματικός στρατηγικός στόχος της Ουάσινγκτον στην εν λόγω κρίση. Ούτε η Ουκρανία, ούτε η ασφάλεια της Ευρώπης, ούτε η εξάπλωση της ρωσικής επιρροής αλλά τα αμερικανικά ενεργειακά συμφέροντα. Αυτά φαίνεται να εξυπηρετούνται πλήρως από τις τελευταίες εξελίξεις, και το γεγονός αυτό μπορεί να προσφέρει απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με την αρχική αμερικανική αδράνεια και τις μετέπειτα άτονες κυρώσεις εναντίον της ρωσικής επιθετικότητας.

πηγή: “Μακεδονία”

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα