του Δημήτρη Τσαϊλά, Υποναυάρχου ε.α.
Οι επιθέσεις με τα περιφερόμενα πυρομαχικά και Drones κατά σκαφών που πλέουν στην Ερυθρά Θάλασσα έχουν προκαλέσει πονοκέφαλο στις διεθνείς αγορές. Μπορεί να υπερηφανεύονται οι “αντι-δυτικές δυνάμεις” για την ικανότητα τους να εμποδίζουν στα στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας στην Ερυθρά Θάλασσα την εμπορική ναυτιλία, με τις πληρεξούσιες δυνάμεις τους, όπως έχουν δεσμευτεί επανειλημμένα να κάνουν οι αξιωματούχοι τους. Σε αυτή την τακτική βοηθάνε κυρίως η Τεχεράνη και η Μόσχα. Έτσι με τις επιθέσεις των Χούθι φαίνεται ότι μπορεί να δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Δύση και στη Μέση Ανατολή χωρίς να αναμειγνύονται άμεσα.
Η λογική της «άρνησης πρόσβασης» και της «άρνησης περιοχής», δύο όροι που είναι πολύ δημοφιλείς μεταξύ των σχεδιαστών πολέμου, περιλαμβάνει χειραγώγηση των αντιλήψεων μεταξύ των ανταγωνιστών σαν να γίνονται πραγματικά μάχες στην ανοιχτή θάλασσα. Η συγκέντρωση και η εμφάνιση της ικανότητας πρόκλησης σημαντικής ζημιάς στέλνει ένα μήνυμα. Η Μόσχα και η Τεχεράνη κυρίως μπορεί να πιστεύουν ότι θα πείσουν την Ουάσιγκτον και τους εταίρους της ότι η επιμονή στις κυρώσεις θα επιβαρύνει σημαντικά το κόστος που θα ξεπεράσει κατά πολύ τα κέρδη που μπορεί να ελπίζει να αποκομίσει ο συνασπισμός από τον οικονομικό εξαναγκασμό. Στην πραγματικότητα, απειλούν να κρατήσουν όμηρους τα εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου που διέρχονται από τα Στενά καθημερινά και την ευημερία των οικονομιών που εξαρτώνται από το πετρέλαιο.
Όπως μας παρουσιάζει, ο θεωρητικός του πολέμου Carl von Clausewitz, το να κερδίζεις σε ανταγωνιστικές προσπάθειες δεν σημαίνει πάντα την υποταγή των εχθρικών δυνάμεων και την επιβολή μιας ευνοϊκής διευθέτησης. Πολλές συνθήκες, έχουν συναφθεί προτού κάποιος από τους ανταγωνιστές μπορεί να χαρακτηριστεί ανίσχυρος, ακόμη και πριν αλλάξει σοβαρά η ισορροπία δυνάμεων. Οι εμπόλεμοι βρίσκουν συχνά δύο άλλους λόγους για να επιλέξουν την ειρήνη εάν δεν είναι σε θέση να νικήσουν τους αντιπάλους στο πεδίο της μάχης. Πρώτον, όταν δεν παρουσιάζεται πιθανότητα νίκης, μερικές φορές ωθεί τους ηγέτες να αναζητήσουν την καλύτερη λύση που μπορούν. Δεύτερο, όταν υφίσταται απαράδεκτο κόστος της επικράτησης με τη δύναμη των όπλων μπορεί να οδηγήσει σε διευθέτηση. Η διατύπωση μιας αξιόπιστης απειλής στους θαλάσσιους δρόμους -η αξιοπιστία είναι συνάρτηση της φυσικής ικανότητας και της αποφασιστικότητας να τη χρησιμοποιήσει- αντιπροσωπεύει τον τρόπο με τον οποίο προσπαθούν να επιβάλουν απαράδεκτο κόστος στις δυτικές χώρες εκτός εάν εγκαταλείψουν τις οικονομικές κυρώσεις.
Οι Χούθι, ρουκετοφόροι μπορούν σίγουρα να απειλήσουν τη ναυτιλία που περνά με δυσκολία από την Ερυθρά Θάλασσα. Με τον τρόπο αυτό αυξάνουν τα μίλια δρομολογίου τα ποσοστά ασφάλισης και τις τιμές του πετρελαίου, ίσως σε αφόρητα επίπεδα. Δεν χρειάζονται πολλά για να αναστατωθούν οι αγορές και οι ασφαλιστικές εταιρείες ναυτιλίας. Το στενό Bab El-Mandeb συνδέει την Ερυθρά Θάλασσα με τον Κόλπο του Άντεν και τον Ινδικό Ωκεανό. Είναι, στην κυριολεξία η “Πύλη των Δακρύων”, αφού είναι ο κρίσιμος ναυτικός σύνδεσμος της Μεσογείου με και τον Ινδικό Ωκεανό. Το Στενό συνδέει άμεσα τη νότια έξοδο της Ερυθράς Θάλασσας με τον Κόλπο του Άντεν στη βόρειο-δυτική πλευρά της Αραβικής Θάλασσας. Ενώ η Υεμένη ελέγχει την ανατολική πλευρά της Αραβικής χερσονήσου του στενού, το Τζιμπουτί και η Ερυθραία έχουν τον έλεγχο της Αφρικανικής δυτικής πλευράς του κρίσιμου για τη ναυσιπλοΐα στενού. Τα περιορισμένα ύδατα, επιπλέον, επιβαρύνουν την ελευθερία ελιγμών για τα μεγάλα σκάφη και τα πολεμικά πλοία. Τέτοια στενά προσφέρουν ιδανικές περιοχές κυνηγιού.
Αυτές οι επιθέσεις, εν ολίγοις, παρέχουν δυσανάλογη έκρηξη για το δολάριο\ευρώ. Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα όταν ένας μαχητής επέβαλε υψηλό κόστος σε άλλον μέσω ανεξάρτητων επιθέσεων στη θάλασσα. Οι Δυτικές δυνάμεις πρέπει επί του παρόντος να λάβουν σοβαρές αποφάσεις σχετικά με την πολιτική τους ενόψει των εντεινόμενων επιχειρήσεων των Χούθι στην Υεμένη. Εάν συνεχίσουν οι επιθέσεις με σκοπό τη διακοπή των διεθνών ναυτιλιακών οδών στην Ερυθρά Θάλασσα από φιλοϊρανικές πολιτοφυλακές, τότε δημιουργείται μια τεράστια οικονομική ανασφάλεια. Το Ιράν φαίνεται να ευθύνεται ευθέως για τις επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν από τους πληρεξούσιους του. Μάλιστα, από πηγές γνωρίζουμε ότι το Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης του Ιράν εμπλέκεται στο σχεδιασμό, την έγκριση και την εκτέλεση των επιθέσεων.
Μέχρι στιγμής, έχει επιδειχθεί μεγάλη αυτοσυγκράτηση και αρκούμαστε στην προσπάθεια να αποτραπούν οι επιθέσεις των Χούθι επιχειρώντας με πλοία του ναυτικού στην περιοχή για να αναχαιτίσουν τους πυραύλους και τα UAV που βάλλονται από τους Χούθι. Ωστόσο η κύρια προσπάθεια πρέπει να επικεντρωθεί στο πέρας του πολέμου με τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας χωρίς να συρθούμε σε πόλεμο στον Κόλπο.
Φαίνεται ότι προς το παρόν η Δύση θέλει να αποφύγει να επεκτείνει τις στρατιωτικές της απαντήσεις τονίζοντας ότι η απειλή των Χούθι αποτελεί απειλή για τη διεθνή ναυτιλία γενικά. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από τη συνδυασμένη Task Force 153 (που ιδρύθηκε από τις ΗΠΑ στα μέσα του 2022), η οποία περιλαμβάνει 39 χώρες και επικεντρώνεται στη θαλάσσια ασφάλεια στο στενό του Bab al-Mandeb.
Η Δύση συμμετέχει επίσης σε διαβουλεύσεις με χώρες του Κόλπου, προφανώς με έμφαση τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, σχετικά με τις απαιτούμενες απαντήσεις κατά των Χούθι, καθώς οποιαδήποτε κλιμάκωση σίγουρα θα τους επηρεάσει στην Ερυθρά Θάλασσα, τον Κόλπο του Ομάν και τη Θάλασσα στη Βόρεια Αραβική. Ωστόσο, φαίνεται ότι η συνειδητοποίηση της απειλής από τους Χούθι να μπλοκάρουν οποιοδήποτε πλοίο στην Ερυθρά Θάλασσα, αναμένεται να αυξήσει σημαντικά την πίεση στους να κλιμακωθούν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις για να αποτρέψουν την παρέμβαση των Χούθι στις διεθνείς μεταφορές δια θαλάσσης. Αυτό περιλαμβάνει τη δυνατότητα επίθεσης στόχων στην Υεμένη και, συνεπώς, αποστολή μηνύματος στο Ιράν. Μια τέτοια εξέλιξη θα εντείνει την αστάθεια στην περιοχή, η οποία με τη σειρά της μπορεί επίσης να επηρεάσει την πολιτική της συνέχισης της εκστρατείας στη Γάζα.
Θα πείσει η ιρανική απειλή τη Δύση να ακυρώσει τις κυρώσεις; Αμφιβάλλω. Όμως, όπως επισημαίνει ο πολιτικός επιστήμονας Tomas Schelling, το να θεωρηθεί κανείς λιγότερο από πλήρως ορθολογικός μπορεί να είναι ένα ανεκτίμητο πλεονέκτημα στις διεθνείς αλληλεπιδράσεις. Η άλλη πλευρά δεν ξέρει ποτέ τι μπορείς να κάνεις. Ο Schelling και ο Clausewitz πιθανότατα δεν θα ενέκριναν τους στόχους της αντι-δυτικής διπλωματίας. Αλλά θα αναγνώριζαν τα παιχνίδια στα Στενά Διεθνούς Ναυσιπλοΐας αμέσως.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI). Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Σύγχρονος Πόλεμος» Προκλήσεις για την Ελληνική Ασφάλεια. Εκδόσεις Ινφογνώμων.
πηγή: Μακεδονία