Στις 16 του Μάη του 1977 ο Μακάριος έδωσε μια συνέντευξη στον Γιάννο Κρανιδιώτη που κάλυπτε κατά πολύ την πορεία του κυπριακού ζητήματος από το 1963 μέχρι το 1974. Η συνέντευξη αυτή πρωτοδημοσιεύτηκε το 1980 στο βιβλίο «Ο Μακάριος όπως τον είδαν», σελ. 215-228 (Επιμέλεια, Γιώργος Τσαλακός, Γιάννος Κρανιδιώτης). Η δημοσιευμένη συνέντευξη είναι μετάφραση από τα αγγλικά και έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί παρουσιάζει τις θέσεις του Μακάριου για μια σημαντική περίοδο της Κυπριακής Δημοκρατίας και γιατί ανατρέπει κάποιες θέσεις που σχεδόν έχουν καθιερωθεί.

Τον Νοέμβρη του 1963, ο Μακάριος εισηγήθηκε στον αντιπρόεδρο Κουτσιούκ δεκατρείς τροποποιήσεις του κυπριακού συντάγματος. Στο ερώτημα αν είχε ενθαρρυνθεί από τη βρετανική ή την ελληνική κυβέρνηση και προχώρησε σ’ εκείνο το διάβημα και αν ήλπιζε πως οι προτάσεις του θα γίνονταν αποδεκτές από τους Τουρκοκυπρίους, ο αρχιεπίσκοπος απάντησε με τα πιο κάτω λόγια:

«Πριν κάμω την πρότασή μου με τα «13 σημεία»… κοινοποίησα τις προθέσεις μου στη βρετανική κυβέρνηση, που μέσω του ύπατου αρμοστή της στην Κύπρο σερ Άρθουρ Κλάρκ υποστήριξε ενεργά την πρωτοβουλία μου. Θετική ήταν επίσης η συμπεριφορά της ελληνικής κυβέρνησης που ήταν ενήμερη των προθέσεών μου.
»Μερικά από τα 13 σημεία ήταν προς όφελός των Τουρκοκυπρίων, όπως π.χ. η πρόταση που προνοούσε ότι ο Τούρκος αντιπρόεδρος θα έπρεπε να αναπληρώνει τον πρόεδρο της Δημοκρατίας σε περίπτωση απουσίας του ή σε περίπτωση αδυναμίας να ασκήσει τα καθήκοντά του, αντί του Ελληνοκύπριου προέδρου της Βουλής, όπως πρόβλεπε το Σύνταγμα. Είχα την ελπίδα ότι μερικές από τις προτάσεις μου θα μπορούσαν να γίνουν αποδεκτές από την τουρκοκυπριακή ηγεσία».

Είναι γνωστό πως ο ύπατος αρμοστής της Βρετανίας στην Κύπρο Σερ Άρθουρ Κλάρκ «υποστήριξε ενεργά» την ιδέα για υποβολή των 13 σημείων, αφού, όπως αναφέρει ο τότε επιτετραμμένος της Ελλάδας στην Κύπρο Ευστάθιος Λαγάκος (Το Κυπριακό 1950-1974, μια ενδοσκόπηση, σελ.32) η υπουργός Δικαιοσύνης Στέλλα Σουλιώτου τού έδειξε το κείμενο με τις 13 εισηγήσεις «που είχε διορθώσεις και προσθήκη με το μολύβι» «από το χέρι του σερ Άρθουρ Κλάρκ».

Όσον αφορά την τουρκοκυπριακή ηγεσία απέρριψε τα 13 σημεία όταν υποβλήθηκαν, αλλά το 1972, κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών συνομιλιών, όπως αναφέρει ο Γλαύκος Κληρίδης (Η κατάθεσή μου, τόμος 3, σελ.203), «οι Τουρκοκύπριοι είχαν αποδεχθεί και τα 13 σημεία που είχε προτείνει ο ίδιος (ο Μακάριος) το 1963 σχετικά με τις συνταγματικές τροποποιήσεις». Αυτή η αποδοχή δικαιώνει το κείμενο των 13 εισηγήσεων για συνταγματικές τροποποιήσεις . Η οποιαδήποτε κριτική πιστεύω πως πρέπει να επικεντρώνεται στον χρόνο υποβολής των εισηγήσεων.

Ο Μακάριος έχει επικριθεί ιδιαίτερα από Τούρκους εν ζωή και από Έλληνες μετά θάνατον πως επιδίωξε να μεταβάλει μονομερώς το σύνταγμα. Ο ίδιος απαντά στην κατηγορία με τα πιο κάτω λόγια: «Οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι τα 13 σημεία μου ήταν προσπάθεια να μεταβληθεί μονομερώς το Σύνταγμα και να επιβληθούν με τη βία οι τροποποιήσεις που προτάθηκαν.

»Ο ισχυρισμός, όμως, αυτός είναι ολότελα αβάσιμος. Δεν είχα ποτέ την πρόθεση να προχωρήσω σε μονομερή τροποποίηση του Συντάγματος. Απλώς έκανα ορισμένες προτάσεις και στο επισυναπτόμενο γράμμα μου προς τον αντιπρόεδρο δήλωσα ότι «άμα μελετήσετε το Υπόμνημα, θα πρέπει να αρχίσουμε συνομιλίες, όσο το δυνατό γρηγορότερα, με σκοπό να επιλύσουμε τα ζητήματα που προκύπτουν από το Υπόμνημα». Υπήρχε στο Υπόμνημα δήλωση ότι ένας από τους αντικειμενικούς στόχους των προτάσεών μου ήταν να παραμεριστούν ορισμένες αιτίες προστριβών.

– Πράσινη γραμμή και αγγλοαμερικανικό σχέδιο

Για τη δημιουργία στη Λευκωσία της πράσινης γραμμής στις 30 του Δεκέμβρη ο Μακάριος αναφέρει τα ακόλουθα:

«Σ’ αυτή τη συμφωνία σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε ο υπουργός κοινοπολιτειακών υποθέσεων κ. Ντάκαν Σάντις… Στην πραγματικότητα δεν επρόκειτο για «συμφωνία» αλλά για πρακτική διευθέτηση, για τη διευκόλυνση να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός , η οποία πρόβλεπε την αποχώρηση των ένοπλων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων από ορισμένα σημεία αντιπαράταξης, ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες συγκρούσεων και να δημιουργηθούν συνθήκες ασφάλειας. Ούτε νομικές ούτε διοικητικές υποχρεώσεις αναλάβαινε κανείς με αυτή τη συμφωνία . Δεν υπήρξε ποτέ πρόθεση να δημιουργηθεί μόνιμη «διαχωριστική γραμμή».

Τον Φλεβάρη του 1964 παρουσιάστηκε αγγλοαμερικανική πρόταση που πρόβλεπε εγκατάσταση διακυβερνητικής επιτροπής στο Λονδίνο και άφιξη στη Κύπρο νατοϊκών στρατευμάτων, με συμμετοχή Ελλήνων και Τούρκων στρατιωτών, υπό τη διοίκηση Βρετανού αξιωματικού. Την πρόταση ανέλαβε να προωθήσει ο Αμερικάνος υφυπουργός Εξωτερικών Τζόρτζ Μπόλ που άσκησε έντονες πιέσεις στον πρόεδρο της Κύπρου. Ο Μακάριος εξηγώντας την αρνητική του απάντηση στον Μπόλ είπε για τη διακυβερνητική επιτροπή στο Λονδίνο και τις συνέπειές της τα πιο κάτω:

«Η εγκαθίδρυση διακυβερνητικής επιτροπής στο Λονδίνο, η οποία θα αποτελούνταν από αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των χωρών που θα συμμετείχαν στη Δύναμη και η οποία θα καθοδηγούσε το Διοικητή αυτής της Δύναμης σε ζητήματα της αρμοδιότητάς του.

»Το αποτέλεσμα αυτών των προτάσεων θα ήταν στην πραγματικότητα η υποκατάσταση της κυπριακής κυβέρνησης από τη διακυβερνητική επιτροπή  και ο περιορισμός της κυριαρχίας της κυπριακής Δημοκρατίας που θα έμπαινε κάτω από την πολιτική επιτήρηση του ΝΑΤΟ».

Μετά την απόρριψη της αγγλοαμερικανικής πρότασης η Κυπριακή Δημοκρατία προσέφυγε στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στις 4 του Μάρτη του 1964 εξασφάλισε απόφαση που πρόβλεπε αυτό που επιδίωκε. Δηλαδή την εγκατάσταση στην Κύπρο ειρηνευτικής δύναμης του Ο.Η.Ε.

– Η στάση ΗΠΑ και Σοβιετικής Ένωσης το 1964

Απαντώντας στο ερώτημα για τον ρόλο των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης το 1964 που η Τουρκία απειλούσε με εισβολή στην Κύπρο ο Μακάριος είπε:

«Τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Σοβιετική Ένωση αντιτάχθηκαν έντονα στην πιθανότητα τουρκικής επέμβασης. Ο Σοβιετικός πρωθυπουργός κ. Ν.Σ. Χρουστσόφ σε επιστολή του, με ημερομηνία 7 Φεβρουαρίου, ξεκαθάρισε ότι η σοβιετική κυβέρνηση ήταν αντίθετη και καταδίκαζε οποιαδήποτε σχέδια αναφέρονταν εναντίον της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «η Σοβιετική Ένωση, αν και δεν συνορεύει απευθείας με την Κυπριακή Δημοκρατία, δεν μπορεί να παραμείνει αδιάφορη μπροστά σε τετελεσμένα γεγονότα που θα δημιουργούνταν στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

»Αντίθετη στα τουρκικά σχέδια ήταν επίσης η κυβέρνηση των Ενωμένων Πολιτειών. Ο Αμερικανός πρόεδρος κ. Λίντον Τζονσον, σε επιστολή του προς τον Τούρκο πρωθυπουργό κ. Ινονού εκφράστηκε με σκληρές λέξεις εναντίον ενδεχόμενης επέμβασης της Τουρκίας στην Κύπρο, επέσυρε την προσοχή του για πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης και δήλωσε: «Πρέπει να σας πω με κάθε ειλικρίνεια ότι οι Ενωμένες Πολιτείες δεν συμφωνούν στη χρήση οποιουδήποτε παρεχόμενου από τις Ενωμένες Πολιτείες υλικού για τουρκική επέμβαση στην Κύπρο».

»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι σοβιετικές και αμερικανικές αντιδράσεις πάρθηκαν σοβαρά υπόψη από την τουρκική κυβέρνηση και απότρεψαν τότε τα τουρκικά σχέδια εναντίον της Κύπρου».

– Το σχέδιο Ατσεσον και η παραχώρηση της Καρπασίας

Ο Αρχιεπίσκοπος αναφερόμενος στο σχέδιο Άτσεσον που στην πρώτη μορφή του πρόβλεπε παραχώρηση της Καρπασίας στην Τουρκία και στη δεύτερη φάση ενοικίαση στην Άγκυρα της περιοχής για πενήντα χρόνια είπε και τα ακόλουθα:

«Η υπόλοιπη έκταση της Κύπρου θα περιλάβαινε τρείς περιοχές όπου οι Τουρκοκύπριοι θα ήταν πλειοψηφία και οι οποίες θα αποτελούσαν χωριστές γεωγραφικές ενότητες για διοικητικούς σκοπούς μέσα στη γενικότερη κυβερνητική δομή ολόκληρου του νησιού. Αυτές οι διοικητικές υποδιαιρέσεις θα είχαν ειδική τοπική διοίκηση, που θα πήγαζε και θα εφαρμοζόταν από τους ίδιους τους Τουρκοκυπρίους. Στις λειτουργίες αυτών των τοπικών διοικήσεων θα περιλαμβάνονταν αρμοδιότητες όπως η είσπραξη φόρων, η διάθεση των δημόσιων εσόδων, η διοίκηση των τοπικών αστυνομικών δυνάμεων, η γενική διοίκηση της δικαιοσύνης αναφορικά με τις υποθέσεις των Τουρκοκυπρίων και πιθανόν και άλλες παραχωρήσεις για τη δημιουργία δημοτικών και κοινοτικών αρχών των Τουρκοκυπρίων σ’ ολόκληρο το νησί».

Εξηγώντας ο Κύπριος Πρόεδρος την αρνητική του στάση απέναντι στο σχέδιο Άτσεσον είπε: «Δεν ήταν δυνατό να αποδεχθώ σχέδιο που προνοούσε να παραχωρηθεί στην Τουρκία σημαντική περιοχή της Κύπρου, ακόμα και αν το υπόλοιπο μέρος του νησιού θα ενωνόταν με την Ελλάδα».

Η απόρριψη των τουρκικών θέσεων από τον Γκάλο Πλάζα

Στις 26 του Μάρτη του 1965 ο μεσολαβητής του ΟΗΕ που διορίστηκε για το κυπριακό από τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ υπέβαλλε την έκθεσή του για το κυπριακό. Σ’ αυτή ο Γκάλο Πλάζα απέρριπτε τις τουρκικές θέσεις για ομοσπονδία και γεωγραφικό διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων, υποστήριζε πως οι συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου ήταν ανεφάρμοστες και εισηγούνταν τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου και δημοκρατικού κράτους με αντικατάσταση των νατοϊκών εγγυήσεων του συντάγματος του 1960 με εγγυήσεις από τον ΟΗΕ.

Ο Μακάριος είπε στον Γιάννο Κρανιδιώτη για την έκθεση Πλάζα:  «Η Έκθεση Πλάζα ήταν πολύ καλοζυγισμένο έγγραφο και η αντίδρασή μου ήταν θετική. Πιστεύω ότι λύση του κυπριακού προβλήματος βασισμένη στην έκθεση Πλάζα θα ήταν προς το συμφέρον και των δύο κοινοτήτων. Έτσι έκφρασα την ευχή να συνεχίσει ο δρ Πλάζα τη μεσολάβησή του.

»Εντούτοις τόσο η τουρκική κυβέρνηση όσο και η τουρκοκυπριακή ηγεσία απόρριψαν την έκθεση Πλάζα και θεώρησαν ότι οι υπηρεσίες του δρα Πλάζα είχαν τελειώσει…

»Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ επίσης προσπάθησε σε αρκετές περιπτώσεις να επαναφέρει τις προτάσεις Πλάζα, αλλά χωρίς επιτυχία, εξαιτίας της τουρκικής αντίδρασης».

– Οι συμφωνίες της Λισαβόνας και της Νέας Υόρκης

Ο Μακάριος απαντώντας σε ερώτηση αν γνώριζε το περιεχόμενο της συμφωνίας της Λισαβόνας μεταξύ των εκπροσώπων της χούντας και της Τουρκίας Παλαμά και Ολτζάι (3 και 4 του Ιούνη του 1971) απάντησε αρνητικά μιλώντας όμως «για συνεννόησή τους για περισσότερο ενεργό ρόλο και πιο άμεση ανάμειξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο κυπριακό πρόβλημα». Επιπλέον, αναφέρθηκε στη συμφωνία των δυο πολιτικών στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβρη του 1971, «χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση με τον Κύπριο υπουργό Εξωτερικών κ. Κυπριανού» για επανέναρξη των διακοινοτικών συνομιλιών «με τη συμμετοχή και αντιπροσώπων από την Ελλάδα και την Τουρκία». Και αυτά ενώ ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ «εργαζόταν για μεσολαβητική πρωτοβουλία του Συμβουλίου Ασφαλείας».

Τελικά, ύστερα από επέμβαση του Ου Θαντ η συμφωνία τροποποιήθηκε και οι ενδοκυπριακές συνομιλίες ξανάρχιζαν με «τεχνικούς συμβούλους» και όχι «αντιπροσώπους» από την Ελλάδα και την Τουρκία και με την παρουσία σ’ αυτές του Ειδικού Αντιπροσώπου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ.

– Διακοινοτικές και Κληρίδης

Ιδιαίτερη σημασία έχει η απάντηση που έδωσε ο Μακάριος στο ερώτημα αν «υπήρξε οποιαδήποτε στιγμή» κατά τη διάρκεια των διακοινοτικών συνομιλιών που οι διαφορές «ήταν τόσο μικρές» και ο Ελληνοκύπριος συνομιλητής Γλαύκος Κληρίδης τον «συμβούλεψε» να αποδεχτεί τις τουρκοκυπριακές προτάσεις.

Ο Μακάριος έδωσε την πιο κάτω απάντηση:  «Ο Ελληνοκύπριος συνομιλητής δεν μου έδωσε ποτέ παρόμοια συμβουλή, επειδή ανεξάρτητα από το γεγονός ότι εξακολουθούσε να υπάρχει χάσμα μεταξύ των δυο πλευρών, αναγνώριζε ότι συμβιβαστική λύση θα προκαλούσε σφοδρές αντιδράσεις από μέρους των οργάνων της χούντας στην Κύπρο».

Η σημασία του πιο πάνω αποσπάσματος βρίσκεται στο ότι έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τα γραφόμενα του Κληρίδη που στα απομνημονεύματά του μιλά για ευκαιρία που υπήρχε μέσα στο 1972και ο Μακάριος απέρριψε τη λύση παρόλη την αντίθετη δική του συμβουλή. Βέβαια, ο Κληρίδης αργότερα τροποποίησε τη θέση του και μιλούσε για ευκαιρία που υπήρξε μέσα στο 1973 και όχι στο 1972. Η δεύτερη επισήμανση είναι το ότι ο Μακάριος λίγο πριν τον θάνατό του δεν είχε ενημερωθεί ακόμα για τη συμφωνία Δεκλερή – Αλτικαστί στις 13 του Ιούλη του 1974 που οδηγούσε σε πλήρη θετική κατάληξη των διακοινοτικών συνομιλιών.

Η στάση της Χούντας και των Αμερικανών το 1974

Στο ερώτημα αν υπήρξε συνεννόηση χούντας και Άγκυρας για το πραξικόπημα και την εισβολή ο Μακάριος είπε: «Έχω τώρα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χούντα πρέπει να είχε σκεφτεί ότι ένα πραξικόπημα θα είχε αποτέλεσμα την εισβολή της Τουρκίας στο νησί… Σε τέτοια περίπτωση θα επέμβαινε και αυτή με το πρόσχημα της προστασίας των Ελληνοκυπρίων και το αποτέλεσμα θα ήταν η διχοτόμηση του νησιού και η διπλή ένωση».

Συνεχίζοντας ο Αρχιεπίσκοπος τόνισε πως «αυτό θα μπορούσε να εμφανιστεί από τη χούντα σαν μια καλή λύση του κυπριακού προβλήματος» και αναφέρθηκε σε μια χουντική εφημερίδα (Ελληνικός Βορράς) που «εκφράζοντας τις απόψεις της χούντας» είχε γράψει πως «η διπλή ένωση αποτελούσε καλή λύση». Τέλος υποστήριξε πως η διάσωσή του «έκανε τη χούντα να υποχωρήσει από οποιοδήποτε σχέδιο διπλής ένωσης».

Για τον ρόλο των Αμερικανών στα τραγικά γεγονότα του 1974 είπε πως δεν έχει «θετικές μαρτυρίες για την ανάμειξη της CIA στο πραξικόπημα». Αναγνώρισε όμως τις ευθύνες των Η.Π.Α. για την τουρκική εισβολή λέγοντας:  «Αναφορικά με την τουρκική εισβολή οι Ενωμένες Πολιτείες ήταν πληροφορημένες από πριν. Πιστεύω ότι η συμπεριφορά της κυβέρνησης των ΗΠΑ δεν ήταν τέτοια ώστε να αποθαρρύνει και παρεμποδίσει την εισβολή. Οριστικά όμως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εμποδίσουν τουλάχιστον τη δεύτερη φάση της εισβολής που υπήρξε και η περισσότερο καταστροφική».

Ο απολογισμός για την πολιτική στο Κυπριακό λίγο πριν το θάνατό του

Η συνέντευξη του Μακάριου στον Γιάννο Κρανιδιώτη λίγο πριν τον θάνατό του αποτελεί έναν απολογισμό για την πολιτική του κυπριακού την περίοδο 1963-1974. Απ’ αυτή τη συνέντευξη του αξίζει να επισημανθούν τα ακόλουθα:

1) Η υποβολή των 13 σημείων έγινε αφού προηγήθηκε υποστήριξη «ενεργά» από τον αρμοστή της Βρετανίας στην Κύπρο και «θετική» στάση της κυβέρνησης του Γεώργιου Παπανδρέου που ήταν «ενήμερη των προτάσεων» του Κύπριου προέδρου.

2) Τα 13 σημεία δικαιώθηκαν από τον Γκάλο Πλάζα που υποστήριξε πως οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου ήταν ανεφάρμοστες και από την Τουρκοκυπριακή ηγεσία που τα αποδέχθηκε όλα κατά τις διακοινοτικές συνομιλίες 1968-1974.

3) Ο Μακάριος δεν είχε πρόθεση να επιβάλλει τα 13 σημεία, αλλά έκαμε προτάσεις για διάλογο με την τουρκοκυπριακή ηγεσία. Μάλιστα, τέτοιος διάλογος είχε αποφασιστεί να γίνει από τους υπουργούς Εξωτερικών της Ελλάδας και της Τουρκίας Σοφοκλή Βενιζέλο και Ερκίν στις 19 του Δεκέμβρη του 1963.

4) Η πράσινη γραμμή έγινε ως «πρακτική διευθέτηση για τη διευκόλυνση να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός» και «δεν υπήρξε ποτέ πρόθεση να δημιουργηθεί μόνιμη διαχωριστική γραμμή».

5) Ο Κύπριος πρόεδρος θεωρεί ορθή την απόφασή του να απορρίψει την αγγλοαμερικανική πρόταση του 1964 και επικαλείται την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 4 του Μάρτη που αποφάσισε την εγκατάσταση στην Κύπρο ειρηνευτικής δύναμης του Ο.Η.Ε., κάτι που επιδίωκε και ο ίδιος.

6) Θεωρεί θετική τη στάση των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης το 1964 και αρνητική τη στάση των ΗΠΑ το 1974.

7) Για το σχέδιο Άτσεσον επαναλαμβάνει τη σταθερή θέση που τήρησε το 1964, όταν παρουσιάστηκε το σχέδιο, τονίζοντας πως δεν ήταν δυνατό να δεχτεί σχέδιο που παραχωρούσε σημαντικό τμήμα της Κύπρου στην Τουρκία.

8) Θεωρεί θετική την έκθεση Πλάζα και υποστηρίζει πως δεν προωθήθηκε λόγω της τουρκικής αντίδρασης.

9) Μιλά για τη συνωμοσία χούντας-Τουρκίας το 1971 που απέτρεψε μεσολαβητική πρωτοβουλία του Συμβουλίου Ασφαλείας και οδήγησε το κυπριακό στις ενισχυμένες διακοινοτικές συνομιλίες.

10) Τονίζει πως ουδέποτε ο Γλαύκος Κληρίδης του εισηγήθηκε να αποδεχθεί τις τουρκοκυπριακές προτάσεις και να κλείσει το κυπριακό.

11) Δέχεται ως ορθή τη θέση πως η χούντα με το πραξικόπημα στην Κύπρο επιδίωξε τη διπλή ένωση.

Αυτός είναι ο απολογισμός του Μακάριου για τα γεγονότα του κυπριακού της περιόδου1963- 1974. Ένας απολογισμός που ανήκει στην κρίση της ιστορίας.

www.philenews.com