Τα κράτη μέλη της Νότιας Ευρώπης, όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, έσπευσαν να χαιρετίσουν το νέο μεταναστευτικό σύμφωνο της ΕΕ, ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον οι νέοι κανόνες θα ελαφρύνουν το βάρος που σηκώνουν οι χώρες της πρώτης γραμμής.
Επιπλέον, η ασαφής ενεργοποίηση μέτρων έκτακτης ανάγκης σε περιπτώσεις «εργαλειοποιημένης» μετανάστευσης, η οποία θα οριστεί ως τέτοια από τις εθνικές κυβερνήσεις, εγείρει ερωτηματικά και μπορεί να εργαλειοποιηθεί πολιτικά, προειδοποιούν οι ευρωβουλευτές.
Η νέα συμφωνία σημειώνεται ότι σφραγίστηκε μετά από πολυετείς διαπραγματεύσεις, όμως χαιρετίστηκε από τις κυβερνήσεις ιδίως των νότιων κρατών μελών της ΕΕ.
Στη Ρώμη, η πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι δήλωσε ότι «η Ιταλία δεν αισθάνεται πλέον μόνη». Στην Αθήνα από την άλλη, η ελληνική κυβέρνηση τη χαρακτήρισε ως μια σημαντική ευρωπαϊκή απάντηση στην προσπάθεια της Ελλάδας να «εφαρμόσει μια αυστηρή αλλά δίκαιη πολιτική στο μεταναστευτικό ζήτημα».
Για τον αριστερό Έλληνα ευρωβουλευτή Κώστα Αρβανίτη (ΕΕ-Αριστερά), οι προοδευτικές δυνάμεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είχαν θέσει σαφείς γραμμές χωρίς να υπάρχει ουσιαστική αντίρρηση από την κεντροδεξιά προς τον Ισπανό ευρωβουλευτή και επικεφαλής της επιτροπής LIBE Χουάν Φερνάντο Λόπεζ Αγκιλάρ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον Αρβανίτη, ο Αγκιλάρ έκανε ορισμένες παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις με τα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά την «εργαλειοποιημένη» μετανάστευση και την υποχρεωτική μετεγκατάσταση, ώστε να επιτευχθεί η ολοκλήρωση της συμφωνίας εντός της ισπανικής προεδρίας της ΕΕ.
«Για λόγους που σχετίζονται με την εσωτερική πολιτική σκηνή της Ισπανίας, ο Αγκιλάρ έκανε ένα μεγάλο βήμα πίσω- η ισπανική Προεδρία πανηγυρίζει ότι έκλεισε τη συμφωνία, ενώ για τη δεξιά, όπως στην Ιταλία και την Ελλάδα, η συμφωνία κινείται στο πλαίσιο της αφήγησης των κυβερνήσεών τους», δήλωσε ο Αρβανίτης στο Euractiv.
Ο κ. Αρβανίτης δήλωσε ότι η πρόβλεψη ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ – και όχι τα θεσμικά όργανα της ΕΕ με τους εμπειρογνώμονες – θα ορίζουν πότε υπάρχει προσπάθεια «εργαλειοποίησης» της μετανάστευσης από τρίτες χώρες δίνει βήμα στα κράτη μέλη να «διαγράψουν τα εγκλήματα του παρελθόντος και τα εγκλήματα που διαπράττονται σε περίοδο κρίσης».
«Το ζήτημα είναι ευρωπαϊκό, όχι εθνικό. Γι’ αυτό θέλω να υπάρχει ευρωπαϊκή επιβεβαίωση ότι ένα κράτος μέλος βρίσκεται σε κρίση. Αυτό είναι κάτι που δεν έκανε ο Αγκιλάρ», δήλωσε ο Αρβανίτης.
Η λεγόμενη εργαλειοποίηση της μετανάστευσης υποδηλώνει μια κατάσταση κατά την οποία μια χώρα ή ένας μη κρατικός φορέας διευκολύνει την άφιξη μεταναστών στο έδαφος της ΕΕ.
Στο παρελθόν, χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κατηγόρησαν τη Ρωσία και τη Λευκορωσία για εργαλειοποίηση της μετανάστευσης. Το ίδιο συνέβη και με την Ελλάδα το 2020, όταν κατηγόρησε την Τουρκία ότι άνοιξε μονομερώς τα σύνορά της προς την Ελλάδα για να επιτρέψει σε πρόσφυγες και μετανάστες που αναζητούν καταφύγιο να φτάσουν στην ΕΕ μέσω της Ελλάδας.
Πηγή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που συμμετείχε στις συνομιλίες σχολίασε ότι η αρχική πρόταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προέβλεπε ότι η ενεργοποίηση της λειτουργίας κρίσης θα πρέπει να γίνεται από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ και όχι από τα κράτη μέλη.
Ωστόσο, αυτό άλλαξε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τα κράτη μέλη.
«Το νέο σύμφωνο προβλέπει ότι τα κράτη μέλη της ΕΕ θα ορίζουν μια τέτοια κατάσταση έκτακτης ανάγκης όπως επιθυμούν […] αυτό τους δίνει το βήμα να κλιμακώσουν την καταστολή κατά των ανθρώπων που έχουν ανάγκη, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί πολιτικά και να θέσει σε κίνδυνο το κεκτημένο της ΕΕ», δήλωσε η πηγή στο Euractiv.
Η υποχρεωτική μετεγκατάσταση ξεχάστηκε
Στην αρχή των διαπραγματεύσεων πριν από τρία χρόνια, οι χώρες του νότου της ΕΕ επέμεναν στην υποχρεωτική μετεγκατάσταση για να ελαφρύνουν το βάρος τους.
Η θέση του Κοινοβουλίου της ΕΕ ήταν η ίδια, ιδίως όσον αφορά τις περιόδους κρίσης.
Ωστόσο, επικράτησε η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: Δεν υπάρχει υποχρεωτική μετεγκατάσταση, αλλά αντίθετα, εάν άλλα κράτη μέλη δεν δέχονται πρόσφυγες, πρέπει να παρέχουν στις χώρες πρώτης γραμμής οικονομική ή υλική βοήθεια.
«Οι χώρες της Βαλτικής απείλησαν με βέτο για την εργαλειποίηση της μετανάστευσης, όμως γιατί η Ελλάδα δεν έκανε το ίδιο με την υποχρεωτική μετεγκατάσταση;», αναρωτήθηκε ο Αρβανίτης.
Δημοσιεύματα στον ελληνικό Τύπο ανέφεραν ότι το νέο μεταναστευτικό σύμφωνο ελλοχεύει κάποιους κινδύνους για τις χώρες πρώτης γραμμής, επισημαίνοντας το σενάριο όπου οι χώρες της ΕΕ δεν δέχονται πρόσφυγες, αλλά προτιμούν να τους στηρίζουν οικονομικά.
«Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι χώρες πρώτης γραμμής θα βρεθούν σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι [βρίσκονται] τώρα […] καθώς οι πρόσφυγες θα παραμείνουν στο νότο και πολιτικά, με τη νέα συμφωνία, ο Ευρωπαϊκός βορράς θα ευθυγραμμιστεί» δήλωσε πηγή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Euractiv.
Το νέο μεταναστευτικό σύμφωνο προβλέπει επίσης την ταχεία απέλαση είτε παράνομων μεταναστών είτε ανθρώπων των οποίων το αίτημα ασύλου απορρίφθηκε στις χώρες προέλευσης ή διέλευσης.
Ωστόσο, για την Αθήνα, η κατάσταση σε αυτό το θέμα γίνεται πιο περίπλοκη, καθώς η χώρα διέλευσης είναι η Τουρκία και οι επικριτές υποστηρίζουν ότι οι γρήγορες επιστροφές χρειάζονται την πολιτική βούληση της Τουρκίας.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις αυτή την περίοδο χαρακτηρίζονται από ηρεμία αλλά ήταν πάντα εύθραυστες και μπορούν να αλλάξουν από τη μια μέρα στην άλλη.
Σε μια μεταναστευτική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας το 2016, η Άγκυρα δεσμεύτηκε να σταματήσει τους ανθρώπους που ταξιδεύουν παράτυπα από την Τουρκία προς τα ελληνικά νησιά.Επιπλέον, όποιος φτάνει παράνομα στα ελληνικά νησιά από την Τουρκία θα μπορούσε να επιστρέφεται εκεί.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με την κατάσταση των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας έδειξε ότι οι επιστροφές παράνομων μεταναστών στην Τουρκία πρέπει να βελτιωθούν.
Στην έκθεση σημειώνεται ότι η Τουρκία παραμένει σημαντική χώρα διέλευσης για τις παράτυπες αφίξεις στην ΕΕ μέσω των Δυτικών Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, με αύξηση 34% τους πρώτους δέκα μήνες του 2023 σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022.
Η έκθεση της ΕΕ αναγνωρίζει ότι όσον αφορά την Τουρκία, ο ρυθμός των επιστροφών είναι αργός από το 2016 και κάλεσε την Άγκυρα να τηρήσει τις δεσμεύσεις της.
Η Τουρκία φιλοξενεί εδώ και χρόνια εκατομμύρια πρόσφυγες από τη Συρία και λαμβάνει οικονομική στήριξη από την ΕΕ, κρατώντας έναν σοβαρό πονοκέφαλο μακριά από τις πρωτεύουσες της ΕΕ.