Συχνά αναφερόμαστε στον «εθνικό διχασμό», της δεύτερης δεκαετίας του ΧΧου αιώνα, που πλήγωσε βαριά την πορεία της νεότερης Ελλάδας.
Σταδιακώς θεραπεύσαμε τις πληγές που αυτός ο διχασμός της κοινωνίας άφησε στην πατρίδα μας, με την περίφημη γενιά του ’30, αλλά και την συνέχειά της στη γενιά του ’60 (για την οποία γενιά δεν γίνεται λόγος, φαντάζομαι όμως πως κάποια στιγμή θα την νοσταλγήσουμε). Σήμερα όμως, δυστυχώς, δείχνει παγιωμένος ένας νέος διχασμός, αυτός του απόλυτου διαχωρισμού μεταξύ λαού και πολιτικών διαχειριστών του. Νομίζω είναι χειρότερος. Άλλωστε ούτε οι παλιές προσπάθειες διαχωρισμού των υπηκόων του πολιτικού συστήματος σε αλληλοσυγκρουόμενες υποομάδες ξεχάστηκαν, καθόσον και αυτές συνδράμουν στη συντήρησή της απρόσκοπτης ηγεμονίας του.
Σε παλαιότερο κείμενό μας στο φιλόξενο ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, είχαμε εξηγήσει πως στην Ελλάδα επιζεί το πρώην «σοβιετικό μοντέλο», που χώριζε λαό και πολιτική εξουσία, υπό την κατευθυνόμενη μέθοδο του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού». Στα καθ’ ημάς, επίσης μία κλειστή πολιτική ομάδα καθορίζει τις τύχες μας. Πολιτική ομάδα χωρισμένη σε δήθεν αντιμαχόμενες παρατάξεις. Παλαιότερα μια αυτο-αποκαλούμενη «δεξιά» κυριαρχούσε, σήμερα συχνά-πυκνά αντικαθίσταται από μια επίσης αυτο-αποκαλούμενη «αριστερά», που αναλαμβάνει να κάνει αυτά που η «δεξιά» δεν θα τολμούσε: π.χ. να υπογράψει τις «βάσεις του θανάτου» ή να πουλήσει όλα τα αεροδρόμια και τα λιμάνια της χώρας, να αποκαταστήσει αυτούς που παλαιότερα κατηγορούσε και διέτασσε να «πάνε σπίτι τους» (go home) ή να εγκαθιδρύσει επισήμως τον ψευδεπίγραφο (ψευδεπίγραφο ως προς το δεύτερο συνθετικό του όρου) νεο–φιλελευθερισμό. Αλλά και αντιστρόφως, η «δεξιά», αναλαμβάνει να κάνει αυτά που δεν τολμά η «αριστερά», παρότι αυτή η τελευταία χαίρει μιας ιδιαίτερης ασυλίας και ανοχής στη κοινή συνείδηση της κοινωνίας. Με την μέθοδο αυτή το σύστημα λειτουργεί καλλίτερα. Όλα δείχνουν μια «συνεργασία μετά διαφωνιών» στα μεγάλα ζητήματα που αφορούν στη πατρίδα μας και στη ζωή μας. Πρόκειται περί δοκιμασμένης και επιτυχημένης μεθόδου ελέγχου των λαών, καθόσον προσδίδει ψευδαίσθηση δημοκρατίας. Πολλώ δε μάλλον όταν τα κόμματα εντέχνως δημιουργούν και αλληλοσυγκρουόμενες ομάδες, επιπέδου οπαδών ποδοσφαιρικών εταιριών, ενισχύοντας την ψευδαίσθηση της δημοκρατίας.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα είναι κλειστό, αυτόνομο, αυτο-προστατευόμενο και αυτο-αναγεννώμενο, με μέλη εντέχνως προβαλλόμενα και έτσι εκλεγόμενα από τη δήθεν ελεύθερη βούληση, των δήθεν πολιτών, που κατ’ ουσίαν δεν είναι παρά ελεγχόμενοι ψηφοφόροι. Το όλο σύστημα κινείται προγραμματισμένα από ξένα κέντρα, αυτό είναι πλέον φανερό. Ενίοτε και επισήμως τα επιζητεί, π.χ. «ευχαριστούμε την Αμερική», δια στόματος «αριστερού» πρωθυπουργού. Το χειρότερο μάλιστα είναι πως αυτό το θεωρούμε από αναπόφευκτο έως φυσιολογικό, δεδομένης της χαμηλής αυτοεκτίμησής μας, που επίσης εντέχνως καλλιεργείται και διαιωνίζεται. Παλαιότερος πρωθυπουργός, της λεγόμενης μεταπολίτευσης, το είχε ευθαρσώς και δημοσίως ομολογήσει: «αυτή είναι η Ελλάδα».
Ουδείς Έλλην ψηφίζει μελετώντας και συγκρίνοντας τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων, αλλά και ουδεμία νέα κυβέρνηση ακολουθεί αυτά που δήθεν προγραμμάτιζε και διατυμπάνιζε. Π.χ., δεν καταργήθηκαν τα μνημόνια «με ένα νόμο και ένα άρθρο», ούτε απεδείχθη πως «λεφτά υπάρχουν». Όλοι ψηφίζουμε επί τη βάσει των εντυπώσεων και της ελκυστικότητας των συνθημάτων και των προσώπων. Ούτε νοιαζόμαστε για μια πραγματική συμμετοχή μας στην οργάνωση της χώρας μας και της ζωής μας. Τελευταία απόδειξη οι εσωκομματικές εκλογές πρώην ισχυρού κόμματος. Στο περίφημο debate των υποψηφίων αρχηγών, περισσότερο πολιτικά και προγραμματικά μίλησε αυτός που τελικά έλαβε τις λιγότερες ψήφους (τόνισε την ανάγκη διάχυσης των εξουσιών από το κέντρο στις Περιφέρειες, κάτι που ενώ σήμερα επιδιώκεται σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, εμείς εμμένουμε στη συντήρηση μιας πανίσχυρης κεντρικής εξουσίας). Λιγότερο πολιτικά και προγραμματικά μίλησε αυτός που έλαβε τις περισσότερες ψήφους και που αναδείχτηκε τελικά αρχηγός.
Το καλοκαίρι του 2015, συνάντησα συμπατριώτες μου πρώην ψηφοφόρους της «δεξιάς». Φωναχτά στην παραλία διακήρυτταν πως θα ψήφιζαν όχι την «πρώτη φορά αριστερά», αλλά «τον άλλον», γιατί «τους άλλους τους είδαμε, να δούμε τι θα κάνει αυτός». Με άλλα λόγια, ουδεμία ουσιαστική σύγκριση πολιτικών προγραμμάτων, σα να μη μας αφορούν. Τα όποια πολιτικά προγράμματα απλώς συμμετέχουν ως πυροτεχνήματα για τη δημιουργία εντυπώσεων, ουδείς θα ελέγξει την εφαρμογή τους. Εμείς απλώς ανά τετραετία εκλέγουμε δήθεν ελευθέρως τους ηγεμόνες μας, γιατί ακριβοπληρωμένοι image makers, με την συνδρομή των αργυρώνητων ΜΜΕ, έχουν εντέχνως επιβάλει τις επιλογές μας. Στις επόμενες ή μεθεπόμενες εκλογές, απογοητευμένοι από τους προηγούμενους που ψηφίσαμε, ψηφίζουμε «τους άλλους» και ας μας είναι άγνωστοι, μήπως κάνουν κάτι καλλίτερο από τους προηγούμενους. «Αυτούς έχουμε από αυτούς θα επιλέξουμε», θεωρώντας το όλο πολιτικό σύστημα -και τους πολιτικούς- περίπου ως μεταφυσική παρουσία. Παίζουμε κάτι σα ρώσικη ρουλέτα, μη ξέροντας, αλλά και μη ενδιαφερόμενοι να μάθουμε, τι κρύβει ο μύλος του ρεβόλβερ: δεν ξέρουμε και δεν μας αφορά να ελέγξουμε αυτούς που τοποθετούν τις σφαίρες.
Αυτός ο διχασμός πολιτικής εξουσίας και λοιπής κοινωνίας δείχνει οριστικός. Όπως οριστική δείχνει να είναι και η παραίτηση των λαών να αρθούν σε επίπεδο κοινωνίας πολιτών, με τον «πολίτη» υπό την αρχαιοελληνική σημασία του όρου, ως συμμέτοχο δηλαδή στα της πόλης του. Μπορούμε να ξεφύγουμε; Μπορούμε να επαναφέρουμε την Πολιτική, διδασκόμενοι από τον «Επιτάφιο» του Περικλέους, όπως τον αποτύπωσε ο Θουκυδίδης; Η ολοένα και περισσότερο εμφανής φαυλότητα του όλου συστήματος, ενισχύει τις ελπίδες μας πως κάποια στιγμή θα αφυπνιστούμε, άλλωστε η Ιστορία εξελίσσεται διαγράφοντας τις ασήμαντες περιόδους της.
* Ο Δρ. Νικήτας Χιωτίνης είναι Αρχιτέκτων, Καθηγητής Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Τμήματος Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής
200 χρόνια μετά την επανάσταση η διχόνοια και ο κοτζαμπασισμός (δεξιός, κεντρώος, αριστερός) είναι τα δύο καρκινώματα του Ελληνισμού. Οι κοτζαμπάσηδες με εργαλείο κυριαρχία τους την πολιτική εξουσία διχάζουν την κοινωνία για να μην ενωθεί και τους απειλήσει.
Ο πολίτης είναι χειραγωγημένος λόγω εξαθλίωσης και κοινωνικού μαρασμού.
Η έξοδος μπορεί να έρθει μόνο με τη διαφώτιση της κοινωνίας από ανεξάρτητα ΜΜΕ (οι ανιχνεύσεις βοηθούν πολύ σε αυτό) και άρθρα ελεύθερων, σκεπτόμενων, μη χειραγωγημένων πολιτών με ανιδιοτέλεια σκοπού και επιδιώξεων.
Αν βρισκόταν βέβαια (πολύ δύσκολο) και ένας Καποδίστριας η αναγέννηση της Ελληνικής κοινωνίας θα ερχόταν συντομότερα.
Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία.
Μην μπερδεύουμε τον διχασμό εξουσίας-λαού του άρθρου με την ελληνική διχόνοια λόγω των δύο Ελλάδων: των Γραικών και των Ρωμιών. Ούτε όμως να συγχέουμε, όπως στο άρθρο, το σοβιετικό μοντέλο με το δυτικό. Στη χώρα μας ουδέποτε ευδοκίμησε ο σοβιετικός δημοκρατικός συγκετρωτισμός! Από την αρχή, επικράτησε ο δυτικός ΕΛΙΤΙΣΜΟΣ, η δυτική υποτίμηση-περιφρόνηση του λαού!!!
Η Ελληνική διχόνοια (υπεροχή του εγώ) οδηγεί στην κοινωνική διάσπαση του λαού (διαίρει και βασίλευε), οπότε ο λαός γίνεται υποχείριο στην εξουσία (κοτζαμπάσηδες) και έχουμε τον διχασμό. Όταν μειωθεί η διχόνοια, θα μειωθεί ο κοτζαμπασισμός και θα μειωθεί ο διχασμός.
Το πρόβλημα της σύγχρονης Ελλάδας είναι οι δέκα που έχουν συσσωρεύσει την εξουσία. Κάτι ψέλλισε ο Βούδας και συνταξιοδοτήθηκε αμέσως. Δεν τολμάει να τους ακουμπήσει κανείς γιατί οι δέκα ανεβάζουν και κατεβάζουν τις κυβερνήσεις.
Τους έδωσαν την ενέργεια και όταν τους είπε ο Σκρέκας να μειώσουν τις τιμές τον επέπληξαν. Ο Μητσοτάκης έτρεξε στον Πούτιν, πήρε αρνητική απάντηση και τώρα ανακοινώνουν ενισχύσεις από τον κρατικό ΠΥ! δηλ. από τα χρήματα όλων. Μην μας ακουμπάτε είναι το μήνυμα των δέκα. Οι πολιτικοί το ξέρουν καλά και τους προσκυνούν.
Ο ΕΛΙΤΙΣΜΟΣ δεν είναι μόνο δυτικός. Είναι Αμερικανικός, Ρωσικός, Κινέζικος, Γαλλικός, Γερμανικός, Ολλανδικός, Ινδικός, Κορεάτικος, Εμιρατιανός, Ισραηλινός, Κουβετιανός, Κυπριακός, κλ.π.
Στην Ελλάδα είναι οξύ το πρόβλημα γι’ αυτό έφτασε στα 320 δις το δημόσιο χρέος και στην οικονομική και κοινωνική κατάρρευση η Ελλάδα. Η οικονομική κρίση είναι η επιβεβαίωση της κυριαρχίας των δέκα για άλλα 200 χρόνια. Γι’ αυτό έβαλαν την ΓΑΔ επικεφαλής του εορτασμού, ήταν το μήνυμα νίκης και μακροημέρευσης.
Το άρθρο είναι μία καθαρή περιγραφής τής ελληνικής, μεταπολιτευτικής πραγματικότητος. Δεν λέει κάτι καινούριο, αλλά αυτά που λέει είναι αληθή, έστω κι αν έχουν ειπωθεί πολλάκις. Διαφωνώ με την ελπίδα του ότι “κάποια στιγμή θα αφυπνιστούμε”. Το βλέπω τόσο πιθανόν, όσο και το να δύσει ο ήλιος στην ανατολή.