Αυτές οι γραμμές γράφονται σαν μια φωνή αγανάκτησης με αυτό που αντίκρισα όταν πήγα στην Σάμο.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο κ. Μητσοτάκης ρώτησε μια δημοσιογράφο με έντονο ύφος εάν είχε πάει στην Σάμο. Λοιπόν, πήγα στην Σάμο και το μόνο πράγμα που είδα ήταν την ντροπή της Ευρώπης και την προθυμία της Ελλάδας να της παράσχει άλλοθι. Η Ελλάδα είναι η χώρα και ο Ελληνισμός, ο λαός που ξέρει στον γονιδιακό του χάρτη την σημασία της προσφυγιάς, της μετανάστευσης και της διασποράς.
Εμείς οι “βρωμοέλληνες” της μετανάστευσης και οι “Τουρκόσποροι” της προσφυγιάς, είμαστε ο ίδιος λαός που έδωσε την λέξη και την ιερή έννοια της φιλοξενίας και της αγάπης προς τον ξένο, παρ′ ολες τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετωπίσαμε διαχρονικά.
Σήμερα όμως εγκλωβισμένοι στην δυσμενή οικονομική θέση της τελευταίας δεκαετίας και τις πίεσης από την γείτονα Τουρκία, βλέπουμε τον πρόσφυγα τον μετανάστη σαν εισβολέα και σαν εχθρό, και όχι σαν συνάνθρωπο, αντίθετο και στο χριστιανικό και αλλά και στο πολιτισμικό μας ήθος.
Η πολιτικοποίηση, και εργαλειοποίηση της ανθρώπινης μιζέριας για πολιτικές σκοπιμότητες, έχει δημιουργήσει παρόμοιες πιέσεις σε πολλαπλά μέρη του πλανήτη και όχι μόνον στην Ελλάδα. Αναγνωρίζοντας τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις του προβλήματος και συμμεριζόμενος τους φόβους και δισταγμούς πολλών καλών ανθρώπων, υποστηρίζω ότι πρέπει να προβάλουμε τον ανθρώπινο παράγοντα.
Βλέποντας τις εικόνες του εκκενωμένου καταυλισμού στο Βαθύ της Σάμου και τις καινούργιες «Ευρωπαϊκών προδιαγραφών» εγκαταστάσεις, ομολογώ ότι με προσβάλλει σαν άνθρωπο και ως Έλληνα.
Δεν δέχομαι ότι οι μόνες επιλογές είναι ένας καταυλισμός μέσα στις λάσπες με όλες τις διαστάσεις της βίας, ή μια απέραντη φυλακή με συρματοπλέγματα μέσα σε μια χαράδρα έτσι ώστε να μην προσβάλει και να μην προβληματίζει τις συνειδήσεις τουριστών και «νοικοκυραίων».
Η ενσωμάτωση ή μη των μεταναστών και προσφύγων είναι μια μεγάλη και επίκαιρη συζήτηση που πρέπει να γίνει άμεσα. Αυτή όμως είναι μια συζήτηση για κάθε κοινωνία, αλλά δεν δικαιολογεί την αφασία της σημερινής κατάστασης. Επίσης επείγει η ανάλυση των λόγων της εκτόπισης τόσων εκατομυρίων ψυχών ανά την υφήλιο η οποία μοιάζει με τσουνάμι, αλλά ούτε και αυτός είναι ο σκοπός αυτού του σημειώματος.
Αυτές οι γραμμές γράφονται σαν μια φωνή αγανάκτησης με αυτό που αντίκρισα όταν πήγα στην Σάμο. Προσβάλουν όχι μόνον εκείνους στους καταυλισμούς/στρατόπεδα, αλλά όλους μας και ιδιαίτερα εμάς τους Έλληνες πολιτισμικά.
Δεν υπάρχει δικαιολογία ότι δεν ξέραμε, δεν είδαμε, δεν ακούσαμε. Αυτά μας πάνε σε άλλες εποχές που πρέπει να θυμηθούμε για να μην τις επαναλάβουμε.
Βλέποντας τους καταυλισμούς θυμήθηκα το ποίημα από το δημοτικό του Ιωάννη Πολέμη, Για την Πατρίδα. «….πατρίδα μας! Κι αὐτὰ κι ἐκεῖνα, και κάτι πού ῾χουμε μὲς τὴν καρδιὰ, και λάμπει ἀθώρητο σὰν ἥλιου ἀχτίνα…»
Αυτό που λάμπει αθώρητο μες την καρδιά πρέπει να είναι οι πολιτισμικές και ανθρωπιστικές αξίες για τις οποίες τόσο υπερηφανευόμαστε διαχρονικά. Φιλοξενία, ελεημοσύνη και αγάπη για τον συνάνθρωπο.
Οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι κοινωνικές διαστάσεις πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν αλλιώς θα οδηγηθούμε σε απάνθρωπες επιλογές για να ξεπλυθούν συνειδήσεις των αυτουργών αυτής της ανθρώπινης μιζέριας. Πρέπει να διασφαλίσουμε την φιλοξενία σε αντίξοες συνθήκες, να δώσουμε το κρεβάτι μας στον ξένο σαν το Σαμαρείτη και όχι να επιλέξουμε την αμνησία και την αφασία της ξενοφοβίας.