Η Ελλάδα και η Ιταλία εκτίθενται σε μεγάλο δημόσιο και ιδιωτικό χρέος που ανησυχεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα

- Advertisement -

Του Αλκη Καλλιαντζίδη, Οικονομολόγου, [email protected]  www.kalkis.eu

Τις ακολουθούν η Πορτογαλία, η Γαλλία και το Βέλγιο

Αυτό προκύπτει από το άρθρο του Eric Albert στον ηλεκτρονικό Le Monde στις 25-11-2020 με τίτλο : «Η ΕΚΤ ανησυχεί για τις πτωχεύσεις των επιχειρήσεων και για την ευθραυστότητα των τραπεζών» (La BCE s’inquiète des faillites des entreprises et de la fragilité des banques). Αν και τα τρέχοντα μέτρα στήριξης είναι επαρκή, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φοβάται μια σοβαρή οικονομική επιδείνωση το επόμενο έτος, αναφέρει ο αρθρογράφος.

Τι θα συμβεί όταν αφαιρεθεί η άνευ προηγουμένου δανειακή έγχυση που σήμερα απολαμβάνουν οι οικονομίες ; Την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στην εξαμηνιαία έκθεσή της για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, εξέφρασε την ανησυχία της για τις χρηματοοικονομικές φούσκες που διογκώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας και για την επερχόμενη αστάθεια των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Φοβάται το  χείριστο σενάριο : μια επιτάχυνση των επιχειρηματικών πτωχεύσεων, η οποία με τη σειρά της θα εξασθενίσει τις τράπεζες. «Αποφύγαμε μια κρίση ρευστότητας, αλλά ο κίνδυνος είναι τώρα ότι αυτό θα μετατραπεί σε κρίση φερεγγυότητας», προειδοποιεί ο Ισπανός Luis de Guindos, αντιπρόεδρος της ΕΚΤ.

Μια φωτογραφία των κινδύνων

Βραχυπρόθεσμα, υπογραμμίζει η ΕΚΤ, ο κίνδυνος είναι ελάχιστος. Το σχέδιο αγοράς χρέους που εφαρμόζει η Κεντρική Τράπεζα, και οι κατεξαίρεση δαπάνες των κυβερνήσεων – για τη μερική ανεργία, για τα δάνεια με εγγύηση του Κράτους, για τα βοηθήματα έκτακτης ανάγκης … – επιτρέπουν τη διατήρηση των επιχειρήσεων με τεχνική αναπνοή. Αλλά μετά, όταν θα σταματήσουν οι ενισχύσεις ;

Όπως πάντα,  η εν λόγω έκθεση δεν αποτελεί μια πρόβλεψη, αλλά μια φωτογραφία της στιγμής των πιθανών κινδύνων. Ξεκινά τονίζοντας τις συνέπειες της βιαιότητας του σοκ που επέφερε από την αρχή της η πανδημία. Το χρέος των Κρατών έχει κάνει ένα ιστορικό άλμα. Κάποιοι μιλούν και για «τσουνάμι χρέους». Από τον Ιανουάριο έως τον Σεπτέμβριο του 2020, οι κυβερνήσεις των χωρών της ΕΕ εξέδωσαν χρέος 1 τρισεκατομμυρίου ευρώ, ξεπερνώντας όλα τα ιστορικά προηγούμενα δανεισμού. Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις  έχουν υπερχρεωθεί στο ύψος των  500 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αυτή η διπλή υπερχρέωση Κρατών και επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα ανησυχητική  σε 5 χώρες. Η Ελλάδα και η Ιταλία εκτίθενται σε δημόσιο χρέος, το οποίο κυμαίνεται από το 200% και 150% αντίστοιχα του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕγχΠ) τους. Η Πορτογαλία, η Γαλλία και το Βέλγιο επηρεάζονται (λίγο) λιγότερο από το δημόσιο χρέος (περίπου στο 120% του ΑΕΠ), αλλά το ιδιωτικό επιχειρηματικό χρέος κυμαίνεται μεταξύ 150% και 200% του ΑΕΠ.

Προς το παρόν, κράτη και επιχειρήσεις μπορούν να συνεχίσουν να χρηματοδοτούνται εύκολα, χάρη στη μαζική παρέμβαση της ΕΚΤ. Ακόμα και με την αγορά ελληνικών ομολόγων τα οποία δεν θεωρούνται ακόμα ως επενδυτικά.  Μετά από μια ξαφνική άνοδο την περασμένη άνοιξη, τα επιχειρηματικά επιτόκια επέστρεψαν στο επίπεδο πριν την κρίση στις αγορές. Με τον κίνδυνο να είναι πάρα πολύ χαμηλά ; «Υπάρχει μια αποσύνδεση από τα βασικά επιτόκια», είπε ο de Guindos. Είναι σαφές ότι φοβάται τη δημιουργία μιας οικονομικής φούσκας, με αγορές που δανείζουν πολύ εύκολα σε επιχειρήσεις που είναι όμως πολύ σοβαρά ευάλωτες.

Για την ΕΚΤ, ο κίνδυνος είναι μην η αποδυνάμωση των επιχειρήσεων οδηγήσει στην αποδυνάμωση και των τραπεζών. Αυτές είναι επί του παρόντος καλά κεφαλαιοποιημένες (η Τράπεζα Πειραιώς που πρόκειται να κρατικοποιηθεί εξαιρείται φυσικά) κατά την έκθεση, αλλά η αποδοτικότητά τους, ήδη χαμηλή πριν από την κρίση, έχει μειωθεί περαιτέρω. Η απόδοση του κεφαλαίου τους μειώθηκε από 5% στο τέλος του 2019 σε 2% το πρώτο εξάμηνο του 2020. Οι τράπεζες έχουν ασφαλώς προβλέψει για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο μελλοντικών χρεοκοπιών, «αλλά υπάρχει ένας σημαντικός κίνδυνος να μην έχουν κάνει αρκετά», συνεχίζει ο de Guindos. Σε σύγκριση με προηγούμενες κρίσεις, ή σε σύγκριση με τις αμερικανικές τράπεζες, τα ευρωπαϊκά ιδρύματα έχουν περάσει σε χαμηλότερες προμήθειες.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η ΕΚΤ καλεί τις κυβερνήσεις να μην αποσύρουν τη βοήθειά τους πολύ γρήγορα. «Μια συνεχής, ισχυρή και στοχευμένη απάντηση είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία της οικονομίας, έως ότου περάσει η επιδημία», συστήνει η έκθεση.

Σε αυτό το πλαίσιο, ο De Guindos ζητεί την οριστικοποίηση του ευρωπαϊκού σχεδίου ανάκαμψης 750 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η ΕΕ συμφώνησε επί της αρχής τον Ιούλιο του 2020αλλά οι λεπτομέρειές του καρκινοβατούν και τα κεφάλαιά του ενδέχεται να μην αποδεσμευτούν γρήγορα, αφού η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Σλοβενία είναι αντίθετες με τη διασύνδεσή τους με την τήρηση του Κράτους Δικαίου, κάτι για το οποίο έγραψα στις Ανιχνεύσεις στις  18-11-2020 : ΕΔΩ

Εμείς βέβαια στην Ελλάδα δικαιούμαστε μεν να είμαστε πολύ ικανοποιημένοι που η χώρα μας έπαψε να είναι αποκλεισμένη από τις δανειακές αγορές, όπως το 2010, και που δανείζεται πλέον με πάρα πολύ χαμηλά έως αρνητικά επιτόκια : το δεκαετές ελληνικό κρατικό ομόλογο έπεσε για πρώτη φορά πριν λίγες μέρες στο 0,6% ! Δεν δικαιούμαστε όμως να πανηγυρίζουμε, με περισσή ελαφρότητα, διότι μας δάνεισαν ήδη χαμηλότοκα οι αγορές και μας περιβάλουν επί του παρόντος με εμπιστοσύνη. Η παραπάνω έκθεση της ΕΚΤ μας τοποθετεί, κι έτσι είναι, πρώτους στην 1η πεντάδα (με 208% του ΑΕΠ χρέος) των υπερχρεωμένων κοινοτικών χωρών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν σταματήσαμε να αυξάνουμε το χρέος μας, έστω και με χαμηλότοκα δάνεια. Κι αυτό, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι καλό για εμάς. Εκτός κι αν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι θα απαιτήσουμε τσαμπουκαλίδικα και θα επιτύχουμε (;;;) τη διαγραφή του χρέους μας, όπως το σωτήριο έτος 2015. Το καταλαβαίνει ο κάθε καλόπιστος δανειζόμενος άνθρωπος, που τον δανείζουν ακόμα και με αρνητικά επιτόκια, ο οποίος αντιλαμβάνεται ότι το οικογενειακό του χρέος ανεβαίνει την ανηφόρα κι ότι θα πρέπει να το ξεπληρώσει, ως έντιμος άνθρωπος που είναι. Κι όχι μπαταξής που θα τα βάλει με τους «Τοκογλύφους» οι οποίοι όμως ποτέ δεν τον εξανάγκασαν να δανειστεί. Ο ίδιος ζήτησε τα δανεικά.

Και η Ελλάδα, πέραν της πανδημίας που ακόμα δεν ξέρουμε πότε κι αν θα τελειώσει, οφείλει να δανειστεί και για έναν άλλο σοβαρότατο λόγο. Την επιβίωσή της. Απειλείται καθημερινά από την ιμπεριαλιστική Τουρκία. Πρέπει να προχωρήσει στον επανεξοπλισμό της, που, από ό,τι διαβάζω, δεν θα της κοστίσει λιγότερα από 15 δις ευρώ. Ας έχουμε λοιπόν φειδώ στον υπερδανεισμό μας κι ας παραμείνουμε θεσμικοί, δηλαδή κάτω από την κοινοτική ομπρέλα η οποία στην πράξη μας διασφαλίζει : ένα ισχυρό νόμισμα (όποιος θέλει μπορεί να προσχωρήσει στην υπερήφανη αλλά παραπαίουσα λίρα Τουρκίας), με ελάχιστο πληθωρισμό και μηδενικά σχεδόν ή αρνητικά επιτόκια δανεισμού. Αν παραμείνουμε θεσμικοί (ή «καλά παιδιά» που θα έλεγαν ειρωνικά οι Δραχμιστές), έχουμε βάσιμες ελπίδες το έξτρα χρέος της πανδημίας που συσσωρεύσαμε να ρυθμιστεί σε μακροχρόνια βάση, γιατί αφορά κι όλες τις άλλες χώρες του κόσμου και γιατί αυτό το θέμα συζητείται ευρέως στους αρμόδιους διεθνείς οργανισμούς.

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
37,200ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα