24/12/2023
Στη Γερμανία το AfD καλπάζει εκλογικά και είναι δημοσκοπικά κοντά στο να είναι το δεύτερο κόμμα. Στη Γαλλία η Λεπέν δεν εκλέχθηκε πρόεδρος για μικρό ποσοστό. Όμως γιατί υπάρχει αυτή η μετατόπιση του ευρωπαϊκού εκλογικού σώματος προς αυτές τις ιδεολογίες; Κατά την άποψη του υπογράφοντα η απάντηση είναι απλή: Υπεύθυνη για την επικίνδυνη μετατόπιση αυτή είναι η “δικτατορία της πολιτικής ορθότητας”. Το έχει πει ο Ουμπέρτο Έκο: «Η πολιτική ορθότητα τείνει να μετατραπεί σε νέας μορφής φονταμενταλισμό».
Πανευρωπαϊκά, θέματα που συχνά ενοχλούν, καλώς ή κακώς, μεγάλες πλειοψηφίες της κοινωνίας και ιδίως η προσπάθεια έκφρασης διαφορετικής άποψης, τυγχάνουν επιτιμητικών χαρακτηρισμών, ειρωνικών σχολίων και εν τέλει χλευασμού απόψεων με γενικόλογους αφορισμούς. Οι εύλογες ή όχι ανησυχίες μεγάλου μέρους του πληθυσμού απλά αγνοούνται στα πλαίσια μιας “πολιτικής ορθότητας”, ή οποία θεωρεί ότι ως θέσφατο κατέχει την απόλυτη ορθότητα μιας άποψης οποία δεν επιδέχεται καν επανεξέτασης. Οι «επαγγελματίες ανησυχούντες», όπως τελευταία αποκαλούνται και στο εσωτερικό της Ελλάδας από τον ιδιαίτερα “πολιτικά ορθό” υπουργό μας κύριο Καιρίδη, δεν θεωρούνται “σοβαροί” συνομιλητές…
Δικτατορία της πολιτικής ορθότητας
Στην μεταναστευτική κρίση του 2015 η τότε Καγκελάριος Μέρκελ απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου σε εθνικό δίκτυο για την αθρόα είσοδο λαθρομεταναστών και την ανησυχία των πολιτών, είχε απαντήσει κοφτά και ξερά με το αξιομνημόνευτο «θα τα καταφέρουμε», χωρίς καμία ουσιαστική συζήτηση επί των ανησυχιών των πολιτών. Αποτέλεσμα; Το AfD στις τελευταίες δημοσκοπήσεις έχει πλέον προσεγγίσει το 22%. Στο ισχυρότερο ομόσπονδο κρατίδιο της Γερμανίας, την Βαυαρία, με βάση την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση νούμερο ένα θέμα προβληματισμού είναι το μεταναστευτικό.
Κατά αναλογία παρακολούθησα την συζήτηση στη Βουλή, στα πλαίσια της έκτακτης τροπολογίας του επισπεύδοντα υπουργού κ. Καιρίδη, για την παροχή άδειας διαμονής σε παράνομα εισελθόντες αλλοδαπούς (κυρίως μουσουλμάνους) οι οποίοι ζούνε παράνομα στη χώρα για ήδη τρία έτη. Ο Καιρίδης μίλησε για ιδεοληψίες και κραυγές, απαντώντας στις όποιες ενστάσεις διατυπώθηκαν κατά της τροπολογίας. Δηλαδή όποιος έχει άλλη άποψη είναι ιδεοληπτικός και λαϊκιστής! Τυπική εφαρμογή σύγχρονης πολιτικής ορθότητας: Αποδίδουμε γενικόλογους χαρακτηρισμούς στην άλλη άποψη! Βάζουμε ταμπέλες σε διαφωνούντες, καθιστώντας τους στην ουσία αντικείμενο χλευασμού. Ουσιαστικά συζήτηση επί των διαφωνιών καμία.
Σθεναρά στηρίχθηκε ο Δημήτρης Καιρίδης, τόσο από την Ντόρα Μπακογιάννη αδερφή του Έλληνα πρωθυπουργού, όσο και από τον Άδωνι Γεωργιάδη, χρόνια πολέμιου όπως διακήρυττε της λαθρομετανάστευσης, στα πλαίσια ενός οξύμωρου σχήματος! Η δε αρμόδια υφυπουργός Σοφία Βούλτεψη αρθρογράφησε συγκρίνοντας, αδόκιμα φυσικά, την χώρα μας με την Γερμανία ή την Ισπανία. Ως επιχειρήματα χρησιμοποιήθηκαν, μεταξύ άλλων, η ανάγκη να μαζευτούν οι ελιές, να χτισθεί το Ελληνικό (υποθέτω αυτό είναι κυρίως θέμα του ιδιώτη επενδυτή) και να χτυπηθεί η μαύρη εργασία (υποθέτω αυτό είναι θέμα των διωκτικών σχετικών αρχών).
Ω του θαύματος δεν άκουσα ούτε μια πιθανή αρνητική συνέπεια της τροπολογίας και την στάθμιση πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων, που έκανε σχετικά η κυβέρνηση πριν καταθέσει την τροπολογία. Όλα ήταν τέλεια! Η παράθεση των δύο παραπάνω παραδειγμάτων είναι μια κλασική απεικόνιση της σύγχρονης δικτατορίας της “πολιτικής ορθότητας”.
Ελλάδα και Γερμανία
Η Γερμανία “βράζει” για το μεταναστευτικό. Μια οργανωμένη, εύπορη χώρα, με ισχυρή δημόσια διοίκηση βλέπει ότι η ενσωμάτωση, κυρίως μουσουλμανικών πληθυσμών, έχει αποτύχει οικτρά. Ζει την γκετοποίηση ολόκληρων περιοχών και την απογοήτευση των ψηφοφόρων. Το δε AfD καλπάζει, παρόλα αυτά οι ανησυχίες αγνοούνται. Χάριν της πολιτικής ορθότητας, η πλειοψηφία αγνοείται και τυγχάνει χλευασμού στην ουσία.
Η Ελλάδα όμως δεν είναι Γερμανία ούτε Ισπανία. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Eurostat ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί από τα 10,46 εκ το 2022 στα 7,8 εκατομμύρια το 2070, ενώ η Τουρκία αντίστοιχα θα αγγίξει τα 110 εκατομμύρια. Η εφιαλτική αυτή πρόβλεψη, σε συνδυασμό με την διαμονή χιλιάδων παράνομων μεταναστών μουσουλμανικής καταγωγής στη χώρα, αποτελεί τον υπ’ αριθμό ένα εθνικό κίνδυνο για την επιβίωση της χώρας, στο εγγύς μέλλον. Αν οι πληθυσμοί αυτοί παραμείνουν στη χώρα, με τον ρυθμό οικογενειακής αναπαραγωγής που φέρει η θρησκευτική και πολιτιστική τους κουλτούρα, είναι μαθηματικά βέβαιο ότι σε μερικές δεκαετίες η Ελλάδα θα είναι ένα μια χώρα με παρουσία μιας πολύ μεγάλης μουσουλμανικής κοινότητας, με εντελώς αντίθετες θρησκευτικές και πολιτιστικές καταβολές. Μια χώρα με μεγάλο αριθμό μουσουλμάνων.
Ερωτήματα ζητούν απαντήσεις
Η Τουρκία είναι το μεγαλύτερο μουσουλμανικό κράτος της περιοχής μας και ένα κράτος που μας απειλεί διαχρονικά και σοβαρά. Στη Θράκη, στα σύνορα μας, υπάρχει ισχυρή μουσουλμανική μειονότητα, την οποία πασχίζει να ελέγξει η Τουρκία. Επομένως, με αφορμή και με την επίμαχη τροπολογία Καιρίδη, υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα:
- Είναι υπέρ των εθνικών μας συμφερόντων στο μέλλον η αύξηση των μουσουλμανικών πληθυσμών της χώρας;
- Ποια κεντρικά σχεδιασμένη εθνική μεταναστευτική πολιτική ακολουθείται;
- Θέλουμε να υπάρχει μεγάλος αριθμός μουσουλμάνων μεταναστών στην χώρα μας;
- Έχουμε μετρήσει το μέγεθος που μπορεί να υποδεχτεί η χώρα μας;
- Έχουμε κάνει μια προσομοίωση προβολής στο μέλλον;
- Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα, πχ σε 50 χρόνια;
- Είναι η οικονομία το μόνο κριτήριο άσκησης πολιτικής μετανάστευσης;
- Τί μήνυμα εστάλη με την παροχή άδειας διαμονής σε παράνομους μετανάστες, με αντάλλαγμα την παροχή νόμιμης εργασίας;
- Τί απαντήσεις δίνει η κυβερνώσα πλειοψηφία στα θέματα αυτά;
- Αντιλαμβάνεται η εθνική πολιτική σκηνή τον κίνδυνο της πανευρωπαϊκής ανόδου των κομμάτων που “υποδέχονται” με ανοικτές αγκάλες ψηφοφόρους, οι οποίοι ψάχνουν μάταια απαντήσεις στις διαφωνίες τους από τις κυβερνήσεις;
Απαντήσεις όπως της καγκελαρίου Μέρκελ «θα τα καταφέρουμε» και προσβλητικοί χαρακτηρισμοί, όπως του κ. Καιρίδη περί κραυγών και ιδεοληψιών, δείχνουν ότι τους είναι μάλλον αδιάφορο. Όμως, η αδιαφορία οδηγεί, όπως σε κάθε σχέση στη ζωή, στην εγκατάλειψη και στην αναζήτηση μιας νέας σχέσης: Στην περίπτωση μας μιας νέας ιδεολογικής σχέσης, που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα να ευνοηθούν κόμματα που έχουν στους κόλπους τους, ακόμα και απόψεις επικίνδυνες. Οι προσβολές και οι χαρακτηρισμοί δεν πρέπει ποτέ να είναι μέρος ενός πολιτικού διαλόγου.
Ο Ρουσσώ είχε πει κάποτε: «Οι προσβολές είναι τα επιχειρήματα αυτών που έχουν άδικο». Ας ελπίσουμε να μην δικαιωθεί, για το καλό της Ευρώπης και της Ελλάδος…