Η υπόθεση περί εύκολης αντικατάστασης των ορυκτών καυσίμων με ΑΠΕ και μπαταρίες μεγάλης κλίμακας αποδείχθηκε λανθασμένη
Ο στόχος των δύο πρώτων κυμάτων απελευθέρωσης των αγορών ενέργειας που έλαβαν χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και του 2000 παγκοσμίως ήταν η ιδιωτικοποίηση των υποδομών της ενεργειακής βιομηχανίας και η αύξηση της αποδοτικότητας των επενδύσεων και της λειτουργίας του συστήματος μέσω των ενεργειακών χονδρεμπορικών αγορών. Το αναδυόμενο τρίτο κύμα σχεδιασμού των ενεργειακών αγορών πλέον καθοδηγείται από μια περιβαλλοντική ατζέντα για την απανθρακοποίηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Η υπόθεση που κάναμε πριν από χρόνια ότι θα μπορέσουμε να αντικαταστήσουμε, σχετικά εύκολα, τα ορυκτά καύσιμα με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μπαταρίες μεγάλης κλίμακας αποδείχθηκε λανθασμένη με βάση πολυάριθμες μελέτες που έχουμε ολοκληρώσει. Για χρόνια, στηριζόμενος σε αυτές τις μελέτες, υποστηρίζω την κατασκευή σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο ως την κύρια ελπίδα για τα επόμενα είκοσι χρόνια ή και περισσότερο, για να παρέχουν στο σύστημα την ευελιξία που χρειάζεται ώστε να εξισορροπεί τη διαλείπουσα ενέργεια των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Συνοπτικά, οι πολιτικές απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές θα πρέπει να επιδιωχθούν χωρίς καθυστέρηση και με ταχύτερο ρυθμό, αλλά η Δύση χρειάζεται να υιοθετήσει μια συμπεριληπτική «all in» τεχνολογική πολιτική, όπου θα πρέπει να επιδιώκεται η παράλληλη ανάπτυξη όλων των τεχνολογιών.
Σε αυτό το χαοτικό ενεργειακό τοπίο, ο ρόλος των χονδρεμπορικών ενεργειακών αγορών είναι ακόμη πιο σημαντικός από ποτέ. Ο πειρασμός για μεγάλες βιαστικές κυβερνητικές παρεμβάσεις στη χονδρεμπορία, χωρίς τη συμβολή σοβαρών ειδικών, είναι συνταγή καταστροφής. Οι προσπάθειες που βρίσκονται σε εξέλιξη για την αποσύνδεση των τιμών του φυσικού αερίου από τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά οι προτεινόμενες λύσεις είναι αντιπαραγωγικές και με μακροπρόθεσμες επιζήμιες επιπτώσεις στην ενεργειακή μετάβαση. Μια τέτοια πρόταση επιδιώκει τη διχοτόμηση (σαλαμοποίηση) των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας της επόμενης ημέρας (Day-Ahead Μarket), βάζοντας τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την πυρηνική και την υδροηλεκτρική ενέργεια σε ένα καλάθι, και την παραγωγή ορυκτών καυσίμων μαζί με την αποθηκευμένη υδροηλεκτρική ενέργεια σε ένα άλλο.
Υπάρχουν μέθοδοι και κανόνες αγοράς που βασίζονται σε στέρεες οικονομικές θεωρίες για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών χωρίς να καταστρέφεται η θεμελιώδης φύση της αγοράς. Για παράδειγμα, μια καλά δοκιμασμένη στην πάροδο του χρόνου προσέγγιση είναι η εισαγωγή ανώτατων ορίων προσφοράς ενέργειας για την εκκαθάριση της DAM. Οι παραγωγοί που υποβάλλουν προσφορές πάνω από το ανώτατο όριο θα πληρωθούν με βάση την προσφορά τους (pay as bid) και δεν θα επιτρέπεται να καθορίζουν την οριακή τιμή της αγοράς. Αυτές τις προσεγγίσεις τις ονομάζουμε διακοπτικούς μηχανισμούς της αγοράς (circuit breaker) ή μεθόδους soft cap. Εχουμε εφαρμόσει τέτοιες μεθόδους εκτενώς σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης σε πολλές αγορές με επιτυχία.
Συνοπτικά, ο προτεινόμενος σχεδιασμός διχοτόμησης της αγοράς είναι κοντόφθαλμος, λανθασμένος, αντιπαραγωγικός και δεν έχει κανένα απολύτως οικονομικό νόημα. Υπάρχουν πολλές εναλλακτικές, καλά δοκιμασμένες προσεγγίσεις έκτακτης ανάγκης που έχουν εφαρμοστεί διεθνώς και οι οποίες δεν θα έχουν ως τελικό αποτέλεμα την καταστροφή της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας της Ε.Ε.
* Ο δρ Αλέξης Παπαλεξόπουλος είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος ECCO International, Inc., San Francisco, USA, διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος ZOME Energy Networks, Boston, USA, διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος World Energy Consortium, Estonia.
Καθημερινή