Ορισμένες βόρειες χώρες στέλνουν χρήματα στο Κίεβο εδώ και χρόνια, όμως πολλοί Ευρωπαίοι δεν βλέπουν γιατί θα πρέπει να το κάνουν.
Οι ηγέτες της ΕΕ κατέληξαν σε συμφωνία για δανεισμό 90 δισ. ευρώ, προκειμένου να κρατηθεί η Ουκρανία «όρθια» για τα επόμενα δύο χρόνια. | John Thys/AFP via Getty Images
ΑΝΑΛΥΣΗ
19 Δεκεμβρίου 2025, 6:18 π.μ. CET
Του Tim Ross
ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ — «Έχουμε μια απλή επιλογή», δήλωσε ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ, με σκυθρωπό ύφος, καθώς έμπαινε σε μία από τις πιο καθοριστικές συνόδους κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης εδώ και μία γενιά. «Ή χρήματα σήμερα ή αίμα αύριο. Και δεν μιλάω μόνο για την Ουκρανία. Μιλάω για την Ευρώπη».
Το επιχείρημα του Τουσκ ήταν ότι η ίδια η ελευθερία των Ευρωπαίων διακυβεύεται στα λασπωμένα πεδία μάχης της Ουκρανίας: τα κράτη της ΕΕ μπορούν είτε να πληρώσουν τώρα για να σταματήσουν τον Βλαντίμιρ Πούτιν εκεί, είτε να πολεμήσουν όταν τα στρατεύματά του εισβάλουν στις δικές τους χώρες.
Η εξίσωση του Τουσκ —χρήματα ή απώλειες— αποκαλύπτει τη σύγκρουση που βρίσκεται στον πυρήνα όλων των ευρωπαϊκών αντιπαραθέσεων γύρω από τη στήριξη της Ουκρανίας. Τι ακριβώς είναι τελικά διατεθειμένα να προσφέρουν τα 27 μέλη της Ένωσης για να σώσουν την Ουκρανία —και τους ίδιους τους εαυτούς τους;
Η σύνοδος της Πέμπτης το βράδυ στις Βρυξέλλες έδωσε μια απάντηση: ιδανικά, τα χρήματα κάποιου άλλου.
Στις 2:56 τα ξημερώματα, σε μια βροχερή νύχτα στις Βρυξέλλες, οι ηγέτες της ΕΕ κατέληξαν σε συμφωνία για δανεισμό 90 δισ. ευρώ από τις χρηματοπιστωτικές αγορές, ώστε να διατηρηθεί η Ουκρανία σε λειτουργία για τα επόμενα δύο χρόνια. «Δεσμευτήκαμε, ανταποκριθήκαμε», καυχήθηκε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα.
Πέρα από την επικοινωνιακή διαχείριση, το μοτίβο είναι ξεκάθαρο. Ένα διχασμένο μπλοκ ευρωπαϊκών κρατών διαπληκτιζόταν επί μήνες, δημόσια και παρασκηνιακά, για το ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό — και το ζήτημα, πιθανότατα, δεν έχει ακόμη κλείσει.

Η Ευρώπη βασίζεται στη στρατιωτική ισχύ των Ηνωμένων Πολιτειών για την άμυνά της από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παράλληλα, στηρίχθηκε και στα αμερικανικά χρήματα για την άμυνα της Ουκρανίας επί τρία χρόνια, από τον Φεβρουάριο του 2022. Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ επέστρεψε στον Λευκό Οίκο και διέκοψε τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ φέτος, οι Ευρωπαίοι αύξησαν τις συνεισφορές τους — αλλά όχι αρκετά για να καλύψουν το κενό.
Έτσι, οι ισχυροί παίκτες της ΕΕ έπρεπε να βρουν άλλη πηγή χρηματοδότησης για την Ουκρανία.
Ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν γνώριζαν πώς ήθελαν να εξασφαλίσουν τα χρήματα — αξιοποιώντας ρωσικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται σε βελγική τράπεζα. Τους τελευταίους δύο μήνες προσπαθούσαν να πείσουν τους υπόλοιπους ηγέτες να στηρίξουν το σχέδιό τους για χρήση των παγωμένων κεφαλαίων της Μόσχας ως βάση για ένα τεράστιο δάνειο προς την Ουκρανία.
Όμως ο Βέλγος πρωθυπουργός Μπαρτ ντε Βέβερ αρνήθηκε, φοβούμενος νομικές κινήσεις και άλλα αντίποινα από τον Πούτιν, αν τα κρατικά περιουσιακά στοιχεία επαναπροσανατολίζονταν προς όφελος του Κιέβου.
Αντ’ αυτού, ένα Σχέδιο Β, που είχε αποκαλύψει πρώτο το POLITICO τον προηγούμενο μήνα, άρχισε να καταρτίζεται αθόρυβα. Όταν ο ντε Βέβερ απέρριψε εκ νέου την ιδέα των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, ο Μερτς υποχώρησε και η εναλλακτική λύση της κοινής δανειοληψίας της ΕΕ συγκέντρωσε στήριξη την τελευταία στιγμή γύρω από το τραπέζι της συνόδου.
Σύμφωνα με αυτό το σχέδιο, τον κοινό δανεισμό της ΕΕ θα εγγυηθεί ο προϋπολογισμός της Ένωσης, ο οποίος χρηματοδοτείται από τα κράτη-μέλη. Σε βάθος χρόνου, τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για την αποπληρωμή του δανείου, αν και αυτό παραμένει ακόμη ασαφές.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το Κίεβο χρειάζεται άμεσα ρευστό. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ουκρανία αντιμετώπιζε χρηματοδοτικό έλλειμμα ύψους 72 δισ. ευρώ για το επόμενο έτος.
«Δεν υπάρχει σημαντικότερη πράξη ευρωπαϊκής άμυνας από τη στήριξη της άμυνας της Ουκρανίας», δήλωσε η φον ντερ Λάιεν την παραμονή της συνόδου.
Δυστυχώς για την πρόεδρο της Επιτροπής και όσους θέλουν να κάνουν το μέγιστο δυνατό για την Ουκρανία, πολλοί Ευρωπαίοι εξακολουθούν να μην πείθονται από το επιχείρημά της.
Το Ινστιτούτο του Κιέλου παρακολουθεί τη στήριξη προς την Ουκρανία από την έναρξη της πλήρους κλίμακας εισβολής του Πούτιν το 2022. Η πιο πρόσφατη ενημέρωσή του αποκαλύπτει τα κενά που αφήνουν οι ευρωπαϊκές χώρες στα οικονομικά του Κιέβου.
Σε έκθεση που δημοσιεύθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα, οι αναλυτές του Κιέλου ανέφεραν ότι οι νέες δεσμεύσεις βοήθειας για το 2025 ενδέχεται να υποχωρήσουν στο χαμηλότερο επίπεδο από το ξέσπασμα του πολέμου το 2022 και ότι βρίσκονται σε πορεία να αποδειχθούν κατά πολύ ανεπαρκείς για να καλύψουν το κενό που άφησε η αποχώρηση των ΗΠΑ.
Την ίδια στιγμή, το χάσμα στις συνεισφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών διευρύνθηκε. Ενώ η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο αύξησαν σημαντικά τη στήριξή τους προς την Ουκρανία, οι σκανδιναβικές χώρες —όπως η Σουηδία, η Νορβηγία και η Δανία— παρέμειναν μακράν μπροστά ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανούν.
Η Ιταλία και η Ισπανία, αντίθετα, «συνέβαλαν ελάχιστα», σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου. Η ίδια αυτή δυναμική ήταν εμφανής και ενόψει της συνόδου. Οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου ενώθηκαν με το Βέλγιο στην αντίθεσή τους στο σχέδιο δανείου που βασιζόταν σε αποζημιώσεις, ενώ η Γερμανία και οι σκανδιναβικές χώρες πίεσαν έντονα για να προχωρήσει.
Σύμφωνα με τους όρους της τελικής συμφωνίας της συνόδου, η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Σλοβακία δεν θα συνεισφέρουν καθόλου στο χρηματοδοτικό σχέδιο για την Ουκρανία.
Μια Ευρωπαϊκή Ένωση 27 κρατών-μελών μετατράπηκε σε ομάδα των 24.
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι δεν χρειαζόταν να εξελιχθούν τα πράγματα με τόσο χαοτικό τρόπο.
Τα κράτη της ΕΕ, τουλάχιστον στα χαρτιά, συνιστούν μια συλλογική οικονομική υπερδύναμη σε σύγκριση με τη Ρωσία. Το συνολικό ΑΕΠ των 27 χωρών της ΕΕ ανέρχεται στα 18 τρισ. ευρώ, ενώ το ΑΕΠ της Ρωσίας φτάνει τα 2 τρισ. ευρώ.
Ακόμη και χωρίς να υπολογιστούν η Νορβηγία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι ευρωπαϊκοί σύμμαχοι της Ουκρανίας διαθέτουν τους πόρους για να νικήσουν τον Πούτιν — αν το θέλουν πραγματικά.
Ίσως το πιο ανησυχητικό στοιχείο για τους συμμάχους της Ουκρανίας είναι ότι οι ψηφοφόροι σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ΕΕ φαίνεται να χάνουν το ενδιαφέρον τους. Δημοσκόπηση του POLITICO σε 10.000 άτομα σε πέντε δυτικές χώρες έδειξε ότι οι ερωτηθέντες στη Γερμανία και τη Γαλλία ήταν ακόμη πιο απρόθυμοι να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας από ό,τι οι πολίτες στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στη Γερμανία, το 45% δήλωσε ότι θα στήριζε τη μείωση της οικονομικής βοήθειας προς το Κίεβο, ενώ μόλις το 20% είπε ότι θα ήθελε αύξηση της χρηματοδότησης. Στη Γαλλία, το 37% τάχθηκε υπέρ της μείωσης και το 24% υπέρ της αύξησης.
Αντιμέτωποι με τις ρωγμές ανάμεσα σε βόρεια κράτη που κουράζονται να δαπανούν ατελείωτα δισεκατομμύρια για την Ουκρανία και άλλα που ουσιαστικά δεν το έκαναν ποτέ, οι ηγέτες της Ευρώπης επέλεξαν αυτή την εβδομάδα την ευκολότερη απάντηση. Και ακόμη κι αυτή, παραλίγο να αποδειχθεί υπερβολικά δύσκολη.


