Με τίτλο «Η σήψη στην καρδιά της Ελλάδας είναι πλέον ξεκάθαρη για όλους», ο Clapp ξεκινά κάνοντας μία αναδρομή στις προεκλογικές δεσμεύσεις του πρωθυπουργού για «μια κυβέρνηση των πραγματικά καλύτερων ανθρώπων», κάνοντας ορισμένα θετικά σχόλια σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις που είχε τότε υποσχεθεί, αφού, όπως γράφει, «τρία χρόνια αργότερα, πολλοί ξένοι έχουν πειστεί. Η Microsoft, η Pfizer και η JP Morgan Chase έχουν δημιουργήσει γραφεία στη χώρα, ένα βελτιωμένο πρόγραμμα βίζας έχει παρακινήσει χιλιάδες ψηφιακούς νομάδες να μετεγκατασταθούν στην Αθήνα και μια αδιάκοπη τουριστική προώθηση προσέλκυσε αριθμό ρεκόρ Αμερικανών τουριστών στο Αιγαίο αυτό το καλοκαίρι. Ακόμη και η εποπτεία της οικονομίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση πλησιάζει στο τέλος της. Μετά από μια δεκαετία δυσκολιών, η χώρα φαίνεται ότι έχει υποστεί μια εκπληκτική μεταμόρφωση».

Ωστόσο, στη συνέχεια κάνει λόγο για «μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα», σημειώνοντας πως «η διαφθορά και οι συγκρούσεις συμφερόντων που δεσμεύτηκε να πατάξει ο κ. Μητσοτάκης, όχι μόνο εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά, από πολλές απόψεις, φαίνεται πως έχουν ενταθεί».

«Όμως στην Ελλάδα, μια πιο σκοτεινή πραγματικότητα φουντώνει. Η διαφθορά και οι συγκρούσεις συμφερόντων που δεσμεύτηκε να πατάξει ο κ. Μητσοτάκης, όχι μόνο εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά, από πολλές απόψεις, φαίνεται πως έχουν ενταθεί. Το ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν έχει αναδιαμορφωθεί, αλλά έχει λάβει μόνο έναν επιφανειακό καλλωπισμό, ένα διοικητικό στόλισμα βιτρίνας», γράφει ο Clapp πριν αρχίσει να αναλύει τα γεγονότα του «Greece’s Watergate», το οποίο, όπως λέει, «έχει αποκαλύψει το επίπεδο παρακολουθήσεων κάτω από την αστραφτερή επιφάνεια. Το “Ελλάδα 2.0” που υποσχέθηκε ο κ. Μητσοτάκης, όπως αποδεικνύεται, είναι ακριβώς το ίδιο».

Το άρθρο συνεχίζει, παραθέτοντας στοιχεία και σχολιάζοντας τις αποκαλύψεις γύρω από τις υποθέσεις, τόσο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη, όσο και του δημοσιογράφου Θανάση Κουκάκη, ο οποίος «τον Ιούλιο του περασμένου έτους, έλαβε ένα μήνυμα από άγνωστο αριθμό. “Θανάση, το ξέρεις αυτό;” διάβασε το μήνυμα στα ελληνικά, ακολουθούμενο από έναν σύνδεσμο, στον οποίο έκανε κλικ. Προχώρησε στη μόλυνση του iPhone του με το Predator, ένα κακόβουλο λογισμικό υποκλοπής που μετέφερε τα δεδομένα του σε μια μυστηριώδη εταιρεία, με έδρα την Αθήνα, καταχωρημένη στην Κύπρο, που ονομάζεται Intellexa», γράφει ο δημοσιογράφος και προσθέτει:

«Για δεκαετίες τώρα, οι υποκλοπές τηλεφώνων είναι χαρακτηριστικό του ελληνικού κράτους. Όμως, επί κ. Μητσοτάκη, η εθνική παρακολούθηση έχει επεκταθεί σε μια, εν πολλοίς, ανεξέλεγκτη γραφειοκρατία», αναφέρει ο αρθρογράφος που συνεχίζει με «μία από τις πρώτες του πράξεις ως πρωθυπουργός», να θέσει τις ελληνικές μυστικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχο του γραφείου του και στη συνέχεια «να τοποθετήσει —μέσω τροποποίησης- ένα πρώην στέλεχος παγκόσμιας εταιρείας ασφαλείας ως διευθυντή της», κάνοντας αναφορά στον «συγκλονιστικό αριθμό των υποκλοπών που αυξάνεται σταθερά», πριν θέσει ορισμένα ερωτήματα, όπως:

«Θα μπορούσαν οι ελληνικές υπηρεσίες πληροφοριών, που ήδη διεξάγουν τεράστια εκστρατεία παρακολούθησης, να έχουν αναθέσει ακόμη πιο παρεμβατικές υποκλοπές σε μια σκιώδη ιδιωτική εταιρεία; Θα μπορούσε η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη να βρίσκεται πίσω από το χακάρισμα;». Και απαντά: «Δεν ξέρουμε, αλλά μια ένδειξη έρχεται από το γραφείο του πρωθυπουργού», γράφοντας για τον διορισμό του «Γρηγόρη Δημητριάδη -πρώην διευθυντή της προεκλογικής του εκστρατείας και ανιψιό του» και τις αποκαλύψεις από «Έλληνες δημοσιογράφους σχετικά με τον ίδιο, με κυριότερο ότι κατά τη διάρκεια της θητείας του είχε οικονομικές συναλλαγές με κύκλο επιχειρηματιών που είχε συναλλαγές και με τον ιδιοκτήτη της Intellexa».

Ο αρθρογράφος σημειώνει πως «παραμένει αναπόδεικτο κατά πόσο γνώριζε ο κ. Μητσοτάκης για την ανάπτυξη του Predator στην Ελλάδα», ενώ κάνει ειδική αναφορά στην ατάκα του πρωθυπουργού περί «σκοτεινών δυνάμεων», λέγοντας παράλληλα πως «παραμένει ένα ανοιχτό ερώτημα αν η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη αγόρασε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν μέσω τέτοιας παρακολούθησης».

Κλείνοντας, ο Clapp παραδέχεται ότι «το πρόβλημα εν προκειμένω δεν είναι ότι η διαφθορά υπό τον κ. Μητσοτάκη είναι αναγκαστικά πιο ενδημική από ό,τι σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις, ή σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες», για να συνεχίσει:

«Είναι μάλλον η μη βιώσιμη αντίφαση μεταξύ της χώρας που ο κ. Μητσοτάκης επιμένει να παρουσιάζει -ένα αδιαμφισβήτητο δημοκρατικό κράτος του οποίου ο σεβασμός στο κράτος δικαίου θα πρέπει να ανταμείβεται με εταιρικές επενδύσεις και τουριστικά δολάρια- και εκείνης που πραγματικά προεδρεύει».

Με αφορμή την πρόσφατη ομιλία του στο Κογκρέσο, καταλήγει: «Τον Μάιο, καθώς οι βίδες του κατασκοπευτικού σκανδάλου είχαν αρχίσει να γυρίζουν, ο κ. Μητσοτάκης βρέθηκε στην Ουάσιγκτον για να εκφωνήσει μια ομιλία στο Κογκρέσο σχετικά με τη σημασία της διατήρησης των δημοκρατικών αξιών και της καταπολέμησης της αυταρχικής υπερβολής. Για 40 λεπτά τόνισε την αναγκαιότητα της κοινωνικής εμπιστοσύνης και των ισχυρών θεσμών“Οι αρχαίοι Έλληνες”, είπε ανάμεσα σε χειροκροτήματα, “θεωρούσαν την αλαζονεία, τον εξτρεμισμό και την υπερβολή τις χειρότερες απειλές για τη δημοκρατία”. Το ερώτημα για τον κ. Μητσοτάκη είναι: Γιατί δεν νιώθει το ίδιο;».