Kορωνοϊός, το παγερό φάσμα του θανάτου!

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

του Benoît Couëtoux du Tertre

[Και να που, την ώρα που ο Ευρωπαίος πολίτης κατάστρωνε σχέδια για τις θερινές του διακοπές, βρέθηκε αντιμέτωπος με το φάσμα του θανάτου λόγω της εισβολής του κορωνοϊού. Ηταν τέτοιος ο αιφνιδιασμός και ο φόβος για τον επικείμενο θάνατο που ολόκληρος ο κόσμος υποτάχτηκε στα κελεύσματα της Εξουσίας και κλείστηκε αδιαμαρτύρητα στο σπίτι του. Τότε ήταν που πάνω στο «ο σώζων εαυτόν σωθείτω» ακόμα και οι κυβερνώντες εγκατέλειψαν τους γέροντες στο έλεος της πανδημίας, γράφοντας μια ακόμα μαύρη σελίδα στην ευρωπαϊκή ιστορία…

Για να επαναφέρει στη νοόσφαιρα των Γάλλων τη «μνήμη θανάτου», ο  φιλόσοφος Ρομπέρ Ρεντεκέρ έγραψε το βιβλίο του Η έκλειψη του θανάτου, με αφορμή τα αθώα θύματα της ισλαμιστικής τρομοκρατίας. Αυτή τη «μνήμη θανάτου» των Ορθόδοξων μοναχών που τόσο ευεργετικά – ουδέν κακόν αμιγές καλού -ήρθε να μας υπενθυμίσει ο κορωνοϊός…Ε.Δ.Ν.]

Ο θάνατος έχει γίνει αόρατος σήμερα, έχει εξαφανιστεί από τη συλλογική μας ύπαρξη, έχει πεταχτεί έξω από τα τείχη της πόλης, έχει απωθηθεί από τον κόσμο των ζωντανών. Σε μια θρυμματισμένη κοινωνία, όλες οι τελετουργίες της κοινότητας και ο συμβολισμός που συνόδευαν το θάνατο εξαφανίστηκαν σήμερα. Θαμμένες, οι επικήδειες τελετουργίες που συνόδευσαν το πένθος, ανύπαρκτη η σύγκρουση με την Αγρια και τη σκληρή Φύση, ξεχασμένος ο ηρωικός θάνατος κάτω από τις χαλύβδινες καταιγίδες. Δημόσιο γεγονός άλλοτε, ο θάνατος βρίσκεται τώρα απωθημένος στην πιο ενδόμυχη ιδιωτική σφαίρα.

Ωστόσο, οι εικόνες του θανάτου δεν ήταν ποτέ τόσο παρούσες σε όλες τις οθόνες, σε θέματα ψυχαγωγίας και ειδήσεων – “αυτών των δύο μαστών της αποχαύνωσης”. Αυτή η πληθώρα εικόνων, θεωρεί ο φιλόσοφος, αποσυμβολίζει το θάνατο, δηλαδή του στερεί νόημα, “ανάγοντάς τον έτσι από ένα σύμπαν τριών ή τεσσάρων διαστάσεων (το νοηματοδοτικό σύμπαν) σε ένα δισδιάστατο σύμπαν, αυτό της οθόνης ». Η εισβολή του θανάτου στην πόλη με τη μορφή της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι μέρος αυτού του αποσυμβολισμού. Οι τζιχαντιστές που λένε «αγαπούμε τον θάνατο» τον υποβαθμίζουν σε μια περιπέτεια βιντεοπαιχνιδιού, εντάσσονται πλήρως στο θέαμα της νεωτερικότητας, επιβεβαιώνουν ότι ο θάνατος δεν σημαίνει πλέον τίποτα για αυτούς.

Αυτό το τηλεοπτικό θέαμα του θανάτου, έτσι σκηνοθετημένο στη μεγάλη οθόνη, «αφαιρεί το πραγματικό από την πραγματικότητα και μετατρέπει το πλήρες σε κενό», καθώς αυτός ο πολλαπλασιασμός των εικόνων συνδυάζεται με μια σπανιότητα του συμβολικού. Όπως και ο Nietzsche, ο Robert Redeker θεωρεί ότι “η έρημος μεγαλώνει”, αντικαθιστώντας έναν κόσμο γεμάτο νόημα με μια εποχή κενού …

Το βασίλειο του «τελευταίου ανθρώπου»

Και κάτω από αυτόν τον σιωπηλό στο εξής ουρανό, στερημένο από όλες τις πνευματικές αξίες, το μοναδικό ατομικό και συλλογικό μέλημα των συγχρόνων μας συνίσταται στη βελτίωση, τη διαφύλαξη, την παράταση της ζωής, αναγόμενης στη μοναδική της βιολογική διάσταση και στην ικανοποίηση υλικών αναγκών.

Δεν αποκρύβεται μόνο ο θάνατος: ο αγγελιοφόρος του, τα γηρατειά, πρέπει και αυτά  να απωθούνται. Γυμναστήριο, τζόκινγκ, viagra, botox και άλλη αποκαταστατική ιατρική, στην εποχή του homo trottinettus, [άνθρωπος ηλεκτρικό πατίνι, σ.τ.μ.]η γηραιά Δύση γεμίζει με αιώνιους νέους που αρνούνται να γεράσουν … Τώρα “αυτή η ανάπλαση, η οποία ξεκινά με τα γυναικεία καλλυντικά μεταξύ των δύο ηλικιών αλλά των οποίων η κατάληξη εκπληρώνεται στη διαγραφή του θανάτου, είναι ο εχθρός της γενιάς, της νεολαίας του κόσμου” εκτιμά ο Robert Redeker. Εάν ο Νίτσε φοβόταν ότι θα δει να πολλαπλασιάζονται οι γενιές παιδιών με «γκρίζα μαλλιά», ο φιλόσοφος ανησυχεί περισσότερο για αυτά τα γηρατειά τα μακιγιαρισμένα σε αιώνια νεότητα, εξαφανίζοντας έτσι την  πραγματική νεότητα, σπάζοντας την αλυσίδα της διαδοχής, αποκρύπτοντας τη διαφορά μεταξύ παρελθόντος και παρόντος και υποθηκεύοντας το μέλλον.

Αυτή η «παρωδία της αθανασίας» δεν συνιστά παρά την «ατέλειωτη συνέχιση της συνηθισμένης σωματικής απόλαυσης». Ο σύγχρονος άνθρωπος περιορίζεται πλέον  μόνο σε ένα είδος “εγώ-σώμα”, αναγόμενο στη μοναδική βιολογική του διάσταση, “το οποίο ξεχνάει ότι θα πεθάνει και του οποίου η διασκέδαση είναι η ατμόσφαιρα και ο στόχος της ζωής”, σαν τον «τελευταίο άνθρωπο» του Νίτσε, «τον διψασμένο για μια εφήμερη αθανασία που, και γι’ αυτή, δεν είναι άξιος.”

Στη σκιά των τάφων

«Όλα ξεκινούν από το τέλος» συνοψίζει ωστόσο ο φιλόσοφος, υπενθυμίζοντας ότι οι χώροι ταφής είναι τα πρώτα ιερά. «Ενταφιάζω σημαίνει εξανθρωπίζω», καθώς ο τάφος αντιπροσωπεύει την αφετηρία της ανθρωπότητας. Απέναντι στη φύση που θέλει τη λήθη ώστε να μπορούν να αναπτυχθούν νέες γενιές, η ταφή λειτουργεί ως εμπόδιο, θεσπίζει τη μνήμη και, πέρα ​​από τη μνήμη και την ψυχή, θεωρεί ότι τα ανθρώπινα λείψανα αποτειθέμενα στη γη αξίζουν να μείνουν. Εκτός από το ότι η λατρεία των νεκρών δίνει νόημα μέσω των τελετών και των συμβόλων της, ο Ρομπέρ Ρεντεκέρ υπογραμμίζει τους δύο λόγους, μεταφυσικό και πολιτικό, οι οποίοι παρακινούν αυτή τη λατρεία από τα βάθη των εποχών: διατηρούν τους νεκρούς στην ανθρωπότητα και επιτρέπουν τη διακυβέρνηση των ζωντανών μέσω των νεκρών.

Αλλά σήμερα, θρηνεί ο συγγραφέας, ονειρευόμαστε να εξελιχθούμε σε μια κοινωνία χωρίς πτώματα και χωρίς προγόνους. Η ανάπτυξη της αποτέφρωσης που ξεχωρίζει από τις αρχαίες αποτεφρώσεις απεικονίζει αυτήν την ψευδαίσθηση. Η σύγχρονη αποτέφρωση μετατρέπει τον θάνατο σε μια κενή αφαίρεση, καταργεί το λείψανο που αντιπροσωπεύει την ενσάρκωση του θανάτου. Σε μια υγειονολογική προοπτική, ο Ρομπέρ Ρεντεκέρ παραλληλίζει αποτέφρωση και ευθανασία, αποκρύβοντας με ένα σεμνό πέπλο αυτό που οι σύγχρονοι μας προσπαθούν επιμελώς να αποφύγουν: τον πόνο και το φόβο μπροστά στο ψυχορράγημα και τον σωματικό θάνατο.

Ο θάνατος, η μητέρα μας

Αλλά τότε, τι είναι ο θάνατος; Λοιπόν, ο θάνατος ως απλό βιολογικό γεγονός δεν είναι τίποτα, απαντά ο φιλόσοφος. Πάνω απ ‘όλα, είναι ένα καθαρά ανθρώπινο αίσθημα, αυτό του «υψηλότερου φόβου». Αλλά ο φόβος του θανάτου εξανθρωπίζει όταν είναι γόνιμη, δημιουργική, συνείδηση  του θανάτου και απανθρωποποιεί όταν τον αποφεύγουμε, τον ξεχνούμε …

Σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, ο άνθρωπος «είναι προ του θανάτου». Πρέπει να αποδεχτεί την τραγωδία της ύπαρξης, δηλαδή τον ερχόμενο θάνατό του, βιούμενο ως μύηση: “η σκέψη που δεν ξεχνά το θάνατο κάνει τον άνθρωπο να ανακαλύψει την αξία της ζωής (…) μετατρέποντάς την σε περιπέτεια, αποστολή. «Μας διδάσκει πρώτα απ’ όλα την απάρνηση του εγώ, αυτό το «μάταιο εγώ», αυτό το αξιοκαταφρόνητο εγώ, ταυτόχρονα παραφουσκωμένο και κενό, που πρέπει να καταστρέψουμε για να ελευθερώσουμε την ψυχή. Με λόγια που θυμίζουν το τελευταίο γράμμα του Dominique Venner την ημέρα της εθελοντικής θυσίας του, ο Robert Redeker μάς διδάσκει ότι γνωρίζοντας ότι θα πεθάνουμε θα μπορέσουμε να ζήσουμε.

Εναντι στην κυριαρχία του εικονικού και του κενού, ακόμα κι αν αποκρύπτεται, «ο θάνατος παραμένει η πραγματικότητα, καθώς αντιστέκεται στη διασκέδαση, αντιπροσωπεύοντας το έσχατο καταφύγιο της σοβαρότητας της ύπαρξης».

Χωρίς θάνατο, ο χρόνος δεν είναι πλέον αισθητός, δεν είναι πλέον διάρκεια, είναι πλέον μόνο αριθμοί, που μας μαρμαρώνουν σε ένα αιώνιο παρόν χωρίς βάθος. Να γιατί η άρνηση του θανάτου αναγγέλλει τη βασιλεία των «απόκληρων» σύμφωνα με την έκφραση του Renaud Camus, επειδή «ο θάνατος είναι η sine qua non οντολογική προϋπόθεση της κληρονομιάς, της μετάδοσης, της εκπαίδευσης». Στον μεγάλο τροχό των γενεών, για να αφήσουμε μια κληρονομιά, πρέπει να ξέρουμε πώς να πεθαίνουμε όπως άλλοι πέθαναν πριν από εμάς για να μας μεταδώσουν την κληρονομιά τους. Πεθαίνοντας “δίνουμε αυτό που ήμασταν, αυτό που αγαπήσαμε και πάνω απ’ όλα, αυτό που κληρονομήσαμε”. Ο θάνατος είναι ένα δώρο που αντιπροσωπεύει “μια από τις πιο πολύτιμες ομορφιές της ύπαρξης”. Έτσι μέσω αυτής, το τραγικό μπορεί να γίνει ηθικό και αισθητικό.

Αυτό το βιβλίο, τόσο σύντομο και τόσο πυκνό, πρέπει να διαβαστεί και να μελετηθεί σε αυτόν τον μήνα των νεκρών όπου μπαίνουμε στη σκοτεινή εποχή, στις μέρες που το φως χαμηλώνει και στολίζουμε τους τάφους των προγόνων. Εκείνοι που πιστεύουν στον ουρανό καθώς και εκείνοι που δεν πιστεύουν σ’ αυτόν θα βρουν τροφή για σκέψη. Με την προϋπόθεση να αρνηθούν τον κόσμο της χίμαιρας που θέλουν να δημιουργήσουν μαθητευόμενοι μάγοι. Με την προϋπόθεση επίσης του σεβασμού και της μετάδοσης με τη σειρά μας, όταν έρθει η μέρα, της κληρονομιάς των προγόνων.

Μετάφραση: Ευάγγελος Δ. Νιάνιος

Πηγή: https://institut-iliade.com/leclipse-de-la-mort-de-robert-redeker/

Θάνατος, πύλη της αιωνιότητας

του π. Αντώνιου Μπλουμ, επισκόπου Σουρόζ (1914-2003)

Με το χαμόγελο στα χείλη εγκατέλειψε τα εγκόσμια ο γέρων Iωσήφ ο Βατοπαιδινός (+ 1-7-09). Όπως λένε στο Αγιον Ορος: «Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις”

«Το να πεθάνω δεν σημαίνει να απεκδυθώ την πρόσκαιρη ζωή, αλλά να ενδυθώ την αιωνιότητα», λέει ο απόστολος Παύλος.
Μπορούμε τώρα να δώσουμε λίγα παραδείγματα γι’ αυτή την περίοδο προετοιμασίας.

Η μητέρα μου πέθανε από καρκίνο που τη βασάνισε για μια περίοδο περισσότερο από τρία χρόνια.
Εγχειρίστηκε, αλλά ανεπιτυχώς.
Ο γιατρός μου μίλησε γι’ αυτό και κατόπιν πρόσθεσε:
«Φυσικά, δεν θα πεις τίποτε στη μητέρα σου».
Του είπα: «Θα το πω». Και το είπα.
Θυμάμαι πως την πλησίασα και της είπα ότι είχε τηλεφωνήσει ο γιατρός και μου είχε πει ότι η εγχείρηση δεν είχε πετύχει.
Σιωπήσαμε για ένα λεπτό και κατόπιν η μητέρα μου είπε: «Και έτσι θα πεθάνω».
Της είπα: «Ναι».
Κατόπιν έμεινα κοντά της, εντελώς σιωπηλός, επικοινωνώντας μαζί της δίχως λέξεις.
Δεν νομίζω ότι κάναμε τίποτε σκέψεις.
Είχαμε να αντιμετωπίσουμε κάτι που είχε εισβάλει στη ζωή μας και την είχε αλλάξει τελείως.
Αυτό δεν ήταν κάποια σκιά, ένα κακό, κάποιος τρόμος.
Ήταν το έσχατο.
Και έπρεπε να αντιμετωπίσουμε αυτό το έσχατο χωρίς ακόμη να γνωρίζουμε πως θα εκτυλισσόταν.
Μείναμε μαζί όσο αισθανθήκαμε ότι έπρεπε να μείνουμε.
Και μετά η ζωή συνεχίστηκε.

Το αποτέλεσμα ήταν να μην κλειστούμε ούτε για μια στιγμή, η μητέρα μου κι εγώ, σ’ ένα ψέμα, να μην οδηγηθούμε σε μια κωμωδία, στερημένοι από οποιαδήποτε βοήθεια.
Δεν υπήρξε στιγμή που να μπήκα στο δωμάτιο της μητέρας μου μ’ ένα ψεύτικο χαμόγελο, ή λέγοντας κάτι το ψεύτικο.
Δεν υπήρξε καμία στιγμή που να παίξαμε την κωμωδία μιας ζωής που κατακτά το θάνατο, ποτέ δεν ισχυριστήκαμε ότι η αρρώστια θα φύγει, όταν και οι δυο γνωρίζαμε ότι αυτό δεν θα συμβεί.
Δεν υπήρξε καμιά στιγμή που να στερήθηκε ο ένας τη βοήθεια του άλλου.
Υπήρξαν στιγμές που η μητέρα μου αισθάνθηκε να χρειάζεται βοήθεια.
Θα κτυπούσε τότε το κουδούνι και θα ερχόμουν, και θα μιλούσαμε για τον επερχόμενο θάνατο και το αίσθημα απώλειας που είχα.
Αγαπούσε τη ζωή. Την αγαπούσε βαθιά.
Λίγες μέρες πριν πεθάνει έλεγε ότι θα προτιμούσε να ζήσει 150 χρόνια υποφέροντας, αντί να πεθάνει.
Μας αγαπούσε.
Θλιβόταν για τον χωρισμό: «Ω! Για το άγγιγμα ενός χαμένου χεριού και τον ήχο μιας φωνής που ακόμη υπάρχει».

Κατόπιν, υπήρξαν άλλες στιγμές που αισθάνθηκα τον πόνο, και πήγαινα τότε και μιλούσα γι’ αυτόν στη μητέρα μου.
Με στήριζε και με βοηθούσε να αντικρίσω τον θάνατο.
Αυτή υπήρξε μια βαθιά και αληθινή σχέση, δίχως κανένα ψέμα μέσα της.
Σ’ αυτήν τη σχέση είχε βρει θέση οτιδήποτε ειναι αληθινό.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά, που την ανέφερα προηγουμένως.
Επειδή ο θάνατος μπορεί να επέλθει ανά πάσα στιγμή, καί τότε θα είναι πολύ αργά να διορθωθεί κάτι που ήταν στραβό, όλη η ζωή πρέπει κάθε στιγμή να γίνεται μια έκφραση, όσο το δυνατόν τελειότερη και πιο ολοκληρωμένη, σχέσης σεβασμού και αγάπης.
Μόνο ο θάνατος μπορεί να μετατρέψει όσα πράγματα φαίνονται μικρά και ασήμαντα σε σημεία μεγάλα και σημαντικά.

Ο τρόπος που προετοιμάζεις ένα φλιτζάνι τσάι πάνω σ’ ένα δίσκο, που τοποθετείς τα μαξιλάρια κάτω από έναν άρρωστο, ο τρόπος που ηχεί η φωνή σου, ο τρόπος που κινείσαι – τα πάντα μπορούν να γίνουν έκφραση όλων όσων υπάρχουν σε μία σχέση.

Αν υπάρχει μια λανθασμένη παρατήρηση, αν υπάρχει ένα ρήγμα, αν κάτι έχει στραβώσει, πρέπει να διορθωθεί αμέσως, επειδή υπάρχει η αναπόφευκτη βεβαιότητα ότι αργότερα θα είναι πολύ αργά.
Ο θάνατος μας κάνει να αντιμετωπίζουμε την αλήθεια της ζωής, με μια αδρότητα και σαφήνεια που τίποτε άλλο δεν μπορεί να μας τη μεταδώσει.

Είναι σημαντικό, είτε αντικρίζοντας το θάνατό μας είτε αντιμετωπίζοντας το θάνατο κάποιου άλλου, να συνειδητοποιούμε την αιωνιότητα.

«Εχω τόσα να κάνω!»

Πριν από τριάντα περίπου χρόνια, ένας άνθρωπος οδηγήθηκε στο νοσοκομείο, με μια φαινομενικά συνηθισμένη αρρώστια.
Μετά τις εξετάσεις βρέθηκε ότι έπασχε από καρκίνο που δεν μπορούσε να χειρουργηθεί.
Το πληροφορήθηκε η αδελφή του καθώς και εγώ, αλλά όχι αυτός. Αισθανόταν ακμαίος, δυνατός και πάρα πολύ ζωντανός.

Μου είπε: «Έχω τόσα να κάνω και βρίσκομαι εδώ, καθηλωμένος στο κρεβάτι, για πόσο ακόμη;»
Του είπα: «Πόσο συχνά δεν μου έχεις πει ότι ονειρεύεσαι τη στιγμή που θα μπορούσες να σταματήσεις το χρόνο ώστε να μπορείς να είσαι αντί να φτιάχνεις; Ποτέ δεν το έκανες.
Ο Θεός το κάνει τώρα για σένα. Τώρα είναι καιρός για να είσαι».

Αντιμετωπίζοντας την ανάγκη του να «είναι», σε μια κατάσταση που θα την αποκαλούσαμε εντελώς θεωρητική, έμεινε έκπληκτος και είπε: «Τι πρέπει να κάνω;»

Του είπα ότι η αρρώστια και ο θάνατος δεν καθορίζονται μόνο από φυσιολογικές αλλαγές -από τα μικρόβια και την παθολογία-αλλά και από όλα εκείνα τα στοιχεία που καταστρέφουν την εσωτερική μας ενέργεια.
Αυτά είναι όλα όσα θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει αρνητικές σκέψεις και αισθήματα, το καθετί που εξασθενίζει τη ζωή μέσα μας, το καθετί που εμποδίζει τη ζωή από το να ξεχυθεί σαν ποτάμι, καθαρό και ελεύθερο.

Του πρότεινα λοιπόν να τακτοποιήσει όχι μόνο εξωτερικά, αλλά και μέσα του όλα όσα υπήρξαν λανθασμένα στη σχέση του με τους ανθρώπους, με τον ίδιο, σε όλες τις περιστάσεις της ζωής του, και να αρχίσει από εκείνη τη στιγμή.
Όταν μάλιστα το κάνει αυτό για, το τώρα, ας προχωρήσει πίσω στο παρελθόν για να το καθαρίσει, για να κάνει ειρήνη με τους πάντες, λύνοντας τους κόμβους, για να αντιμετωπίσει κάθε κακό, για να μετανοήσει, για να δεχθεί και να ευγνωμονήσει με όλη του τη ζωή – πράγματι, η ζωή του είχε σταθεί σκληρή.

Έτσι, μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, περάσαμε από όλη αυτήν τη διαδικασία.
Έκανε ειρήνη με ολόκληρη τη ζωή.
Και τον θυμάμαι στο τέλος, ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, τόσο αδύνατο που να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει το κουτάλι, να μου λέει με μάτια που έλαμπαν:
«Το σώμα μου έχει, κιόλας πεθάνει, και όμως ποτέ δεν ένιωσα τόσο πολύ ζωντανός, όπως νιώθω τώρα».
Είχε ανακαλύψει ότι η ζωή δεν ήταν μόνο το σώμα του, αν και ο ίδιος ήταν το σώμα του, και ότι διέθετε μια πραγματικότητα που ο θάνατος του σώματός του δεν μπορούσε να καταστρέψει.

Αυτή είναι μια πολύ σπουδαία εμπειρία.
Είναι κάτι που πρέπει να κάνουμε σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας, σε κάθε στιγμή, αν θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμη της αιώνιας ζωής μέσα μας και συνεπώς να αποβάλουμε το φόβο για οτιδήποτε συμβεί στην πρόσκαιρη αυτή ζωή, που επίσης μας ανήκει.

 Πηγή: https://orthodoxfathers.com/Thanatos-Apoleia/Mnimi-thanatou

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα