του Δημήτρη Τσαϊλά, Υποναυάρχου ε.α.
Την περασμένη Παρασκευή, παρακολουθήσαμε μια βαθιά ανησυχητική στιγμή στη διεθνή διπλωματία. Όχι σε αίθουσες πολέμου ή τραπέζια διαπραγματεύσεων, αλλά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ισχυρίστηκε ότι διέταξε δύο πυρηνικά υποβρύχια να κινηθούν προς τις «κατάλληλες περιοχές» ως απάντηση σε «ιδιαιτέρως προκλητικές» δηλώσεις του αντιπροέδρου συμβούλου ασφαλείας της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ. Ο Μεντβέντεφ είχε αναφερθεί στο σοβιετικής εποχής σύστημα πυρηνικής αντεπίθεσης, γνωστό ως “νεκρό χέρι”, σε αντίδραση προς το δημόσιο τελεσίγραφο του Τραμπ για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία.
Σε πρώτη ματιά, θα μπορούσε να φανεί ως ανταλλαγή προκλήσεων ανάμεσα σε δύο εκρηκτικές προσωπικότητες. Όμως πρόκειται για κάτι πολύ πιο επικίνδυνο: την αποδόμηση της σοβαρότητας που απαιτεί η πυρηνική αποτροπή και την κανονικοποίηση της στρατηγικής επίδειξης ισχύος ως πολιτικό θέαμα.

Για να είμαστε σαφείς: ο Τραμπ δεν έδωσε καμία λεπτομέρεια για το είδος των υποβρυχίων ή την τοποθεσία τους. Δεν χρειαζόταν, άλλωστε. Το Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ διαθέτει 14 πυρηνοκίνητα υποβρύχια τύπου Ohio, τα περισσότερα από τα οποία είναι μόνιμα ανεπτυγμένα παγκοσμίως και ικανά να πλήξουν οποιονδήποτε στόχο στον πλανήτη. Αποτελούν τον πιο αθέατο αλλά ισχυρό πυλώνα της αμερικανικής πυρηνικής τριάδας, σχεδιασμένα όχι για επίδειξη, αλλά για σιωπηρή αποτροπή.
Τότε γιατί το είπε; Γιατί στην πολιτική του σήμερα, η επίδειξη ισχύος “πουλάει”. Αυτό που παλιότερα ήταν το πλέον εμπιστευτικό κομμάτι της εθνικής ασφάλειας, τώρα γίνεται μέρος του πολιτικού θεάματος. Κι αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Η πυρηνική αποτροπή βασίζεται σε εύθραυστη ισορροπία: αξιοπιστία, ασάφεια και αυτοσυγκράτηση. Όταν οι ηγέτες πετούν δηλώσεις περί πυρηνικής ετοιμότητας μέσα σε δημόσιες αψιμαχίες, αυξάνουν τον κίνδυνο παρερμηνείας, όχι μόνο από εχθρούς, αλλά και από αγορές, στρατούς και κοινή γνώμη.
Ακόμη χειρότερο είναι το προηγούμενο που δημιουργείται. Για δεκαετίες, οι Αμερικανοί πρόεδροι απέφευγαν να σχολιάζουν δημοσίως τις κινήσεις των πυρηνικών τους δυνάμεων, τόσο για λόγους ασφαλείας όσο και για να δείξουν ότι αυτά τα ζητήματα υπερβαίνουν την καθημερινή πολιτική. Η ελαφρότητα με την οποία ο Τραμπ αναφέρθηκε στα πυρηνικά υποβρύχια, ως απάντηση σε μια προσωπική προσβολή, παραβιάζει αυτή την παράδοση. Και θέτει σε κίνδυνο την αξιοπιστία της αποτροπής.
Ο κίνδυνος είναι πολυεπίπεδος. Όταν ένας ηγέτης συνδέει δημοσίως στρατιωτικές κινήσεις με μια πολιτική πρόκληση, ειδικά με τόσο ασαφή αιτιολόγηση όπως το «σε περίπτωση που δεν ήταν μόνο λόγια», παγιδεύει και τον εαυτό του και τη χώρα του. Αν η Μόσχα δεν υποχωρήσει, ποιο θα είναι το επόμενο βήμα; Νέα απειλή; Πραγματική επίδειξη ισχύος; Μια βολή προειδοποίησης;
Η στρατηγική αποτροπή δεν είναι ανταγωνιστικό παιχνίδι. Είναι εργαλείο ύστατης ανάγκης, σχεδιασμένο να αποτρέπει, όχι να προκαλεί, την καταστροφή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Κρεμλίνο επέλεξε να μην σχολιάσει δημοσίως. Όμως οι συνέπειες παραμένουν. Το επεισόδιο αυτό έρχεται σε μια στιγμή που η Ρωσία αγνοεί εντελώς την προθεσμία του Τραμπ για κατάπαυση πυρός στην Ουκρανία. Ο Πούτιν φαίνεται σίγουρος για την πορεία του πολέμου και αδιάφορος για εξωτερικά τελεσίγραφα.
Τι πέτυχε, λοιπόν, η πυρηνική απειλή του Τραμπ; Τίποτα διπλωματικά. Πολλά συμβολικά.
Ζούμε πλέον σε έναν κόσμο όπου η πυρηνική πολιτική διαμορφώνεται εν μέρει από τις πιέσεις της επικοινωνιακής ταχύτητας και των social media. Όσο περισσότερο τα στρατηγικά μέσα χρησιμοποιούνται ως όπλα ρητορικής, τόσο περισσότερο αποδυναμώνονται τα διεθνή όρια.
Και να είστε βέβαιοι: ο κόσμος παρακολουθεί. Από το Πεκίνο μέχρι την Τεχεράνη, άλλα πυρηνικά κράτη μετρούν πώς οι Ηνωμένες Πολιτείες διαχειρίζονται την πυρηνική τους ισχύ, και πόσο σοβαρά την αντιμετωπίζουν οι ηγέτες τους. Κάθε αυθόρμητη δήλωση αποτελεί εν δυνάμει καταλύτη.
Υπάρχει ακόμα χρόνος για επιστροφή στη νηφαλιότητα. Η αποκατάσταση της στρατηγικής σαφήνειας και της διπλωματικής σοβαρότητας είναι επιτακτική, όχι μόνο για την αξιοπιστία των ΗΠΑ, αλλά και για την αποφυγή μοιραίων παρεξηγήσεων. Η Ιστορία έχει δείξει πόσο κοντά μπορεί να φτάσει ο κόσμος στην καταστροφή λόγω λανθασμένων μηνυμάτων.
Ηγεσία σημαίνει ευθύνη. Τα πυρηνικά όπλα δεν είναι μέσα προσωπικής προβολής. Δεν είναι εργαλεία πολιτικής εκμετάλλευσης. Είναι τα πιο επικίνδυνα όπλα που δημιούργησε ποτέ ο άνθρωπος. Η δύναμή τους απαιτεί σιωπή, όχι θέαμα.
Και η χρήση τους, είτε επιχειρησιακά είτε ρητορικά, δεν πρέπει ποτέ να λαμβάνεται ελαφρά τη καρδία.
Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).


