ΠΩΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Του Keith Gessen, 29 Σεπτεμβρίου 2022, The New Yorker

Απόδοση: Παναγιώτης Τσαλουχίδης.

Τα τελευταία χρόνια, μια μικρή ομάδα ακαδημαϊκών έχει εστιάσει στη θεωρία τερματισμού πολέμων. Έχουν λόγους να φοβούνται τα πιθανά σενάρια για την έκβαση αυτού στην Ουκρανία.

Ο Χάιν Γκούμανς μεγάλωσε στο Άμστερνταμ τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, περιτριγυρισμένος από ιστορίες και μνήμες του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου (ΠΠ). Ο πατέρας του ήταν Εβραίος και είχε κρυφτεί «κάτω από τα σανίδια του πατώματος», όπως έλεγε, κατά την κατοχή από τους Ναζί. Όταν ο Γκούμανς πήγε στις ΗΠΑ για να σπουδάσει διεθνείς σχέσεις, θυμάται ότι σε κάποιο μάθημα ρωτήθηκε για την προσωπική του εμπειρία από τις διεθνείς σχέσεις, που ήταν πιο καθοριστική στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του. Είπε ότι ήταν ο 2ος ΠΠ. Οι υπόλοιποι φοιτητές θεώρησαν ότι αυτό δεν ήταν μια εμπειρία αρκετά προσωπική.

Όμως ήταν πολύ προσωπική για τον Γκούμανς. Θυμάται να παραβρίσκεται σε μια τελετή μνήμης για την τεσσαρακοστή επέτειο της απελευθέρωσης του Άμστερνταμ από καναδικές δυνάμεις, τον Μάιο του 1985. Πολλοί από τους Καναδούς στρατιώτες που πήραν μέρος στην απελευθέρωση ήταν ακόμη εν ζωή, και αναπαρέστησαν την άφιξη των καναδικών στρατευμάτων που απελευθέρωσαν την πόλη. Ο Γκούμανς θυμάται ότι σκεφτόταν πως οι κάτοικοι του Άμστερνταμ θα ήταν υπερβολικά μπλαζέ για να παραβρεθούν στην τελετή και ότι ένιωσε συγκινημένος όταν διαπίστωσε ότι είχε κάνει λάθος. «Όλη η πόλη ήταν γεμάτη από ανθρώπους στις άκρες των δρόμων», μου είπε προσφάτως, «Ήμουν πραγματικά έκπληκτος από το πόσο βαθύ ήταν το συναίσθημα».

Ο Γκούμανς, που τώρα διδάσκει πολιτική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο του Ρότσεστερ, αφιέρωσε τη διατριβή του στη θεωρία για τον τερματισμό πολέμων – δηλαδή στη μελέτη του πώς τελειώνει ένας πόλεμος. Μεγάλος όγκος μελέτης έχει γίνει για το πώς αρχίζουν οι πόλεμοι, έμαθε ο Γκούμανς, αλλά πολύ λίγη έρευνα για το πώς καταλήγουν. Υπήρχαν, ίσως, ιστορικοί λόγοι για αυτή την παράβλεψη: ο πυρηνικός εξοπλισμός των ΗΠΑ και ΕΣΣΔ σήμαινε ότι ένας πόλεμος μεταξύ τους θα τελείωνε τον ανθρώπινο πολιτισμό. Δεν θα πέθαιναν απλά μερικοί, αλλά θα πέθαιναν τα πάντα. Η μελέτη του πολέμου κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου έτσι ανέδειξε ένα πλούσιο λεξιλόγιο σχετικά με την αποτροπή: άμεση αποτροπή, εκτεταμένη αποτροπή, αποτροπή δια της τιμωρίας αποτροπή δια της άρνησης. Όμως ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε, και πόλεμοι συνέχισαν να γίνονται. Ο Γκούμανς διείδε μια ευκαιρία για διανοητική παρέμβαση.

Στη διατριβή του, και στο βιβλίο που ακολούθησε, «Πόλεμος και Τιμωρία», ο Γκούμανς παραθέτει μια θεωρία περί του πώς και του γιατί ορισμένοι πόλεμοι τελείωσαν γρήγορα ενώ άλλοι διήρκεσαν βάναυσα πολύ. Ο πόλεμος του τίτλου ήταν ο 1ος ΠΠ. Η «τιμωρία» ήταν αυτό που οι ηγέτες της Γερμανίας, ιδιαιτέρως, φοβόταν ότι τους περίμενε εάν έφερναν στη χώρα τους οτιδήποτε εκτός από μια νίκη. Όταν το βιβλίο του Γκούμανς κυκλοφόρησε, το 2000, ήταν η πρώτη σύγχρονη ευρεία μελέτη αφιερωμένη εξ ολοκλήρου στο πρόβλημα του τερματισμού ενός πολέμου, και βοήθησε στην καθιέρωση του σχετικού επιστημονικού πεδίου.

Παραδοσιακά, γράφει ο Γκούμανς, θεωρούμε ότι οι πόλεμοι τελειώνουν επειδή η μια πλευρά παραδόθηκε. «Έως ότου ο νικημένος τα παρατήσει, ο πόλεμος συνεχίζεται», όπως το έθεσε ένας συγγραφέας, το 1944. Αλλά η καταγεγραμμένη εμπειρία δείχνει ότι αυτή είναι μια ατελής – στην καλύτερη περίπτωση – περιγραφή. Συνήθως χρειάζονται δύο πλευρές για να ξεκινήσει ένας πόλεμος, ακόμα και αν φέρουν διαφορετικό μερίδιο ευθύνης, και συνήθως απαιτείται και από τις δυο πλευρές να τον τελειώσουν. Ο ηττημένος μπορεί να αποδεχτεί τους όρους που προτάθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά τι θα συγκρατούσε τον νικητή από το να εφεύρει νέους όρους;

Το κλασσικό παράδειγμα από τον 1ο ΠΠ ήταν η άρνηση των Μπολσεβίκων, στον απόηχο της κατάληψης της εξουσίας στη Ρωσία, να συνεχίσουν τον αγώνα εναντίον της Γερμανίας. Προκηρύσσοντας «ούτε πόλεμο, ούτε ειρήνη», απλά άφησαν τις διαπραγματεύσεις στο Μπρεστ-Λιτόφσκ. «Στην κυριολεξία ο ηττημένος τα παράτησε» γράφει ο Γκούμανς. Αλλά ο Γερμανοί, αντί να το αποδεχτούν αυτό, συνέχισαν την προέλαση στο ρωσικό έδαφος. Μόνο αφού οι Μπολσεβίκοι συμφώνησαν σε ακόμη σκληρότερους όρους από αυτούς που είχαν προταθεί μόλις τρεις εβδομάδες νωρίτερα, συμφώνησαν οι Γερμανοί να τους αφήσουν να βγουν από τον πόλεμο.

Η ευθύνη αμφότερων των πολεμικών μερών έχει αναγνωριστεί στην πιο πρόσφατη θεωρητική βιβλιογραφία, αλλά και εκεί ακόμη παραβλέπονται σημαντικές πλευρές του ζητήματος. Η θεωρία πολέμου δανείστηκε από τις οικονομικές επιστήμες την έννοια της «διαπραγμάτευσης», και αποδεχόταν ότι οι πόλεμοι ξεκινούν όταν η διαπραγματευτική διαδικασία – συνήθως για κομμάτι εδάφους – καταρρεύσει. Η πιο συνήθης αιτία κατάρρευσης, σύμφωνα με τους θεωρητικούς του πολέμου, ήταν κάποιου τύπου «ασυμμετρία στην πληροφόρηση» (επίσης δάνειο από τα Οικονομικά). Με απλά λόγια, μία ή αμφότερες οι πλευρές υπερεκτιμούν τις δικές τους δυνάμεις σε σχέση με εκείνες των αντιπάλων τους. Υπάρχουν πολλοί λόγοι γι’ αυτό, σίγουρα ένας είναι ότι η πολεμική ικανότητα κάθε έθνους ήταν πάντα ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Σε κάθε περίπτωση, ο καλύτερος τρόπος για να διαπιστωθεί ποιος ήταν ισχυρότερος ήταν να αρχίσουν πραγματικά να πολεμούν. Μετά τα πράγματα ξεκαθάριζαν σχετικά γρήγορα. Πολλοί πόλεμοι τελείωσαν με αυτόν τον τρόπο, με τις δυο πλευρές να επαναξιολογούν τις σχετικές δυνάμεις τους και να προκρίνουν μια συμφωνία.

Ωστόσο υπήρχαν και άλλα είδη πολέμου, στους οποίους υπερίσχυαν παράγοντες πέρα από την πληροφόρηση. Αυτοί οι παράγοντες, μερικώς επειδή δεν έπαιζαν ποτέ εξέχοντα ρόλο στα Οικονομικά, δεν ήταν τόσο καλά κατανοητοί. Ένας από αυτούς ήταν ότι για τα συμβόλαια στο διεθνές σύστημα – σε αυτή την περίπτωση συμφωνίες ειρήνευσης – δεν υπάρχει κάποιος μηχανισμός επιβολής τους. Αν μια χώρα πραγματικά ήθελε να παραβεί μια συμφωνία, δεν υπήρχε διαιτητικό δικαστήριο στο οποίο ο αντισυμβαλλόμενος θα μπορούσε να αποταθεί (στη θεωρία τα Ηνωμένα Έθνη θα μπορούσαν να είναι αυτό το δικαστήριο, στην πράξη δεν είναι). Αυτό ανέδειξε το πρόβλημα της «αξιόπιστης δέσμευσης»: ένας λόγος για τον οποίο ένας πόλεμος θα μπορούσε να μην τελειώσει σύντομα είναι ότι η μια ή και οι δυο πλευρές απλά δεν εμπιστεύονται ότι η άλλη θα τιμήσει την ειρηνευτική συμφωνία.

Στο βιβλίο του από το 2009 «Πώς τελειώνουν οι πόλεμοι», ο συνάδελφος του Γκούμανς, Νταν Ράιτερ, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της Μεγάλης Βρετανίας στο τέλος της άνοιξης του 1940, μετά την πτώση της Γαλλίας. Η Βρετανία έχανε τον πόλεμο και δεν είχε καμιά βεβαιότητα ότι οι ΗΠΑ θα έμπαιναν σε αυτόν εγκαίρως για να τη σώσουν. Παρόλα αυτά οι Βρετανοί συνέχισαν να μάχονται, επειδή ήξεραν ότι καμιά συμφωνία με τη ναζιστική Γερμανία δεν θα ήταν αξιόπιστη. Όπως το έθεσε ο Ουίνστον Τσόρτσιλ στο υπουργικό συμβούλιο με τον αμίμητο τρόπο του: «Αν η μακρά νησιωτική ιστορία μας είναι να τελειώσει επιτέλους, ας τελειώσει μόνο όταν και ο τελευταίος από μας θα βρίσκεται ξαπλωμένος στο χώμα να πνίγεται από το ίδιο του το αίμα».

Ο άλλος παράγοντας που είχε αγνοηθεί στη βιβλιογραφία, σύμφωνα με τον Γκούμανς, ήταν η πολιτική εντός της χώρας. Κάθε κράτος θεωρούνταν μοναδιαίος φορέας πολιτικής, με ενιαία συμφέροντα, αλλά αυτή η παραδοχή δεν συνυπολόγιζε τις εσωτερικές πιέσεις πάνω σε μια κυβέρνηση ενός σύγχρονου έθνους-κράτους. Ο Γκούμανς δημιούργησε μια βάση δεδομένων για κάθε ηγέτη κάθε εμπόλεμης χώρας μεταξύ του 1816 και του 1995 και κωδικοποίησε τον καθένα σύμφωνα με ένα τρίπτυχο. Ορισμένοι ηγέτες ήταν δημοκράτες, άλλοι ήταν δικτάτορες και κάποιοι βρίσκονταν κάπου ανάμεσα. Σύμφωνα με τον Γκούμανς, οι δημοκράτες έτειναν να ανταποκρίνονται στην πληροφόρηση που λάμβαναν από τον πόλεμο και να δρουν αναλόγως. Στη χειρότερη περίπτωση, αν έχαναν τον πόλεμο αλλά η χώρα τους εξακολουθούσε να υπάρχει, θα έχαναν το αξίωμά τους, θα έγραφαν ένα βιβλίο και θα γύριζαν τον κόσμο προωθώντας το.

Οι δικτάτορες, επειδή είχαν απόλυτο έλεγχο πάνω στο εσωτερικό ακροατήριο, θα μπορούσαν επίσης να τελειώσουν έναν πόλεμο όταν το χρειάζονταν. Μετά τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου, ο Σαντάμ Χουσέιν ήταν ένας τέτοιος ηγέτης. Απλά εξόντωσε όποιον του άσκησε κριτική. Το πρόβλημα, βρήκε ο Γκούμανς, είναι οι ηγέτες που ούτε δημοκράτες είναι, ούτε δικτάτορες: επειδή ήταν καταπιεστικοί συχνά έβρισκαν άσχημο τέλος, αλλά επειδή δεν ήταν ολοκληρωτικά καταπιεστικοί έπρεπε να λάβουν υπόψη την κοινή γνώμη και ειδικά αν αυτή άλλαζε εναντίον τους. Αυτοί οι ηγέτες, ανακάλυψε ο Γκούμανς, θα έμπαιναν στον πειρασμό να «τζογάρουν για να αναστηθούν», να τα παίξουν όλα ή τίποτα. Να συνεχίσουν τον πόλεμο, συχνά με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση, επειδή οτιδήποτε πέρα από τη νίκη θα σήμαινε την εξορία ή τον θάνατό τους.

Ο Γκούμανς μου θύμισε ότι την 17 Νοεμβρίου 1914 – τέσσερις μήνες μετά την έναρξη του 1ου ΠΠ – ο Κάιζερ Γουλιέλμος ΙΙ συναντήθηκε με το πολεμικό επιτελείο του και συμπέρανε ότι ο πόλεμος δεν ήταν δυνατό να κερδηθεί. «Κι όμως, πολέμησαν για άλλα τέσσερα χρόνια», λέει ο Γκούμανς. «Και ο λόγος ήταν ότι ήξεραν πως εάν έχαναν θα γινόταν επανάσταση και θα τους έδιωχναν». Και είχαν δίκιο. Ηγέτες αυτού του είδους ήταν πολύ επικίνδυνοι. Σύμφωνα με τον Γκούμανς, αυτοί ήταν ο λόγος για τον οποίο ο 1ος ΠΠ και πολλοί άλλοι πόλεμοι διήρκεσαν τόσο πολύ περισσότερο από όσο θα αναμενόταν.

Προσφάτως συνομίλησα με αρκετούς θεωρητικούς του πολέμου, συμπεριλαμβανομένου του Γκούμανς, για να δω τι μπορεί να μας πει η θεωρητική οπτική για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι θεωρητικοί αποδείχτηκαν ένα αφοσιωμένο και ενεργό γκρουπ, οι περισσότεροι από αυτούς κολλημένοι στο Twitter και στο Telegram, σε πολλαπλές γλώσσες, καθώς προσπαθούσαν να παρακολουθήσουν τον πόλεμο σε πραγματικό χρόνο. Πίστευαν ότι οι πόλεμοι που είχαν μελετήσει θα μπορούσαν να ρίξουν φως στην τρέχουσα σύρραξη. Όπως φαίνεται δεν ήταν οι μόνοι που το πίστευαν. Ο θεωρητικός πολέμου Μπράνισλαβ Σλάντσεφ, ένας από τους πρώην φοιτητές του Γκούμανς και καθηγητής πλέον στο Πανεπιστήμιο Σαν Ντιέγκο Καλιφόρνια, μου είπε ότι τον Αύγουστο κλήθηκε να συμμετάσχει σε ένα συμπόσιο μέσω Zoom για το τέλος του πολέμου, οργανωμένο από μια αμερικανική μυστική υπηρεσία.

Το γεγονός ότι η διαμάχη στην Ουκρανία είναι ένας τόσο παλιομοδίτικος πόλεμος κίνησε το ενδιαφέρον του Ράιτερ, του συγγραφέα του «Πώς τελειώνουν οι πόλεμοι». Υπάρχει πολύ λίγος κυβερνοπόλεμος και η Ρωσία χρησιμοποίησε μόνο λίγους υπερηχητικούς πυραύλους. Είπε ότι στη ρωσική πλευρά «είναι πυροβολικό, τεθωρακισμένα, πεζικό, ωμότητες κατά αμάχων. Αυτό είναι 20ος αιώνας». Και στην ουκρανική πλευρά το ίδιο: «Έχουν επαρκώς εκλεπτυσμένα όπλα, συνδυασμένα με αρκετή εξάσκηση, συνδυασμένα με πολλή γενναιότητα Τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει όσο νομίζαμε».

Η Τανίσα Φαζάλ, ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα που γράφει ένα βιβλίο για την ιατρική πεδίου μάχης, ήταν εντυπωσιασμένη από τη χαμηλή αναλογία τραυματιών προς νεκρούς στον ρωσικό στρατό. Η ιστορική αναλογία τα τελευταία εκατόν πενήντα έτη ήταν γύρω στο τρία με τέσσερα προς ένα. Σε πρόσφατους πολέμους, όπως στο Αφγανιστάν, οι ΗΠΑ κατάφεραν να ανεβάσουν την αναλογία ως το δέκα προς ένα, που σήμαινε ότι λιγότεροι στρατιώτες πέθαιναν μετά από τραυματισμό τους. Οι Ρώσοι εκτιμάται ότι βρίσκονται πίσω στο τέσσερα προς ένα. Ο λόγος, λέει η Φαζάλ, ήταν ότι οι Ρώσοι δεν έχουν καταφέρει να εγκαθιδρύσουν αεροπορική υπεροχή. Δεν μπορούν να μεταφέρουν τους τραυματίες τους αρκετά γρήγορα, με αποτέλεσμα πολλοί να πεθαίνουν.

Ευρύτερα ο πόλεμος έχει επιδείξει αρκετά γνωρίσματα οικία στους θεωρητικούς του πολέμου. Ο αρχικός λάθος υπολογισμός του Βλαντίμιρ Πούτιν ότι θα μπορούσε να καταλάβει την Ουκρανία μέσα σε λίγες μέρες ήταν κλασσική περίπτωση ασυμμετρίας πληροφόρησης. Ήταν επίσης κλασσικό περιστατικό ενός καταπιεστικού καθεστώτος που τροφοδοτήθηκε με κακή πληροφορία από τους ανθρώπους του. Όλοι συμφώνησαν ότι είμαστε αντιμέτωποι με ένα «κλασσικό» πρόβλημα εμπιστοσύνης-δέσμευσης. Η Ρωσία ισχυρίζεται ότι δεν θα μπορούσε να εμπιστευτεί ότι η Ουκρανία δεν θα γίνει, στην ουσία, ένα κομμάτι του ΝΑΤΟ. Η Ουκρανία, από τη μεριά της, δεν είχε κανένα λόγο να εμπιστευτεί το ρωσικό καθεστώς που είχε επανειλημμένα παραβεί τις υποσχέσεις του και εισέβαλε τον Φεβρουάριο απρόκλητα. Αλλά η επίλυση του προβλήματος εμπιστοσύνης-δέσμευσης είναι σύνθετη. Στον 2ο ΠΠ επιλύθηκε με την καταστροφή του ναζιστικού καθεστώτος, την αναθεώρηση του γερμανικού συντάγματος και τον διαχωρισμό της Γερμανίας. Αλλά δεν τελειώνουν πολλοί πόλεμοι με τόσο απόλυτες εκβάσεις.

Επιπλέον πολυπλοκότητα προστίθεται από το γεγονός ότι αυτός ο πόλεμος, όπως άλλοι πόλεμοι, είναι δυναμικός. Πολλά έχουν συμβεί αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου. Η ανάδειξη των ρωσικών αδυναμιών και ουκρανικών ικανοτήτων καθοδηγούν και ενθαρρύνουν το ουκρανικό κοινό. Η αποκάλυψη σφαγών πολιτών στην Μπούτσα και τώρα στο Ιζιούμ το έχουν εξοργίσει. Αν κάποτε υπήρχε χώρος στην ουκρανική κοινή γνώμη για παραχωρήσεις στη Ρωσία, αυτός ο χώρος πλέον έχει χαθεί. «Μερικές φορές ο πόλεμος παράγει τις δικές του αιτίες για πόλεμο», λέει ο Γκούμανς.

Δεκάδες εξωτερικών παραγόντων έχουν συρθεί εντός της σύρραξης: οι τριάντα χώρες του ΝΑΤΟ, στο πλευρό της Ουκρανίας. Η Λευκορωσία, για την ώρα, στο πλευρό της Ρωσίας. «Είναι ένας μεγάλος ευρωπαϊκός πόλεμος, κάτι που νομίζαμε ότι δεν θα ξαναβλέπαμε», λέει ο Γκούμανς. «Είναι πόλεμος χαρακωμάτων, όπως ο 1ος ΠΠ. Και είναι για την ύπαρξη της Ουκρανίας ως κράτος». Οι επιπλοκές είναι τεράστιες. «Αυτό θα μορφοποιήσει το υπόλοιπο του 21ου αιώνα. Αν η Ρωσία χάσει, ή δεν πάρει αυτό που θέλει, την επόμενη μέρα θα είναι μια διαφορετική Ρωσία. Αν νικήσει, θα είναι διαφορετική η Ευρώπη». Το αντικείμενο και οι περιπλοκές του πολέμου αποκλείουν μια γρήγορη λύση. «Αυτό είναι που έκανε τον 1ο ΠΠ τόσο μεγάλο, αυτό είναι που έκανε τον 2ο ΠΠ τόσο μεγάλο», λέει ο Γκούμανς. «Δεν είναι μόνο ‘θέλω ένα κομμάτι εδάφους επειδή αδέρφια συμπατριώτες μου ζουν εκεί’. Είναι όλα αυτά μαζί».

Όταν πρωτομιλήσαμε, αρχές Σεπτεμβρίου, ο Γκούμανς προέβλεψε μια παρατεταμένη σύρραξη. Καμιά από τις τρεις κύριες παραμέτρους της θεωρίας τερματισμού πολέμων – πληροφόρηση, αξιόπιστη δέσμευση και εσωτερική πολιτική – είχαν ξεκαθαρίσει. Και οι δυο πλευρές ακόμη πίστευαν ότι μπορούν να νικήσουν, και η δυσπιστία της μιας προς την άλλη βάθαινε μέρα με τη μέρα. Όσο για την εσωτερική πολιτική, ο Πούτιν ήταν ακριβώς το είδος ηγέτη για τον οποίο ο Γκούμανς είχε προειδοποιήσει. Παρά το σημαντικά καταπιεστικό σύστημα που έχει επιβάλλει, δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο της χώρας. Συνέχιζε να αποκαλεί τον πόλεμο «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» και να καθυστερεί τη μαζική επιστράτευση, ώστε να μην έχει να αντιμετωπίσει εσωτερική αναταραχή. Αν άρχιζε να χάνει, προέβλεψε ο Γκούμανς, απλά θα κλιμάκωνε την ένταση.

Και μετά, τις εβδομάδες αφού πρωτομίλησα με τον Γκούμανς, τα γεγονότα επιταχύνθηκαν ραγδαία. Η Ουκρανία εξαπέλυσε μια αξιοσημείωτα επιτυχή αντεπίθεση, ανακαταλαμβάνοντας μεγάλες εκτάσεις εδάφους στην περιοχή του Χαρκιβ, και απειλώντας να ανακαταλάβει την πόλη της Χερσώνας. Ο Πούτιν, όπως είχε προβλεφθεί, ανταποκρίθηκε διακηρύσσοντας «μερική επιστράτευση» και οργανώνοντας βιαστικά «δημοψηφίσματα» για την ένωση των κατεχόμενων περιοχών με τη Ρωσική ομοσπονδία. Η μερική επιστράτευση διεξήχθη με χαοτικό τρόπο, και όπως στο ξεκίνημα του πολέμου, έγινε η αιτία διαφυγής δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων από τη Ρωσία. Υπήρξαν σποραδικές διαμαρτυρίες σε όλο το έθνος, με κίνδυνο να επεκταθούν σε μέγεθος. Εν τω μεταξύ, οι ουκρανικές δυνάμεις συνέχισαν να προωθούνται στα ανατολικά της χώρας τους.

Σε ένα τρομακτικό άρθρο στο μπλογκ του, ο πρώην μαθητής του Γκούμανς, Μπράνισλαβ Σλάντσεφ παρέθεσε μερικά πιθανά σενάρια. Πιστεύει ότι το ρωσικό μέτωπο στο Ντονμπάς ακόμη αντιμετωπίζει κίνδυνο άμεσης κατάρρευσης. Αν αυτό συνέβαινε, ο Πούτιν θα χρειαζόταν να κλιμακώσει ακόμη περισσότερο. Αυτό θα μπορούσε να πάρει τη μορφή περισσότερων επιθέσεων σε ουκρανικές υποδομές, αλλά αν ο στόχος είναι να σταματήσει η ουκρανική προώθηση, πιο πιθανό θα ήταν ένα μικρό, τακτικό, πυρηνικό χτύπημα. Ο Σλάντσεφ θεωρεί ότι θα ήταν μικρότερο του ενός κιλοτόνου – δηλαδή περίπου δεκαπέντε φορές μικρότερο από τη βόμβα που έπεσε στη Χιροσίμα. Θα ήταν, παρόλα αυτά, ολέθριο και θα οδηγούσε σχεδόν σίγουρα σε έντονη αντίδραση από τη Δύση. Ο Σλάντσεφ δεν πιστεύει πως το ΝΑΤΟ θα αντιδρούσε με δικά του πυρηνικά χτυπήματα, αλλά θα μπορούσε για παράδειγμα να καταστρέψει τον ρωσικό στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Αυτό θα οδηγούσε σε ακόμη έναν γύρο κλιμάκωσης. Σε μια τέτοια κατάσταση, η Δύση ίσως θα έμπαινε στον πειρασμό να υποχωρήσει. Ο Σλάντσεφ προτείνει να μη συμβεί κάτι τέτοιο. «Η στιγμή είναι τώρα», έγραψε. «Αυτό είναι για την ολοκληρωτική νίκη».

«Ο Μπράνισλαβ ανησυχεί πολύ», μου είπε ο Γκούμανς, «και δεν είναι φοβιτσιάρης». Ο Γκούμανς επίσης ήταν ανήσυχος, αν και το υποθετικό χρονοδιάγραμμά του ήταν πιο εκτενές. Πιστεύει ότι οι νέες ρωσικές ενισχύεις, παρότι πλημμελώς εκπαιδευμένες και εξοπλισμένες, καθώς και το ξέσπασμα ενός πρώιμου χειμώνα θα ανακόψουν προσωρινά την ουκρανική εκστρατεία και θα σώσουν τους Ρώσους, προς στιγμήν. «Ο κόσμος πιστεύει ότι θα τελειώσει σύντομα, αλλά δυστυχώς, ο πόλεμος δεν δουλεύει έτσι» είπε. Αλλά πιστεύει επίσης ότι οι Ουκρανοί θα συνεχίσουν την επίθεσή τους την άνοιξη, σημείο στο οποίο θα ισχύουν η ίδια δυναμική και οι ίδιοι κίνδυνοι. «Για να τελειώσει ένας πόλεμος», λέει ο Γκούμανς, «οι ελάχιστες απαιτήσεις τουλάχιστον της μιας πλευράς πρέπει να διαφοροποιηθούν». Αυτός είναι ο πρώτος κανόνας για τον τερματισμό ενός πολέμου. Και ακόμη δεν έχουμε φτάσει σε ένα σημείο όπου έχουν αλλάξει αρκετά οι στόχοι του πολέμου ώστε να είναι εφικτή μια ειρήνη.

Οι προβλέψεις των θεωρητικών για το τι θα μπορούσε να συμβεί στη συνέχεια εξαρτώνται μερικώς από το πώς αξιολογούν τις παραμέτρους. Θα μπορούσε στα αλήθεια να καταρρεύσει το ρωσικό μέτωπο στο Ντονμπάς, και αν ναι, πόσο σύντομα; Αν κατέρρεε, πόση από τη σχετική πληροφορία θα ήταν σε θέση να ελέγξει το Κρεμλίνο; Αυτά τα πράγματα είναι απρόβλεπτα, αλλά κάποιος πρέπει να κάνει προβλέψεις. Ο Νταν Ράιτερ, για παράδειγμα, ήταν ελαφρώς πιο αισιόδοξος από τον Γκούμανς σχετικά με την ικανότητα του Πούτιν να πουλήσει μια μικρή νίκη στον ρωσικό λαό, εξαιτίας του ελέγχου του επί των ρωσικών μέσων ενημέρωσης. Για τον Ράιτερ, ο Πούτιν είναι επαρκώς δικτατορικός ώστε να μπορεί να κάνει πίσω αν χρειαστεί.

Παρότι είναι ο προεξέχων θεωρητικός της αξιόπιστης δέσμευσης, ο Ράιτερ πιστεύει ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να τελειώσει χωρίς απόλυτο αποτέλεσμα, όπως π.χ. η καταστροφή της Ρωσικής Ομοσπονδίας. «Αλήθεια δεν θέλεις να αφήσεις στη θέση της μια χώρα που πρόκειται να αποτελεί μια διαρκή απειλή» είπε. Ωστόσο, κάποιες φορές αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο πρέπει να ζήσεις, επειδή είναι απλά υπερβολικά κοστοβόρο να προσπαθήσεις να εξουδετερώσεις εντελώς την απειλή». Βλέπει ένα μέλλον στο οποίο η Ουκρανία θα συμφωνούσε σε μια εκεχειρία και στη συνέχεια θα μετατρεπόταν σε ένα μιλιταριστικό «σκαντζόχοιρο», μια αγκαθωτή χώρα που κανείς δεν θα ήθελε να εισβάλλει. «Οι χώρες μεσαίου μεγέθους μπορούν να προστατεύσουν τον εαυτό τους από πολύ επικίνδυνους εχθρούς», λέει ο Ράιτερ. «Η Ουκρανία μπορεί να γίνει ακόμη περισσότερο υπερασπίσιμη στο μέλλον, αλλά θα μοιάζει πολύ διαφορετική ως χώρα και ως κοινωνία από ό,τι πριν την εισβολή». Θα έμοιαζε περισσότερο με το Ισραήλ, με υψηλούς φόρους, στρατιωτικές δαπάνες, και μακρά, υποχρεωτική, στρατιωτική θητεία. «Αλλά η Ουκρανία μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της», λέει ο Ράιτερ. «Το έχει αποδείξει αυτό».

Ο Γκούμανς αισθάνεται πιο ανήσυχος. Ακόμη μια φορά, οι σκέψεις του τον πήγαν στον 1ο ΠΠ. Το 1917, η Γερμανία, χωρίς καμιά ελπίδα για νίκη, αποφάσισε να «τζογάρει για να αναστηθεί». Εξαπέλυσε το μυστικό της όπλο, τα υποβρύχια, να διεξάγουν απεριόριστες επιχειρήσεις στις ανοιχτές θάλασσες. Το ρίσκο αυτής της στρατηγικής ήταν ότι αυτό ίσως έβαζε τις ΗΠΑ στον πόλεμο. Η ελπίδα της ήταν ότι θα έπνιγε τη Μεγάλη Βρετανία και θα οδηγούσε στη νίκη. Ήταν μια στρατηγική με μεγάλο εύρος ενδεχομένων, κατά τα λόγια του Γκούμανς, με την έννοια ότι θα οδηγούσε είτε σε μεγάλη ανταμοιβή ή σε μεγάλη συμφορά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οδήγησε στην είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεμο, στην ήττα της Γερμανίας και τον εξοστρακισμό του Κάιζερ από την εξουσία.

Στη σημερινή περίπτωση, το μυστικό όπλο είναι πυρηνικό. Και η χρήση του κουβαλάει το ρίσκο, ξανά, μιας ακόμη μεγαλύτερης εμπλοκής των ΗΠΑ στον πόλεμο. Αλλά θα μπορούσε επίσης, τουλάχιστον προσωρινά, να σταματήσει την προέλαση του ουκρανικού στρατού. Αν χρησιμοποιηθεί αποτελεσματικά, θα μπορούσε ακόμα και να κερδίσει μια νίκη. «Οι άνθρωποι ενθουσιάζονται για την πιθανή κατάρρευση του ρωσικού μετώπου», λέει ο Γκούμανς. «Αλλά για μένα είναι ‘Ω-ω-χ-χχχ!’» Σε εκείνο το σημείο, ο Πούτιν θα ήταν στα αλήθεια παγιδευμένος. Για την ώρα, ο Γκούμανς ακόμη πιστεύει ότι η πυρηνική επιλογή δεν είναι πιθανή. Και πιστεύει ότι η Ουκρανία θα νικήσει τον πόλεμο. Αλλά πιστεύει επίσης ότι θα πάρει πολύ χρόνο, και θα κοστίσει εκατοντάδες χιλιάδες ζωές.

Πηγή: https://www.newyorker.com/culture/annals-of-inquiry/how-the-war-in-ukraine-might-end

 

spot_img

4 ΣΧΟΛΙΑ

  1. https://www.nytimes.com/2022/10/03/world/europe/elon-musk-ukraine-war-tweets.html

    https://www.themoscowtimes.com/2022/10/04/kremlin-hails-musks-attempt-at-ukraine-peace-deal-a78973

    Προσωπικά χάθηκα μέσα στην πολύ πληροφορία του πολέμου και κυρίως στις θλιβερές μνήμες..
    Κάθε πόλεμος έχει και την δικιά του ιστορία και το δικό του τέλος.

    Πόλεμοι που τελείωσαν πριν ,30 ή 40 ή 50 χρόνια δεν έχουν καμία σχέση με τους σημερινούς.
    Σε λίγο οι πόλεμοι δεν θα γίνονται καν με συμβατικά όπλα . Ένα μικρόβιο, ένας ιός , μια εκτεταμένη κυβερνοεπιθεση ή μια επίθεση από το διάστημα και θα έχουν τελειώσει όλα !

    Στην προκειμένη περίπτωση του πολέμου στην Ουκρανία ο Έλον Μασκ, έδωσε μια πολύ γρήγορη κατάληξη του.

    Η προσωπική μου άποψη είναι πολύ κοντά στους Έλον Μασκ.

    Αν σταματήσουν να δίνουν όπλα στον Ζελενσκι , ο πόλεμος αυτός από πλευράς του θα τελειώσει εξ ανάγκης πολύ σύντομα.

    Αν συνδυάσουν την ενέργεια τους αυτή και με ένα δημοψήφισμα με καθαρές και νομοτυπες διαδικασίες ο λαός θα αποφασίσει μόνος του με ποιον θέλει να πάει και θα σταματήσει το καπελωμα , που τώρα τρώει και από τις δύο πλευρές.

    Το Κρεμλίνο φαίνεται να δηλώνει θετικό στο ενδεχόμενο δημοψηφίσματος, ο Ζελενσκι όμως όχι.
    Λέει πολλά αυτό….

  2. Συμπλήρωση :

    Όταν σου έχουν σκοτώσει τον αδερφό σου, όταν σου έχουν βιάσει την γυναίκα σου και το παιδί σου, όταν σου έχουν κάψει το σπίτι σου και γύρω σου πέφτουν βόμβες και δεν έχεις τίποτα για μέρες να φας, παίρνεις το όπλο και πολεμάς.
    Αυτό δεν λέγεται πατριωτισμός , λέγεται δικαίωμα στην αυτοάμυνα.
    Είναι πολλοί αυτοί που σήμερα πολεμούν στην Ουκρανία για αυτούς ακριβώς τους λόγους….
    Είναι να μην σου τύχει.

  3. Η Ρωσία ήδη έχει χάσει τον πόλεμο. Οι επιχειρησιακές αδυναμίες της φάνηκαν από την αρχή. Ο Πούτιν πήγε με φουσκωμένα μυαλά και τώρα τρέχει να σωθεί από την αντικατάσταση.
    Στη Ρωσία οι παραδόσεις τηρούνται. Χάνεις φεύγεις, δεν υπάρχει άλλη επιλογή διότι διαφορετικά σε φεύγουνε εκ των έσω.
    Πήρε αέρα από τον Τραμπ και την πάτησε. Ο γέρο Μπάιντεν έκανε καλύτερα τη δουλειά του. Πέταξε μπροστά την Ουκρανία και ροκανίζει τη Ρωσία.
    Ο Πούτιν δεν θα προλάβει να υπογράψει συνθήκη ειρήνης. Θα έχει διασυρθεί και αντικατασταθεί.
    Τα ίδια θα πάθει και ο Ερντογάν αν τολμήσει το απονενοημένο.

Leave a Reply to christos Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα