
17 Αυγούστου 2025
Η καταστολή της Μονής της Αγίας Αικατερίνης από το κράτος είναι ένα μικρογραφικό παράδειγμα της ευρύτερης εκστρατείας της Αιγύπτου εναντίον των χριστιανών της χώρας — περιλαμβανομένης και της οικογένειάς μου.
Η Mariam Wahba | Ερευνήτρια
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης στη νότια Χερσόνησο του Σινά (Αίγυπτος). (από Wikimedia)
Η Μονή της Αγίας Αικατερίνης, σε απόσταση 275 μιλίων από το Κάιρο, στις βαθειές περιοχές της ερήμου του Σινά, είναι το παλαιότερο χριστιανικό μοναστήρι που κατοικείται αδιάλειπτα. Είναι επίσης ένα από τα αρχαιότερα ιδρύματα του Χριστιανισμού, κτισμένο στους πρόποδες του όρους όπου πιστεύεται ότι ο Μωυσής είδε τον φλεγόμενο θάμνο και στη συνέχεια έλαβε τις Δέκα Εντολές. Διοικείται από Έλληνες Ορθόδοξους μοναχούς — περίπου 25 ζουν εκεί σήμερα — και υπηρέτησε ως καταφύγιο λατρείας, ασφάλειας και μάθησης για πάνω από 1.500 χρόνια.
Μεγάλωσα στην κοπτική χριστιανική κοινότητα της Αιγύπτου· μία φορά τον χρόνο, η εκκλησία μας ανέβαινε με λεωφορείο στο ετήσιο προσκύνημά μας στη μονή. Ωστόσο, η υπόληψη αυτού του ιερουργικού τόπου βρίσκεται πλέον σε σοβαρό κίνδυνο.
Τον Μάιο, αιγυπτιακό δικαστήριο αποφάσισε ότι οι μοναχοί είναι απλοί «κάτοικοι» του μοναστηριού, δίνοντας στο κράτος ουσιαστικό έλεγχο για το τι επιτρέπεται ή όχι στην Αγία Αικατερίνη και αφαιρώντας από τους μοναχούς κάθε νομική εξουσία. Μπορεί, υπό αρκετή πίεση, να αναγκαστούν να εγκαταλείψουν πλήρως τη μονή.
Όταν ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε με τον αιγύπτιο ομόλογό του στις αρχές του μήνα, αντιμετώπισαν μια σιωπηλή αψιμαχία ακριβώς για αυτή τη δυνατότητα. Το αποτέλεσμα αυτής της διαμάχης θα δείξει αν η Αίγυπτος εξακολουθεί να επιτρέπει την ελεύθερη άσκηση θρησκείας εκτός κρατικού ελέγχου.
Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, το Κάιρο συστηματικά αποδομεί την αυτονομία της Αγίας Αικατερίνης — ένα μικρογραφικό σύμπτωμα μιας ευρύτερης εκστρατείας κατά των εκτιμώμενων 10 έως 15 εκατομμυρίων χριστιανών σε μια χώρα με μουσουλμανική πλειοψηφία.
Η σημασία της Αγίας Αικατερίνης δεν περιορίζεται απλώς στην ιστορία της, αλλά και στην πρωτοφανή συλλογή χειρογράφων της, η οποία ανταγωνίζεται ακόμη και τη βιβλιοθήκη του Βατικανού, με συνεχή αρχειακό υλικό αιώνων.
Για δεκαετίες, ερευνητές με ελάχιστο κόστος λάμβαναν άδεια από τους μοναχούς για να μελετούν τα χειρόγραφα. Όμως, το κράτος κατάργησε αυτό το δικαίωμα το 2023, αφαιρώντας από τη μονή την αρμοδιότητα να αξιολογεί την έρευνα.
Από την κρατική ανάληψη ελέγχου, το νέο σύστημα δεν έχει εγκρίνει ούτε ένα αίτημα έρευνας.
Το Κάιρο ακύρωσε επίσης ένα σημαντικό, συνεχιζόμενο έργο ψηφιοποίησης των χειρογράφων, που περιλάμβανε συνεργασία με τη μονή, το UCLA και μια αμερικανική ΜΚΟ, την Early Manuscripts Electronic Library. Στις αρχές του 2024, οι αιγυπτιακές αρχές απαγόρευσαν σε ομάδα ερευνητών, συμπεριλαμβανομένου Αμερικανού συνεργάτη των μοναχών επί χρόνια, την είσοδο στη βιβλιοθήκη—χωρίς ποτέ να δοθεί εξήγηση.
Συνολικά, αυτές οι ενέργειες απονεύρωσαν την αυτονομία της μονής και απομάκρυναν την κοινότητα που την διαφύλασσε για αιώνες. Αν και η λατρεία δεν έχει απαγορευτεί, η έρευνα έχει αδρανοποιηθεί και το κράτος υπονομεύει τη θρησκευτική διαχείριση του μοναστηριού.
Η νομική βάση αυτών των βημάτων βασίζεται σε νόμους σχετικά με τις αρχαιότητες από τη δεκαετία του 1970, οι οποίοι απέδωσαν στο κράτος ιδιοκτησίες αρχαιολογικών χώρων. Ωστόσο, η Αγία Αικατερίνη αποτελούσε εξαίρεση. Προεδρικό διάταγμα του 1974 παραχώρησε την αιγυπτιακή ιθαγένεια στον Ελληνορθόδοξο αρχιεπίσκοπο της μονής, δίνοντάς του νομική υπόσταση για εκπροσώπηση. Το διάταγμα προσέδωσε στη μονή μια μακρόχρονη αναγνώριση και προστασία.
Η κατάσταση αυτή τώρα καταρρέει.
Η αιγυπτιακή κυβέρνηση επιμένει ότι η απόφαση δεν επηρεάζει τη θρησκευτική λειτουργία του χώρου. Ο υπουργός Εξωτερικών Badr Abdelatty δήλωσε στον ελληνικό Τύπο (Καθημερινή) ότι η απόφαση «απολύτως δεν θίγει τη θρησκευτική ελευθερία ούτε απειλεί την ιερότητα της Μονής».
Αλλά αυτό δεν έχει πραγματική σημασία. Το κράτος δεν χρειάζεται να εκδιώξει μοναχούς ή να απαγορεύσει τη λατρεία για να υπονομεύσει τη θρησκευτική ελευθερία των χριστιανών. Με την εθνικοποίηση του χώρου και τον αποκλεισμό από τις διεθνείς ερευνητικές και θρησκευτικές κοινότητες που την στήριζαν, η κυβέρνηση αποκόπτει ουσιαστικά τη μονή από την ταυτότητα και τη λειτουργία της.
Το διακύβευμα υπερβαίνει έναν απλό ιερό χώρο.
Η Αγία Αικατερίνη αποτελεί προπομπό μιας ευρύτερης τάσης στην Αίγυπτο—όπου το κράτος σταδιακά απορροφά θρησκευτικούς θεσμούς εκτός του σουννιτικού Ισλάμ. Αν μπορεί να καταλάβει ένα μοναστήρι με τέτοιο βάρος ιστορίας, διεθνούς κύρους και θρησκευτικής σημασίας, τότε κανένας ανεξάρτητος θρησκευτικός θεσμός δεν είναι ασφαλής.
Τεχνικά, ο Χριστιανισμός προστατεύεται από τον αιγυπτιακό νόμο. Ωστόσο, το Κάιρο αποτυγχάνει να προστατεύσει τους χριστιανούς από επιθέσεις και, ειδικά μετά την Αραβική Άνοιξη του 2011, έχει εδραιωθεί μια κουλτούρα ατιμωρησίας. Οι δράστες επιθέσεων σε εκκλησίες ή σπίτια χριστιανών συχνά δεν τιμωρούνται. Οι κρατικοί αξιωματούχοι συχνά αγνοούν την επιδημία κορποδησιάς παιδιών και γυναικών Κοπτών.
Η έκθεση της Επιτροπής ΗΠΑ για τη Διεθνή Θρησκευτική Ελευθερία για την Αίγυπτο το 2025 καταδεικνύει αυτή την εικόνα. Το Κάιρο αρνείται να καταργήσει ή να τροποποιήσει τους νόμους περί βλασφημίας που συχνά στοχεύουν χριστιανούς και άλλες μειονότητες.
Για παράδειγμα, τον Δεκέμβριο του 2021, κρατήθηκε στη φυλακή ο Abdulbaqi Saeed Abdo για συμμετοχή σε ομάδα Facebook μουσουλμάνων που επιθυμούσαν να μεταστραφούν στον Χριστιανισμό. Τον έβαλαν σε απομόνωση, του αρνήθηκαν ιατροφαρμακευτική φροντίδα και επισκέψεις οικογενειών, και τον απαγόρευσαν να κάνει ντους μετά από καταγγελία άλλου κρατούμενου. Αφέθηκε ελεύθερος σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα, χάρη σε διεθνή καμπάνια.
Ο Νόμος Κατασκευής Εκκλησιών του 2016 ενσωματώνει περαιτέρω διακρίσεις. Οι χριστιανικές εκκλησίες που χρήζουν ανακαίνισης απαιτείται να υποβάλουν πολυάριθμες άδειες—οι περισσότερες από τις οποίες δεν εγκρίνονται. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 2024, περίπου 2.300 αιτήσεις βρίσκονταν σε εκκρεμότητα. Αντιθέτως, η κυβέρνηση ξόδεψε 18,6 δισεκατομμύρια αιγυπτιακές λίρες (366.000 USD) πέρυσι για την ανέγερση και ανακαίνιση χιλιάδων τζαμιών. (reuters.com)
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ζωτικό ενδιαφέρον σε αυτό το θέμα. Για δεκαετίες, αμερικανοί ερευνητές και ιδρύματα συνεργάζονται με τη μονή για να διατηρήσουν και να ψηφιοποιήσουν τα αρχαία χειρόγραφα—μερικά από τα παλαιότερα εκτός Βατικανού. Αυτές οι συνεργασίες βρίσκονται πλέον σε αδιέξοδο. Σύμφωνα με την αιγυπτιακή νομοθεσία, αν η μονή παύσει να είναι αναγνωρισμένος νομικός φορέας, δεν μπορεί να συνάπτει συμβόλαια ή συνεργασίες με ξένα ιδρύματα. Αιώνες πνευματικής και θρησκευτικής κληρονομιάς κινδυνεύουν να χαθούν.
Τι μπορεί να υποχρεώσει την Αίγυπτο να αλλάξει την πολιτική της έναντι της Αγίας Αικατερίνης; Η στρατιωτική βοήθεια, για παράδειγμα. Η Αίγυπτος λαμβάνει 1,4 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, μέρος των οποίων συνδέεται νομικά με την πρόοδο σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με τη συμφωνία, η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποχρεούται να αξιολογεί αν η Αίγυπτος λαμβάνει μέτρα για την τήρηση της θρησκευτικής ελευθερίας και την προστασία μειονοτικών κοινοτήτων. Αυτές οι υποχρεώσεις δεν είναι συμβολικές, αλλά κωδικοποιημένος νόμος που αντικατοπτρίζει τις αμερικανικές αξίες στην εξωτερική βοήθεια. Η αθόρυβη εθνικοποίηση ενός εκ των πιο ιερών χριστιανικών τόπων χωρίς συνέπειες θέτει υπό αμφισβήτηση το πόσο σοβαρά το Κάιρο και η Ουάσιγκτον τηρούν αυτές τις προϋποθέσεις.
Στη Δύση, πολλοί σχολιαστές και «αναλυτές» του χριστιανισμού εκφράζουν εύκολα τις ανησυχίες τους για τη συρρίκνωση των χριστιανικών κοινοτήτων στη Μέση Ανατολή—ειδικά μετά τον πόλεμο στη Γάζα—αλλά οι περισσότεροι σιωπούν για αυτές τις απροκάλυπτες επιθέσεις κατά του χριστιανισμού στην Αίγυπτο και σε άλλες αραβικές χώρες.
Η θρησκευτική ελευθερία δεν εξαφανίζεται εν ριπή οφθαλμού. Εξασθενεί βαθμιαία μέχρι που οι ιεροί χώροι γίνονται απλώς υποσημειώσεις στην κρατική εξουσία. Αυτός είναι ο κίνδυνος στην Αγία Αικατερίνη. Αν οι Ηνωμένες Πολιτείες εννοούν σοβαρά την προστασία της θρησκευτικής πολυμορφίας και της χριστιανικής πολιτιστικής κληρονομιάς, τώρα έχομε την ευκαιρία να δράσουμε. Όχι για να θρηνήσουμε όσα χάθηκαν, αλλά για να υπερασπιστούμε όσα παραμένουν.


