Κάθε Ιούλη οι πικρές μνήμες επανέρχονται. Για κάποιους είναι μια «επετειακή» ανάγκη. Για τους πολλούς είναι η πικρή ανάμνηση όσων έζησαν το 1974. Για τους νεότερους είναι η μνήμη πως μεγάλωσαν σε συνθήκες ημικατοχής. Είναι κι αυτοί που προσπαθούν να αναθεωρήσουν την Ιστoρία, να δικαιολογήσουν άμεσα ή έμμεσα το πραξικόπημα και την εισβολή, φορτώνοντας την ευθύνη στο θύμα. Διότι ασφαλώς τα όποια λάθη της ελληνικής πλευράς δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την εισβολή και προπάντων τη συνεχιζόμενη κατοχή.
Η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν και παραμένει μια ανεξάρτητη Πολιτεία και κανένας διεθνής νόμος δεν μπορεί να δικαιολογήσει την κατοχή των εδαφών της από τον εισβολέα. Με τις πικρές εμπειρίες του παρελθόντος, με όλη την πείρα που συσσωρεύτηκε, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι μπορούν να συμβιώσουν χωρίς κανένα πρόβλημα, στο πλαίσιο μάλιστα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόβλημα είναι η Τουρκία και ο επεκτατισμός της. Είναι δε τραγικό να ακούονται γενναίες φωνές από Τουρκοκύπριους που μιλούν για κατοχή και να υπάρχουν Ελληνοκύπριοι και Ελλαδίτες που άμεσα ή έμμεσα να τη δικαιολογούν.
Δεν σημαίνει φυσικά πως δεν πρέπει να αρπάξουμε την όποια ευκαιρία παρουσιαστεί και να καταβάλουμε την αναγκαία προσπάθεια για την εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης. Άλλο όμως βιώσιμη λύση και άλλο διάλυση της κρατικής μας υπόστασης που θα μας οδηγήσει στην παλαιστινοποίηση χωρίς κράτος.
Η Κύπρος με την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση ανέτρεψε εν μέρει τις ισορροπίες που δημιούργησε η εισβολή και η κατοχή. Η όποια ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας, η όποια συνεργασία της με την ΕΕ, απόλυτα αναγκαία για την Τουρκία, περνά και από τη Λευκωσία. Ανεξάρτητα αν η Λευκωσία και η Αθήνα απέτυχαν οικτρά να χρησιμοποιήσουν το ευρωπαϊκό χαρτί. Ευρωπαϊκή προοπτική δεν σημαίνει φυσικά ένταξη για την Τουρκία, αλλά μια ειδική σχέση με την Ευρώπη. Οποιεσδήποτε και να είναι οι εσωτερικές εξελίξεις στην Τουρκία, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της, όχι με πλήρη ένταξη αλλά με μιας μορφής ειδική σχέση, δεν πρόκειται να ανακοπεί ποτέ.
Αυτός ο προσανατολισμός της Τουρκίας προς την Ευρώπη, άρχισε με τους τελευταίους σουλτάνους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οριοθετήθηκε αργότερα από τους Νεότουρκους και τον Μουσταφά Κεμάλ. Σε αυτόν τον προσανατολισμό προσχώρησαν και οι ισλαμιστές για τους δικούς τους λόγους. Τα δε συμφέροντα της Δύσης είναι τέτοια, γεωστρατηγικά, γεωπολιτικά και οικονομικά, που παρά τα μουρμουρητά ή και τις κραυγές που ακούονται σε κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, δεν πρόκειται να αφεθεί εύκολα η Τουρκία εκτός δυτικής επιρροής.
Σε μας εναπόκειται να οριοθετήσουμε τη δική μας πολιτική στη βάση αυτών των δεδομένων και να υιοθετήσουμε την αναγκαία στρατηγική επιβίωσης μας. Προπάντων που η γεωπολιτική αξία της Κύπρου ενισχύθηκε σημαντικά με την ανακάλυψη του φυσικού αερίου και τη μετατροπή της περιοχής σε σημαντικό ενεργειακό κόμβο. Το κυπριακό γεωπολιτικό οικόπεδο έχει ανατιμηθεί και με τις τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Το θέμα είναι να μην καρπωθούν άλλοι αυτή τη γεωπολιτική αξία. Να μην την παραδώσουμε οι ίδιοι στην Άγκυρα και το ΝΑΤΟ, όπως με μαθηματική ακρίβεια θα συμβεί αν συνεχίσουμε να συζητούμε λύση που θα νομιμοποιεί τα δεδομένα της κατοχής. Να μη την παραδώσουμε στο Ισραήλ χωρίς αντίκρυσμα όπως γίνεται τώρα. Να μη την παραδώσουμε στους Αμερικανούς, σε κανένα, χωρίς αντίκρυσμα.
Δυστυχώς, όπως και το 1974, για την Αθήνα η Κύπρος και σήμερα κείται μακράν. Οι ελλαδικές ελίτ σπρώχνουν την Κύπρο στην παράδοση. Δεν αντιλαμβάνονται ότι την παράδοση της Κύπρου θα ακολουθήσει η παράδοση στο Αιγαίο.
Χρειαζόμαστε μια νέα ανατρεπτική στρατηγική και να μη παραδώσουμε το μοναδικό όπλο επιβίωσης που έχουμε στα χέρια μας, την Κυπριακή Δημοκρατία. Οι διεθνείς ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο αυτή τη στιγμή, οι δυνατότητες που μας παρέχει η θέση μας στην ΕΕ, μάς ανοίγουν κάποιους δρόμους και κάποιες δυνατότητες. Εξυπακούεται η κοινή στρατηγική ανάσχεσης-αποτροπής με την Αθήνα. Εξυπακούεται η αλλαγή στρατηγικής πλεύσης για να μη μετατραπεί η Κύπρος σε τουρκικό προτεκτοράτο με τις ευλογίες των Εγγλέζων, Αμερικανών και ΝΑΤΟ. Αυτά αναλύθηκαν επανειλημμένα στο παρελθόν.
Χρειάζεται επίσης η δόμηση ενός κράτους δικαίου και κοινωνικής δικαιοσύνης όπως και η ανακοπή μιας χρόνιας διαφθοράς που μας εκθέτει διεθνώς και καθημερινά. Δεν θα μπορέσουμε να επιβιώσουμε με μια διαφθορά που έχει απλώσει παντού τα πλοκάμια της και έχει διαλύσει τα πάντα, με την χρεοκοπία του κράτους και των θεσμών του, του πολιτικού συστήματος, των θεσμών της κοινωνίας.
Χρειάζεται να ανεβάσουμε τον κοινό παρονομαστή. Διαφορετικά το σύστημα θα παράγει Φειδίες και δικαστές που θα κυνηγούν τους «ανάρμοστους» αυτού του τόπου. Να θυμίσω εδώ τι είπε γι΄αυτούς τους δικαστές ο Κώστας Κληρίδης που προερχόταν από την κάστα τους και τα χαστούκια που δέχτηκαν από το ΕΔΑΔ.
Οι μνήμες του Ιούλη πρέπει να καθοδηγούν τα βήματά μας στην οργάνωση μιας δημοκρατικής, κοσμικής Πολιτείας, με σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των πολιτών της, όποια και να είναι η καταγωγή τους, η θρησκεία ή η γλώσσα τους. Με μια κοινή πολιτική ταυτότητα, ρεπουμπλικανική και ευρωπαϊκή, που δεν θα θέτει υπό διαπραγμάτευση την όποια εθνική ταυτότητα των πολιτών.
Υ..Γ Μέρες που είναι, να θυμίσω εδώ ένα σημαντικό βιβλίο για την Κύπρο, του συναδέλφου Βασίλη Φούσκα, καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Ανατολικού Λονδίνου, Το Μελάνωμα της Κύπρου,Οι ευθύνες των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Ευάγγελου Αβέρωφ για την κυπριακή τραγωδία, Αθήνα, Εκδόσεις Επίκεντρο. Με το βιβλίο θα ασχοληθώ σε επόμενο άρθρο μου.
*Πανεπιστημιακός,συγγραφέας


