Ο καθηγητής Παν. Τζώνος για την εκδήλωση για το Πανεπιστήμιο που θέλουμε.

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

 του Παναγιώτη Τζώνου. 19.11.18

Η σημερινή εκδήλωση ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. (σσ. πρόκειται για την εκδήλωση του Συλλόγου Αποφοίτων ΑΠΘ με θέμα: το πανεπιστήμιο της μεταπολίτευσης περνά κρίση. Ποιό πανεπιστήμιο θέλουμε”;)
Ήταν πολύ επιτυχημένη η επιλογή σας να μιλήσουν στο πάνελ αξιόλογοι συνδιαμορφωτές της πανεπιστημιακής πολιτικής από την πλευρά του φοιτητικού συνδικαλισμού κατά τα πρώτα κρίσιμα μεταπολιτευτικά χρόνια.
Εξ’ ίσου επιτυχημένη ήταν η επιλογή σας να μιλήσουν δύο επίσης συνδιαμορφωτές από θέσεις πανεπιστημιακής και πολιτικής εξουσίας.
Το αποτέλεσμα ήταν, κατά τη γνώμη μου, να αναπαραχθεί μια ζωντανή εικόνα της σημερινής αδιέξοδης κρίσης – κοινωνικής, πολιτικής και πανεπιστημιακής:
Οι πρώτοι περιέγραψαν με σαφήνεια τα τραγικά συμπτώματα της σημερινής πανεπιστημιακής ζωής – για την ακρίβεια ορισμένα οφθαλμοφανή και γενικής αποδοχής εξωτερικά συμπτώματα. Δεν αναφέρθηκαν –και οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να αναφερθούν – στα εσωτερικά συμπτώματα, στον πυρήνα του ακαδημαϊκού χώρου.
Οι δεύτεροι περιορίστηκαν στα αναμφισβήτητα καλά του σημερινού πανεπιστημίου, αποσιωπώντας τα άλλα.
Τα κακώς κείμενα είναι τόσο αυτονόητα απαράδεκτα για οποιαδήποτε χώρα, οπουδήποτε στον πλανήτη, που είναι σουρεαλιστικό να τα συζητάμε σοβαρά ως προβλήματα προς επίλυση σήμερα.
Όλοι –και εγώ μαζί τους- συμφώνησαν τόσο στην περιγραφή των κακώς κειμένων όσο και στο πώς θα ήθελαν να είναι το ελληνικό πανεπιστήμιο, στο όραμα. Και αυτό εξίσου αυτονόητο για κάθε χώρα παντού.
Κανείς δεν προχώρησε στην ανάλυση του γιατί συνέβησαν όλα αυτά σε εμάς.
Στην επιστήμη το πρώτο βήμα είναι πάντα η περιγραφή ενός φαινομένου αλλά το δεύτερο και κρισιμότερο είναι το γιατί αυτό το φαινόμενο συμβαίνει. Από επιστημολογική πλευρά η απάντηση στο γιατί είναι εκείνη που ολοκληρώνει την περιγραφή, δηλαδή οδηγεί στην βαθύτερη κατανόηση του φαινομένου. Χωρίς αυτήν δεν μπορεί κανείς να παρέμβει στο φαινόμενο διορθωτικά.
Έτσι η όλη συζήτηση απεικόνισε το πρόβλημα της σημερινής πολύπλευρης κρίσης, θυμίζοντας την γνωστή ιστορία της γενικής συνέλευσης των ποντικών και το κρέμασμα του κουδουνιού στο λαιμό της γάτας.
Μοιάζουμε με τον γιατρό που κάνει την διάγνωση της ασθένειας, επιθυμεί να κάνει καλά τον ασθενή, αλλά δεν έχει καμία συγκεκριμένη πρόταση για την θεραπεία. Αυτά που προτείνονται –και προτάθηκαν στη συζήτηση- δεν ήταν θεραπείες αλλά επιθυμίες για θεραπεία: Φυσικά αν όλοι οι γιατροί ομονοήσουν να ερευνήσουν την θεραπευτική μέθοδο, τότε είναι πιθανόν να βρεθεί κάποια λύση. Αλλά αυτό δεν είναι ακόμη θεραπεία, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν το πρώτο πρόβλημα θα είναι πως θα καταφέρει κανείς να μαζέψει του γιατρούς και να τους συντονίσει σε ομόψυχη έρευνα.
Το βαθύτερο πρόβλημα είναι λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, ότι το κοινωνικό σώμα έχει διαβρωθεί και αδρανοποιηθεί και δεν υπάρχουν οργανωμένες συλλογικότητες οι οποίες να μπορούν να διατυπώσουν συγκεκριμένες εφαρμόσιμες προτάσεις. Από την άλλη πλευρά, ως αντανάκλαση του πρώτου, δεν υπάρχει καμία οργανωμένη πολιτική δύναμη που να θέτει επιχειρησιακά το τι, το γιατί και το πώς μπορούν να ξεπεραστούν τα προβλήματα – της χώρας και του πανεπιστημίου.
Η βλάβη αυτή είναι ανήκεστος και, δυστυχώς, δεν νομίζω ότι ξεπερνιέται παρά με δύο τρόπους:
-Ο πρώτος είναι ένα βαθύ κοινωνικό σοκ (π.χ. σαν αυτό που πέρασε η Γερμανία με το τέλος του πολέμου). Εμείς παρ’ ολίγο να το υποστούμε, και στην πραγματικότητα το πάθαμε, αλλά ψευδαισθητικά δεν το βιώσαμε ως τραύμα, γιατί παρόλο που πτωχεύσαμε, εξακολουθήσαμε να ζούμε διασωληνωμένοι αλλά ζωντανοί. Έτσι δεν μπόρεσαν να αναδειχθούν νέες συνειδήσεις και νέες πολιτικές δυνάμεις μέσα από μια καταστροφή.
-Ο δεύτερος είναι η μακροχρόνια ιστορική προσαρμογή σε ένα αναγκαστικά βιώσιμο modus vivendi μέσα στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Σε αυτόν τον δρόμο πορευόμαστε τώρα, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, στηριζόμενοι σε τρίτους, οι οποίοι μας έχουν ανάγκη και τους έχουμε κι εμείς, αλλά οι οποίοι δεν μπορούν θεσμικά και δεν θέλουν να αναλάβουν της διακυβέρνηση της χώρας.
Συμπέρασμα: Δεν νομίζω ότι έχουμε τις προϋποθέσεις να αναβαθμίσουμε ούτε το πανεπιστήμιο ούτε την χώρα. Αυτό δεν είναι απαισιοδοξία αλλά ψύχραιμη παρατήρηση και ιστορική σκέψη.
Βέβαια συζητήσεις σαν τη σημερινή προφανώς ωφελούν για τη διαμόρφωση συνειδήσεων και θα ωφελήσουν ακόμη περισσότερο αν ετίθετο το ερώτημα ποιες συγκεκριμένες ενέργειες θέλουμε και μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε το πανεπιστήμιο (ή και την χώρα) με ακριβή περιγραφή των προϋποθέσεων και του εφικτού κάθε μιας από αυτές.
Αν η ανάλυσή μου είναι ορθή, αυτό δεν θα οδηγούσε σε εύρεση λύσης (γιατί αυτή δεν υπάρχει) αλλά σε καλύτερη συνειδητοποίηση της φύσης του αδιεξόδου, που κι αυτό είναι ήδη μεγάλο κέρδος.

Πάνος Τζώνος

spot_img

5 ΣΧΟΛΙΑ

  1. “το ελληνικό πανεπιστήμιο”
    “αλλά οι οποίοι δεν μπορούν θεσμικά και δεν θέλουν να αναλάβουν την διακυβέρνηση της χώρας”

    «Κανένας δεν πρέπει να περνάει την Ιεαρά Οδό με αυτοκίνητο- είναι ιεροσυλία. Πρέπει να την περπατά, όπως την περπατούσαν οι αρχαίοι, και να αφήνει όλο του το είναι να πλημμυρίζει φως. Αυτή δεν είναι χριστιανική λεωφόρος: έγινε από τα πόδια αφοσιωμένων παγανιστών πηγαίνοντας προς μύηση στην Ελευσίνα. Δεν υπάρχει πόνος ούτε μαρτύριο ούτε μαστίγωμα της σάρκας που να συνδέονται με αυτή τη μυσταγωγική αρτηρία. Όλα εδώ μιλάνε τώρα, όπως αιώνες πριν, για μια φωταψία, μια εκτυφλωτική ευχάριστη φωταψία. Το φως αποκτά μια υπερβατική ιδιότητα : δεν είναι απλώς το φως της Μεσογείου, είναι κάτι παραπάνω, κάτι απροσμέτρητο, κάτι ιερό. Εδώ το φως εισχωρεί κατευθείαν στην ψυχή, ανοίγει τις πόρτες και τα παράθυρα της καρδιάς, σε απογυμνώνει, σε εκθέτει, σε απομονώνει σε μια μεταφυσική ευδαιμονία που κάνει τα πάντα ξεκάθαρα χωρίς να είναι γνωστά.
    Πρέπει να γλιστρήσει κανείς σ‘ αυτή τη χαράδρα με εξαιρετική προσοχή, γυμνός, μόνος και απαλλαγμένος από κάθε χριστιανική αγυρτεία. Πρέπει να πετάξει από πάνω του δυο χιλιάδες χρόνια άγνοιας και προκατάληψης, νοσηρής, αρρωστημένα υποχθόνιας ζωής και ψευτιάς. Πρέπει πριν έρθει στην Ελευσίνα να έχει βγάλει το οστρακόδερμα που έχει δημιουργηθεί από τη βύθισή του αιώνες τώρα σε στάσιμα νερά. Στην Ελευσίνα καταλαβαίνει, αν δεν το έχει καταλάβει ποτέ πριν, ότι δεν υπάρχει σωτηρία με το να προσαρμόζεται σε έναν κόσμο που είναι τρελός. Στην Ελευσίνα προσαρμόζεται με το κοσμικό. Εξωτερικά η Ελευσίνα μπορεί να φαίνεται κομματιασμένη, αποκομμένη από το συντριμμένο παρελθόν : όμως στην πραγματικότητα η Ελευσίνα είναι ακόμη άθικτη, εμείς είμαστε οι κομματιασμένοι, οι διασκορπισμένοι, οι συντριμμένοι. Η Ελευσίνα ζει, ζει αιώνια στο μέσον ενός θνήσκοντος κόσμου.»
    « Ο άνθρωπος ο οποίος έχει συλλάβει το νόημα της αιωνιότητας, που βρίσκεται παντού στην Ελλάδα, και το έχει ριζώσει βαθιά μέσα στα ποιήματά του είναι ο Γιώργος Σεφεριάδης- υπογράφει ως Σεφέρης.
    Είναι ο διαιτητής και συμφιλιωτής σχολών σκέψης και τρόπων ζωής. Θέτει αμέτρητα θέματα σε μια πολύγλωσση γλώσσα : ενδιαφέρεται για όλες τις μορφές πολιτιστικής έκφρασης και γυρεύει να αποσπάσει και να αφομοιώσει το γνήσιο και το γόνιμο όλων των εποχών. Είναι παθιασμένος με τη χώρα του, με το λαό του, όχι μ´ έναν στενοκέφαλο σοβινιστικό τρόπο, αλλά ως αποτέλεσμα υπομονετικής ανακάλυψης ύστερα από απουσία χρόνων στο εξωτερικό.»

    Έγραφε στον ´Κολοσσό του Μαρουσιού´ ο Χένρι Μίλερ, μετά από επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1939, ´έναν ύμνο για μια υπόδουλη χώρα που αντιστεκόταν στο ναζισμό´, ‘χωρίς να έχει ιδέα για την αρχαία γραμματεία αλλά ούτε και για τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία ´της εποχής καί χωρίς νά εἶναι ἀκόμα γνωστός.

    «Καθετί που κοιτούσε ( ο Σεφέρης) ήταν ελληνικό μ´ έναν τρόπο που δεν γνώριζε ποτέ πριν φύγει από τη χώρα του. Έβλεπε ένα ακρωτήρι και πάνω του διάβαζε την ιστορία των Μηδών, των Περσών, των Δωριέων, των Μινωιτών, των Ατλαντιδών. Είχε έναν τρόπο να κοιτάζει μπρος και πίσω, να κάνει το αντικείμενο της θεώρησής του να περιστρέφεται και να προβάλλει τις πολλαπλές του όψεις.
    Είχε αρχίσει να ωριμάζει σε παγκόσμιο ποιητή- ριζώνοντας ο ίδιος με πάθος στο χώμα του λαού του.»

    «Αιώνες τώρα οι Έλληνες έχουν τους σκληρότερους εχθρούς που μπορεί να έχει ένας λαός-τους Τούρκους. Ύστερα από χρόνια σκλαβιάς πέταξαν από πάνω τους το ζυγό…

    Όπου κι αν πας στην Ελλάδα η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη με ηρωικές πράξεις. Μιλάω για τη σύγχρονη Ελλάδα, όχι την αρχαία. Και οι γυναίκες, αν κοιτάξεις την ιστορία αυτής της μικρής χώρας, ήταν το ίδιο ηρωικές όπως οι άνδρες. Στην πραγματικότητα, τρέφω μεγαλύτερο σεβασμό για τις Ελληνίδες παρά για τους Έλληνες. Η Ελληνίδα και ο έλληνας ορθόδοξος ιερέας- αυτοί κράτησαν το αγωνιστικό πνεύμα. Πουθενά αλλού δεν υπάρχουν σπουδαιότερα παραδείγματα για το πείσμα, το θάρρος, την αψηφισιά, την τόλμη.»

    Τί χαρακτηριστικά βρῆκε στούς Ἕλληνες; πάθος, ἀντιφατικότητα, σύγχυση, χάος,- “ὅλες αὐτές τίς γνήσιες ἀνθρώπινες ἰδιότητες” καί γενναιοδωρία. Χάρηκε πού εἶδε ” τήν Ἀθήνα καί κάτω ἀπό τίς χειρότερες συνθῆκες, ἔνιωσε τή γυμνή δύναμη τῶν ἀνθρώπων, τήν ἁγνότητά τους, τήν εὐγένειά τους, τήν καρτερικότητά τους. “Ἐρχόμενος ἀπό τή Γαλλία, ὅπου ἦταν σάν ὁ κόσμος νά μήν εἶχε παιδιά, σάν νά μήν γεννιῶνταν πιά,” εἶδε “ρακένδυτους ἀνθρώπους, καί αὐτό ἦταν ἐπίσης μία κάθαρση”.
    «Ο Έλληνας ξέρει πώς να ζεί με τα κουρέλια του: αυτά δεν τον υποβιβάζουν καθόλου ούτε τον ρυπαίνουν, όπως σε άλλες χώρες που έχω επισκεφτεί.»
    Ο Έλληνας «κάνει πάντα το ίδιο πράγμα σαν να το κάνει για πρώτη φορά. Είναι περίεργος, άπληστα περίεργος, και πειραματικός. Πειραματίζεται προς χάρη του πειραματισμού, όχι για να επιτύχει έναν καλύτερο ή πιο αποτελεσματικό τρόπο. Του αρέσει να φτιάχνει πράγματα με τα χέρια του, με όλο του το κορμί, με την ψυχή του, θα μπορούσα να πω. Έτσι ο Όμηρος εξακολουθεί να ζεί. Παρόλο που δεν έχω διαβάσει ούτε μιά αράδα από τον Όμηρο, ο σημερινός Έλληνας ουσιαστικά δεν έχει αλλάξει. Μάλλον είναι πιό Έλληνας από ό,τι ήταν.»
    « Ο Έλληνας είναι περιπετειώδης, απρόσεκτος και προσαρμόσιμος, κάνει εύκολα φίλους. Δεν υπάρχει πιό άμεσος, ευπροσήγορος, πιό εύκολος άνθρωπος για να σχετιστείς μαζί του από τον Έλληνα. Γίνεται φίλος αμέσως: έρχεται προς το μέρος σου».
    « Υπάρχουν τόσοι πολλοί τρόποι βαδίσματος και ο καλύτερος κατά τη γνώμη μου, είναι ο ελληνικός -οι Έλληνες περπατάνε όπως κανένας άλλος λαός δεν περπατάει- γιατί είναι άσκοπος, αναρχικός, απόλυτα και παράφωνα ανθρώπινος.
    Τη στιγμή εκείνη κατάλαβα ότι δεν υπάρχει παλιά ή καινούργια Ελλάδα, μόνο η Ελλάδα, ένας κόσμος που συλλαμβάνεται και δημιουργείται αενάως.»

    Ἕνας ἐπισκέπτης;, πού εἶχε περιγράψει τήν χώρα σέ ἕνα βιβλίο του πρίν τήν δεῖ,
    « οι φίλοι που έκανα στην Ελλάδα ήταν Έλληνες και είμαι περήφανος γι αυτούς, είναι τιμή μου που με θεωρούσαν φίλο τους» Κατσίμπαλης, Σεφέρης, Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Τσάτσος καί ἁπλοί ἄνθρωποι «καταλαβαινόμαστε ακόμα και με τις λάθος λέξεις. Το σπουδαίο ήταν η ζεστή χειραψία, το φως στα μάτια, τα σταφύλια που καταβροχθίζαμε μαζί, το ποτήρι που σηκώσαμε στα χείλη μας, σημάδι φιλίας.»
    «Κάθε φορά που συναντούσα τον Σεφεριάδη ερχόταν κοντά μου με όλο του το είναι, που το τύλιγε γύρω από το μπράτσο μου με ζεστασιά και τρυφερότητα. Όταν τον επισκεπτόμουν σπίτι του το ίδιο πράγμα συνέβαινε: άνοιγε όλες τις πόρτες και τα παράθυρα που οδηγούσαν στην καρδιά του.
    Όπου κι αν πας στην Ελλάδα οι άνθρωποι ανοίγουν σαν λουλούδια. Και όπως είπα κάποτε, η Ελλάδα δεν είναι μικρή χώρα-είναι εντυπωσιακά τεράστια. Καμμιά χώρα που επισκέφθηκα δεν μου έδωσε τέτοια αίσθηση μεγαλείου.»

    Πόσο ἀπέχουμε ἀπό αὐτά; Ἄν τινάξουμε τήν σκόνη, θά κοιτάξουμε καθαρότερα τί εἶναι σημαντικό, πόσο πιό φτωχοί ἤ πιό πλούσιοι ἔχουμε γίνει. Τί ἀνθίζει στόν τόπο μας; ΄΄το δέντρο φέρνει νερό, βλάστηση, ζῶα, προϊόντα· τό δέντρο φέρνει σκιά, ἀνάπαυλα, τραγούδι, φέρνει ποιητές, ζωγράφους, νομοθέτες, ὁραματιστές΄΄
    τά μπουμπούκια μας πού ἀνθὶζουν στό ἐξωτερικό κι ἕνας κόσμος πού ψάχνει χωρίς πυξίδα.
    Πέρασε τό τραῖνο τῆς σύνδεσης Πανεπιστημίου μέ ἀγορά νομίζω, ὄχι ὅτι δέν χρειάζεται ἀλλά εἶναι πολύ περισσότερα τά χρειαζούμενα πλέον, πολλοί περισσότεροι ὅσοι χρειάζονται πυξίδα καί φάρο γιά τήν ἀνθρωπιά. Οἱ ἀνθρωπιστικές σπουδές πιό ἀπαραίτητες ἀπό ποτέ, ΄ ἄνθρωπος ΄ εἶναι πάντα ἡ ἀπάντηση κι ὁ Μεγαλέξανδρος πάντα θά γνωρίζει τί εἶναι τό εὖ ζῆν.

    • Μετα την περιηγηση του νου και της καρδιας σας αγαπητη κα Ελενη Π.τι να γραψουμε για το Πανεπιστημιο , -για το οποιο εγραψε ο κ. αρθρογραφοςς- και μαλιστα το μεγαλυτερο Ελληνικο το Αριστοτελειο -αυτο ευτυχως δεν το διεκδικουν οι Σκοπιανοι,επειδη ο Αριστοτελης δεν εγνωριζε την Μακεδονικη γλωσσα , που τους χαρισε ο κ. Κοτζιας–Πανεπιστημιο της Θεσ/νικης ΜΑΣ, που και παλι πρωτο ξεκινησε τον αγωνα για την επαναφορα ολων των Πανεπιστημιων και της Εκπαιδευσεως στην κανονικοτητα ,για να μπορει να συνεχιζει να συγκρινετε σε ολα τα επιπεδα και σε ολα τα θεματα με τα ξενα Δημοσια Πανεποιστημια ,τουλαχιστον τα Ευρωπαικα.
      Αναφερθηκατε σε γιγαντια Ελληνικα μυαλα ανθωρων ,που τωρα δεν ζουν, γιατι αν ζουσαν , θα αποτριχωνονταν με τα χερια τους απο ολα τα σημεια του σωματος τους με αυτα ,που βλεπουν να υλοποιουνται βασει προγραμματος και με εμμονη ,κυριως απο τις Αριστεροπροοδευτικες Ελληνικες κυβερνησεις, που πρωταγωνιστουν στην αποιστορικοποιηση και αποθρησκειοποιηση της εκπαιδευσεως και της παιδειας γενικωτερα.
      Εσεις -οπως ολοι οι ομοφρονες σας,μεταξυ των οποιων και εγω -θελετε επαναφορα των ανθρωπιστικων σπουδων ,- και απο το Νηπιαγωγειο ακομη -, χωρις καταληψεις και καταληψιες ,οπως ο σημερινος κ. πρωθυπουργος μας, για να πλασθουν Ελληνες με την δημοκρατικη παιδεια της ανοχης και των διααφωνουντων οταν δεν βιαιοπραγουν και της κριτικης σκεψεως για ο,τι ακουν και διαβαζουν , ιδιαιτερα οταν ενηλικιωθουν.
      Αν ολα αυτα ομως γινουν δεν θα εχουν ”παγαν λαλεουσαν και λαλον υδωρ” οι λαοπλανοι ηγετισκοι μας και αυτο -να -,δεν ειναι καλο γιαυτους .

      • Ζοῦν καί ζεῖ καί το ἔργο τους. Εἶναι γνωστή ἡ περίπτωση τοῦ Πυθαγόρα πού θυμόταν τίς ζωές πού εἶχε ζήσει.
        Τόσοι παῖδες Διός ἔχουν τόν γεννήτορά τους καί τίς ἀρχές τους.

        “Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των,
        γιατί τους διώξαμεν απ’ τους ναούς των,
        διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί” ὅπως ἔγραψε ὁ ποιητής.

        Οἱ μύθοι, τά ἱερά, τά μυστήρια, τά κατορθώματα, ὅλα μποροῦν νά βρεθοῦν καί νά μελετηθοῦν ξανά καί ξανά. Καί ὅλα μιλᾶνε, ἀρκεῖ νά θέλεις καί νά μπορεῖς νά ἀκούσεις.

        Δέν ἔγραψα τί θέλω.

        Ὁ Χένρυ Μίλερ ἔγραψε γιά τήν Ἐπίδαυρο.
        «Στό μυαλό μου δεν υπάρχει μυστήριο ως προς τη φύση των ιάσεων που σφυρηλατήθηκαν σε αυτό το σπουδαίο θεραπευτικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Εδώ θεραπευόταν ο ίδιος ο θεραπευτής, το πρώτο και πιό σημαντικό βήμα στην ανάπτυξη της τέχνης, που δεν είναι ιατρική αλλά θρησκευτική. Δεύτερον, ο ασθενής θεραπευόταν πριν κάν αρχίσει τη θεραπεία. Οι μεγάλοι γιατροί μιλούσαν πάντα για τη φύση ως τον μεγάλο θεραπευτή. Αυτό είναι αληθές μόνο μερικώς. Η Φύση από μόνη της δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Η Φύση μπορεί να θεραπεύσει μόνο όταν ο άνθρωπος αναγνωρίζει τη θέση του στον κόσμο, η οποία δεν βρίσκεται στη Φύση, όπως συμβαίνει με τα ζώα, αλλά στο ανθρώπινο βασίλειο, τον κρίκο μεταξύ του φυσικού και του θείου.
        «Η Επίδαυρος είναι απλώς ένας συμβολικός τόπος: ο πραγματικούς τόπος βρίσκεται στην καρδιά, στην καρδιά κάθε ανθρώπου, αρκεί να σταματήσει και να την ψάξει.»

        • Συμφωνω απολυτως οτι ζουν και σημερα ,αλλα ποιος διαβαζει το εργο τους και ποιος τους μιμειται.
          Μια λυση θα ηταν να στελνατε τα ωραια γραπτα σας με τις αναφορες σας στους αρχαιους και νεους κλασσικους στο Υπουργειο Παιδειας με την απαιτηση να περιληφθουν στα σχολικα βιβλια .
          Δυστυχως αγαπητη κυρια ισως ζει ακομη η τελευταια γενηα Ελληνων , που θελει και μπορει να διαβαζει τους ”παληους” κλασσικους , εκτος εκεινων , που για επαγγελματικους λογους θα τα σπουδασουν . Τωρα βιωνουμε την παγκοσμιοποιηση και τις Free days .

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,600ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα