του Δημήτρη Τσαϊλά, Υποναυάρχου ε.α.
Η φυσική εγγύτητα και η πολιτική προσοχή έχουν σημασία όπως άλλωστε είχαν πάντα. Η Τουρκία έχει κατανοήσει εδώ και καιρό αυτό που η Ελλάδα πολύ συχνά ξεχνά. Η θάλασσα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου δεν είναι απλώς υδάτινος όγκος, αλλά ένα στάδιο όπου η παρουσία γίνεται πολιτικός μοχλός. Τα ερευνητικά πλοία της Άγκυρας πλέουν όχι μόνο για να συλλέξουν δεδομένα, αλλά και για να σηματοδοτήσουν πρόθεση. Μετατρέπουν την «έρευνα» σε διπλωματία, πίεση και επιρροή.

Τα ερευνητικά σκάφη επιχειρούν σε μια γκρίζα ζώνη. Με τον επιστημονικό μανδύα, προκαλούν χωρίς να ρίχνουν ούτε μια σφαίρα. Η παρουσία τους σε αμφισβητούμενα ύδατα θέτει την Ελλάδα στα παρακάτω διλήμματα:
- Να αντιδράσει και να ρισκάρει κλιμάκωση ή να αγνοήσει και να φανεί παθητική;
- Να τα συνοδεύσει με πολεμικά πλοία και η Τουρκία να επιδείξει ισχύ;
- Να τα αμελήσει εκδίδοντας μια NAVTEX και η Άγκυρα προκαλώντας την Αθήνα να απαντήσει;
Σε κάθε περίπτωση, η Άγκυρα καθορίζει τον ρυθμό.
Αυτή είναι μια σκόπιμη στρατηγική. Ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει συνδυάσει τη ναυτική δραστηριότητα με την οικονομική εμβέλεια στο εξωτερικό. Τα τουρκικά ερευνητικά ταξίδια ενισχύουν τις διεκδικήσεις κυριαρχίας, ενώ τουρκικές εταιρείες κατασκευάζουν λιμάνια και νοσοκομεία σε όλη την Αφρική και την Κεντρική Ασία. Οι Τουρκικές Αερογραμμές και οι οργανισμοί βοήθειας επεκτείνουν την επιρροή τους εκεί όπου απουσιάζει η Ελλάδα. Το μήνυμα προς τις ξένες πρωτεύουσες είναι απλό: ευθυγραμμιστείτε με την Άγκυρα ή χάστε τα οφέλη.
Εν τω μεταξύ, η Αθήνα παρασύρεται. Από το 2014, η ΕΕ απαιτεί Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, με προθεσμία το 2021. Τα περισσότερα κράτη μέλη συμμορφώθηκαν. Η Ελλάδα όχι πλήρως. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε το ζήτημα ως δευτερεύον. Η Νέα Δημοκρατία, παρά τις υποσχέσεις για «εκσυγχρονισμό», επέτρεψε να διατηρηθεί το κενό, ανακηρύσσοντας μόνο τα θαλάσσια πάρκα. Αντί για στρατηγική, παρουσιάζουμε χάρτες της υφαλοκρηπίδας, χάρτες που ούτε ορίζουν Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), ούτε χαράσσουν μια συνεκτική πολιτική. Περιμένουμε τις ξένες εταιρείες να επικυρώσουν τα δικαιώματά μας μέσω συμβάσεων εξερεύνησης. Ξεχνάμε σκόπιμα ότι η εξωτερική ανάθεση κυριαρχίας είναι μείωση κυριαρχίας.
Το μοτίβο είναι συνεπές. Επί ΣΥΡΙΖΑ, οι διαγωνισμοί για υδρογονάνθρακες στο Ιόνιο και την Κρήτη ανακοινώθηκαν χωρίς ανακηρυχθείσα ΑΟΖ, χωρίς Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό, χωρίς μελέτες κόστους-οφέλους. Ποιος αποφάσισε; Ζυγίστηκαν ποτέ οι κίνδυνοι για την αλιεία, τον τουρισμό ή το περιβάλλον; Επί Νέας Δημοκρατίας, τα «πάρκα» στο Αιγαίο ανακηρύχθηκαν με παρόμοια βιασύνη, χωρίς διάλογο, χωρίς αμυντικές σκέψεις, χωρίς σοβαρή μελέτη κόστους. Οι τοπικές κοινωνίες πληρώνουν το τίμημα· η εθνική αξιοπιστία πλήττεται.
Εν τω μεταξύ, η Τουρκία προχωρά μπροστά με το Piri Reis, το Barbaros Hayreddin Paşa, το Oruç Reis, ένα στόλο ερευνητικών πλοίων που ενσωματώνουν στρατηγική. Το 2019, η Άγκυρα υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με τη Λιβύη προσπαθώντας να ανατρέψει τις ελληνικές αξιώσεις. Το 2020, το Oruç Reis πυροδότησε μια κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, αναγκάζοντας την ΕΕ να επιδείξει αντιδραστική ενότητα. Ο Ερντογάν δείχνει πρωτοβουλία. Η Αθήνα δείχνει δισταγμό, είτε υπό τον ΣΥΡΙΖΑ είτε υπό τη Νέα Δημοκρατία.
Η ελληνική ιστορία μάς προειδοποιεί. Ο Θουκυδίδης κατέγραψε πώς η παραμέληση της ναυτικής επαγρύπνησης από την Αθήνα την καταδίκασε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ο ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης απέδειξε, στους Βαλκανικούς Πολέμους, ότι η ναυτική πρωτοβουλία μπορούσε να διασφαλίσει την κυριαρχία της. Το να αντιμετωπίζουμε τα τουρκικά ερευνητικά πλοία ως καλοήθη ή το να αντιμετωπίζουμε τις θάλασσές μας ως διαπραγματευτικά χαρτιά, ισοδυναμεί με εσφαλμένη ερμηνεία του διακυβεύματος.

Οι Βρυξέλλες δεν θα πολεμήσουν για εμάς. Η ΕΕ έχει ανεχθεί τις επανειλημμένες καθυστερήσεις της Ελλάδας στο Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό και την οριοθέτηση ΑΟΖ, αλλά δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κυρίαρχη λήψη αποφάσεων. Το να βασιζόμαστε στην Ευρώπη για να μας προστατεύσει ενώ η δική μας στρατηγική υστερεί είναι μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση. Η Αθήνα πρέπει να δράσει ανεξάρτητα, αλλιώς διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο των θαλασσών της.
Αν η Ελλάδα επιθυμεί πραγματικά να διαφυλάξει τα κυριαρχικά της δικαιώματα, πρέπει να δράσει αποφασιστικά:
- Πλήρη οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με βάση επιστημονικά και εθνικά κριτήρια, όχι κομματικoύς δισταγμούς.
- Οριοθέτηση και στη συνέχεια κήρυξη ΑΟΖ όπου είναι ωφέλιμο, αντί να περιμένουμε την επικύρωσή τους από την Chevron, την Exxon-Mobil ή την Total.
- Αντιμετώπιση της NAVTEX/Anti-NAVTEX ως εργαλείο, όχι ως πεδίο μάχης. Η πραγματική μάχη κερδίζεται με σχεδιασμό, όχι με δελτία τύπου.
- Θεσμοθέτηση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού που ενσωματώνει την πολιτική άμυνας, περιβάλλοντος, ενέργειας και τουρισμού. Τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η Νέα Δημοκρατία το έχουν καθυστερήσει.
- Επένδυση στη Θαλάσσια ισχύ, ώστε τα ελληνικά πλοία, πολεμικά, εμπορικά και αλιευτικά να είναι σταθερά στις θάλασσές μας.
- Επέκταση της οικονομικής διπλωματίας στο εξωτερικό για την εξισορρόπηση της αναπτυξιακής εμβέλειας της Τουρκίας, αντί να βασίζεται αποκλειστικά στις Βρυξέλλες.
Η θάλασσα δεν είναι ιδιοκτησία κανενός υπουργού ή ξένης εταιρείας. Είναι το μέλλον της Ελλάδας. Και αυτό το μέλλον δεν μπορεί να παραδοθεί αυθόρμητα και απρογραμμάτιστα.
Συμπεράσματα
Οι θαλάσσιοι ελιγμοί της Τουρκίας με σκάφη όπως το Piri Reis δεν είναι επιστημονικά αξιοπερίεργα. Είναι σκόπιμες πράξεις επιρροής, που συνδυάζουν την προβολή ήπιας ισχύος με την καταναγκαστική διπλωματία. Ο Ερντογάν έχει κατακτήσει την τέχνη της αξιοποίησης της αναπτυξιακής βοήθειας, των έργων υποδομών και της ναυτικής παρουσίας σε ένα ισχυρό εργαλείο για περιφερειακή κυριαρχία.
Η Ελλάδα, αντιθέτως, δεν διαθέτει ολοκληρωμένη θαλάσσια στρατηγική. Αντίθετα, έχει παρασυρθεί σε επικίνδυνες παραλείψεις και βιαστικές παραχωρήσεις: ανάθεση κυριαρχίας σε ξένες εταιρείες, ανακοίνωση εξόρυξης και πάρκων χωρίς στρατηγική και αγνόηση των απαιτήσεων της ΕΕ για Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό.
Το κόστος αυτής της παραμέλησης δεν είναι μόνο εδαφικό, αλλά και διπλωματικό: μειωμένη επιρροή στο εξωτερικό, αποδυναμωμένες συμμαχίες και διαβρωμένη αξιοπιστία στο εσωτερικό. Για να αντιμετωπίσει την έξυπνη στρατηγική της Άγκυρας, η Αθήνα πρέπει να ανακαλύψει ξανά τη θαλάσσια κληρονομιά της, να ολοκληρώσει την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας της, να οριοθετήσει ΑΟΖ με αυτοπεποίθηση, να επενδύσει στην επιστήμη και τη διπλωματία και να επαναβεβαιωθεί ως διαμορφωτής και όχι ως θεατής της μεσογειακής γεωπολιτικής.
Το Piri Reis της Τουρκίας πλέει με στρατηγική. Η Ελλάδα απαντά με χάρτες και αυτοσχεδιασμό. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις έχουν αποτύχει να δημιουργήσουν μια συνεκτική ναυτική στρατηγική. Η σημερινή κυβέρνηση είτε θα διορθώσει αυτήν την αμέλεια είτε θα προεδρεύσει σε μια εθνική υποχώρηση. Το διακύβευμα είναι η ίδια η κυριαρχία. Η θάλασσα που χάρισε στην Ελλάδα το αρχαίο μεγαλείο και τη σύγχρονη κυριαρχία της βρίσκεται για άλλη μια φορά στο στίβο της αναμέτρησης. Μένει να δούμε αν οι σημερινοί ηγέτες θα ανταποκριθούν στην πρόκληση, όπως θα απαιτούσαν ο Θουκυδίδης και ο Κουντουριώτης.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS).


