Mehmet Y. Yılmaz
@MHMTYKPYLMZ
mehmetyyilmaz@t24.com.tr
11 Αυγούστου 2025
Η Τουρκία είναι μια χώρα που αναγνωρίζει το κράτος του Ισραήλ και διατηρεί διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις μαζί του. Η παραδοσιακή εξωτερική μας πολιτική σχετικά με την Παλαιστίνη και το Ισραήλ βασίζεται επίσης στις αποφάσεις του ΟΗΕ. Ωστόσο, αν ο Χακάν Φιντάν είπε συνειδητά τα λόγια «Το Ισραήλ θα σβηστεί από την ιστορία», αυτό πρέπει να σημαίνει ότι η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στο Ισραήλ έχει αλλάξει πλήρως.
Ισραήλ-Τουρκία
Ο Υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν πήγε στην Αίγυπτο και δήλωσε ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν προχωρήσει σε ανώτερο επίπεδο υπό την ηγεσία των Προέδρων Ερντογάν και Σίσι.
Προφανώς, οι πάγοι μεταξύ του Σίσι και του Ερντογάν έχουν λιώσει καλά· από εδώ και πέρα «οι ψήφοι που θα δίνονται σε έναν υποψήφιο του CHP δεν θα πηγαίνουν στον Σίσι», υποθέτω.
Ο Υπουργός Εξωτερικών Φιντάν, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στην Αίγυπτο, είπε μια φράση που κάνει να πιστεύει κανείς ότι η παραδοσιακή πολιτική της Τουρκίας απέναντι στο Ισραήλ εγκαταλείπεται.
«Το Ισραήλ κατακτητής και ο Νετανιάχου θα σβηστούν από την ιστορία», είπε.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που θα συμφωνούσαν με την ευχή του Φιντάν να σβηστεί ο Νετανιάχου από την ιστορία.
Δε φαίνεται πως θα χρειαστεί να περιμένουμε πολύ για να δούμε τη θρησκευτική φασιστική συμμορία που κυβερνά σήμερα το Ισραήλ να δικάζεται για το έγκλημα της γενοκτονίας.
Η διεθνής ατμόσφαιρα αλλάζει σταδιακά προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Ακόμη και η κυβέρνηση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, που συνθλίβεται από το σύμπλεγμα κατωτερότητας εξαιτίας της ντροπής του εβραϊκού Ολοκαυτώματος από τους Ναζί, έφτασε στο σημείο να επιβάλει εμπάργκο όπλων στο Ισραήλ.

Ωστόσο, θα ήταν καλό αν ο Φιντάν, πριν πει «Το Ισραήλ θα σβηστεί από την ιστορία», σταματούσε λίγο και έπαιρνε μια ανάσα.
Διότι η ιδέα της διαγραφής του Ισραήλ από την ιστορία μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ιρανικής εξωτερικής πολιτικής, όχι της τουρκικής.
Η Τουρκία είναι μια χώρα που αναγνωρίζει το κράτος του Ισραήλ και διατηρεί διπλωματικές και εμπορικές σχέσεις μαζί του.
Τώρα, σύμφωνα με τον ισχυρισμό της κυβέρνησης, οι εμπορικές σχέσεις έχουν παγώσει, αλλά δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν το αντίθετο.
Η Τουρκία ήταν η πρώτη χώρα με μουσουλμανικό πληθυσμό που αναγνώρισε επίσημα το κράτος του Ισραήλ.
Η Τουρκία δεν έθεσε ποτέ υπό αμφισβήτηση την ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ.
Η παραδοσιακή μας εξωτερική πολιτική στο θέμα της Παλαιστίνης και του Ισραήλ βασίζεται επίσης στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών.
Ένα από τα στοιχεία που νομιμοποιούν στη Δύση την επιθετικότητα της σημερινής θρησκευτικής φασιστικής κυβέρνησης του Ισραήλ στην περιοχή είναι η πεποίθηση ότι η «ανησυχία για την προστασία της ύπαρξής του» αποτελεί θεμιτή ανησυχία.
Η πολιτική του θρησκευτικού φασιστικού καθεστώτος του Ιράν για «διαγραφή του Ισραήλ από τη σκηνή της ιστορίας» αποτέλεσε και για την κυβέρνηση Νετανιάχου ένα χρήσιμο χαρτί.
Γι’ αυτό τα λόγια του Φιντάν «Το Ισραήλ θα σβηστεί από την ιστορία» μπορεί να παρηγορήσουν μερικούς πολιτικούς ισλαμιστές, αλλά θα αποτελέσουν επίσης μια δικαιολογία που η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ θα εκμεταλλευτεί στο έπακρο.
Τα είπε αυτά συνειδητά ο Φιντάν ή ήταν έκφραση του υποσυνείδητού του, πηγάζοντας από την πολιτικοϊσλαμική του ιδεολογία;
Αν τα είπε συνειδητά, αυτά τα λόγια πρέπει να σημαίνουν ότι η πολιτική της Τουρκίας απέναντι στο Ισραήλ έχει αλλάξει πλήρως.
Αν ήταν έκφραση του υποσυνείδητού του, θα ήθελα να του υπενθυμίσω ότι, στη θέση που κατέχει, πρέπει να ζυγίζει δύο και τρεις φορές τα λόγια που θα πει, πριν αυτά βγουν από το στόμα του.

Ύστερα από αίτημα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Κωνσταντινούπολης, επιβλήθηκε φραγή πρόσβασης στο κανάλι του δημοσιογράφου Φατίχ Αλτάιλι στο YouTube, με την κατηγορία ότι, με μια του φράση, επιτέθηκε «σωματικά» στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τον ισχυρισμό της Εισαγγελίας, αν δεν επιβαλλόταν η φραγή πρόσβασης στο κανάλι του Αλτάιλι, θα προέκυπταν τεράστια προβλήματα σε ζητήματα όπως «η εθνική ασφάλεια, η διασφάλιση της δημόσιας τάξης και η αποτροπή διάπραξης εγκλημάτων»!
Το δικαστήριο αποδέχθηκε αυτό το αίτημα χωρίς, όπως πάντα, να νιώσει την ανάγκη να ρωτήσει πώς ακριβώς απειλείται η εθνική ασφάλεια, πώς δυσχεραίνεται η διασφάλιση της δημόσιας τάξης ή ποιο έγκλημα δεν μπορεί να αποτραπεί.
Τόσο μάλιστα, που ο δικαστής δεν μπήκε καν στον κόπο να συντάξει απόφαση· αντέγραψε κατά λέξη το κείμενο του αιτήματος του εισαγγελέα και το κόλλησε ως απόφαση!
Πλέον, έτσι κυλά η ζωή στα δικαστήρια: ο εισαγγελέας ζητάει «τακ», ο δικαστής κάνει «σακ»!
Οι δικαστές δίνουν την εντύπωση ότι είναι σαν υπάλληλοι που υπάγονται στους εισαγγελείς — πρέπει να το πω αυτό, ας μη μου κρατήσει κακία κανείς.
Η κίνηση της Εισαγγελίας οφείλεται σε εκπομπή στην οποία συμμετείχε ο πρώην βουλευτής Εμίν Σιρίν.
Ο Αλτάιλι αποκαλύπτει ότι ο Πρόεδρος του MHP, Ντεβλέτ Μπαχτσελί, είχε στείλει ένα ποίημα του Τζαχίτ Σιτκί Ταράντζι στον ηγέτη του PKK, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Αναρωτήθηκα μήπως ενοχλήθηκαν από την αποκάλυψη αυτής της πληροφορίας.
Ξέρετε, η Τουρκία είναι μια χώρα όπου «η διάδοση είναι χειρότερη από το ίδιο το γεγονός».
Η φύση αυτών που κυβερνούν τη χώρα είναι να ενοχλούνται όχι από το ότι κάποια πράγματα συμβαίνουν, αλλά από το ότι γίνονται γνωστά.
Αλλά γιατί επιχείρησαν να επιβάλουν φραγή πρόσβασης σε ολόκληρο το κανάλι;
Σε μια φυσιολογική χώρα, κάτι τέτοιο φυσικά δεν είναι κατανοητό, αλλά αποτελεί μια ενδιαφέρουσα πρακτική που δείχνει πού έχει φτάσει η τουρκική ολιγαρχία.
Δεν αρκούνται πια στην αφαίρεση του περιεχομένου που δεν τους αρέσει· ψάχνουν τρόπο να κλείσουν εντελώς το κανάλι.
Με το σημερινό επίπεδο της τεχνολογίας, αυτό είναι μάταιος κόπος, αλλά δεν μπορούν να συγκρατηθούν από το να το κάνουν.
Τα δικαστήριά μας το κάνουν αυτό, αναμφίβολα, για να κερδίσουν την εύνοια των μεγάλων του καθεστώτος, αλλά προκαλούν και την εμφάνιση μιας περίεργης κατάστασης:
Σύμφωνα με τα δικαστήριά μας, η χώρα διοικείται τόσο άσχημα που μια και μόνο λέξη που λέγεται σε ένα βίντεο μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια και να ανατρέψει τη δημόσια τάξη.
Τι παράξενη αντίφαση, μάνα!
Έχουμε έναν ηγέτη που θέλει να παραμείνει στην εξουσία όσο υπάρχει ο κόσμος, ο οποίος θέλει να επανεκλεγεί επειδή ξέρει και κάνει τα πάντα με τον καλύτερο τρόπο. Αλλά μία και μόνο λέξη μπορεί να φέρει τη χώρα του στο χείλος της κατάρρευσης.
Νομίζω ότι αξίζει να σκεφτούμε λίγο το νόημα της στάσης της Δικαιοσύνης.
Ή μήπως τα δικαστήριά μας δοκιμάζουν υποσυνείδητα μεθόδους για να παρουσιάσουν την κυβέρνηση της χώρας ως ανίκανη;
*Ο Μεχμέτ Γιακούπ Γιλμάζ γεννήθηκε το 1956 στη Μαλάτεια. Τελείωσε το δημοτικό στο Δημοτικό Σχολείο Ντεβρίμ της Αττάλειας και το γυμνάσιο-λύκειο ως εσώκλειστος με κρατική υποτροφία στο Λύκειο Ντενιζλί. Το 1977 αποφοίτησε από το Τμήμα Οικονομίας και Οικονομικών της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Άγκυρας.
Ξεκίνησε τη δημοσιογραφία το 1975, ενώ ήταν ακόμη φοιτητής στη ΣΠΕ, στο περιοδικό Yankı στην Άγκυρα υπό τη διεύθυνση του Μεχμέτ Αλί Κισλάλι. Για ένα διάστημα διετέλεσε διευθυντής σύνταξης του περιοδικού.
Πριν από το πραξικόπημα της 12ης Σεπτεμβρίου 1980, εργάστηκε ως υπεύθυνος Τύπου στην Ομοσπονδία Yol-İş, μέλος της Türk-İş, και στο συνδικάτο YSE-İş, εκδίδοντας την εφημερίδα και το περιοδικό του συνδικάτου.
Μετά τη θητεία του στη Στρατιωτική Σχολή Ξηράς, επέστρεψε στο επάγγελμα στην Κωνσταντινούπολη, στον εκδοτικό οίκο Gelişim Yayınları. Εκεί υπηρέτησε ως αναπληρωτής γενικός διευθυντής σύνταξης των περιοδικών Erkekçe και Bilim και στη συνέχεια ως γενικός διευθυντής σύνταξης του περιοδικού Gelişim TV.
Το 1985 εντάχθηκε στην εφημερίδα Hürriyet και ίδρυσε την Ομάδα Περιοδικών Hürriyet, εκδίδοντας περιοδικά όπως Tempo, Blue Jean και Playmen.
Αργότερα ανέλαβε γενικός διευθυντής της Dönemli Yayıncılık. Μαζί με τον Ερτζάν Αρικλί, κατά τη μετατροπή της Dönemli Yayıncılık σε 1 Numara Yayıncılık, διετέλεσε γενικός διευθυντής και υπήρξε ιδρυτής γενικός διευθυντής σύνταξης περιοδικών όπως Aktüel, Cosmopolitan, Penthouse και Oya. Συνολικά, υπήρξε ιδρυτής σε περισσότερα από 30 περιοδικά.
Στις αρχές του 1995 εξέδωσε την εφημερίδα Posta. Στο τέλος της ίδιας χρονιάς ίδρυσε την Fanatik και στα τέλη του 1996 την Radikal, στην οποία διετέλεσε και γενικός διευθυντής σύνταξης.
Το 2000 ανέλαβε γενικός διευθυντής σύνταξης της Milliyet, θέση που κράτησε για 5,5 χρόνια, και στη συνέχεια έγινε CEO του Ομίλου Περιοδικών Doğan Burda.
Από το 2005 έως τον Σεπτέμβριο του 2018 ήταν αρθρογράφος στην Hürriyet. Από τον Οκτώβριο του 2018 γράφει στην T24.
Από τις εφημεριδιακές στήλες του έχουν εκδοθεί τα βιβλία Kırmızıyı Seçtim, Aşk Mavinin Altındaydı, Benden Selam Söyleyin Bütün Aşklarıma, Aşktan Sonra Hayat Var Mı, Şaşırma Duygumu Kaybettim, Hükümsüzdür. Έχει επίσης εκδώσει την εκτενή ιστορία Aşk Herşeyi Affeder mi.
Αποκαλούμενος «ο δημοσιογράφος που έχει ξεκινήσει τις περισσότερες εκδόσεις στην τουρκική δημοσιογραφία», ο Μεχμέτ Υ. Γιλμάζ είναι γνωστός τόσο για τα κείμενά του πάνω στις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις όσο και για τα δοκίμιά του και τα σχόλιά του για το ποδόσφαιρο.


