«Και ο ΠΑΟΚ να μην υπήρχε, εγώ ΠΑΟΚ θα ήμουν»

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

ΝΙΚΟΣ ΜΑΡΑΝΤΖΙΔΗΣ*

Κάθε ποδοσφαιρικός σύλλογος είναι «περισσότερο από ένας σύλλογος» (Mes que un club), για να δανειστώ το διάσημο σύνθημα της Μπαρτσελόνα. Ιδιαίτερα κάποιες δημοφιλείς ομάδες, απηχώντας βιώματα, αντιθέσεις και φιλοδοξίες, αντανακλούν ισχυρές συλλογικές ταυτότητες.

Στην περίπτωση του ΠΑΟΚ, στο υπόστρωμά του βρίσκεται η σύζευξη δύο ταυτοτήτων. Η πρώτη είναι η προσφυγική. Οι Κωνσταντινουπολίτες της Θεσσαλονίκης αρχικά και στη συνέχεια οι ευρύτερες προσφυγικές κοινότητες αναπαράστησαν διαμέσου του συλλόγου τη δική τους περιπέτεια, τα όνειρά τους, τον κόσμο τους. Μπιζίμ ΠΑΟΚ, έλεγαν, ο δικός μας ΠΑΟΚ, δηλαδή.

Η δεύτερη ταυτότητα είναι γεωγραφική. Προέκυψε από τη διαίρεση «Παλιά Ελλάδα-Νέες Χώρες» και βιώθηκε ως κοινωνική διάκριση. Για δεκαετίες, και τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 20ού αι., το αίσθημα πως το ελληνικό κράτος, η παλαιά Ελλάδα, συμπεριφερόταν, λίγο-πολύ, όπως η μητρόπολη στην αποικία κυριάρχησε στη συνείδηση των Βορειοελλαδιτών.

Σταδιακά, από ομάδα των προσφύγων της Θεσσαλονίκης, ο ΠΑΟΚ έγινε η δημοφιλέστερη ομάδα της Μακεδονίας, των λαϊκών ανθρώπων της κυρίως. Η λαϊκότητα και η προσφυγική καταγωγή των οπαδών του αποτυπωνόταν στα παρατσούκλια που τους προσέδιδαν οι αντίπαλοι. Ηταν οι «Μπαοκτσήδες», οι «Τούρκοι», άλλοτε οι «Γύφτοι» ή οι «Βούλγαροι». Αργότερα, σε μια επανάληψη της Ιστορίας, ο ΠΑΟΚ έγινε η ομάδα και των παλιννοστούντων από την πρώην ΕΣΣΔ, των «Ρώσων» ή «Ρωσοπόντιων» που εγκαταστάθηκαν στη Β. Ελλάδα.

Ενας ποδοσφαιρικός σύλλογος δεν είναι μόνο κοινωνικές ταυτότητες. Είναι κατ’ αρχήν το άθλημα. Αλλοι αγαπούν το ποδόσφαιρο, άλλοι δεν το αγαπούν. Αλλοι μπορούν να βρίσκονται συνωστισμένοι ώρες ολόκληρες στα τσιμέντα με κρύο ή καύσωνα για να ζήσουν ένα παιχνίδι· άλλοι δεν αντέχουν ούτε πέντε τηλεοπτικά λεπτά ποδοσφαιρικού θεάματος.

Είναι επίσης νόμιμες, αλλά και έκνομες, επιχειρηματικές δραστηριότητες. Είναι προσδοκίες κέρδους, προβολής και οικοδόμησης ισχύος. Είναι «προϊόν» και «εργαλείο». Οχι μόνο σήμερα, που συνιστά πεδίο δράσης σημαντικών επιχειρηματικών συμφερόντων, αλλά και παλιότερα, που ήταν ερασιτεχνικό, στο ποδόσφαιρο εμπλέκονταν ισχυρά άτομα και φιλόδοξες οικογένειες. Τα κίνητρά τους δεν ήταν ποτέ αμιγώς αθλητικά. Οπως σημείωσε ο ιστορικός Λουκάς Τσίπτσιος, αναφερόμενος στους ιδρυτές του ΠΑΟΚ, αυτή «η παρέα» ήταν μια κωνσταντινουπολίτικη ελίτ που είχε βλέψεις κυριαρχίας, σίγουρα, και στο πολιτικό πεδίο. Και ο ΠΑΟΚ ήταν ένας φορέας για τους στόχους τους.

Κατά δεκάδες, βουλευτές, υπουργοί, δήμαρχοι επένδυσαν στον ΠΑΟΚ (και θα το ξανακάνουν) προσδοκώντας εκλογικά οφέλη. Λογικό! Στις 14 εκλογικές περιφέρειες της Μακεδονίας, η επιρροή του συλλόγου μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη. Αξέχαστη θα μου μείνει η κυνική απάντηση ενός Θεσσαλονικιού πολιτικού όταν τον ρώτησα τι ομάδα είναι: «Πολιτικά είμαι ΠΑΟΚ», μου είπε.

Πώς μπορούν, λοιπόν, άνθρωποι να παθιάζονται για το ποδόσφαιρο όταν αυτό αποτελεί εργαλείο προώθησης επιχειρηματικών ή άλλων συμφερόντων; Πράγματι, παντού, οι μεγάλοι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι ενώνουν, μυστικιστικά σχεδόν, φιλοδοξίες ισχυρών με καημούς ασθενών, το όφελος με την ανιδιοτέλεια, επαγγελματίες με ερασιτέχνες, κυνικούς με αφελείς, εγκληματίες με αθώους, την «παρθένα με τον Σατανά» που λέει κι ο Σαββόπουλος.

Η σύναξη των αντιθέτων δεν αφορά μόνο το ποδόσφαιρο όμως. Η πολιτική λειτουργεί με παρόμοιο τρόπο. Η θρησκεία επίσης. Οι μεγάλες συλλογικές ταυτότητες συνενώνουν διαφορετικά, συχνά αντιφατικά στοιχεία, συμφέροντα και ηθικές. Η δύναμή τους βρίσκεται στο ότι μπορούν να συνδέσουν συναισθήματα με ορθολογικές επιδιώξεις, πλήθη με οργανωμένους θεσμούς, το παρόν με το παρελθόν και να κληροδοτούνται από γενιά σε γενιά.

Στην ελληνική περίπτωση, η πολύπλοκη κοινωνική πραγματικότητα του ποδοσφαίρου αντανακλάται στο ιστορικά αποτυπωμένο ολιγοπώλιο ισχύος των τριών ομάδων της Αθήνας. Το ελληνικό ποδόσφαιρο είναι η αθλητική απεικόνιση του χαρακτήρα του ελληνικού κράτους, του υδροκεφαλισμού του, της δορυφοροποίησης της περιφέρειας και των πρωτείων του κέντρου στο πανελλήνιο πλέγμα της διαπλοκής και των πελατειακών σχέσεων. Στη Μεταπολίτευση, ας πούμε, αν υπήρχε πρωτάθλημα στη διαπλοκή, ο Ολυμπιακός του Κοσκωτά θα το είχε κερδίσει αήττητος.

Οι κωνσταντινουπολίτικες ελίτ της Θεσσαλονίκης μπορεί να ήταν αρκετά ισχυρές στη Β. Ελλάδα αλλά όχι τόσο ισχυρές για να ανταγωνιστούν τα αθηναϊκά σαλόνια. Για δεκαετίες, ο ΠΑΟΚ κατεγράφη ως «αιώνιος τρίτος ή τέταρτος», με εκλάμψεις πρωταθλητισμού στη χάση και στη φέξη. Οι παοκτσήδες αναδείχτηκαν σε συμπαθητική, έως γραφική, αποτύπωση του παραπονιάρη, αφελούς Βορειοελλαδίτη.

Γεννήθηκα στη Σαλονίκη, την πρωτεύουσα των προσφύγων, όπως έγραψε ο Γ. Ιωάννου. Μεγάλωσα σε οικογένεια προσφύγων περιτριγυρισμένος από πρόσφυγες. Οταν ήμουν μικρός νόμιζα πως όλος ο κόσμος αποτελείται από πρόσφυγες και μετανάστες. Οχι ότι η αλήθεια απέχει πολύ απ’ αυτό. Ακουσα τόσες προσφυγικές ιστορίες, που είναι σαν να τις έζησα κι εγώ. Ξεναγήθηκα στις αγωνίες δύο γενιών να ζήσουν, να ορθοποδήσουν. Να γλιτώσουν από την κατάρα να είναι δυο φορές ξένοι· να μην τους λένε υποτιμητικά «Τουρκάκια» ή «Ρωσάκια».

Γεννήθηκα στη Σαλονίκη! Και ο ΠΑΟΚ να μην υπήρχε, εγώ πάλι ΠΑΟΚ θα ήμουν.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

spot_img

5 ΣΧΟΛΙΑ

  1. ΠΑΟΚ είσαι κ. Μαραντζίδη; Για ξανασκέψου το, μάλλον Βαρντάρ Σκοπίων είσαι, αν και μάλλον δεν το έχεις συνειδητοποιήσει. Η στάση σου στο Σκοπιανό ζήτημα αυτό κατέδειξε.
    Ναι, θα τα ακούσεις από τον προδομένο λαό χωρίς περιστροφές: όλοι οι μπροστάρηδες της Συμφωνίας των Πρεσπών θα κατατρύχεστε εις τον αιώνα τον άπαντα από το άγος του ενδοτισμού σας.

    ΥΓ Και η Αθήνα τίγκα στους πρόσφυγες είναι-όμως ο απλός αθηναϊκός λαός κατά πλειοψηφία δεν βγάζει προς τα έξω κανένα μικρόψυχο τοπικισμό: λατρεύει την Ελλάδα στην ολότητά της ως ιστορική και γεωγραφική οντότητα. Αυτό που μισεί είναι το κράτος, όχι τα παρακλάδια του ελληνικού κορμού. Και κανένας σοβαρός Έλληνας δεν αποκάλεσε “τουρκάκια” ή “ρωσάκια” ή “βουλγαράκια” τα παιδιά της Μακεδονίας -εξαιρούνται τα κτηνόμορφα άτομα που λέγονται χούλιγκανς. Έτερον εκάτερον λοιπόν, μην τα μπερδεύεται.

    • ΕΤΣΙ ΜΠΡΑΒΟ . ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΑΡΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΘΥΜΟΥΣ (ΚΥΡΙΩΣ ΤΟΥΣ 153 ΒΟΥΛΕΥΤΈΣ ΠΟΥ ΚΥΡΩΣΑΝ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΣΥΜΦΩΝΙΑ) ΣΤΟ ΚΑΤΟΠΙ ΕΚΤΟΣ ΑΝ ΠΟΥΝ ΜΕ ΚΑΘΑΡΟ ΝΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΑΡΑ ΚΑΡΔΙΑ ΤΟ ”ΗΜΑΡΤΟΝ” ΣΤΗΝ ΕΝΔΟΞΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ,ΠΟΥ ΚΑΤΕΓΡΑΨΕ ΤΗΝ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΚΛΠ ΤΗΣ ΕΝΔΟΞΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΛΙΛΙΠΟΥΤΕΙΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ΑΛΒΑΝΟΣΛΑΒΩΝ ΣΚΟΠΙΑΝΩΝ.
      ΝΑ ΕΠΑΝΑΛΑΒΩ ,ΟΜΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΑΣΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΤΟΠΙΚΙΣΜΟΥΣ -ΠΟΥ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΥΔΟΚΙΜΟΥΝ ΣΤΗΝ ΛΕΓΟΜΕΝΗ ΠΑΛΗΑ ΕΛΛΑΔΑ , ΠΟΥ ΘΕΩΡΟΥΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΤΕΡΟΧΘΟΝΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΚΑΤΑΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΘΕΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ-ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ.

        • Ωραιότατα τα λέτε!

          Να διευκρινίσω μόνο ότι κατά την γνώμη μου η ευθύνη της προδοσίας βαραίνει εξίσου τους πολιτικούς και τους “γραφιάδες” της κακιάς ώρας (βλ. Κωστόπουλο, Ηρακλείδη, Μπουκάλα, Χριστόπουλο, Λιθοξόου κλπ) που συκοφάντησαν και παραπλάνησαν έναν ολόκληρο λαό όταν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για το αυτονόητο: την υπεράσπιση της ιστορικής του μνήμης.
          Κατά τα άλλα, ναι τοπικισμός έχει πράγματι εμφανιστεί παντού στην Ψωροκώσταινα: αφότου διαλύθηκε ο οικουμενικός ελληνισμός (το Ρωμαίικο) και γίναμε προτεκτοράτο, ο κάθε βλαχοδήμαρχος επεδίωκε να φάει από τον κρατικό κορβανά εις βάρος του υπολοίπου γένους. Αυτά είναι φαινόμενα καταδικαστέα αναμφιβόλως, ωστόσο μειοψηφικά. Τα πλατιά στρώματα του λαού πολέμησαν με το ίδιο πάθος παντού: στην Κρήτη, στην Μακεδονία, στην Ήπειρο, στην Μικρά Ασία, στην Κύπρο κλπ.

  2. Ο κοντόθωρος παοκτζίδικος τοπικισμός ας περιοριστεί στην κοσμοθεωρία του κ. Μαραντζίδη.
    Ο οικουμενικός ελληνισμός έχει άλλες αξίες (τραγούδι του 1909-επανέκδοση 1914):

    https://www.youtube.com/watch?v=UKnwQlRp3dw

    Ξένος είμαι κι ήρθα τώρα,
    από μέρος αλαργινό,
    και να ιδώ πώς οι αδερφοί μου,
    πολεμούνε τον Βούλγαρο.

    Κι έτρεξα με τ’ άρματα μου,
    για να τους εκδικηθώ,
    για το έθνος μου και μόνο,
    (για την πίστη μου και μόνο)
    δι’ αυτό θα σκοτωθώ.

    Στο ‘ να χέρι τη σημαία,
    και στο άλλο το όπλο μου,
    και με το σπαθί στα δόντια,
    να προφτάσω τ’ αδέρφια μου.

    Αν πεθάνω επί της μάχης,
    να μ’ αφήσετε επί ποδών,
    για να βλέπουν οι Βούλγαροι,
    πώς τιμούμε την πίστη μας.
    (πώς τιμούμε το έθνος μας).

Leave a Reply to Σ.Α.Ν Ακύρωση απάντησης

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα