Του Παντελή Σαββίδη
(Φωτ.: pixabay.com/users/dji-agras-12491421/)
Οι συνεχείς κινητοποιήσεις των αγροτών στην Ελλάδα δεν αποτελούν ένα ακόμη επεισόδιο περιοδικής κοινωνικής έντασης. Αντίθετα, εκφράζουν μια βαθιά δομική αναταραχή που αγγίζει τον πυρήνα της αγροτικής παραγωγής, της ευρωπαϊκής πολιτικής και των παγκόσμιων μετασχηματισμών στη γεωργία.
Το ελληνικό αγροτικό ζήτημα μοιάζει τοπικό, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται στον χάρτη μιας παγκόσμιας αναδιάταξης γης, ισχύος και παραγωγής.
Οι Έλληνες αγρότες εδώ και μήνες βρίσκονται σε συνεχή κινητοποίηση, καταγγέλλοντας ότι η πολιτική της κυβέρνησης και οι καθυστερήσεις στις αποζημιώσεις τους οδηγούν σε οικονομική ασφυξία. Οι καταστροφές από ακραία καιρικά φαινόμενα, οι καθυστερήσεις του ΕΛΓΑ και η απουσία ρεαλιστικής στήριξής τους έχουν αφήσει χωρίς δίχτυ ασφαλείας, την ώρα που οι τιμές στις ζωοτροφές, τα καύσιμα, το ρεύμα και τα λιπάσματα παραμένουν σε δυσθεώρητα επίπεδα.
Την ίδια στιγμή, οι παραγωγοί βλέπουν το παράδοξο: οι τιμές στο ράφι εκτοξεύονται, αλλά ο ίδιος ο αγρότης αμείβεται συχνά κάτω από το κόστος παραγωγής. Η έλλειψη ελέγχων στους μεσάζοντες, ο αθέμιτος ανταγωνισμός από εισαγωγές χαμηλού κόστους και η δυσκολία πρόσβασης σε ρευστότητα συνθέτουν ένα εκρηκτικό μίγμα.
Η εφαρμογή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τους μικρούς και μεσαίους παραγωγούς.
Στην ελληνική ύπαιθρο, όπου κυριαρχούν μικρά κτήματα και οικογενειακές εκμεταλλεύσεις, οι νέες πράσινες υποχρεώσεις συχνά μεταφράζονται σε πρόσθετο κόστος και γραφειοκρατία. Οι αγρότες ζητούν ουσιαστική στήριξη, διάφανη τιμολόγηση και πραγματική προστασία από αθέμιτες πρακτικές –ζητούν στην ουσία τη δυνατότητα να συνεχίσουν να υπάρχουν.
Η ΚΑΠ εδώ και χρόνια δεν έχει στόχο την ποσοτική αύξηση της παραγωγής, αλλά τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και το δημοσιονομικό «μάζεμα». Η πράσινη μετάβαση επιβάλλει περιορισμούς στη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, αγρανάπαυση γης, και αυστηρότερες περιβαλλοντικές δεσμεύσεις.
Στην πράξη, αυτό οδηγεί σε συρρίκνωση των καλλιεργήσιμων εκτάσεων και σε μικρότερη παραγωγή. Η ΕΕ θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή γεωργία είναι ήδη υπερπαραγωγική. Οι παγκόσμιες αγορές μπορούν να καλύψουν μέρος των αναγκών. Το περιβαλλοντικό κόστος της εντατικής γεωργίας είναι πλέον μη βιώσιμο.
Ωστόσο, η Ελλάδα επηρεάζεται δυσανάλογα. Ενώ χώρες όπως η Ολλανδία, η Ισπανία ή η Γαλλία διαθέτουν υψηλή τεχνολογία, μεγάλης κλίμακας μονάδες και ισχυρές αγροδιατροφικές βιομηχανίες, η ελληνική παραγωγή παραμένει πολυτεμαχισμένη, με περιορισμένες δυνατότητες εκσυγχρονισμού.
Έτσι, ενώ η ευρωπαϊκή πολιτική προωθεί την πράσινη μετάβαση, οι επιπτώσεις στην Ελλάδα μοιάζουν να οδηγούν σε αποδιάρθρωση αντί για μετασχηματισμό. Η συρρίκνωση της παραγωγής εδώ είναι πραγματική, ενώ αλλού η γεωργία –με επενδύσεις, τεχνολογία και αγορά– ακμάζει.
Η διεθνής τάση είναι σαφής: η γη συγκεντρώνεται σε όλο και λιγότερα χέρια.
Τα τελευταία 20 χρόνια παρατηρείται παγκόσμια μαζική αγορά γης στην Αφρική από κράτη και πολυεθνικές, κυριαρχία κολοσσών στη Λατινική Αμερική, είσοδος funds στη γεωργία της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, ταχεία άνοδος της γεωργίας ακριβείας, όπου μόνο μεγάλοι παίκτες μπορούν να αντέξουν το κόστος.
Η μετάβαση σε ένα «πράσινο», ψηφιακό μοντέλο απαιτεί τεράστιες επενδύσεις –οι μικροί παραγωγοί δεν μπορούν να τις σηκώσουν. Το αποτέλεσμα είναι οι μικροί αγρότες σταδιακά να βγαίνουν από το σύστημα, η γη τους να συγκεντρώνεται, και η παραγωγή να μετατρέπεται σε βιομηχανία. Η ίδια τάση παρατηρείται στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, ακόμη και στην Ευρώπη.
Το αγροτικό τοπίο περνά από τα χέρια νοικοκυριών στα χαρτοφυλάκια επενδυτικών σχημάτων.
Το μέλλον της γεωργίας μπορεί να συνοψισθεί στην τεχνολογικοποίηση της παραγωγής, σε λιγότερους αγρότες και περισσότερες εταιρείες οι οποίες θα συγκεντρώσουν ισχύ, στην είσοδο του μεγάλου κεφαλαίου στον αγροτικό τομέα και τη διαμόρφωση του νέου φεουδάρχη.
Όποιος ελέγχει τη γη και την τροφή αποκτά στρατηγικό πλεονέκτημα.
Οι Έλληνες αγρότες δεν διαμαρτύρονται μόνο για το κόστος παραγωγής ή τις αποζημιώσεις. Διαμαρτύρονται επειδή αισθάνονται ότι βρίσκονται στην άκρη ενός συστήματος που αλλάζει ριζικά και τους αφήνει απ’ έξω. Η αγροτική πολιτική της ΕΕ, οι διεθνείς τάσεις συγκέντρωσης της γης και η παγκόσμια μετάβαση σε ένα βιομηχανικό-τεχνολογικό μοντέλο γεωργίας συνθέτουν ένα περιβάλλον στο οποίο ο παραδοσιακός αγρότης δυσκολεύεται να επιβιώσει.


