Η ΜΑΣΚΑ ΩΣ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑ Ο Άλλος που (δεν) είμαι εγώ

του Φώτη Καγγελάρη

Συγγραφέας του βιβλίου “Ceremonial Masks – Fotis Kangelaris’ Collection” 300 σελίδες με έγχρωμες φωτογραφίες και κείμενα από καλλιτέχνες και επιστήμονες σε δίγλωσση έκδοση

                 Δώσε στον άνθρωπο μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια

  Ο. Wilde

     Πέρασε πολύς καιρός από την πρώτη μάσκα της συλλογής που μου χάρισε ένας Αφρικανός συμφοιτητής στο Παρίσι.

Σήμερα, η συλλογή αυτή αποτελείται από 1000 περίπου μάσκες διαφόρων υλικών και διαστάσεων και ανάλογο αριθμό συνοδευτικών τελετουργικών αντικειμένων, μουσικών οργάνων, ενδυμάτων, κοσμημάτων, υφασμάτων. Αποτελείται επίσης από 300 περίπου μαριονέττες και φιγούρες του θεάτρου σκιών, ανάλογης σημασίας.

Είναι το αποτέλεσμα μιας επίπονης, επίμονης και συστηματικής αναζήτησης δεκαετιών, σ’ όλες τις χώρες του κόσμου, συχνά σε αντίξοες συνθήκες και ακόμα περισσότερο δυσκολότερες πολιτισμικές προσεγγίσεις για την απόκτηση των μασκών αυτών, αλλά και για τη μεταφορά τους: κάποιες εξ’ αυτών υπερβαίνουν τα τρία μέτρα σε ύψος.

Ορισμένες είναι εξαιρετικά σπάνιες, προερχόμενες από φυλές υπό εξαφάνιση ή ήδη, πολιτισμικά, χωρίς παρουσία στον χάρτη.

Οι μάσκες θα μπορούσαν σε γενικές γραμμές να διαχωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες ως προς τον προσανατολισμό τους. Είναι αφενός αυτές με θεατρική σκοπιμότητα, όπως οι Νoh, οι μάσκες των Ινδικών Επών, της Κορέας, του Βιετνάμ, της Ιάβας, κάτι αντίστοιχο προς τα ελληνικά προσωπεία ή τις μάσκες της Commedia dell’ Arte, και αφ’ ετέρου οι μάσκες οι οποίες έχουν ένα τελετουργικό χαρακτήρα με σκοπό την πρόσκληση ή την εκδίωξη μεταφυσικών δυνάμεων, ενδιάμεσων πνευμάτων, θεοτήτων.

Βέβαια, καταλαβαίνουμε πόσο σχηματικός είναι αυτός ο διαχωρισμός, αφού και οι μάσκες του θεάτρου, το ίδιο το θέατρο, η τραγωδία και το δράμα, είναι συχνά μια αναπαράσταση των χθόνιων και ουράνιων καταστάσεων. Αυτό φαίνεται σαφέστερα στις θρησκευτικές μάσκες της Μογγολίας ή της Παραγουάης.

Η απαγόρευση του προσωπείου, είτε θείου είτε ανθρώπινου, για παράδειγμα στο Ισλάμ, συνάδει με την αδιαχώριστη γραμμή μεταξύ του προσώπου του Θεού και τη θρησκευτική αναπαράσταση των δρώμενων από το πρόσωπο του Ανθρώπου.

Οι μάσκες των οποίων ο χαρακτήρας είναι προσανατολισμένος στην τελετουργία, ας το αποκαλέσουμε προς το Ιερό, έχουν ως σκοπό την πρόσκληση ή την εκδίωξη μεταφυσικών δυνάμεων για την ευόδωση των μεγάλων συμβολικών στιγμών που αφορούν τον βίο της κοινότητας -επέτειος θεϊκή, τελετές μύησης όπως η περιτομή και η κλειτοριδεκτομή, τελετές κυνηγιού και άλλων δοκιμασιών ή την ευόδωση προσωπικών δυσκολιών και ιδιαίτερων ατομικών στιγμών, όπου η μάσκα έχει τον ρόλο της ευχής ή του εξορκισμού για τον τοκετό, τη θεραπεία, ψυχολογική ή οργανική, του τραύματος, της πομπής προς τον θάνατο. Φέρονται από τον σαμάνο ή τον μάγο ή επίλεκτα μέλη της κοινότητας, συχνά κληρονομούνται από γενεά σε γενεά και αποτελούν τον πολιτισμικό πλούτο της κοινότητας.

Να τονίσουμε, στο σημείο αυτό, ότι με τη λέξη μάσκα, ιδιαίτερα στις κοινότητες του Ειρηνικού και της Αφρικής, εννοείται η πλήρης αμφίεση του ατόμου και όχι μόνο του προσώπου.

 Επίσης, η μάσκα μπορεί να μην φοριέται αλλά να φέρεται ή να είναι τοποθετημένη σ’ ένα ιδιαίτερο σημείο του χώρου της κοινότητας. Κάποιες εξ αυτών καταστρέφονται αμέσως μετά την τελετή ή είναι κατασκευασμένες από υλικά που αποσυντίθεται σταδιακά, όπως χόρτα, χρώματα κ.λπ., αφού έτσι διατηρούν για ένα σύντομο διάστημα ή εξαντλούν άμεσα τη δύναμή τους, καθώς μόνον οι θεοί είναι αθάνατοι, αν και αυτοί όχι πάντα, όπως συμβαίνει στη Παπούα- Νέα Γουινέα.

Η μάσκα ως πολιτισμική καταβολή της ανθρωπότητας, είτε μέσω μιας προ-θρησκευτικής εκδοχής (Ανιμισμός, Μαγεία) είτε στο πλαίσιο μιας οργανωμένης θρησκευτικής έκφρασης (Ινδουισμός, Βουντού), υπηρετεί την επιθυμία του ανθρώπου να επιβληθεί στις δυνάμεις της φύσης.

Επιδιώκει, με λακανικούς όρους, την επικράτηση του συμβολικού άξονα επί του πραγματικού, αλλά με εξωφυσικά-προλογικά μέσα που συναντούν το πραγματικό συμβολικά. Όπως και σήμερα συμβαίνει στον Δυτικό άνθρωπο όταν κάνει λιτανείες ή προσεύχεται, με σκοπό τη συνοχή, διατήρηση, υγεία και ασφάλεια της κοινότητας.

Πρόκειται, αφενός, για ένα αρχαϊκο μηχανισμό ταύτισης με τις δυνάμεις της επιθυμίας ή του φόβου και την προσωποποίησή τους για να περάσουν στη διάσταση της ορατής πραγματικότητας και, αφετέρου, για την ανάπτυξη μιας ριζοσπαστικής προσέγγισης της Ετερότητας που προκύπτει από τους αρχαϊκούς ψυχολογικούς μηχανισμούς της ενδοβολής και της ενσωμάτωσης του θείου, του εν-θουσιασμού, που  αποδίδουν την ταυτότητα του θεού αλλά και του μάγου.

Μιας μανικής συνάντησης, με το θείο, το Έτερον, τον Μεγάλο Άλλο όπου ο θεός ενσαρκώνεται σε λόγο σαμάνου ή μάγου ως λόγος σημασίας και εξ αυτού ερμηνείας, άρα, ανατροπής της μέχρι εκείνης της στιγμής υπάρχουσας σημασίας των πραγμάτων. Η πραγματικότητα, το συμβολικό πεδίο, επαναπροσδιορίζεται ως νόημα αφού το σύστημα αναφοράς μέσω της μαγικής παρουσίας, ουσιαστικά μέσω του λόγου του Άλλου, ερμηνεύει και σηματοδοτεί τη νέα θέαση του κόσμου.

Πρόκειται για μια συνάντηση με το «πράγμα» με όρους του συμβολικού και υπό την εποπτεία του συμβολικού.

Είναι δε αξιοσημείωτο  ότι η κατάσταση trans στην οποία εισέρχεται ο μάγος δεν μπορεί να ερμηνευτεί με τα δυτικά κριτήρια της ψυχολογίας ή της ψυχοπαθολογίας. Ακόμα κι αν ερμηνεύσουμε την κατάσταση που περιπίπτει το συμμετέχον πλήθος ως φαινόμενο μαζικής υστερίας, όπως, συχνά, συμβαίνει στους πιστούς ανεξαρτήτως θρησκεύματος, το πέρασμα-trans του μάγου από το συμβολικό στο πραγματικό, φορτισμένο με τα συμβολικά στοιχεία που θα υπαγορεύσουν τη νέα θέαση του συμβολικού δεν εντάσσεται σε μια δυτική ταξινόμηση.

Μ’ άλλα λόγια, το πέρασμα-trans από τη «φυσιολογική» κατάσταση σε μία «μη-φυσιολογική», κατά την οποία όμως θα σηματοδοτήσει τη «φυσιολογική» που θ’ ακολουθήσει και η επάνοδος εν συνεχεία στην εν αναμονή «φυσιολογική» με τους όρους που υπαγορεύτηκαν κατά τη διάρκεια του περάσματος- trans δεν αντιστοιχούν σε κριτήρια της δυτικής ιατρικής.

Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι η μάσκα εκφράζοντας επιθυμία, καθοδηγείται από το λόγο, είναι βυθισμένη στο λόγο. Μ’ ένα προσίδιο  παρα-λόγο τρόπο βρίσκεται εντός του συμβολικού πεδίου παρότι διαρρηγνύει το σωσυριανό σημείο αποδίδοντας ένα σημαίνον χωρίς σημαινόμενο, όπως το άμπρα-κατάμπρα: όλο το σημαίνον γίνεται σημείο, ένα σημείο-σημαίνον το οποίο ούτε λέγει ούτε κρύπτει αλλά σημαίνει.

Είναι, ωστόσο, κατ’ αυτόν τον τρόπο που η μάσκα τελετουργίας γίνεται μια συνοδευτική ή αποτροπαϊκή διαδικασία στην πορεία του ανθρώπου από τη γέννηση στον θάνατο, στην προσδοκία του για ευτυχία. Καθίστανται, έτσι, πανανθρώπινο σύμβολο ή μάλλον αναδεικνύουν την αρχαία προσπάθεια του ανθρώπου να εξημερώσει ή να συμμαχήσει με τη φύση, να υπάρξει συνοχή, ασφάλεια και αρμονία στην κοινότητα και ταυτόχρονα να εκφράσει τη βαθύτερη επιθυμία για προσωπική ευτυχία, πάντοτε, ωστόσο, εντός της κοινότητας.

   Εάν επιχειρήσουμε να δούμε και κάποιες άλλες συνιστώσες που συγκροτούν το φαινόμενο μάσκα, θα εκκινούσαμε λέγοντας ότι οι δύο ουσιώδεις και συνάμα απλές επιθυμίες του ανθρώπου είναι να αισθάνεται ότι είναι «κάποιος» και ότι τουλάχιστον ένας άνθρωπος στη Γη τον αγαπά. Κι οι δύο αυτές επιθυμίες παραπέμπουν σε μια βαθύτερη:

να μην πεθάνει, να κατακτήσει την αθανασία είτε μέσω της αγάπης του Άλλου είτε μέσω της σημαντικότητας, του ιδιαίτερου και άρα μη φθαρτού στοιχείου, που θ’ αναγνωρίσει ο Άλλος, σ’ αυτόν.

      Ωστόσο, αυτό που αποκαλούμε «πραγματικότητα» δεν είναι πάντα ευνοϊκή ως προς τις επιθυμίες του ανθρώπου κι αν η πραγματικότητα δεν αλλάζει, τότε είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που θ’ αλλάξει, θα διαφοροποιηθεί, θα μεταμφιεστεί. Θα πιστέψει ότι, με τα ίδια του τα μέσα θα γίνει αυτό που επιθυμεί ως προς τον Άλλο και ως προς τον εαυτό του.

Η πανάρχαια αυτή διάθεση για μεταμφίεση συναντάται και στην παιδική ηλικία της ανθρωπότητας: τελετές Διονύσου, τελετές αρχέγονων φυλών σε όλες τις ηπείρους, αλλά και στην παιδική ηλικία του ανθρώπου: το μικρό κορίτσι που μεταμφιέζεται με το κραγιόν και τα τακούνια της μητέρας του, το μικρό αγόρι που θέλει να φορέσει γραβάτα…

Όχι τυχαία, η μάσκα στα λατινικά λέγεται persona που σημαίνει και μάσκα και πρόσωπο. Μάσκα: εκείνο το οποίο εκτίθεται για να βιωθούν και ενσαρκωθούν καταστάσεις. Πρόσωπο: ο ίδιος ο άνθρωπος, εκείνος που ζει τις καταστάσεις κρυμμένος πίσω από τη μάσκα. «Personne», θα έλεγαν οι Γάλλοι, «κανείς», ωστόσο, πρόσωπο εντολοδόχος για την persona, πρόσωπο για το προσωπείο της μάσκας.

Αλλά, και, per-son, μέσω του παραμορφωμένου, από την κατασκευή της φορεμένης μάσκας- ηχείου, ήχου, ακούγεται μεταμφιεσμένη η φωνή του Κυρίου, όπως συμβαίνει στο θέατρο ή στις τελετουργίες των φυλών. Ακούγεται, θα λέγαμε, η φωνή του κυρίαρχου σημαίνοντος, εκείνου που προσπαθούσε να αγνοήσει η καρναβαλική ευφορία του Rabelais (Bakhtin) ή, νωρίτερα, ο Boccacio. Εκείνη την εφιαλτική ευφορία που υπογράμμισε ο Goya στα Caprichos  και, κυρίως, στα Los Disparates (όχι τυχαία, συσχετίζονται τα 22 αυτά χαρακτικά με το Καρναβάλι), ο Fleuri στην απελευθέρωση του τρελού ανθρώπου από τον Pinel ή ο  Rubens με το Βάκχο και ο Fuseli  με τον Εφιάλτη.

Η μάσκα, με την έννοια αυτή εκφράζει ένα σύμπτωμα ψυχικής φύσης, ένα συμβιβασμό μεταξύ της επιθυμίας, η οποία αναγκάζεται να μεταμφιεστεί, και της λογοκρισίας του σημαίνοντος. Η μάσκα γίνεται έτσι ένα όργανο του πολιτισμού που αποκρύπτει την αρχέγονη φύση του ανθρώπου, τον συγκερασμό ηδονής και καταστροφής, ενώ ταυτόχρονα γίνεται το σημαίνον της ρήξης με τον πολιτισμό.

Κάποια στιγμή, η διάθεση αυτή οριοθετήθηκε είτε μέσω του έντεχνου λόγου, όπως το θέατρο –μίμησις πράξεως, το αποκαλεί ο Αριστοτέλης-είτε μέσω τελετών θρησκευτικού ή κοσμικού χαρακτήρα συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας και επαναλαμβανόμενο σε τακτά διαστήματα.

Ανάμεσα στις μασκοφόρες εκδηλώσεις, στον Δυτικό-χριστιανικό πολιτισμό, πρωτεύουσα θέση κατέχει η μάσκα αφενός στις Απόκριες, αφετέρου στην καθημερινότητα.

Η μάσκα στην περίπτωση των Αποκριών αποσκοπεί σ’ ένα ξεφάντωμα -juissance του σώματος, των αισθήσεων και των επιθυμιών, που, όμως, μπορούν να ικανοποιηθούν εφ’ όσον το σώμα αυτό είναι άλλο από εκείνο της καθημερινότητας, κατά συνέπεια, μεταμφιεσμένο. Η μεταμφίεση βοηθά  να ενδώσει το άτομο χωρίς αναστολές και κίνδυνο ενοχών στο κυνήγι των επιθυμιών του, μιας και δεν είναι αυτός ο ίδιος που θα ζήσει ότι συμβεί αλλά αυτός ο Άλλος στον οποίο έχει μεταμφιεστεί, για μια περιορισμένη χρονική στιγμή, μετά την πάροδο της οποίας δεν θα έχει καμιά σχέση με αυτόν. Βέβαια, και εδώ, ακριβώς, συνίσταται η ζαβολιά, ξέρει πολύ καλά και βιώνει αυτός ο ίδιος ότι έχει προκαλέσει, επιδιώξει και δεχθεί.

Θα λέγαμε ότι, οι Απόκριες έχουν ως σκοπό, καταρχήν, να κάνουν το υποκείμενο να βιώσει τις σχέσεις του με τον Άλλο και τον εαυτό του μέσω αυτού που φαίνεται-ότι-είναι (και θα ήθελε να είναι) ή ξορκίζει να μην είναι και όχι μέσω αυτού που είναι «πραγματικά».

Δηλαδή, να βιώσει τον εαυτό του τη δεδομένη στιγμή εκτός της πραγματικότητας εκείνης που επιβάλλει κανόνες, ταμπού, αναστολές, νόμους, ενοχές, το μεγάλο «πρέπει» της καθημερινότητας. Και, τότε, αυτόματα το εκτός πραγματικότητας σημαίνει φαντασίωση, κόσμο φανταστικό, εκείνον που, ενδεχομένως, ονειρευόταν, μια δραπέτευση, όπως εκείνη των διακοπών του καλοκαιριού όπου κι εκεί, ας μην το ξεχνάμε, συχνά, οι άνθρωποι μεταμφιέζονται σε άλλους απ’ αυτό που είναι τον υπόλοιπο χρόνο. Μόνο που εδώ, στην περίπτωση της Αποκριάς η δραπέτευση είναι πλήρης και επιτυχής, χωρίς όριο, ο δραπέτης παραμένει ασύλληπτος αφού έχει μεταμφιεστεί σε Άλλο.

Αν, από την άποψη της ψυχοπαθολογίας, ως τρέλα θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την αποκοπή από την πραγματικότητα, την αναστολή της λειτουργίας του σημαίνοντος και την διάλυση του εγώ από τις ιδιόμορφες δυνάμεις του ασυνειδήτου μέσω των οποίων αναδύεται μια «τρελή» και συνάμα καταστροφική απόλαυση-juissance, είναι αυτό, ακριβώς, που προσφέρει η μεταμφίεση και οι Απόκριες:

μια παροδική αλλά, ωστόσο, ελεγχόμενη τρέλα απόλαυσης μία έξοδο της επιθυμίας χωρίς όρια η οποία δεν λαμβάνει υπόψη την πραγματικότητα, τις απαγορεύσεις του κυρίαρχου σημαίνοντος, κάποιες φορές αγνοώντας τον θάνατο ως μια απόπειρα υπέρβασης του αλλά και επιδιώκοντας τον ως μεταφορά της απόλαυσης.

 Ένα ταξίδι στον κόσμο των φαντασιώσεων και των επιθυμιών χωρίς τον κίνδυνο να χαθεί κάποιος, αφού είναι γερά αγκυροβολημένος στο πριν και στο μετά. Ένα ταξίδι ωρών, ημερών ή μιας νύχτα με εισιτήριο επιστροφής. Ένα one night stand  με την ίδια την ύπαρξη του μεταμφιεσμένου,  με σκοπό και επιδίωξη την έξοδο της επιθυμίας από την θέση της απώθησης και την επίτευξη, στιγμιαία, της αναστολής του Πολιτισμού ως πηγή δυστυχίας, απαραίτητης ωστόσο, για την συνοχή και ασφάλεια της ομάδας.

Μην ξεχνάμε ότι, ο πολιτισμός βασίζεται στην απώθηση  και στο εξ’ αυτής σύμπτωμα το οποίο, παρότι αρρωσταίνει το άτομο, στερεώνει ωστόσο τον πολιτισμό, την ηθική, τα κυρίαρχα σημαίνοντα, την συνύπαρξη. Θα λέγαμε, λοιπόν, ότι πρόκειται για μια περιοδική παλινδρόμηση στην υπηρεσία του Εγώ.

Σε τι συνίσταται η μεταμφίεση; Καταρχήν, στο να υποδυθεί κάποιος και, ενδεχομένως, να βιώσει αυτό που πιστεύει στη φαντασία του πως είναι ή αυτό που θα ήθελε να είναι ή αυτό που ήταν κάποτε, μ’ έναν τρόπο, όμως, που είναι συμβολικός: ιππότης, φαντομάς, καλόγερος, πόρνη, βασιλοπούλα, χαβανέζα

Έτσι, υλοποιεί κρυμμένες και, ίσως, απωθημένες, ασυνείδητες επιθυμίες οι οποίες εκφράζονται συμβολικά μέσω της μεταμφίεσης.

Βρίσκουν, με ανώδυνο τρόπο, πρόσβαση στην πραγματικότητα. Θα λέγαμε ότι, η αμφίεση, στην περίπτωση αυτή, λειτουργεί ως ένα είδος καθρέφτη που παρέχει την εικόνα του εαυτού που θα ήθελε κάποιος να έχει.

Ταυτόχρονα, το κοστούμι γίνεται κώδικας επικοινωνίας ως προς τον Άλλο (όπως τα ρούχα στους έφηβους, όπως τα τατουάζ και οι εγχαράξεις στο πρόσωπο στις φυλές της Ωκεανίας και της Αφρικής). Το κοστούμι εκπέμπει σήματα προσέγγισης ή απώθησης του Άλλου, μέσα στο βλέμμα του οποίου ο μεταμφιεσμένος θα τονώσει την ναρκισσική του εικόνα  για το επίτευγμά του.

Θα λέγαμε, επίσης,  ότι το να ντυθούμε όλοι εκείνη τη βραδιά, το αυστηρά μασκέ, σημαίνει, συμβολικά, να γίνουμε όλοι μέλη του ίδιου σώματος, του σώματος της επιθυμίας και των φαντασιώσεων: είμαστε όλοι άλλοι, δεν κινδυνεύουμε ό,τι και να συμβεί απόψε σε αυτή τη φαντασιωτική οικογένεια που σχηματίσαμε. Δεν υπάρχει περίπτωση ρωγμής στη φαντασίωση από όπου θα μπορούσε να εισβάλλει η πραγματικότητα και η ενοχή. Το όποιο παράπτωμα εξοστρακίζεται μέσω του τείχους που σχηματίζουν οι παρουσίες, τα σώματα- επιθυμίες  των υπολοίπων.

Ωστόσο, δεν είναι πάντα αυτή η σημασία της μάσκας και του κοστουμιού. Κάποιες φορές, ο μεταμφιεσμένος δεν τείνει στο να βιώσει αυτό που θα ήθελε να είναι, αλλά ν’ αποδιώξει, να εξοστρακίσει, να γελοιοποιήσει αυτό που φοβάται ότι είναι ή μπορεί να του συμβεί: ομοφυλόφιλος, καλόγρια, δαίμονας ή ζώο, τρελός ή ναυαγός. Όπως ακριβώς συμβαίνει και σε τελετές φυλών όπου ο μάγος, ο ιερέας, ο σαμάνος μεταμφιέζεται όχι μόνο για να καλέσει τις δυνάμεις του Kαλού, αλλά και για να εκδιώξει το Κακό, τα κακά πνεύματα που επιφέρουν ασθένειες και καταστροφές, να εκδιώξει, δηλαδή, τους φόβους για την εισβολή  του ανεπίτρεπτου. Ταυτιζόμενος ο μεταμφιεσμένος με αυτό που φοβάται, μπορεί να το εξουδετερώσει και στο τέλος να το πετάξει από πάνω του, φθαρμένο και ακίνδυνο πια, τον φόβο – κοστούμι. Μα, και ταυτόχρονα, να το βιώσει, γιατί στον άνθρωπο κάποιες φορές το να βιώσει αυτό που φοβάται, τον κίνδυνο, είναι μια επιθυμία εξαιρετικά ισχυρή όσο και η απώθηση αυτής της επιθυμίας.

Ιδού, λοιπόν, συνοπτικά η σημασία της μεταμφίεσης: να γίνω ο Άλλος που θα ήθελα να είμαι, να γίνω ο Άλλος που φοβάμαι πως είμαι, να βρεθώ ναρκισσευόμενος είτε προσεγγιστικά είτε απωθητικά μέσα στο βλέμμα του Άλλου ούτως ώστε να δει μέσω των εμφανών σημείων τα σημεία προσέγγισης μαζί του. Και για να θυμηθούμε τους άξονες του ναρκισσισμού του Freud να γίνω (άφοβα) αυτό που (νομίζω ) πως είμαι, να γίνω αυτό που θα ήθελα να είμαι, να γίνω αυτό που ήμουν κάποτε και δεν είμαι πια. Ότι, δηλαδή, συμβαίνει και σε μια ερωτική σχέση όπου ο άλλος καλείται να παίξει τον ρόλο του ιδανικού καθρέφτη εντός του οποίου θα βρω την ιδανική εικόνα του εαυτού μου. Μόνο, που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα έλεγε ο Rimbaud, ο άλλος είμαι εγώ.

Το θέμα της μεταμφίεσης δεν απαντάται μόνο στις Απόκριες, αν και στο Δυτικό κόσμο είναι η περίοδος της αιχμής. Ας σκεφτούμε ότι κάποιες φορές ακόμα κι ένα ένδυμα καινούριο μας κάνει να αισθανόμαστε άλλοι όταν κοιταζόμαστε στον καθρέφτη εν σχέσει  με το πως αισθανόμασταν πριν το φορέσουμε. Ας σκεφτούμε ότι είμαστε άλλοι όταν βρισκόμαστε στον δρόμο ή στο υπνοδωμάτιό μας, άλλοι όταν κοιμόμαστε μόνοι μας ή με άλλον.

Υπάρχει, άραγε, κι εδώ μια διάθεση μεταμφίεσης; Υπάρχουν μάσκες που αλλάζουμε κατά περίπτωση; Και, τότε, ποιοι είμαστε πραγματικά;

Προς το παρόν, ας θυμηθούμε τα λόγια του R. Barthes: Το πιο δύσκολο πράγμα για να φωτογραφηθεί είναι μια μάσκα. Γιατί, στη μάσκα δεν μπορείς να εξάγεις από μέσα της αισθήματα και εσωτερικότητα που είναι και το ζητούμενο από τον φωτογράφο όσον αφορά τα ανθρώπινα μοντέλα. Μια μάσκα είναι πάντα αυτή που είναι. Δεν προσποιείται, δεν υποκρίνεται, δεν το «παίζει»-άλλος. Μια μάσκα δεν είναι ποτέ fake. Είναι αληθινή ως προς αυτό που φαίνεται και είναι. Έτσι, η μάσκα παρότι μέσο μεταμφίεσης, η ίδια γίνεται  σύμβολο της αθωότητας.

  Να επισημάνουμε στο σημείο αυτό ότι η μάσκα «φωτογραφίζει» όπως μια φωτογραφία. Διατηρεί αναλλοίωτο το πρόσωπο αλλά και τις δυνάμεις που εγκλωβίζονται ή απελευθερώνονται από αυτό. Η μάσκα ως πορτρέτο θεϊκών, δαιμονικών, υπερβατικών συγκλίσεων συναντά τη φωτογραφία ως τόπο σύγκλισης της απτής πραγματικότητας και της υπέρβασής της. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, που η έναρξη του ενδιαφέροντος για τις μάσκες τελετουργίας (Οριενταλισμός) στον Δυτικό πολιτισμό συμπίπτει χρονικά με την ανακάλυψη της φωτογραφίας.

Η φωτογραφία είναι πάντα εκτός από ένα, κατά το δυνατόν, αποτύπωμα της πραγματικότητας εντός ερμηνείας και ένα παράθυρο προς το «αλλού». Μια ματιά στο «εντεύθεν» της όρασης. Εκεί, ακριβώς, όπου ο άνθρωπος πασχίζει να βρει τα νοήματα, το νόημα της ζωής του. Ότι κάνει και μία μάσκα τελετουργίας: να αποδώσει νοηματικό ιστό στη ζωή του ανθρώπου η οποία ορίζεται από τις θεϊκές και δαιμονικές δυνάμεις τις οποίες, ωστόσο, έχει ορίσει ο ίδιος ο άνθρωπος. Μια μάσκα  δεν λέει ποτέ ψέματα και μ’ αυτή την έννοια το ίδιο ισχύει για μια φωτογραφία, παρότι το ψεύδος είναι η συνθήκη της ύπαρξης της.  Η μάσκα τελετουργίας και η φωτογραφία σαν δύο κείμενα εμπλεκόμενα, παράλληλα αλλά και ευδιάκριτα μας δίνουν μια πυξίδα για το «εντεύθεν» της ζωής, για το «εντεύθεν» του θανάτου.

Κάτι ακόμα. Oι Πρώτες Τέχνες μπολιάζουν δημιουργικά τη δυτική τέχνη με κεντρικό σημείο αναφοράς τις Δεσποινίδες της Αβινιόν του Picasso (1907) και τον Φεγγαρίσιο Πιερόττο  του Schöenberg (1912). Όσον αφορά τις Δεσποινίδες ο θεατής παρατηρεί ότι τα πρόσωπα των γυναικών του πίνακα είναι μάσκες της εθνότητας Φανγκ της Γκαμπόν, τις οποίες ο Picasso περιεργαζόταν στο Μουσείο του Τροκαντερό. Το ποτάμι του Μοντερνισμού παρασύρει την παλαιά τέχνη και μέσω της ρήξης της φόρμας εκκολάπτονται και δημιουργούνται όλα τα κινήματα που διασχίζουν τον 20ό αιώνα και όχι μόνο.

Χωρίς τις μάσκες δεν θα μπορούσε να υπάρξει Μοντερνισμός, δηλαδή, δεν θα μπορούσε να υπάρξει τέχνη.

       Κατά βάθος, η Μοντέρνα και η Σύγχρονη τέχνη όπως και οι Πρώτες Τέχνες προσπαθούν να φέρουν στην επιφάνεια αδιαμεσολάβητα την ουσία της ανθρώπινης φύσης, είτε αυτή είναι η ασύμβατη, προς τα κυρίαρχα σημαίνοντα, επιθυμία είτε είναι η τρέλα είτε η καταστροφή, επιχειρώντας μια ρήξη με την προγενέστερη τέχνη ως θεραπαινίδα της καθεστηκυίας τάξης, θα έλεγε ο Foucault, αλλά και μια ρήξη με τον Πολιτισμό ως πηγή δυστυχίας, θα έλεγε ο Freud.

Προσπαθούν να εκφράσουν το άρρητο, το αόρατο, το ανείκαστο, εκείνο που δεν μπορεί να εκφραστεί ή μάλλον μπορεί όσο μπορεί μέσω της τέχνης ή του ονείρου, του συμπτώματος και της τρέλας η οποία, ενίοτε, συγκατοικεί με την τέχνη.

Να τονίσουμε, επίσης, την έτερη δημιουργική δύναμη που επηρεάζει βαθιά και ανανεώνει την τέχνη 40 χρόνια μετά τις Δεσποινίδες, την Art brut, έτσι όπως την εισήγαγε ο Dubuffet στο καλλιτεχνικό στερέωμα ως ισοδύναμη της ακαδημαϊκής.

Η μάσκα, στην περίπτωση της τρέλας, εκπίπτει αφήνοντας μας την θέαση της ανθρώπινης κατάστασης χωρίς τις συμβάσεις. Η ανέλκυση του αρχαίου ψυχικού υλικού είναι και εδώ το ζητούμενο. Στην περίπτωση αυτή αναδύεται σε ατομικό επίπεδο, ενώ στις Πρώτες Τέχνες σε συλλογικό.

Ωστόσο, η προσέγγιση της Ετερότητας εντός του ίδιου του υποκειμένου παραμένει ο κοινός παρονομαστής.

Ο Φώτης Καγγελάρης είναι Διδάκτωρ Ψυχοπαθολογίας του Πανεπιστημίου του Παρισιού. Έχει γράψει βιβλία επιστημονικού και φιλοσοφικού περιεχομένου, συγγράμματα πανεπιστημιακών σχολών όπως και λογοτεχνικά βιβλία.
Πρόεδρος της «Εταιρείας Μελέτης Πολιτισμικής Ετερότητας» διαθέτει τη μεγαλύτερη συλλογή τελετουργικών μασκών στον κόσμο με αντικείμενο τη σχέση της ψυχοπαθολογίας με την ανθρωπολογία.
Έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη ψυχανάλυση και τη φιλοσοφία της Εικόνας με έμφαση στην Φωτογραφία, όπως επίσης με τη σχέση Τέχνης και Ψυχοπαθολογίας.
Έχει πραγματοποιήσει μεγάλο αριθμό διαλέξεων, εκπομπών στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση και έχει συμμετάσχει σε μεγάλο αριθμό συνεδρίων και σε συλλογικούς τόμους. Έχει επιμεληθεί εικαστικές εκθέσεις, παρουσιάσεις βιβλίων, θεατρικές κριτικές, σεμινάρια σχετικά με την Φωτογραφία, την Εικόνα και την Τέχνη.

 

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
47,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Τελευταία Άρθρα