![]()
Δρ. Mehmet Efe Caman
4 Δεκεμβρίου 2025
Το κουρδικό ζήτημα έχει επίσης μια διάσταση που σχετίζεται με την κοινωνικοποίηση. Αυτή αποτελεί και τη σημαντικότερη διάσταση του προβλήματος ως προς τη δυνατότητα επίλυσής του. Σε προηγούμενα άρθρα εξετάστηκε και αναλύθηκε το ζήτημα της ταυτότητας. Είχα επιχειρήσει να εξηγήσω ζητήματα όπως το πώς διαμορφώνονται οι ταυτότητες, ότι οι εθνικές ταυτότητες μπορούν να αναπτυχθούν σε εθνοτική ή πολιτειακή βάση, ο παράγοντας της γεωγραφίας —κατά πόσο η γη στην οποία ζει κανείς διαμορφώνει βάση ταυτότητας— και το πώς η επίσημη τουρκική ιστορική αφήγηση, θεμελιωμένη στις ρίζες της Κεντρικής Ασίας, κατέστησε αναπόφευκτο το κουρδικό ζήτημα.
Όπως ανέφερα προηγουμένως, οι πολιτικές ταυτότητας του τουρκικού κράτους οικοδόμησαν μία εθνική ταυτότητα πάνω σε μια κατασκευασμένη ιστορική θεωρία, η οποία αναπτύχθηκε ως συνέχεια των πολιτικών ταυτότητας των Ενωτικών. Αυτή η ταυτότητα ενσωματώθηκε στα σχολικά αναλυτικά προγράμματα και ολόκληρη η εθνική εκπαίδευση σχεδιάστηκε ως μια διαδικασία κατήχησης αυτής της ταυτότητας. Είναι μια μακρόχρονη διαδικασία∙ ίσως η πιο μακρά, αδιάλειπτη πολιτική στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Πολλές κυβερνήσεις άλλαξαν, ακόμη και αυτού του καθεστώτος σε επίπεδο δομής. Όμως η πολιτική ταυτότητας της Τουρκίας —αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε το “εργοστασιακό ρυθμιστικό” της— δεν μεταβλήθηκε ποτέ και παρέμεινε σταθερό. Για περισσότερο από 100 χρόνια, τα σχολικά προγράμματα που βασίζονταν στις επίσημες ιστορικές θεωρίες του κράτους, τα κρατικά μέσα μαζικής επικοινωνίας και η κατήχηση των πολιτικών λόγων μέσα από τα κανάλια δημόσιας διπλωματίας και προπαγάνδας επιβλήθηκαν στην κοινωνία μέσω εξαιρετικά αποτελεσματικών μεθόδων. Επιπλέον, η τουρκική λογοτεχνία που διαμορφώθηκε σε αυτό το κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον, ο τουρκικός Τύπος και τα μέσα ενημέρωσης (εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, αργότερα και το διαδίκτυο), καθώς και τα πανεπιστήμια και οι ερευνητικοί φορείς, υιοθέτησαν και αναπαρήγαγαν την κατασκευασμένη ταυτότητα.
Τα τουρκικά πολιτικά κόμματα διαμορφώθηκαν γύρω από αυτήν την ταυτότητα —ανάλογα με τη στάση που υιοθετούσαν απέναντί της— και δημιούργησαν την αντίστοιχη εκλογική αντίληψη. Αυτό που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως τουρκικό εθνικισμό είναι στην πραγματικότητα οι διάφορες ιδεολογικές ερμηνείες της ταυτότητας που κατασκευάστηκε. Παρότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές εκδοχές —τουρκισμός, παντουρκισμός, κεμαλικός εθνικισμός, “ουλασάλτζιλικ”, το Τουρκο-Ισλαμικό Σύνθετο, οι “Νιζάμ-ι Αλέμ”, ο νεοοθωμανισμός— το κοινό σημείο όλων αυτών, το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκαν, είναι ο εθνοτικός εθνικισμός που βασίζεται στον μύθο της μετανάστευσης από την Κεντρική Ασία, έναν μύθο που κατασκευάστηκε από το κράτος.
Όλα τα πολιτικά κόμματα στην Τουρκία τράφηκαν από τον τουρκικό εθνικισμό. Διότι ο τουρκικός εθνικισμός αποτελούσε το κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα γύρω από το οποίο συγκροτήθηκε το τουρκικό έθνος, και για τον τουρκόφωνο πληθυσμό —τους ψηφοφόρους— είχε πλέον γίνει η βασική συνιστώσα της αυτοταυτότητάς τους.
Όταν η οθωμανική θρησκευτική ταυτότητα (ουμά) έχασε πλήρως την επιρροή της στις αρχές του 20ού αιώνα, ακόμη και τα ισλαμικά ή συντηρητικά ισλαμικά ρεύματα υιοθέτησαν τη νεοδημιουργημένη τουρκική ταυτότητα και την ενσωμάτωσαν στις ιδεολογίες τους. Το να είναι κανείς “εθνικός” (“millilik”) έγινε κρίσιμο σημείο αναφοράς και νομιμοποίησης για όλα τα κόμματα. Για παράδειγμα, οι ισλαμικές θεωρήσεις του “Milli Görüş” «Εθνικό Όραμα». και οι σοσιαλιστικές θεωρήσεις του “Milli Demokratik Devrim” «Εθνική Δημοκρατική Επανάσταση». καταδεικνύουν αυτή την αναζήτηση. Πιο καθαρά ειπωμένο: το εγχείρημα του κράτους να δημιουργήσει έθνος και εθνικισμό πέτυχε.
Οι πολίτες της Τουρκίας που ανήκαν σε διαφορετικές εθνοτικές ομάδες υιοθέτησαν την τουρκική ταυτότητα —εντός του πλαισίου που σχεδίασε το κράτος— και με τον τρόπο που αυτό προέβλεψε.
Οι Κούρδοι ήταν η μόνη εθνοτική ομάδα που αντιστάθηκε σε αυτήν την ταυτότητα.
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους οι Κούρδοι πήραν θέση ενάντια στην τεχνητά κατασκευασμένη τουρκική ταυτότητα και στο ιστορικό αφήγημα που διαμόρφωνε το υπόβαθρό της. Μερικοί από αυτούς είναι οι εξής:
Οι Κούρδοι ήταν πολυάριθμοι. Ήταν συγκεντρωμένοι σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Αυτή η γεωγραφία ήταν η ιστορική τους πατρίδα. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν υπάρξει σχετικά στην περιφέρεια. Είχαν εξισλαμιστεί πολύ νωρίτερα από τους τουρκόφωνους. Δεν είχαν ξεχάσει τη γλώσσα τους. Η τοπογραφία της περιοχής όπου κατοικούσαν τούς απομόνωνε εν μέρει.
Πέραν αυτών, επειδή αποτέλεσαν στόχο του Σχεδίου Αναμόρφωσης της Ανατολής (Şark Islahat Planı) και των μεταγενέστερων αυστηρών κρατικών πρακτικών, αναγκαστικά τήρησαν αποστάσεις από το νέο κράτος. Επιπλέον, το γεγονός ότι και οι προοδευτικοί τουρκόφωνοι κύκλοι υιοθέτησαν τον κυρίαρχο κρατικό λόγο και περιφρόνησαν τους Κούρδους με εθνική συνείδηση, οδήγησε τους Κούρδους στην απομάκρυνση από την τουρκική διανόηση.
Οι Κούρδοι γίνονταν αποδεκτοί μόνο στον βαθμό που εξετουρκίζονταν. Αυτή η στάση, που έπληξε την αξιοπρέπειά τους, έκανε πολλούς πολιτικούς και διανοουμένους ανάμεσά τους να στραφούν προς τον κουρδικό εθνικισμό. Ο κουρδικός εθνικισμός ήταν αντιδραστικός. Τοποθέτησε στο επίκεντρό του την αντίσταση στην αφομοίωση. Επηρεάστηκε από άλλα αντιαποικιακά εθνικιστικά κινήματα. Δημιούργησε ένα είδος εθνικισμού του Τρίτου Κόσμου. Και πολύ σωστά πήρε θέση απέναντι στον τουρκικό εθνικισμό.
Ανέπτυξε λόγο αντίθεσης απέναντι στα αντανακλαστικά υπεροχής, άρνησης και αφομοίωσης του τουρκικού εθνικισμού. Η αυτοχθονία, το «είμαστε ντόπιοι», ήταν το σημαντικότερο και πιο εμφανές σημείο που τόνιζε η κουρδική εθνική ταυτότητα. Απέναντι στον μύθο της μετανάστευσης από την Κεντρική Ασία που προέβαλε ο τουρκικός εθνικισμός, αναπτύχθηκε ένας αντιαποικιακός λόγος τοπικότητας και αντίστασης.
Η τουρκική ιστοριογραφία δεν εγκατέλειψε ποτέ τον λόγο με τον οποίο όριζε τον εαυτό της ως κατακτητικό και ιμπεριαλιστικό, και αντιστοίχως, η κουρδική ταυτότητα εδραιώθηκε ακόμη περισσότερο στη βάση ενός νέου εθνικισμού.
Με άλλα λόγια, αναδύθηκε η πραγματικότητα που είχα τονίσει σε προηγούμενα άρθρα: ο τουρκικός εθνικισμός γέννησε τον κουρδικό εθνικισμό, και ο κουρδικός αποχωριτισμός ήταν προϊόν των άκαμπτων πολιτικών του τουρκικού κράτους.
Στη σημερινή τουρκική κοινωνιολογία, έχει επέλθει διαίρεση. Η διαίρεση δεν ξεκινά με εδαφικό διαμελισμό. Ξεκινά ως διαίρεση στην ταυτότητα. Όταν οι απαντήσεις που δίνονται στο ερώτημα «Ποιος είμαι;» βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση μεταξύ τους, η διάσπαση σε επίπεδο ταυτότητας φτάνει στο τελικό της στάδιο. Δεν είναι απλώς «Είμαστε διαφορετικοί». Το τελικό στάδιο είναι: «Είμαστε το αντίθετό σας».
Ο κουρδικός εθνικισμός είναι η ιδεολογική και ταυτοτική έκφραση του διαχωρισμού των Κούρδων από την τουρκικότητα.
Η κοινωνιολογία της Τουρκίας δεν συγκροτεί κοινωνία. Δεν πληροί τις προϋποθέσεις συγκρότησης κοινωνίας βάσει των κριτηρίων της κοινωνιολογίας ως επιστήμης. Οι Κούρδοι έχουν αποσπαστεί από αυτήν την κοινωνία σε επίπεδο ταυτότητας. Και επιπλέον, αυτό δεν ήταν επιλογή. Η τουρκική εθνική ταυτότητα, με τη στάση της κατά των Κούρδων και της κουρδικότητας, προγραμμάτισε αυτήν τη διάσπαση. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι ούτε μεταξύ των τουρκόφωνων υπάρχει ενιαία κοινωνιολογική συνοχή. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που αναδύθηκε περισσότερο στον 21ο αιώνα.
Αναφέρθηκα πολλές φορές στη συγγραφική μου δουλειά σε αυτήν την κοινωνιολογική αποσύνθεση. Ο όρος defragmentation μπορεί να αποδοθεί ως «κατάτμηση», «διάσπαση σε μέρη». Το τουρκικό συλλογικό υποκείμενο —πέραν των Κούρδων— δεν πληροί τα κριτήρια συγκρότησης κοινωνίας με κοινωνιολογικούς όρους. Η πόλωση είναι η κεντρική έννοια αυτής της διαδικασίας. Το τουρκικό συλλογικό είναι ακραία πολωμένο. Ως προς την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθεί το μέλλον, τα δύο άκρα έχουν εντελώς διαφορετικούς οραματισμούς και στόχους. Επιπλέον, κάθε πόλος υπολογίζει ότι, μέσω της κατάληψης του κράτους, θα εξουδετερώσει τους υπόλοιπους.
Ωστόσο, πρέπει να παραδεχθούμε ότι όλα αυτά τα επιμέρους τμήματα του τουρκόφωνου συλλογικού υποκειμένου ενώνονται όταν το ζήτημα αφορά τους Κούρδους. Αν και υπάρχουν διαφορετικές κουρδικές πολιτικές —για λόγους στρατηγικούς, όχι αρχών!— το κοινό σημείο όλων είναι η επιθυμία οι Κούρδοι να «λιώσουν» μέσα στην Τουρκία, οι διαφοροποιήσεις της ταυτότητάς τους να συρρικνωθούν και τελικά να εξαλειφθούν. Οι τουρκόφωνοι, παρά τις ιδεολογικές τους διαφορές, αντιλαμβάνονται την κουρδική εθνική αφύπνιση ως απειλή.
Μιλώ, φυσικά, για το σκεπτόμενο, μορφωμένο τμήμα του συλλογικού.
Για τους απλούς πολίτες, η κατάσταση είναι ακόμη πιο σοβαρή. Ο μέσος τουρκόφωνος πολίτης δεν μπορεί να κατανοήσει τις ανησυχίες, τις επιθυμίες και τα αιτήματα των Κούρδων. Έχει κατηχηθεί έτσι ώστε να αντιλαμβάνεται τον κουρδικό αποχωριτισμό ως αυθαίρετο, αδικαιολόγητο αποχωριτισμό, και δεν μπορεί να ξεφύγει από τα αποτελέσματα αυτού του πλυσίματος εγκεφάλου. Οι συλλογικοί παράλογοι φόβοι που παράγει το κράτος —ότι οι Κούρδοι δεν υπάρχουν, κι αν υπάρχουν είναι απειλή· ότι το κράτος ανήκει σε όλους και άρα οι Κούρδοι διεκδικούν «παραπάνω δικαιώματα»· ότι ξένες δυνάμεις θέλουν να διαμελίσουν τη χώρα χρησιμοποιώντας τους Κούρδους— αποτελούν τις σημαντικότερες σταθερές του νοητικού χάρτη του μέσου τουρκόφωνου.
Αυτή η κατάσταση καθιστά την κουρδική πολιτική ακόμη πιο ανελαστική και τη γεμίζει με επικίνδυνες «νάρκες». Ακόμη και οι καλοπροαίρετες μεταρρυθμίσεις είναι γεμάτες κινδύνους για όσους επιχειρούν να τις αναλάβουν.


