του Δημήτρη Μακροδημόπουλου
Οι αποφάσεις της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που άνοιξαν το δρόμο για την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα μας δημιούργησαν εύλογες αμφισβητήσεις για την ορθότητά τους. Ελήφθησαν με αφορμή τρεις αιτήσεις ακυρώσεως που ασκήθηκαν από καθηγητές πανεπιστημίου και την Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού ΑΕΙ (ΠΟΣΔΕΠ). Βασικό σημείο στο σκεπτικό των δικαστών ήταν ότι δεν τίθεται ζήτημα αυτοτελούς ερμηνείας του άρθρου 16 του Συντάγματος αλλά ερμηνείας του σε σχέση με το ενωσιακό δίκαιο. Με πλειοψηφία 17 – 8 κρίθηκε ότι το Σύνταγμα ερμηνευμένο σε αρμονία με το ενωσιακό δίκαιο, επιτρέπει τη λειτουργία παραρτημάτων εφόσον διασφαλίζονται το υψηλό επίπεδο σπουδών και η ακαδημαϊκή ελευθερία. Διασφαλίζονται; Μα, με αυτό το σκεπτικό κάθε άρθρο του Συντάγματος που δεν είναι “σε αρμονία” με το ενωσιακό δίκαιο θα πρέπει να αναθεωρείται χωρίς να ακολουθείται η συνταγματική διαδικασία που θα θέτει σε αμφισβήτηση την υπερψήφισή του. Αλλά αυτή η “αρμονία” ισχύει μόνον για την Ανώτατη παιδεία; Οι μεσαιωνικοί εργασιακοί νόμοι που ψηφίζονται από την κυβερνώσα κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν αντίκεινται στο ενωσιακό δίκαιο; Πού είναι το ΣτΕ;
Υπάρχουν και αυτονόητα ερωτήματα που αμφισβητούν την κρίση του ΣτΕ στα οποία ο κάθε πολίτης θα έδινε άμεσα απάντηση. Για παράδειγμα: Θα εμπιστεύονταν κάποιος από τους δικαστές του ΣτΕ την υγεία του ή της οικογένειάς του σε γιατρό του δημόσιου πανεπιστημίου με βάση εισαγωγής άνω των 18.000 μονάδων ή ιδιωτικού με την Ειδική Βάση Εισαγωγής; Θα υιοθετούσε την άποψη ενός νομικού, αποφοίτου του δημόσιου πανεπιστημίου που εισήχθη με υψηλή βάση στη Νομική ή ενός ιδιωτικού; Τα παραπάνω αυτονόητα τίθενται σε πλήρη αμφισβήτηση διότι δεν πληρούνται στοιχειωδώς οι προϋποθέσεις του ενωσιακού δικαίου για υψηλό επίπεδο σπουδών που επικαλέστηκαν οι δικαστές για να δικαιολογήσουν την απόφασή τους. Γιατί δεν πληρούνται; Ο τότε υπουργός Παιδείας κ. Πιερρακάκης ανέφερε σε συνέντευξή του (Καθημερινή 7/2/2024) ως παραδείγματα ξένων πανεπιστημίων που θα έλθουν στη χώρα μας, για να πείσει για τη συνταγματική αυθαιρεσία της κυβέρνησής του, τη Sorbonne, το Yale, το Johns Hopkings, το Duke, το New York University και το Rochester Institute of Technology. “Μεταξύ αυτών, υπάρχει ισχυρή πιθανότητα να δούμε να ιδρύονται παραρτήματα στη χώρα μας” ισχυρίστηκε. Μάλιστα εξαιρούσε από την καταβολή του παραβόλου για την ίδρυση ΑΕΙ στη χώρα μας, τα 20 πρώτα στη διεθνή κατάταξη πανεπιστήμια που θα ιδρύσουν στη χώρα μία σχολή. Ποιά εκδήλωσαν ενδιαφέρον; Από τα 13 που εκδήλωσαν ενδιαφέρον, τα 12 είναι ιδιωτικά κολέγια που λειτουργούν ήδη στη χώρα, εκ των οποίων τα 11 συνεργάζονται με βρετανικά πανεπιστήμια, το ένα με γαλλικό και μόνον ένα είναι πανεπιστήμιο, αλλά και αυτό της Λευκωσίας. Δηλαδή, ουσιαστικά πρόκειται για την ανωτατοποίηση των κολεγίων.
Το ΣτΕ αποφάσισε υπέρ της εγκατάστασης ιδιωτικών ΑΕΙ στη χώρα μας διότι σύμφωνα με το σκεπτικό των δημοσιευμένων αποφάσεών του έκρινε ότι «δεν διαπιστώνεται ότι η παροχή ανώτατης εκπαίδευσης αποκλειστικά από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αντιπροσωπεύει μια μακρά και σταθερά αξία για τη χώρα ή ότι συνιστά το αποτέλεσμα της ιστορίας ή των κοινωνικοπολιτικών χαρακτηριστικών της Ελλάδος», δηλαδή ότι δεν προσκρούει σε αντιθέτου περιεχομένου υφισταμένη εθνική ταυτότητα της Ελλάδας. Θυμάται κανείς μεταπολεμικά ιδιωτικό ΑΕΙ να λειτουργεί στη χώρα; Η παγκόσμια ιδιαιτερότητα των αξιοκρατικών πανελλαδικών εξετάσεων δεν αποτελεί πλέον μακρά και σταθερά αξία, εθνική ταυτότητα για τη χώρα;
Ο αείμνηστος καθηγητής του Harvard και ακαδημαϊκός Δ. Τριχόπουλος σε άρθρο του έγραφε: «Το επίπεδο των φοιτητών στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι υψηλό, κατά τη γνώμη μου υψηλότερο εκείνου των καλών αμερικανικών πανεπιστημίων. Αυτό δεν οφείλεται μόνον στην παιδειοκεντρική φιλοσοφία της ελληνικής οικογένειας αλλά και στο γεγονός ότι οι εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμιά μας είναι αδιάβλητες, δίκαιες και αξιοκρατικές. Αν δεν υπήρχαν τα “παράθυρα” μετά τις εισαγωγικές, η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει παγκόσμια πρωτοπορία όσον αφορά την ποιοτική στάθμη του προπτυχιακού φοιτητικού σώματος στα πανεπιστήμια» (Καθημερινή 17/10/2010). Αντίστοιχη ήταν και η εκτίμηση του καθηγητή Σταμάτη Κριμιζή. Έλεγε σε συνέντευξή του: «Η χώρα έχει ερευνητικό δυναμικό υψηλότατου επιπέδου. Υπάρχουν νησίδες αριστείας που παρά τα εμπόδια που υψώνει το κράτος, έχουν δυνατότητα να κάνουν έρευνα πρώτης γραμμής. Όταν προκηρύξαμε το πρόγραμμα «Αριστεία» οι προτάσεις που κατατέθηκαν ήταν στο ίδιο και καλύτερο επίπεδο από το National Science Foundation των ΗΠΑ ή το European Researce Council» (Καθημερινή 10/12/2012. Αυτά όμως με τη “μεταρρύθμιση” της κυβέρνησης, την αποδόμηση δηλαδή του Συντάγματος, θα πρέπει να τα ξεχάσουμε.
Διαβάσαμε για την κατάσταση του κράτους δικαίου στη χώρα μας, δηλαδή ότι κατατάσσεται φέτος στην 48η θέση ανάμεσα σε 143 χώρες του δείκτη κράτους δικαίου 2025 του World Justice Rroject (WJP) παραμένοντας στις τελευταίες θέσεις στη σχετική κατάταξη των ευρωπαϊκών χωρών, δηλαδή 29η από τις συνολικά 31 χώρες της Ευρώπης, της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών (EFTA) και της Βόρειας Αμερικής, ξεπερνώντας μόνον τη Βουλγαρία και την Ουγγαρία (Καθημερινή 29/10/2025). Η κατάταξη αυτή δεν ενισχύει την αμφισβήτηση των αποφάσεών της Δικαιοσύνης;
Η αλήθεια είναι ότι μια ευνομούμενη κοινωνία έχει την υποχρέωση να επιβάλει κριτήρια αξιολόγησης ώστε να προστατεύει τα μέλη της. Αποτελεί έσχατο λαϊκισμό να υποστηρίζεται ότι αποτελεί δικαίωμα του καθενός να σπουδάζει ό,τι επιθυμεί προκειμένου να ανελιχθεί κοινωνικά αν αποδεδειγμένα δεν διαθέτει ανάλογες ικανότητες. Αυτό διασφάλιζε το δημόσιο πανεπιστήμιο μέσω των πανελλαδικών εξετάσεων. Αν δεν προστατεύσει η Δικαιοσύνη την κοινωνία από τον ισοπεδωτικό λαϊκισμό, τότε ποιός θα το πράξει;
Μακροδημόπουλος Δημήτρης
Αλεξ/πολη – κιν. 6947-771412
13/12/2025


