Διασχίζοντας την Κεντρική Ασία.

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Στέφανος Κορδώσης,  

Οι περιηγήσεις των Νικολάου Σπαθάρη, Βασιλείου Βατάτζη, Παναγιώτη Ποταγού και το «Μεγάλο Παιχνίδι» των αυτοκρατορικών ανταγωνισμών στην Ανατολή (17ος – 19ος αι.), Ινστιτούτο Ελληνο-Απωανατολικών Σπουδών, Ιωάννινα, 2020.

Ο Στέφανος Κορδώσης διδάσκει στο αγγλόφωνο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών MA in Black Sea & Eastern Mediterranean Studies, στο Πανεπιστημιακό Κέντρο Διεθνών Προγραμμάτων Σπουδών, Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας (https://www.ihu.gr/ucips/).

Στη μονογραφία εξετάζονται τρεις περιπτώσεις Ελλήνων εξερευνητών που ταξίδεψαν βαθιά μέσα σε μια ρευστή, από πολιτικής απόψεως, Ασία. Οι Νικόλαος Σπαθάρης-Μιλέσκου, Βασίλειος Βατάτζης και Παναγιώτης Ποταγός δεν αποθαρρύνθηκαν από τους κινδύνους που ενείχαν τα ταξίδια τους και συνέβαλαν, ο καθένας με τον τρόπο του, στην αύξηση της γεωγραφικής γνώσης της εποχής τους, συνοδεύοντας τις περιγραφές των ταξιδιών τους με λεπτομέρειες τοπογραφικής, γεωγραφικής, εθνολογικής, πολιτικής, στρατιωτικής και διπλωματικής σημασίας. Στο μεγαλύτερο μέρος των διαδρομών τους, ταξίδεψαν στους αρχαίους δρόμους του εμπορίου που διασχίζουν την Ευρασία και που είναι γνωστοί σήμερα ως δρόμοι του μεταξιού, αναφερόμενοι σε αρχαίους και μεσαιωνικούς συγγραφείς.

Με το τέλος της Μογγολικής αυτοκρατορίας κατά τον 15ο αιώνα ξεκίνησε και η εισαγωγή στη νεότερη εποχή. Ενώ η μογγολική απειλή εξέλειπε ολοένα και περισσότερο, οι αυτοκρατορίες στην περιφέρεια της Ευρασίας (που μέχρι την κατάρρευσή τους, ήταν υπό Μογγολική επικυριαρχία) αναζήτησαν χώρο να εξαπλωθούν στο κέντρο της μεγάλης ευρασιατικής ηπείρου. Καθώς η Μοσχοβία από τα βόρειο-δυτικά (πλέον ως Ρωσία, μετά την κατάρρευση της Χρυσής Ορδής) και η Κίνα από τα ανατολικά (μετά την κατάρρευση της μογγολικής δυναστείας των Yuan και αναγεννημένη υπό τη δυναστεία των Manchu/Qing) προχωρούσαν προς την Κεντρική Ασία συνάντησαν άλλη μια αυτοκρατορία που, από την Ινδία των Μουγκάλ, θα έστρεφε το βλέμμα της βόρεια. Η Μεγάλη Βρετανία, κυρίαρχος της Ινδίας και των Θαλασσών αναζητούσε στις περιοχές βόρεια τις κόκκινες γραμμές για την υπεράσπιση του αποικιακού της αποκτήματος. Αυτή είναι η πεμπτουσία του αυτοκρατορικού ανταγωνισμού που στην αυγή της σύγχρονης εποχής (19ο αιώνα) ονομάστηκε το «Μεγάλο Παιχνίδι».

Κάθε ένας από τους τρεις Έλληνες ταξιδιώτες μας μεταφέρει την εικόνα αυτού του ανταγωνισμού στις διάφορες φάσεις του και οι πληροφορίες που μεταφέρουν εξετάζονται στα τρία κεντρικά κεφάλαια της Μονογραφίας. Ο Σπαθάρης έκανε το ταξίδι του λίγα χρόνια πριν από την υπογραφή της συνθήκης του Νερτσίνσκ, η οποία καθόρισε τα σύνορα Ρωσίας και Κίνας, βόρεια της Μογγολίας, για τους επόμενους, περίπου, δύο αιώνες. Το ταξίδι του Βατάτζη έγινε λίγα χρόνια μετά τη συνθήκη αυτή, όταν τα χανλίκια και τα εμιράτα της Κεντρικής Ασίας ήταν ακόμη ανεξάρτητα και αυτόνομα και ενώ οι Βρετανοί ξεκινούσαν την αποικιοκρατία στην Ινδία. Λίγο μετά, Ρώσοι και Κινέζοι θα σκόνταφταν πάλι ο ένας πάνω στον άλλο στην Κεντρική Ασία στα μέσα του 18ου αιώνα και στα μέσα του 19ου θα μοίραζαν την Κεντρική Ασία με συνθήκες. Αυτή την τελευταία εποχή πραγματοποιεί το ταξίδι του ο Παναγιώτης Ποταγός, γιατρός από τη Βυτίνα. Ταξίδεψε στο Αφγανιστάν την εποχή του Σιρ Αλί Χαν, λίγα χρόνια πριν το 2ο Άγγλο-Αφγανικό πόλεμο και στο Ταρίμ (Xinjiang) την εποχή της ισλαμικής επανάστασης ενάντια στους Qing.

Ο Σπαθάρης είχε καταγωγή από την Πελοπόννησο, ωστόσο γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μολδαβία. Έχοντας λάβει ανώτατη εκπαίδευση στην Κωνσταντινούπολη, Ιταλία κ.α. βρέθηκε να επιστρέφει και να λαμβάνει τον τίτλο του Σπαθάριου στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες. Στη συνέχεια, δραματικά πολιτικά γεγονότα στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες τον οδήγησαν στη Μόσχα, όπου εργάστηκε στο Ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών. Το 1673 ο Τσάρος Αλεξέι Μιχαήλοβιτς αποφάσισε να τον στείλει σε διπλωματική αποστολή στο Πεκίνο δια μέσου της Σιβηρίας. Πρωταρχικός σκοπός του Σπαθάρη ήταν η σύναψη διπλωματικών σχέσεων με την Κίνα και η αποφυγή πολέμου στην κοιλάδα του Αμούρ, όπου Ρώσοι Κοζάκοι έστηναν τα δικά τους τοπικά δίκτυα εμπορίου και επέκτειναν τη ρωσική πολιτική επιρροή, κατασκευάζοντας πόλεις-φρόυρια (острог) and ταχυδρομικούς σταθμούς (Ям). Δευτερευόντως, στόχος της πολυμελούς αποστολής του Σπαθάρη ήταν η συλλογή πληροφοριών για τη Σιβηρία που πρόσφατα είχε ενσωματωθεί στο ρωσικό κράτος. Ο Σπαθάρης ξεκίνησε από τη Μόσχα το 1675 και δια μέσου των ποτάμιων οδών, έφτασε αρχικά στο Τομπόλσκ και από εκεί στην περιοχή της Βαϊκάλης και στο Νερτσίνσκ. Από το σημείο αυτό, και αφού η αποστολή του έλαβε έγκριση από τους Κινέζους, κατευθύνθηκε στο Πεκίνο δια μέσου της ΒΑ Κίνας (Μαντσουρία) φτάνοντας στον προορισμό του τον Μάιο του 1676. Έφυγε από το Πεκίνο το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, έχοντας αποτύχει στον πρωτεύοντα στόχο του, κάτι που οδήγησε σε εχθροπραξίες από την πλευρά των Κινέζων, λίγα χρόνια αργότερα, στην περιοχή του Αμούρ. Ωστόσο, όλοι οι δευτερεύοντες στόχοι του είχαν επιτευχθεί: Ο Σπαθάρης συνέγραψε περιγραφές της Σιβηρίας και των δικτύων επικοινωνίας της, καθώς και της Κίνας, στα ρωσικά, τα οποία αργότερα μεταφράστηκαν στα Ελληνικά του φαναριώτικου ιδιώματος από τον Χρύσανθο Νοταρά. Σε αυτές τις περιγραφές βασίζεται το κεφάλαιο για τον Σπαθάρη στη Μονογραφία.

Ο Βασίλειος Βατάτζης, που γεννήθηκε στη Θεραπιά της Κωνσταντινούπολης, την ίδια εποχή που τα γραπτά του Σπαθάρη μεταφράζονταν στα Ελληνικά, ξεκίνησε να ταξιδεύει στην ηλικία των δεκατεσσάρων (το 1708) με στόχο τόσο τον πλούτο από το εμπόριο όσο και να γνωρίσει τα έθνη γύρω από τη θάλασσα της Αράλης και τους ποταμούς Ώξο και Ιαξάρτη. Η βάση του Βατάτζη ήταν η Μόσχα, από όπου ξεκινούσε τα εμπορικά του ταξίδια στην Ανατολική Ευρώπη, Περσία και Κεντρική Ασία. Την Περσία την επισκεπτόταν συχνά και μάλιστα ήταν τόσο εξοικειωμένος με τον ηγεμόνα της, Σάχη Ναδήρ, που τελικά συνέγραψε ένα ολόκληρο δοκίμιο για αυτόν και την Περσία (το χειρόγραφο δημοσιεύτηκε το 1939 από τον N. Iorga). Την Κεντρική Ασία την επισκέφθηκε σε ένα από τα ταξίδια του το οποίο περιγράφει στο δεύτερο μέρος του Περιηγητικού του από τα 1727 έως το 1731. Προφανώς εκπροσωπούσε ρωσικά οικονομικά συμφέροντα, αλλά είναι πιθανό να είχε και πολιτική ατζέντα, καθώς βρισκόταν σε επικοινωνία με τον στρατηγό Λεβάσοβ (που είχε τη διοίκηση των περσικών επαρχιών που είχαν πέσει σε ρωσικά χέρια κατά τον ρωσο-περσικό πόλεμο του 1722-23), ο οποίος χρησιμοποιούσε τον Βατάτζη για την προσωπική του επικοινωνία με τον Σάχη Ναδήρ.

Η διαδρομή του Βατάτζη καταδεικνύεται στο χάρτη που ίδιος έφτιαξε στα 1732 στο Λονδίνο (παρατίθεται στη μονογραφία). Ξεκίνησε από το Αστραχάν, γνωστό λιμάνι της Κασπίας, και περπατώντας γύρω από τις βόρειες ακτές της Κασπίας και δυτικά αυτών της Αράλης, έφτασε στο χανάτο της Χήβας (Χορασμία). Από εκεί, ακολούθησε τον Ώξο έως την Μπουχάρα (1729) και έπειτα στη Σαμαρκάνδη. Χαρακτηριστικές είναι οι καζακικές επιδρομές που περιγράφει και οι οποίες είχαν δημιουργήσει μια μεγάλη πολιτική ρευστότητα στα χανάτα νότια των Καζάκων, οι οποίες ήταν αποτέλεσμα της ρωσικής επέκτασης, πιο βόρεια, και των Καλμούκων, από τα βόρειο-ανατολικά. Η ρευστοποίηση της πολιτικής κατάστασης θα όξυνε τους αυτοκρατορικούς ανταγωνισμούς κατά τον επόμενο αιώνα (19ο), τον οποίο εξετάζουμε με αφορμή τον Παναγιώτη Ποταγό.

Ο Παναγιώτης Ποταγός γεννήθηκε το 1839, όταν ξέσπασε ο πρώτος Αγγλο-Αφγανικός πόλεμος. Ο ίδιος δεν το ήξερε, φυσικά, τότε, αλλά θα επισκεπτόταν το Αφγανιστάν λίγες δεκαετίες αργότερα, όταν αυτό θα έμπαινε πάλι σε μια ιστορική περίοδο ρευστότητας, εξαιτίας του «Μεγάλου Παιχνιδιού», δηλαδή της όξυνσης του ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων, που θα οδηγούσε το 1878 στον δεύτερο Αγγλο-Αφγανικό πόλεμο. Σε αντίθεση με τους Βατάτζη και Σπαθάρη, ο Ποταγός δεν φαίνεται να δούλευε για κάποια μεγάλη δύναμη, ούτε καν για το ελληνικό κράτος, παρά το γεγονός ότι συνάντησα μια αναφορά που υπαινίσσεται συνεργασία με τη βρετανική διοίκηση στην Ινδία, χωρίς όμως να υπάρχουν άλλα στοιχεία. Ο Ποταγός πρέπει να ήταν ένας «εξερευνητής της προαποικιοκρατικής εποχής που δρα με κίνητρο την ίδια του την περιέργεια και με δική του πρωτοβουλία, χωρίς θεσμική υποστήριξη και χωρίς να υπηρετεί πολιτικούς και οικονομικούς σχεδιασμούς», όπως αναφέρει η κα. Άννα Καρακατσούλη, καθηγήτρια του ΕΚΠΑ.

Ο Ποταγός βρέθηκε στο Αφγανιστάν και στο κινεζικό και ρωσικό Τουρκεστάν σε μια εποχή επαναστάσεων, πολέμων και, γενικότερα, βίας. Αυτό θα έκανε τον οποιοδήποτε να αναρωτηθεί, αν πραγματικά πήγε σε αυτές τις περιοχές ή – αφού τελικά πειστεί από τη λεπτομέρεια των περιγραφών του και τις μαρτυρίες άλλων συγχρόνων του που ανακάλυψαν ίχνη του ότι, όντως, πήγε – πώς τελικά τα κατάφερε και βγήκε ζωντανός, μην έχοντας κάποια επίσημη κάλυψη.

Παναγιώτης Ποταγός

Ο γιατρός από τη Βυτίνα ξεκίνησε το ταξίδι του στα 1867. Από την Αθήνα έφτασε στην Αλεξανδρέττα (Hatay) και από εκεί στο Χαλέπι. Συνεχίζοντας ανατολικά και δια μέσου Βαγδάτης και Τεχεράνης έφτασε στη Μασχάντ, από τον τοπικό ηγεμόνα της οποίας προμηθεύτηκε τα απαραίτητα έγγραφα για να περάσει στη Χεράτ στο Αφγανιστάν. Ακολουθώντας τα ίχνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Κανταχάρ, πέρασε έπειτα στην Γάζνα και έπειτα στην Καμπούλ. Εκεί παρουσιάστηκε στον Σιρ Άλη Χάν, Εμίρη του Αφγανιστάν, ο οποίος τον προμήθευσε με έγγραφα για το πέρασμα στο Μπαντακσάν (Μπεδεξάνι) και από εκεί πέρασε στο λεκανοπέδιο του Ταρίμ, στην επαναστατημένη κινεζική επαρχία των δυτικών περιοχών (Xiyu, σημερινό Xinjiang), στην Κασγκαρία, ηγετική μορφή της οποίας ήταν ο Ουζμπέκος Μαχμούτ Γιακούμπ Μπεκ. Την περίοδο που φτάνει ο Ποταγός στο Xinjiang, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των επαναστατημένων μουσουλμάνων εναντίον των κινεζικών στρατευμάτων γινόντουσαν ανατολικά, στο Τουρφάν και στο Χαμί. Εκεί συνάντησε ο Ποταγός τον Μαχμούτ Γιακούμπ Μπεκ, από τον οποίο ζήτησε έναν τρόπο για να περάσει από την πλευρά των Κινέζων. Ο Γιακούμπ Μπέκ αιτήθηκε από μια κινεζική αντιπροσωπία να τον πάρει μαζί της στο Χαμί. Στο Χαμί, ο Ποταγός συνάντησε πολλά προβλήματα, καθώς η καχυποψία των Κινέζων ήταν μεγάλη (τον κατηγόρησαν για κατάσκοπο και τον καθυστέρησαν πολύ. Παρόλα αυτά, του έδωσαν άδεια να προχωρήσει μέσω του Tiānshān běilù/天山北路 έως το Ουλιάσταϊ (δυτική Μογγολία), όπου όμως βασανίστηκε και σχεδόν κόντεψε να χάσει τη ζωή του. Αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Χαμί, όπου, αφού βασανίστηκε πάλι, τελικά του επιτράπηκε να αποχωρήσει δια μέσου της κοιλάδας του ποταμού Ιλί και της πόλης Κούλτζα που πρόσφατα είχε πέσει στα χέρια των Ρώσων (1872).

Για τους μελετητές νεότερων περιόδων της ιστορίας της Ασίας, τα κείμενα των τριών Ελλήνων αποτελούν πηγές σε θέματα που απασχολούν διάφορες κατηγορίες σύγχρονων ιστορικών: της εξερεύνησης της Κεντρικής Ευρασίας, του καθορισμού των συνόρων ανάμεσα στη Ρωσία και την Κίνα στην Άπω Ανατολή, των λαών της Σιβηρίας και των σχέσεών τους με τη ρωσική διοίκηση, της πολιτικής κατάστασης στα ανατολικά της Μαύρης Θάλασσας και την Κεντρική Ασία κατά τον 18ο αιώνα, και της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Επίσης, τα κείμενα αυτά είναι σημαντικά για τους μελετητές και των εθνικών ιστοριών των Περσών, Ουζμπέκων, Καζάκων, Κιργίζων, Οϊρατών/Καλμούκων λίγο πριν η όλη περιοχή (πλην Περσίας) περιέλθει στην εξουσία της Ρωσίας και αρχίσουν να εφαρμόζονται οι εθνικές πολιτικές, που κορυφώθηκαν, φυσικά, επί Σοβιετικής Ένωσης στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, οπότε και δημιουργήθηκαν τα προπλάσματα των σύγχρονων εθνών-κρατών της. Ακόμη, σημαντικές πληροφορίες μπορεί να αντλήσει και ο ιστορικός των διεθνών σχέσεων, ιδιαίτερα αυτοί που ασχολούνται με τον αυτοκρατορικό ανταγωνισμό της Κίνας και της Ρωσίας πρώτα στην Άπω Ανατολή (17οςαι.) και έπειτα στην Κεντρική Ασία (18ος αιώνας) και της φάσης της όξυνσης του τελευταίου, με τη συμμετοχή της Βρετανίας (19ος αιώνας), ενώ οι μελετητές της ιστορίας της δυναστείας των Qing μπορούν να βρουν και να διασταυρώσουν πληροφορίες που αφορούν στην ιστορία των δυτικών περιοχών της κινεζικής αυτοκρατορίας (σημ. Xinjiang) κατά τον 19ο αιώνα.

*Όποιος επιθυμεί να επικοινωνήσει με τον συντάκτη του κειμένου: 2310807570 και email [email protected]

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα