του Γεωργίου Τσουκαλά, ΔικηγόρουΤι συμβολίζει ο Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831) στο συλλογικό νεοελληνικό φαντασιακό; Πως φαντάζει ο Πρώτος Κυβερνήτης της Ελλάδας, που δολοφονήθηκε από τους Μαυρομιχαλαίους στο Ναύπλιο, στις 27 Σεπτεμβρίου 1831;
Ο συμβολικός Καποδίστριας ενσαρκώνει κατ’ αρχήν τον πολιτικό Ήρωα, αντιπροσωπεύει τον Πρωτοπόρο Σύγχρονο Έλληνα, τον εξαιρετικά ικανό, τον ευφυή και αξιοζήλευτο άνθρωπο, που σε τίποτα δεν υπολείπεται των σύγχρονων Ευρωπαίων, που όμως ηττάται όχι μόνον πολιτικά αλλά και υπαρξιακά, φονεύεται στην ίδια του την χώρα, σαν συγκρούεται με τον κοτζαμπασισμό, αμφισβητεί τις παλιότερες φεουδαρχικές σχέσεις εξάρτησης και τις αναχρονιστικές εξουσιαστικές αντιλήψεις, που ανάγονται στην προνεωτερικότητα. Ως γνωστόν άλλωστε, «η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της», κατά την λαϊκή ρήση, όπως και «οι παρέες γράφουν Ιστορία», καθώς συγκροτούνται κλίκες και κυκλώματα, που νέμονται την εξουσία στην βάση διαπροσωπικών σχέσεων, καταστρατηγώντας τους θεσμούς, ενίοτε βυσσοδομώντας εις βάρος της ίδιας της έννοιας της Πολιτείας.
«Περάσαμε Τουρκοκρατία!», μια συνήθης απολογία για την νεοελληνική καθυστέρηση έναντι των άλλων κοινωνιών της Ευρώπης. Πράγματι, για τους τουλάχιστον τέσσερις αιώνες της Οθωμανικής κατοχής, η Ελλάδα αφ’ ενός δεν γεύτηκε ποτέ την Αναγέννηση, αν και την πυροδότησε τον 15ο αιώνα στην Ιταλία, αφ’ ετέρου δεν συγκλονίστηκε συθέμελα από τον βαθύτερο Διαφωτισμό, αν και επιφανειακώς τον γνώρισε στα τέλη του 18ου αιώνα. Προσέτι, η Ελληνική Επανάσταση (1821) ξέσπασε ως ιδιόρρυθμη, διαφορετική από την Γαλλική Επανάσταση (1789), με αποτέλεσμα να μην προκαλέσει εν τέλει ριζοσπαστικές μεταβολές στην κοινωνική δομή, και κυρίως στις αντιλήψεις των επαναστατημένων Ελλήνων. Τοιουτοτρόπως, η μακραίωνη περίοδος της Τουρκοκρατίας κληρονόμησε στην Ελλάδα τις δομικές διαφορές αλλά και τις αιτίες της νεοελληνικής καθυστέρησης έναντι των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Το κατ’ εξοχήν ιδεολογικό κληροδότημα της Οθωμανικής περιόδου στην νεώτερη Ελλάδα στάθηκε ο περιώνυμος «κοτζαμπασισμός», όπως νοείται η επιβίωση ενός φεουδαρχικού συστήματος εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων, που διαβρώνει την έννοια του συλλογικού συμφέροντος, της δημοκρατικής εξουσίας και του Κράτους, προτάσσοντας τα πλέον μικρόψυχα μικροσυμφέροντα έναντι της εφαρμογής των περισπούδαστων πολιτικών ιδεών.
Το «κοτζαμπάσικο πνεύμα» ακόμη πνέει στην Ελλάδα, δύο αιώνες μετά την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια. Μια μασκαρεμένη φεουδαρχία αναδύεται παντού, επιπολάζει σε όλους τους πολιτικούς χώρους, από τους πλέον παραδοσιακούς έως τους φερώνυμους προοδευτικούς και δήθεν ανατρεπτικούς.
Υποδόρια, πίσω από το προσωπείο των σύγχρονων, είτε συντηρητικών είτε εξελιγμένων και προοδευτικών, διαλανθάνουν κοτζαμπάσηδες, μοντέρνοι φεουδάρχες και υπερσύγχρονοι τοπάρχες, κρυπτόμενοι πίσω από μία πατίνα ποικίλων ιδεολογιών, που συμπλέκουν διάφορα συμφεροντολογικά και εξουσιαστικά δίκτυα, δίδοντας το χρίσμα «στους ημετέρους», μέσω ενός κυκλώματος εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων, κινητοποιώντας μια κρίσιμη μάζα σύγχρονων κολλίγων, πρωτοπαλίκαρων και άφωνων εξαρτημένων, που προσδοκούν χάρες και δουλειές για να ζήσουν, αντί να σκέφτονται ως πολίτες.
Τούτη μοιάζει να είναι και η πεμπτουσία του πολιτικού προβλήματος, που προκαλεί την καθυστέρηση της νεοελληνικής κοινωνίας έναντι των άλλων ευρωπαϊκών. Συν τοις άλλοις, όσοι μάλιστα συμπαρατάσσονται με τον «κοτζαμπασισμό», θεωρούν πως μόνον κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούν να επιβιώσουν, διότι αν τον αντιστρατευθούν θα καταστραφούν, όπως ακριβώς έπαθε ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Κοντολογίς, οι πρόμαχοι των επιβιώσεων του «κοτζαμπασισμού» φαίνεται να πιστεύουν ακράδαντα πως αν καταργηθεί η σύγχρονη μετεξέλιξη του «κοτζαμπάσικου» συστήματος των εξαρτήσεων και των πελατειακών σχέσεων, η ελληνική κοινωνία θα μείνει ακυβέρνητη, θα καταστεί ανεξέλεγκτη, πως οι Έλληνες δεν έχουν την ετοιμότητα και ωριμότητα να ενεργήσουν ως ανεξάρτητοι πολίτες, όπως φερ’ ειπείν συμβαίνει στην Ελβετία, στην οργάνωση της οποίας συνέβαλε κάποτε ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η νεώτερη και σύγχρονη Ελλάδα μοιάζει αενάως καταδικασμένη να απομένει ουραγός, καταδικασμένη να δομείται επί τη βάσει ενός προνεωτερικού εξουσιαστικού συστήματος. Μήπως όμως και οι ίδιοι οι Έλληνες δεν επιδεικνύουν κατά πλειοψηφία, την αναγκαία συλλογική βούληση, ώστε να αντικαταστήσουν τον «κοτζαμπασισμό» με μία αυθεντική φιλελεύθερη δημοκρατία, που θα συμπορεύεται με ένα οργανωμένο και αδιάβλητο Κράτος, υιοθετώντας επιτέλους στην εντέλειά της, μια πολιτική εξέλιξη που σε άλλες ευρωπαϊκές κοινωνίες έχει επισυμβεί εδώ και αιώνες;


