Για τον Γιάννη Σειραδάκη

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

Σίμος Οικονομίδης, Φυσικός, Ph.D στις Επιστήμες της Αγωγής

Ο Γιάννης Σειραδάκης ήταν καθηγητής μου στην Αστρονομία, στο Τμήμα Φυσικής του Α.Π.Θ. Όταν τον γνώρισα καλύτερα, έμαθα ότι οι φίλοι του τον φωνάζουν Τζόνι. Όταν τον γνώρισα ακόμα καλύτερα, τον φώναζα κι εγώ Γιάννη, και στα μεγάλα κέφια Τζόνι, που σημαίνει ότι είχα κι εγώ την τιμή να συγκαταλέγομαι στους φίλους του, όπως πολλοί άλλοι φοιτητές του. Ο σχολαστικός θα σκεφτεί: μα γίνεται αυτό; Ίσα και όμοια; Ο καθηγητής κατεβαίνει τη σκάλα και γίνεται ένα με τους φοιτητές; Ταυτόχρονα δάσκαλος και φίλος; Ανώτερος και ίσος; Παραδοξότητα; Ίσως. Θα συναντήσουμε αρκετές σε αυτό το κείμενο. Από την άλλη, ας θυμηθούμε τον αρχετυπικό δάσκαλο, τον Χριστό. Λέει στους μαθητές του: «Εσάς όμως σας ονόμασα φίλους, γιατί σας έκανα γνωστά όλα όσα άκουσα από τον Πατέρα μου» (κατά Ιωάννη, 15:15 – κατά Ιωάννη του Αποστόλου, όχι του Χιου Σειραδάκη, αλλά τυχαίο;). Έτσι και ο κύριος Σειραδάκης, αφού μας είπε όλα όσα ήξερε, μας ανέβασε πίστα, έγινε ο δικός μας Γιάννης, έως και Τζόνι ενίοτε. Μας υποδέχτηκε στο αστεροσκοπείο φοιτητές, μας ξεπροβόδισε φίλους.

Δούναι και λαβείν: οι περισσότεροι άνθρωποι έτσι λειτουργούμε. Βέβαια, υπάρχουν κάποιοι που κλίνουν στο να παίρνουν, τους φαίνεται πιο ενδιαφέρον, υποθέτω. Τέλος, είναι και κείνοι, ελάχιστοι, μετρημένοι στα συναξάρια, που πρώτη τους μέριμνα, αν όχι και μοναδική, είναι να δίνουν. Να, αυτό. Αυτό ήταν ο Γιάννης. Δεν έβγαινε ποτέ μπροστά για να πάρει. Έβγαινε μπροστά πάντα για να δώσει. Ξέρω, ακούγεται σαν αγιογραφία. Κι όμως. Είναι η αλήθεια. Συμβαίνει τόσο σπάνια. Αλλά να που συμβαίνει. Μη μου ζητάς να εξηγήσω. Το δήλωσα από την αρχή: παίζουμε στο γήπεδο της παραδοξότητας.

Με την ευκαιρία, by the way, που θα έλεγε η βαρόνη μητέρα του, κυρία Μέρσι, εκ του αγγλοσαξονικού Ελέους, του Θεού του ίδιου – μεγάλη ιστορία, πού να σου λέω για την κυρία Μέρσι και για τον κύριο Μιχάλη, τον άτιτλο μεν, ευγενή άρχοντα δε, πατέρα του, θα γεμίσουμε πολλές σελίδες με μελάνι, πολλούς κουβάδες με δάκρυα – by the way, λοιπόν, στην αστροφυσική, παραδοξότητα είναι η μαύρη τρύπα. Συγνώμη Γιάννη, έχεις δίκιο, μελανή οπή επί το ορθότερον, καθότι στη γενική του πληθυντικού το «μελανών οπών» ηχεί σαφώς αρμονικότερα από το «μαύρων τρυπών», ωραία το είπες. Μελανή οπή λοιπόν, ήγουν το άπειρο έλλειμμα που τα ρουφάει όλα, τα αφαιρεί. Αλλά εσύ Τζόνι, εσείς κύριε Σειραδάκη, οικογενειακώς, τιτλούχοι και μη, είστε η παραδοξότητα της παραδοξότητας, καθότι άπειρο πλεόνασμα που τα εκπέμπει όλα, τα ακτινοβολεί, τα προσθέτει, τα γεννάει, πάρε κόσμε να ‘χεις. Τόσα ξέρω να πω, αλλά δεν είμαι και ειδικός, συμπαθάτε με.

Θα μου επιτρέψεις, υπομονετικέ αναγνώστη, να κάνω μια σύντομη αναφορά στην κυρία Μέρσι και τον κύριο Μιχάλη, για να πάρεις μια ιδέα, ένα άρωμα περαστικό. Όταν, το 1993, έφυγε σε ηλικία 83 ετών από τον μάταιο τούτο κόσμο η αγαπημένη μητέρα του Γιάννη, η άλλοτε βοηθός του διάσημου αρχαιολόγου Arthur Evans στις ανασκαφές της Κνωσού, και αργότερα του μαθηματικού Alan Turing στην αποκωδικοποίηση του κρυπτογράφου Enigma, που υπήρξε καθοριστική για την εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κάποιοι φοιτητές παραβρεθήκαμε στην κηδεία, στην Περαία Θεσσαλονίκης. Τελευταίος χαιρέτισε ο σύντροφος της ζωής της, ο κύριος Μιχάλης. Πλησίασε αργά, καθώς κουβαλούσε ογδόντα τόσα και κείνος, ψηλός, ευθύς, αιώνιος λεβέντης, ήρωας της Αντίστασης στην Κρήτη. Έσκυψε, τη φίλησε και άνοιξαν οι βρύσες, έτρεξαν ποτάμια τα χρόνια και οι στιγμές, η ζωή όλη, η Μέρσι του, και μέσα στην πένθιμη σιωπή ανέβηκε από τα βάθη του, από τη σπηλιά του Ανθρώπου, ο πιο σπαραχτικός λυγμός, κι όλα έγιναν κομμάτια κι αποσπάσματα: «Αγάπη μου… Αγάπη μου…». Δεν το έλεγε για να δώσει πόνο, να εκβιάσει συναίσθημα, όχι. Ήταν που η ψυχή του δεν χώραγε το μέγα παράδοξο, αυτός εκεί και κείνη που; Πού; Σπάσαμε, λυθήκαμε, έκλαιγε μαζί του όλη εκκλησία, οι πέτρες έκλαιγαν μαζί, έκλαιγαν τα κυπαρίσσια.

Περτούλι. Το πιο ψηλό βουνό της Γης, αν θες το πιστεύεις. Εμείς το ζήσαμε. Φτάσαμε τ’ αστέρια, τα πιάσαμε στα χέρια και τα παίζαμε βώλους. Εκεί πηγαίναμε κάθε χρόνο τριήμερη εκδρομή, η ομάδα της Παρατηρησιακής Αστρονομίας, του μαθήματος που δίδασκαν μαζί ο Γιάννης και ο Σταύρος (Αυγολούπης). Να’ σαι είκοσι χρονώ και να χάνεσαι στην ομορφιά του δάσους, να κατακτάς κορφές, να γεμίζουν τα πνευμόνια ελευθερία, να πέφτει η νύχτα και να υποκλίνονται οι πλανήτες και οι γαλαξίες, να μπαίνουμε όλοι στο τηλεσκόπιο και να χανόμαστε στα έτη φωτός του διαστήματος. Αν τύχαινε το βράδυ να έχει συννεφιά, η εναλλακτική ήταν συζητήσεις γύρω από τη φωτιά, με θέματα από αστρονομία, Φυσική, φιλοσοφία, λογοτεχνία. Τι πείνα, τι δίψα! Μα και τι πλησμονή! Σε κείνο το βουνό γράφτηκαν οι χρυσές σελίδες, χαράχτηκαν οι μνήμες, ατσαλώθηκαν οι δεσμοί. Τα κοινωνήσαμε όλα αυτά σαν θεία μετάληψη και κατόπιν δεν ήμασταν πια ίδιοι, γίναμε κάποιοι άλλοι. Κάτι βαρύ, πολύτιμο προστέθηκε στις αποσκευές μας, ένα στίγμα αναφοράς στον χάρτη μας. Δεν ξέρω να σου το εξηγήσω.

Το άλλο παράδοξο εδώ είναι ο χρόνος. Ότι όλα αυτά, αν και δεκαετίες πίσω, είναι παρόντα. Νομίζω ότι αν μπω στο αυτοκίνητο και πάω στο Περτούλι, θα τους βρω όλους εκεί, και στο κέντρο ο Γιάννης και ο Σταύρος, ο ένας να ετοιμάζει το τηλεσκόπιο και ο άλλος να δείχνει αναγνώριση αστερισμών, ο ένας να ηγείται της ομάδας ορειβασίας και ο άλλος να μένει πίσω για να επιβλέψει το ψήσιμο του αρνιού. Κάπου εκεί, μέσα στο δάσος, ηχούν ακόμα οι φωνές μας. Είμαι βέβαιος.

Τα χρόνια πέρασαν, χωρίς να παρέλθει ούτε μια στιγμή, υποταγμένα όλα στην αεικίνητο στάση, που μπορεί να ιδωθεί και ως στάσιμος κίνηση. Και ήρθε η ώρα να αναμετρηθεί ο Γιάννης με το μεγάλο αίνιγμα, μεγαλύτερο από κείνο που αντιμετώπισε η κυρία Μέρσι στο Μπλέτσλεϊ Παρκ, δίπλα στον Turing. Το αίνιγμα του Κακού. Πώς γίνεται ένας τέτοιος άνθρωπος να… Γιατί; Πόσο αφόρητη αδικία… Δεν θύμωσε. Δεν γόγγυξε. Κιχ δεν έβγαλε. Έκανε μια ανάλαφρη υπερπτήση και προσγειώθηκε στην αποδοχή. Και συνέχισε να δίνει. Μέχρι τη μέρα που δεν μπορούσε πια. Κι όταν, παρά τη θέληση του, έπαψε να δίνει, δεν είχε πια λόγο, θαρρείς, να είναι ανάμεσά μας. Και τότε έφυγε.

Τον περίμεναν η κυρία Μέρσι και ο κύριος Μιχάλης. Τον οδήγησαν στο γιορτινό τραπέζι, όπου από καιρό είχαν πάρει θέση ο Evans, ο Turing, ο Πτολεμαίος, ο Ίππαρχος και ο Αρίσταρχος. Μα κάθε τόσο ο Γιάννης σηκώνεται από το τραπέζι και κοιτάζει προς τα κάτω. Μας τσεκάρει έναν έναν, να δει μήπως κάποιος χρειάζεται κάτι, για να κάνει τα κουμάντα του να βοηθήσει. Θα βρει κι από κει πάνω τρόπους να δίνει, δεν χωράει αμφιβολία.

Γιάννη, γλυκέ μας φίλε, καλέ μας δάσκαλε, κράτα καμιά θέση και για μας στο τραπέζι. Σε μια ώρα, σε έναν μήνα ή σε πενήντα χρόνια θα ανταμώσουμε πάλι. Άλλη μια φορά θα μας υποδεχτείς. Αυτή τη φορά, όμως, δεν θα μας ξεπροβοδίσεις ποτέ πια. Ούτε εμείς εσένα. Δεν θα ’χει τελειωμό η γιορτή. Ως να ’ρθει εκείνη η στιγμή, θα στοιχειώνεις τη σκέψη μας. Και το Περτούλι, βέβαια. Μπορεί να ακούγεται παράδοξο, αλλά δεν έφυγες.»

 

spot_img

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Συγχαρητήρια. Δεν θα μπορούσαν να ειπωθούν καλύτερα. Ένας πρίγκηπας, στον ουρανό.

  2. Μεγάλη μου αγάπη ο κύριος Σειραδάκης στα χρόνια του Φυσικού. Πολύ επιδραστικός άνθρωπος. Μας το είπε κι εμάς αυτό “των μεγάλων οπών” με αυτή τη φωνή του με την τόσο μεγάλη γλυκύτητα. Πάντα θα το μετανιώνω που δεν πήρα αυτό επιλεγόμενο μάθημα και πάντα θα τον θυμάμαι. Ήταν μεγάλη τιμή μου να με συγχαρεί και στη ορκομωσία μου αλλά το πιο υπέροχο απ’όλα ήταν όταν εξηγούσε αστρονομία. Θα μπορούσε να λέει για πάντα. Τον κρατώ σαν παράδειγμα λαμπρό και μοναδικό. Σας ευχαριστώ για το κείμενο.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,600ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα