Ανιχνεύσεις: Όταν ο θυμός γίνεται κοινωνική δύναμη

Γαλλία: Κατά τη διάρκεια της εθνικής κινητοποίησης κατά της λιτότητας, Place de la Nation, Παρίσι, 18 Σεπτεμβρίου 2025. BENJAMIN CARROT/AGENCE ENCRAGE

Στη Γαλλία, ο θυμός δεν είναι πια μια ατομική ψυχική κατάσταση. Είναι κάτι που διαπερνά τον δημόσιο λόγο, τις πολιτικές ταυτότητες, τις εκλογές, ακόμη και την καθημερινότητα των ανθρώπων. Το κείμενο του Adam Lebert, δημοσιευμένο στη Le Monde, περιγράφει με ακρίβεια αυτό το φαινόμενο: μια χώρα όπου η οργή είναι παντού — στα media, στους δρόμους, στις κάλπες. Ακόμη πιο ανησυχητικό, η πλειονότητα των Γάλλων κάτω των 35 δηλώνει ότι τη νιώθει συστηματικά. Δεν μιλάμε για μικρή μετατόπιση, αλλά για μια βαθιά κοινωνική δυναμική που διαμορφώνει πολιτικές συμπεριφορές.

Το σημαντικό εδώ δεν είναι μόνο ότι υπάρχει θυμός· αυτό ήταν πάντα κομμάτι της ανθρώπινης ζωής. Το κρίσιμο είναι η μετάβαση από τον ιδιωτικό θυμό στην κοινωνική και πολιτική δράση. Το άρθρο του Lebert δείχνει ένα περιβάλλον όπου οι άνθρωποι δεν βιώνουν απλώς απογοήτευση ή πίεση, αλλά προσπαθούν να μετατρέψουν αυτά τα συναισθήματα σε συλλογικά σχήματα: κινήματα, εκλογικές επιλογές, διαμαρτυρίες, ακόμη και αποχή. Και εκεί αρχίζει η πραγματική ιστορία.

Ο θυμός ως κοινωνιολογικό φαινόμενο

Οι κοινωνιολόγοι εδώ και χρόνια σημειώνουν κάτι απλό αλλά θεμελιώδες: ο θυμός δεν είναι μόνο συναίσθημα· είναι πολιτικό μήνυμα. Εμφανίζεται όταν υπάρχει μια αίσθηση αδικίας, όταν οι άνθρωποι νιώθουν ότι δεν τους ακούνε, ότι η κοινωνία δεν τους αφήνει να προχωρήσουν, ότι μένουν αόρατοι. Ακόμη χειρότερα, όταν νιώθουν ότι περιφρονούνται. Σε τέτοιες συνθήκες, ο θυμός λειτουργεί σαν μηχανισμός αυτοπροστασίας, αλλά και σαν κινητήριος δύναμη.

Γίνεται κοινωνική δύναμη όταν αποκτά:

  • κοινή γλώσσα («μας εξαπάτησαν», «είμαστε μόνοι μας», «κανείς δεν λογοδοτεί»),
  • συλλογική ταυτότητα (κινητοποιήσεις, ομάδες, hashtags),
  • πολιτικό στόχο (ελίτ, κυβέρνηση, θεσμούς, κόμματα).

Αυτό που περιγράφει το γαλλικό κείμενο είναι ακριβώς αυτό το πέρασμα: ο θυμός δεν μένει στο σπίτι· γίνεται πολιτικό κεφάλαιο.

Η Γαλλία ως καθρέφτης της Ευρώπης

Η γαλλική περίπτωση δεν είναι τυχαία. Είναι μια χώρα με βαθιές οικονομικές ανισότητες, από τις πιο ταξικά διαχωρισμένες κοινωνίες της Ευρώπης. Το χάσμα ανάμεσα στην «Γαλλία των πόλεων» και τη «Γαλλία της περιφέρειας» μεγαλώνει. Οι νέοι μορφωμένοι αισθάνονται ότι οι σπουδές τους δεν αντιστοιχούν σε πραγματικές ευκαιρίες. Το εργασιακό περιβάλλον είναι επισφαλές, οι μισθοί συχνά δεν καλύπτουν το κόστος ζωής. Αυτές οι υλικές συνθήκες δημιουργούν το υπόστρωμα πάνω στο οποίο οικοδομείται ο θυμός.

Από εκεί και πέρα, η πολιτική διαχείριση λειτουργεί συχνά σαν επιταχυντής. Οι Γάλλοι αισθάνονται ότι κυβερνώνται από μια ελίτ τεχνοκρατών, απομακρυσμένη από την καθημερινότητα. Τα «Κίτρινα Γιλέκα» ήταν μόνο η αρχή: ένας αυθόρμητος, χαοτικός, αλλά βαθιά πολιτικός τρόπος με τον οποίο ένας λαός είπε «μέχρι εδώ». Η άνοδος ακραίων μορφών ψήφου —και στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος— είναι η πιο ορατή έκφραση αυτής της συναισθηματικής μετατόπισης.

Αυτό το ρεύμα δεν είναι μεμονωμένο. Είναι μέρος ενός ευρωπαϊκού μοτίβου.

Το ελληνικό παράδειγμα: από την έκρηξη στην κόπωση

Η Ελλάδα βίωσε τη δική της μεγάλη στιγμή αντίστοιχου συλλογικού θυμού την περίοδο των μνημονίων. Οι πλατείες, οι κινητοποιήσεις, η αγανάκτηση, οι εκλογικές ανατροπές, όλα αυτά ανήκουν στο ίδιο φάσμα. Ήταν μια κοινωνία που είδε μέσα σε λίγα χρόνια το εισόδημά της να καταρρέει, την ανεργία να εκτοξεύεται και την πολιτική τάξη να εμφανίζεται είτε ανίκανη είτε δέσμια ξένων επιταγών. Η οργή ήταν, και δικαιολογημένα, ο κοινός παρονομαστής.

Αυτό που ακολούθησε, όμως, μοιάζει ιδιαίτερα με το σημερινό γαλλικό φαινόμενο: μια πιο σιωπηλή, πιο εσωτερικευμένη μορφή θυμού. Η νεότερη γενιά ειδικά —μορφωμένη, αλλά χωρίς πραγματικές ευκαιρίες— ζει σε μια μόνιμη κατάσταση χαμηλόφωνης απογοήτευσης που συχνά μετατρέπεται σε αποχή ή σε εξωθεσμικές μορφές διαμαρτυρίας. Το βλέπεις στα κινήματα των τελευταίων χρόνων, αλλά και στη μαζική αδιαφορία για την επίσημη πολιτική διαδικασία.

Παράλληλα, ο θυμός έχει γίνει κυνισμός. Ένα αίσθημα ότι «όλοι είναι ίδιοι». Αυτή η αποστράτευση είναι εξίσου πολιτική όσο και μια διαδήλωση· απλώς κινείται μέσα από την άρνηση.

Η θέση της ΕΕ σε αυτή τη συναισθηματική αρχιτεκτονική

Τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ελλάδα —και γενικότερα στην Ευρώπη— η ΕΕ λειτουργεί συχνά ως «μακρινός θεσμός», χωρίς κοινωνική γείωση. Εμφανίζεται τεχνοκρατική, αδιαφανής, δύστροπη, και σημαντικές αποφάσεις παρουσιάζονται συχνά ως αναγκαστικές, όχι ως επιλογές. Αυτό ενισχύει το αίσθημα ότι κανείς δεν λογοδοτεί πραγματικά. Αν μάλιστα συνδυαστεί με οικονομικές πιέσεις, το αποτέλεσμα είναι η μετατροπή της Βρυξέλλας σε εύκολο στόχο της οργής.

Δύο παράδοξα συμβαίνουν ταυτόχρονα:

  1. Οι κοινωνίες ζητούν περισσότερη προστασία, αλλά η ΕΕ προβάλλει ως θεσμός περιορισμών.
  2. Τα κράτη-μέλη αποδίδουν πολιτικό κόστος στις Βρυξέλλες, αλλά η ΕΕ χάνει σε νομιμοποίηση.

Αυτό δημιουργεί μια αυτοτροφοδοτούμενη κρίση εμπιστοσύνης.

Τι μπορεί να ακολουθήσει: τρία ρεαλιστικά σενάρια

Η μετάβαση από τον θυμό στην πολιτική πράξη μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Τα πιο πιθανά σενάρια είναι τρία:

1. Η κανονικοποίηση του θυμού

Ο θυμός γίνεται μόνιμο στοιχείο του πολιτικού τοπίου. Τα κόμματα τον ενσωματώνουν, τα media τον αναπαράγουν, οι πολίτες ζουν με αυτόν σαν φυσική συνθήκη. Η κοινωνία δεν εκρήγνυται, αλλά λειτουργεί με διαρκή ένταση. Αυτό οδηγεί σε πολιτική κόπωση, σε αποχή και σε δυνατότητα υποδόριων αυταρχικών τάσεων.

2. Η αξιοποίηση του θυμού από νέες πολιτικές δυνάμεις

Ο θυμός αποκτά μορφή — είτε προοδευτική είτε αυταρχική.
Η δημιουργική εκδοχή οδηγεί σε νέα κινήματα που μιλούν για κοινωνική δικαιοσύνη, φορολογική ισότητα, αξιοπρεπείς μισθούς, συμμετοχική δημοκρατία.
Η σκοτεινή εκδοχή οδηγεί σε ενίσχυση άκρων, εθνικιστικών ρητορικών και σε στοχοποίηση μειονοτήτων ή θεσμών.

3. Η αποστράτευση και ο κυνισμός

Ο θυμός παραμένει, αλλά δεν βρίσκει διέξοδο. Ο κόσμος γυρίζει την πλάτη στα πολιτικά πράγματα και επικεντρώνεται στην προσωπική του ζωή. Πίσω από αυτό όμως υπάρχει η πιο επικίνδυνη μορφή απονομιμοποίησης: μια κοινωνία που υπάρχει χωρίς να συμμετέχει.

Τι μας λέει τελικά το γαλλικό κείμενο

Μας λέει ότι ζούμε σε μια Ευρώπη όπου η συναισθηματική εμπειρία των πολιτών δεν είναι απλώς «ιδιωτική υπόθεση». Είναι καθοριστικός παράγοντας πολιτικής συμπεριφοράς. Και ότι οι κοινωνίες δεν θυμώνουν τυχαία. Θυμώνουν όταν οι θεσμοί δεν τους ακούν, όταν οι ελίτ εγκλωβίζονται στη δική τους γλώσσα, όταν οι ευκαιρίες στενεύουν και η καθημερινότητα γίνεται ακριβή και αβέβαιη.

Ο θυμός, σε αντίθεση με την απάθεια, είναι πάντα μια μορφή ελπίδας. Είναι το συναίσθημα ανθρώπων που ακόμη πιστεύουν ότι κάτι μπορεί να αλλάξει. Το ερώτημα δεν είναι αν υπάρχει — αυτό είναι δεδομένο. Το ερώτημα είναι ποιος θα τον ερμηνεύσει, πώς θα τον μεταφράσει και ποια πολιτική μορφή θα του δώσει.

Αν η πολιτική τάξη δεν το κατανοήσει αυτό, ο θυμός θα συνεχίσει να γεμίζει το κενό. Κι αυτό, ιστορικά, είναι πάντα ένας παράγοντας που μπορεί να αναδημιουργήσει κοινωνίες — ή να τις διαλύσει.

spot_img

2 ΣΧΟΛΙΑ

  1. Μήπως να δούμε πως αντιμετώπισε η νότια Κορέα το Δ.Ν.Τ?.. εκεί να δεις θυμός. Και κατευθυνση….όμως….
    1999 αυτοί. 2010 εμείς….

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
47,400ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Τελευταία Άρθρα