Το όραμα ενός Trump σε πόλεμο

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -
Πώς ο πρόεδρος θα μπορούσε να μπλεχτεί σε μια σύγκρουση
Ας ετοιμαστούμε να βροντήξουμε: Μια παρέλαση στην Πιονγκγιάνγκ, τον Ιανουάριο του 2016. KCNA

Όντες μόλις λίγους μήνες μέσα στην διοίκηση Trump [1], δεν είναι ακόμη σαφές ποια πορεία θα πάρει τελικά η εξωτερική πολιτική του προέδρου. Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι ότι η παρορμητικότητα, η μαχητικότητα και η απερισκεψία που χαρακτήριζε…

Περίληψη:

Η ιστορία είναι γεμάτη με παραδείγματα ηγετών που, όπως ο Trump, ήρθαν στην εξουσία τροφοδοτημένοι από μια αίσθηση εθνικής αδικίας και υπόσχονταν να αναγκάσουν τους αντιπάλους τους σε υποταγή, για να καταλήξουν βυθισμένοι σε μια στρατιωτική, διπλωματική ή οικονομική σύγκρουση για την οποία τελικά θα μετάνιωναν.

Ο PHILIP GORDON είναι ανώτερος συνεργάτης στο Council on Foreign Relations. Από το 2013 έως το 2015, διετέλεσε Ειδικός Βοηθός του Προέδρου και συντονιστής του Λευκού Οίκου για την Μέση Ανατολή, την Βόρεια Αφρική και την περιοχή του Κόλπου.

Όντες μόλις λίγους μήνες μέσα στην διοίκηση Trump [1], δεν είναι ακόμη σαφές ποια πορεία θα πάρει τελικά η εξωτερική πολιτική του προέδρου. Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι ότι η παρορμητικότητα, η μαχητικότητα και η απερισκεψία που χαρακτήριζε την προεκλογική εκστρατεία του Donald Trump έχουν επιζήσει της μετάβασης στην προεδρία. Από την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Trump συνέχισε να αμφισβητεί τα αποδεκτά πρότυπα, έσπασε [2] διπλωματικές [3] παραδόσεις [3] και απάντησε σε αντιληπτές προσβολές ή σε προκλήσεις με προσβολές ή δικές του απειλές. Ο πυρήνας του μηνύματος της εξωτερικής πολιτικής του είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα επιτρέψουν πλέον στον εαυτό τους να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης από φίλους ή εχθρούς στο εξωτερικό. Μετά από δεκαετίες που «χάνει» έναντι άλλων χωρών, λέει ότι πρόκειται να θέσει την «Αμερική πρώτα» και να αρχίσει να κερδίζει και πάλι.

Θα μπορούσε να είναι ότι ο Trump απλά παίρνει μια σκληρή διαπραγματευτική θέση ως ένα ζήτημα τακτικής, την διαπραγματευτική προσέγγιση που έχει περίφημα ονομάσει ως «η τέχνη της διαπραγμάτευσης». Ο πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον πριν από πολύ καιρό ανέπτυξε την «θεωρία του τρελού», την ιδέα ότι θα μπορούσε τρομάξει τους αντιπάλους του αν πίστευαν ότι ήταν τόσο ασταθής που θα μπορούσε να κάνει κάτι τρελό αν αποτύγχανε να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του -μια τακτική που ο Trump, του οποίου η φήμη για αστάθεια έχει εδραιωθεί [4], φαίνεται ιδιαίτερα κατάλληλος για να χρησιμοποιήσει.

Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι διαπραγματεύσεις μερικές φορές αποτυγχάνουν, και οι αντίπαλοι είναι και οι ίδιοι συχνά θρασείς και απρόβλεπτοι. Στ κάτω-κάτω, η θεωρία του τρελού του Νίξον [5] -σχεδιασμένη να αναγκάσει το Βόρειο Βιετνάμ να συμβιβαστεί- δεν λειτούργησε. Επιπλέον, το να μπει η θεωρία σε πράξη απαιτεί την ικανότητα να ενεργεί κάποιος με σύνεση την κατάλληλη στιγμή, κάτι που ο Trump, ως πρόεδρος, δεν έχει ακόμη αποδείξει. Και ενώ μια αποτυχημένη επιχειρηματική συμφωνία επιτρέπει στα δύο μέρη να φύγουν αλώβητα έστω κι αν είναι απογοητευμένα, ένα αποτυχημένο διπλωματικό τέχνασμα μπορεί να οδηγήσει σε πολιτική αστάθεια, σε δαπανηρές εμπορικές διαφορές, στην διάδοση επικίνδυνων όπλων, ή ακόμα και σε πόλεμο. Η ιστορία είναι γεμάτη [6] με παραδείγματα ηγετών που, όπως ο Trump, ήρθαν στην εξουσία τροφοδοτημένοι από μια αίσθηση εθνικής αδικίας και υπόσχονταν να αναγκάσουν τους αντιπάλους τους σε υποταγή, για να καταλήξουν βυθισμένοι σε μια στρατιωτική, διπλωματική ή οικονομική σύγκρουση για την οποία τελικά θα μετάνιωναν.

Θα συμβεί κάτι τέτοιο στον Trump; Κανείς δεν ξέρει. Τι γίνεται όμως αν κάποιος θα μπορούσε [να ξέρει]; Τι θα συμβεί αν, όπως ο Εμπενίζερ Σκρουτζ στο A Christmas Carol του Καρόλου Ντίκενς, ο Trump μπορούσε να συναντήσει ένα φάντασμα από το μέλλον που να προσφέρει ένα όραμα για το πού θα μπορούσαν να οδηγήσουν οι πολιτικές του κατά το τέλος της θητείας του, πριν αποφασίσει επ’ αυτών κατά την έναρξη της;

Είναι πιθανό ότι ένα τέτοιο φάντασμα θα του δείξει μια εκδοχή του μέλλοντος στο οποίο η κυβέρνησή του, μετά από ένα ταραχώδες ξεκίνημα, συντονίστηκε με την πάροδο του χρόνου, αποδείχθηκε πιο συμβατική από ό,τι είχε προβλεφθεί, και μάλιστα είχε κάποια επιτυχία διαπραγματευόμενη, όπως ο ίδιος έχει υποσχεθεί, «καλύτερες συμφωνίες». Αλλά υπάρχει ένας πραγματικός κίνδυνος ότι τα γεγονότα θα αποδειχθούν πολύ χειρότερα -ένα μέλλον στο οποίο το εκκεντρικό στυλ του Trump και οι συγκρουσιακές πολιτικές καταστρέφουν μια ήδη εύθραυστη παγκόσμια τάξη και οδηγούν σε ανοιχτή σύγκρουση- στις πιο πιθανές περιπτώσεις, με το Ιράν, την Κίνα, ή την Βόρεια Κορέα.

Στις αφηγήσεις που ακολουθούν, ό, τι περιγράφεται ως σαν να έχει πραγματοποιηθεί πριν από τα μέσα του Μάρτη του 2017, συνέβη όντως στην πραγματικότητα. Αυτά που συμβαίνουν μετά την ημερομηνία αυτή είναι -τουλάχιστον κατά τον χρόνο της δημοσίευσης- φαντασίες.

ΜΠΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΕ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕ ΤΟ ΙΡΑΝ

Είναι Σεπτέμβριος του 2017 και ο Λευκός Οίκος αναλώνεται με μια συζήτηση σχετικά με τις επιλογές του για την κλιμάκωση με το Ιράν. Άλλοι δώδεκα Αμερικανοί έχουν σκοτωθεί σε μια υποστηριζόμενη από το Ιράν επίθεση σε στρατιώτες των ΗΠΑ στο Ιράκ, και ο πρόεδρος είναι απογοητευμένος που οι προηγούμενες αεροπορικές επιδρομές στο Ιράν απέτυχαν να αποτρέψουν αυτό το είδος της θανατηφόρου επίθεσης. Έχει μπει στον πειρασμό να εκδικηθεί πολύ πιο επιθετικά αυτή την φορά, αλλά επίσης ξέρει ότι κάνοντας κάτι τέτοιο ρισκάρει να εμπλέξει τα στρατεύματα των ΗΠΑ ακόμη περισσότερο σε ό, τι είναι ήδη ένας δαπανηρός και αντι-δημοφιλής πόλεμος –ακριβώς το είδος του «χάους» που είχε υποσχεθεί να αποφύγει. Κοιτάζοντας προς τα πίσω, τώρα βλέπει ότι η σύγκρουση αυτή ίσως έγινε αναπόφευκτη όταν διόρισε την ομάδα της εξωτερικής πολιτικής του και ξεκίνησε να εφαρμόσει την νέα προσέγγισή του προς το Ιράν.

Πολύ πριν από την εκλογή του, φυσικά, ο Trump είχε επικρίνει την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν ως «την χειρότερη συμφωνία που προήλθε από διαπραγμάτευση, ανέκαθεν» και υποσχέθηκε να θέσει τέρμα στην «επιθετική ώθηση του Ιράν για να αποσταθεροποιήσει και να κυριαρχήσει» στην Μέση Ανατολή. Μερικοί από τους κορυφαίους συμβούλους του ήταν βαθιά εχθρικοί προς το Ιράν και είναι γνωστό ότι ευνοούσαν μια πιο επιθετική προσέγγιση, συμπεριλαμβανομένου του πρώτου συμβούλου εθνικής ασφαλείας του, του Michael Flynn˙ του διευθυντή του στην CIA, Mike Pompeo˙ του επικεφαλής της στρατηγικής του, Steve Bannon˙ και του υπουργού του επί της Άμυνας, James Mattis. Μερικοί από τους στρατιωτικούς πρώην συναδέλφους του Mattis είπαν ότι είχε μια 30ετή εμμονή με το Ιράν, επισημαίνοντας, όπως είπε ένας πεζοναύτης [7] στο Politico [7]: «Είναι σχεδόν σαν να θέλει να πάρει εκδίκηση από αυτούς».

Κατά την διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας και τους πρώτους μήνες της θητείας του, ο Trump ξεσήκωσε τα αντι-ιρανικά συναισθήματα και παραπλάνησε συστηματικά το κοινό σχετικά με το τι συνεπάγεται η πυρηνική συμφωνία. Επέμεινε ψευδώς ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν έλαβαν απολύτως τίποτα» από αυτήν, ότι επέτρεψαν στο Ιράν να αποκτήσει τελικά την βόμβα, και ότι έδωσαν 150 δισεκατομμύρια δολάρια [8] στο Ιράν (προφανώς αναφέρεται σε μια διάταξη της συμφωνίας που επέτρεψε στο Ιράν να αποκτήσει πρόσβαση σε περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια από τα δικά του χρήματα που είχαν παγώσει σε λογαριασμούς στο εξωτερικό). Οι επικριτές υποστήριξαν ότι η ρητορική του θύμιζε τις υπερβολές της κυβέρνησης Μπους για τα ιρακινά προγράμματα όπλων μαζικής καταστροφής στην πορεία προς τον πόλεμο στο Ιράκ. Τον Φεβρουάριο του 2017 ως απάντηση σε μια ιρανική δοκιμή βαλλιστικών πυραύλων, ο Flynn αναιδώς [9] δήλωσε [9] ότι έθετε «επίσημα το Ιράν υπό προειδοποίηση». Δύο ημέρες αργότερα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε [10] μια σειρά από νέες κυρώσεις σε 25 Ιρανούς ιδιώτες και ιρανικές εταιρείες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων.

Ίσως εξίσου αναμενόμενα, το Ιράν απέρριψε την σκληρή ρητορική της διοίκησης Τραμπ. Συνέχισε να δοκιμάζει τους πυραύλους του, επιμένοντας ότι ούτε η πυρηνική συμφωνία ούτε τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ του απαγορεύουν να το πράξει. Ο Αλί Χαμενεΐ, ο ανώτατος ηγέτης του Ιράν, μέχρι που χλεύασε τον Τραμπ για την αμφιλεγόμενη μεταναστευτική και ταξιδιωτική του απαγόρευση, ευχαριστώντας τον στο Twitter για την αποκάλυψη του «πραγματικού προσώπου» των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Τεχεράνη συνέχισε την πολιτική της αποστολής όπλων προς τους αντάρτες Χούθι στην Υεμένη και την παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς το καθεστώς του Μπασάρ αλ-Άσαντ στην Συρία, κανένα από τα οποία δεν αποδείχθηκε ιδιαίτερα δαπανηρό για το ιρανικό Υπουργείο Οικονομικών. Οι προσπάθειες των ΗΠΑ να βάλουν την Ρωσία να περιορίσει τον ρόλο του Ιράν στην Συρία αγνοήθηκαν, προσθέτοντας στην απογοήτευση του Λευκού Οίκου.

Προς έκπληξη πολλών, η αυξανόμενη πίεση των ΗΠΑ στο Ιράν δεν οδήγησε αμέσως στην κατάρρευση της πυρηνικής συμφωνίας. Από την στιγμή που ανέλαβε τα καθήκοντά του, ο Trump σταμάτησε την πρακτική της κυβέρνησης Ομπάμα να ενθαρρύνει τις τράπεζες και τις διεθνείς εταιρείες να εξασφαλίζουν ότι το Ιράν επωφελείται οικονομικά από την συμφωνία. Και εξέφρασε την υποστήριξή του στα σχέδια του Κογκρέσου για την επιβολή επιπλέον κυρώσεων σε ιρανικές οντότητες για τρομοκρατία ή για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως επέμεναν τα κορυφαία στελέχη ότι επιτρεπόταν από την πυρηνική συμφωνία. Το Ιράν κατήγγειλε ότι αυτές οι κυρώσεις «από την πίσω πόρτα» θα παραβίαζαν την συμφωνία αλλά δεν προέβη σε καμία ενέργεια. Κατά τον Μάρτιο του 2017, αξιωματούχοι των ΗΠΑ συμπέραναν εσωτερικά -και μερικοί από τους υποστηρικτές της κυβέρνησης άρχισαν να επιχαίρουν- ότι η πιο σκληρή προσέγγιση του Trump είχε επιτυχία.

24032017-1.jpg

Ιρανικά πλοία συμμετέχουν σε ναυτικά πολεμικά παιχνίδια στον Περσικό Κόλπο και στα Στενά του Ορμούζ, τον Απρίλιο του 2010. FARS NEWS / REUTERS
——————————————-

Μια διαφορετική συμπεριφορά σε κάθε πλευρά θα μπορούσε να είχε αποτρέψει την επιδείνωση των σχέσεων. Αλλά τελικά, η συμφωνία δεν θα μπορούσε να διατηρηθεί. Στις αρχές του καλοκαιριού του 2017, τα πραγματικά σημάδια του προβλήματος άρχισαν να αναδύονται. Υπό την πίεση των σκληροπυρηνικών παρατάξεων εντός του Ιράν, οι οποίες είχαν το δικό τους συμφέρον να χτυπήσουν την συμφωνία, η Τεχεράνη συνέχισε την προκλητική συμπεριφορά της, συμπεριλαμβανομένης της αδικαιολόγητης κράτησης των διπλής υπηκοότητας Αμερικανο-ιρανών πολιτών καθ’ όλη την άνοιξη. Τον Ιούνιο, μετά την ολοκλήρωση της αναθεώρησης της ιρανικής πολιτικής του, ο Trump βάζει το Σώμα της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς του Ιράν στον κατάλογο των ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και ανακοίνωσε ότι η συνέχιση της άρσης των κυρώσεων θα εξαρτάται από την απελευθέρωση όλων των Αμερικανών κρατουμένων από το Ιράν και από μια επιστροφή στις διαπραγματεύσεις για την αντιμετώπιση των «ατελειών» της πυρηνικής συμφωνίας. Αντί να υποταχθεί σε αυτές τις απαιτήσεις, το Ιράν απάντησε με περιφρόνηση. Ο νέος πρόεδρός του, ένας σκληροπυρηνικός που είχε νικήσει τον Χασάν Ρουχανί στις εκλογές του Μαΐου του 2017, δήλωσε ότι απέναντι στην «μη συμμόρφωση» των ΗΠΑ, το Ιράν θα επαναλάβει ορισμένες απαγορευμένες πυρηνικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των δοκιμών προηγμένων συσκευών φυγοκέντρησης και της επέκτασης των αποθεμάτων ουρανίου χαμηλού εμπλουτισμού. Η Ουάσιγκτον πλημμύρισε ξαφνικά με συζητήσεις για την ανάγκη μιας νέας προσπάθειας για να καταπνιγεί το Ιράν οικονομικά ή ακόμα και ένα προληπτικό στρατιωτικό χτύπημα.

Η διοίκηση Trump ήταν σίγουρη ότι και άλλες χώρες θα στήριζαν την πιο σκληρή προσέγγισή της και είχε προειδοποιήσει συμμάχους και αντιπάλους ότι θα πρέπει να επιλέξουν μεταξύ τού να κάνουν δουλειές με το Ιράν και του να κάνουν δουλειές με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αλλά η πίεση δεν λειτούργησε όπως είχε προγραμματιστεί. Η Κίνα, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ινδία, η Ιαπωνία, η Ρωσία, η Νότια Κορέα και το Ηνωμένο Βασίλειο όλοι είπαν ότι η συμφωνία είχε λειτουργήσει πριν οι Ηνωμένες Πολιτείες προσπαθήσουν να την επαναδιαπραγματευτούν, και κατηγόρησαν την Ουάσιγκτον για το ξέσπασμα της κρίσης. Η ΕΕ πέρασε ακόμα και νομοθεσία που καθιστά παράνομο για τις ευρωπαϊκές εταιρείες να συνεργαστούν με τις δευτερογενείς αμερικανικές κυρώσεις. Ο Trump θύμωσε και ορκίστηκε ότι θα πληρώσουν για την προδοσία τους.

Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες τσακώνονταν με τους στενότερους συνεργάτες τους, οι εντάσεις με το Ιράν κλιμακώνονταν περαιτέρω. Απογοητευμένο από την συνεχιζόμενη ιρανική υποστήριξη προς τους αντάρτες Χούθι στην Υεμένη, το Πεντάγωνο εντείνει τις περιπολίες στα Στενά του Ορμούζ και χαλάρωσε τους κανόνες εμπλοκής για τις δυνάμεις των ΗΠΑ. Όταν ένα ιρανικό περιπολικό σκάφος πλησίασε επιθετικά ένα ταχύπλοο σκάφος των ΗΠΑ, σε περιστάσεις που εξακολουθούν να αμφισβητούνται, το πλοίο των ΗΠΑ απάντησε με θανάσιμη αμυντική δύναμη, σκοτώνοντας 25 Ιρανούς ναύτες.

Η οργή στο Ιράν ενίσχυσε την υποστήριξη προς το καθεστώς και οδήγησε σε εκτεταμένες εκκλήσεις για εκδίκηση, στις οποίες ο νέος πρόεδρος της χώρας δεν θα μπορούσε να αντισταθεί. Λιγότερο από μια εβδομάδα αργότερα, η υποστηριζόμενη από το Ιράν ομάδα πολιτοφυλακής Kataib Hezbollah σκότωσε έξι Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ. Με το αμερικανικό κοινό να απαιτεί αντίποινα, ορισμένοι έκαναν έκκληση για διπλωματία, υπενθυμίζοντας το πώς, τον Ιανουάριο του 2016, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Τζον Κέρι, και ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Μοχάμεντ Τζαβάντ Ζαρίφ, μίλησαν απ’ ευθείας για την εκτόνωση της κατάστασης αφότου ναύτες των ΗΠΑ παρασύρθηκαν σε ιρανικά χωρικά ύδατα. Αυτή την φορά, η ΕΕ προσφέρθηκε να μεσολαβήσει στην κρίση.

Όμως, η διοίκηση δεν ήθελε να έχει να κάνει τίποτα με αυτό που θεωρείται ταπεινωτικός κατευνασμός της κυβέρνησης Ομπάμα από το Ιράν. Αντ’ αυτού, για να δώσει στο Ιράν ένα μάθημα, ο Trump ενέκρινε ένα χτύπημα με πύραυλο cruise σε ένα γνωστό αρχηγείο της υπηρεσίας πληροφοριών της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς, καταστρέφοντας τρία κτίρια και σκοτώνοντας δεκάδες αξιωματικούς και έναν άγνωστο αριθμό αμάχων.

Οι σύμβουλοι του Τραμπ προέβλεψαν ότι το Ιράν θα υποχωρήσει, αλλά καθώς οι εθνικιστικές εξάρσεις μεγάλωσαν στο Ιράν, η Τεχεράνη κλιμάκωσε την σύγκρουση, υπολογίζοντας ότι το αμερικανικό κοινό δεν είχε καμία επιθυμία να ξοδέψει περισσότερο αίμα ή χρήματα στην Μέση Ανατολή. Η Kataib Hezbollah και άλλες σιιτικές πολιτοφυλακές στο Ιράκ, μερικές διευθυνόμενες από το Ιράν και άλλες που ενεργούσαν ανεξάρτητα, ξεκίνησαν περαιτέρω επιθέσεις κατά του προσωπικού των ΗΠΑ. Η Τεχεράνη ανάγκασε την αδύναμη κυβέρνηση της Βαγδάτης να απαιτήσει την αναχώρηση των Αμερικανών από το Ιράκ, κάτι που θα κατάφερνε ένα τεράστιο πλήγμα στην υπό την ηγεσία των ΗΠΑ εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους ή ISIS.

Καθώς η Ουάσιγκτον επέβαλε εκ νέου τις κυρώσεις που είχαν ανασταλεί από την πυρηνική συμφωνία, το Ιράν εγκατέλειψε τα όρια για τον εμπλουτισμό του ουρανίου, έδιωξε τους ελεγκτές των Ηνωμένων Εθνών, και ανακοίνωσε ότι δεν δεσμεύεται από την συμφωνία. Με την CIA να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Ιράν ήταν τώρα πάλι στο δρόμο για να αποκτήσει την δυνατότητα για ένα πυρηνικό όπλο, οι ανώτεροι σύμβουλοι του Τραμπ ενημέρωσαν τον πρόεδρο στο Οβάλ Γραφείο. Μερικοί συμβούλεψαν αυτοσυγκράτηση, αλλά και άλλοι, με επικεφαλής τον Bannon και τον Mattis, επέμειναν ότι η μόνη αξιόπιστη επιλογή ήταν να καταστρέψουν τις ιρανικές πυρηνικές υποδομές με μαζικά προληπτικά χτυπήματα, ενισχύοντας παράλληλα την παρουσία των ΗΠΑ στο Ιράκ για να αντιμετωπίσουν τα πιθανά ιρανικά αντίποινα. Ο Pompeo, από παλιά υποστηρικτής της αλλαγής του καθεστώτος στο Ιράν, υποστήριξε ότι ένα τέτοιο χτύπημα θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε μια λαϊκή εξέγερση και στην εκδίωξη του ανώτατου ηγέτη, μια ενθαρρυντική ιδέα που ο ίδιος ο Trump είχε ακούσει να υποστηρίζουν ειδικοί από think-tank στην τηλεόραση.

Για άλλη μια φορά, νευρικοί σύμμαχοι επενέβησαν και προσπάθησαν να μεσολαβήσουν για μια διπλωματική λύση. Προσπάθησαν να φέρουν την πυρηνική συμφωνία του 2015 πίσω στην θέση της, υποστηρίζοντας ότι τώρα φαινόταν ελκυστική συγκριτικά. Αλλά ήταν πολύ αργά. Τα αμερικανικά χτυπήματα στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν στο Αράκ, στο Φορντόου, το Ισφαχάν, τη Νατάνζ και το Παρτσίν οδήγησαν σε ανταποδοτικά χτυπήματα εναντίον των δυνάμεων των ΗΠΑ στο Ιράκ, σε αμερικανικά αντίποινα εναντίον στόχων στο Ιράν, σε τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον Αμερικανών στην Ευρώπη και την Μέση Ανατολή, και σε όρκους από την Τεχεράνη ότι θα ξαναχτίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα μεγαλύτερο και πιο καλά από ό, τι πριν. Ο πρόεδρος που είχε ορκιστεί να σταματήσει να ξοδεύει αμερικανικές ζωές και πόρους στην Μέση Ανατολή βρέθηκε τώρα να αναρωτιέται πώς είχε καταλήξει σε πόλεμο εκεί.

ΠΟΛΕΜΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΚΙΝΑ

24032017-2.jpg

Η εθνική σημαία της Κίνας υψώνεται κατά την διάρκεια της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου το 2008 στο Στάδιο της Φωλιάς του Πουλιού, τον Αύγουστο του 2008. JERRY LAMPEN / REUTERS
———————————————–

Είναι Οκτώβριος του 2017, και οι ειδικοί την αποκαλούν ως την πιο επικίνδυνη αντιπαράθεση μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων από την πυραυλική κρίση της Κούβας. Αφότου κλιμακώθηκε ένας αμερικανο-κινεζικός εμπορικός πόλεμος πολύ πιο πέρα από ό, τι είχε προβλέψει κάθε πλευρά, μια σύγκρουση στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας έχει οδηγήσει σε απώλειες και από τις δύο πλευρές και βαριές ανταλλαγές πυρών μεταξύ του αμερικανικού και του κινεζικού πολεμικού ναυτικού. Υπάρχουν φήμες ότι η Κίνα έχει θέσει τις πυρηνικές δυνάμεις της σε υψηλή επιφυλακή. Η σύγκρουση που τόσοι πολλοί φοβούνταν από παλιά, έχει αρχίσει.

Από τους πολλούς ξένους στόχους της εξευτελιστικής κριτική του Trump κατά την διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του και τους πρώτους μήνες της προεδρίας του, η Κίνα ήταν κορυφαία στην λίστα. Ως υποψήφιος, ο Trump κατηγόρησε επανειλημμένα την χώρα ότι καταστρέφει αμερικανικές θέσεις εργασίας και κλέβει τα μυστικά των ΗΠΑ. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να επιτρέπουμε στην Κίνα να βιάζει την χώρα μας», είπε. Ο Μπάνον, ο οποίος στις αρχές της διοίκησης συνέστησε ένα σκιώδες Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας στον Λευκό Οίκο, μέχρι που είχε προβλέψει μια σύγκρουση [11] με την Κίνα [11]. «Θα πάμε σε πόλεμο στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας σε πέντε με δέκα χρόνια», είπε τον Μάρτιο του 2016. «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό».

Λίγο μετά την εκλογή του, ο Trump πήρε ένα συγχαρητήριο τηλεφώνημα [12] από τον πρόεδρο της Ταϊβάν, Tsai Ing-Wen, σπάζοντας δεκαετίες διπλωματικής παράδοσης και υπονοώντας [13] μια πιθανή αλλαγή στην πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών περί της «μιας Κίνας». Δεν ήταν σαφές αν η κίνηση ήταν ακούσια ή εκούσια, αλλά σε κάθε περίπτωση, ο Trump υπερασπίστηκε την προσέγγισή του και επέμεινε ότι η πολιτική ήταν προς διαπραγμάτευση, εκτός εάν η Κίνα έκανε εμπορικές παραχωρήσεις. «Μήπως η Κίνα μας ρώτησε αν ήταν ΟΚ να υποτιμήσει το νόμισμά της (γεγονός που καθιστά δύσκολο για τις επιχειρήσεις μας να ανταγωνίζονται), να φορολογήσει βαριά τα προϊόντα μας που πηγαίνουν στην χώρα τους (οι ΗΠΑ δεν τους φορολογεί) ή να χτίσουν ένα τεράστιο στρατιωτικό συγκρότημα στην μέση της Θάλασσας της Νότιας Κίνας;» έγραψε στο Tweeter [14]. «Δεν νομίζω!». Τον Φεβρουάριο του 2017 μετά από ένα τηλεφώνημα με τον Κινέζο πρόεδρο Xi Jinping, ο Trump ανακοίνωσε [15] ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα τιμήσουν την πολιτική της «μιας Κίνας» τελικά. Οι ειδικοί περί την Ασία είχαν ανακουφιστεί, αλλά θα πρέπει να εξόργισε τον πρόεδρο ότι τόσοι πολλοί πίστευαν ότι είχε αναγκαστεί να αναδιπλωθεί. «Ο Trump έχασε την πρώτη μάχη του με τον Σι και θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας χάρτινος τίγρης», είπε στους New York Times ο Shi Yinhong, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Renmin της Κίνας, [16].

Υπήρχαν και άλλα προειδοποιητικά σημάδια των συγκρούσεων που έρχονταν. Κατά τις ακροάσεις επιβεβαίωσης του διορισμού του ως Υπουργός Εξωτερικών, ο Rex Tillerson φάνηκε να χαράσσει μια νέα κόκκινη γραμμή [17] στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας, σημειώνοντας ότι η πρόσβαση της Κίνας στα νησιά εκεί «δεν πρόκειται να επιτραπεί». Κάποιοι απέρριψαν την δήλωση ως παραφουσκωμένα ρητορική, αλλά το Πεκίνο δεν το έκανε. Η κρατική εφημερίδα China Daily προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να επιβληθεί μια τέτοια πολιτική θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια «καταστροφική σύγκρουση», και η εφημερίδα Global Times, δήλωσε ότι θα μπορούσε να οδηγήσει σε «μεγάλης κλίμακας πόλεμο».

Στην συνέχεια, υπήρχαν οι διαφωνίες για το εμπόριο [18]. Για επικεφαλής του νέου Συμβουλίου Εθνικού Εμπορίου του Λευκού Οίκου, ο Trump διόρισε τον Peter Navarro, τον συγγραφέα του The Coming China Wars, Death by China (Οι επερχόμενοι κινεζικοί πόλεμοι, Θάνατος από την Κίνα) και άλλων προκλητικών βιβλίων που περιγράφουν τις αμερικανοκινεζικές σχέσεις με όρους μηδενικού αθροίσματος και υποστηρίζουν την αύξηση των αμερικανικών δασμών και εμπορικών κυρώσεων. Όπως ο Μπάνον, ο Ναβάρο έκανε τακτικά επίκληση στο φάντασμα της στρατιωτικής σύγκρουσης με το Πεκίνο, και υποστήριξε ότι πιο σκληρά οικονομικά μέτρα ήταν αναγκαία όχι μόνο για να διορθωθεί το αμερικανοκινεζικό εμπορικό ισοζύγιο, αλλά και να αποδυναμωθεί η στρατιωτική ισχύς της Κίνας, για την οποία ισχυρίστηκε ότι αναπόφευκτα θα χρησιμοποιηθεί κατά των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αρχική ρητορική ανησύχησε πολλούς παρατηρητές, αλλά παρηγορήθηκαν με την ιδέα ότι καμία πλευρά δεν μπορούσε να αντέξει μια αντιπαράθεση.

Ήταν οι αποφάσεις που ακολούθησαν που έκαναν τον πόλεμο αναπόφευκτο. Τον Ιούνιο του 2017, όταν η Βόρεια Κορέα δοκίμασε έναν ακόμη πύραυλο μεγάλου βεληνεκούς, ο οποίος την έφερε πιο κοντά στο να έχει την δυνατότητα να χτυπήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Trump απαίτησε η Κίνα να ελέγξει τον μικρό σύμμαχό της και ανακοίνωσε «σοβαρές συνέπειες» αν το αρνηθεί. Η Κίνα δεν είχε κανένα ενδιαφέρον για την προώθηση της πυρηνικής ικανότητας της Βόρειας Κορέας, αλλά ανησύχησε ότι η πλήρης απομόνωση της Πιονγκγιάνγκ, όπως απαιτούσε ο Trump, θα μπορούσε να προκαλέσει κατάρρευση του καθεστώτος -στέλνοντας εκατομμύρια φτωχών Βορειοκορεατών προσφύγων να ρέουν στην Κίνα και αφήνοντας πίσω μια ενωμένη Κορέα να κυβερνάται από την Σεούλ, οπλισμένη με τα πυρηνικά όπλα της Βόρειας Κορέας, και συμμάχου με την Ουάσιγκτον. Η Κίνα συμφώνησε σε μια άλλη δήλωση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καταδίκαζε την Βόρεια Κορέα και επεξέτεινε μια απαγόρευση εισαγωγών άνθρακα από την χώρα, αλλά αρνήθηκε να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες. Θυμωμένος από την αδιάκοπη κριτική του Trump και την αντιπαράθεση επί του εμπορίου, ο Xi είδε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως μεγαλύτερο κίνδυνο για την Κίνα από όσο ήταν η Βόρεια Κορέα και είπε ότι αρνείται να φοβερίζεται από την Ουάσιγκτον.

Την ίδια στιγμή, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ με την Κίνα είχε διογκωθεί, εν μέρει επειδή τα διευρυνόμενα ελλείμματα του προϋπολογισμού των ΗΠΑ απαιτούσαν δανεισμό από το εξωτερικό, οδηγώντας έτσι την αξία του δολαρίου προς τα επάνω. Αυτό, σε συνδυασμό με την κινεζική αδιαλλαξία σχετικά με την Βόρεια Κορέα, έπεισε τον Λευκό Οίκο ότι ήρθε η ώρα να γίνει σκληρός. Εξωτερικοί ειδικοί, μαζί με τον δικό του υπουργό Εξωτερικών και τον υπουργό Οικονομικών, προειδοποίησαν για τους κινδύνους μιας επικίνδυνης κλιμάκωσης, αλλά ο πρόεδρος απέρριψε το άγχος τους και είπε ότι οι ημέρες που άφηναν την Κίνα να επωφελείται [εις βάρος] των Αμερικανών είχαν τελειώσει. Τον Ιούλιο, η διοίκηση χαρακτήρισε επίσημα την Κίνα ως «νομισματικό εκμεταλλευτή» (“currency manipulator”) παρά τις ενδείξεις ότι είχε πράγματι δαπανήσει τα συναλλαγματικά αποθέματά της για να διατηρήσει την αξία του γουάν, και επέβαλε έναν δασμό 45% στις κινεζικές εισαγωγές. Προς τέρψη του πλήθους σε ένα προεκλογικού τύπου συλλαλητήριο στην Φλόριντα, ο Trump ανακοίνωσε ότι αυτά τα νέα μέτρα θα παραμείνουν σε ισχύ έως ότου η Κίνα αυξήσει την αξία του νομίσματός της, αγοράσει περισσότερα αμερικανικά αγαθά και επιβάλλει αυστηρότερες κυρώσεις στην Βόρεια Κορέα.

Οι πιο επιθετικοί σύμβουλοι του προέδρου τον διαβεβαίωσαν ότι η απάντηση της Κίνας θα αποδειχθεί περιορισμένη, λόγω της εξάρτησής της από τις εξαγωγές και τις μαζικές τοποθετήσεις της σε κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ. Αλλά υποτίμησαν τον έντονο εθνικισμό που ανατροφοδότησαν οι ενέργειες των ΗΠΑ. Ο Xi έπρεπε να επιδείξει δύναμη, και αντεπιτέθηκε.

Μέσα σε λίγες μέρες, ο Xi ανακοίνωσε ότι η Κίνα θα παρέπεμπε τις Ηνωμένες Πολιτείες στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου για την επιβολή των δασμών (μια περίπτωση που ένιωθε ότι η Κίνα θα κέρδιζε οπωσδήποτε) και επέβαλε αντι-δασμό 45% στις εισαγωγές από τις ΗΠΑ. Οι Κινέζοι πίστευαν ότι οι αμοιβαίοι δασμοί θα πλήξουν τις Ηνωμένες Πολιτείες περισσότερο από την Κίνα (δεδομένου ότι οι Αμερικανοί αγοράζουν πολύ περισσότερα κινεζικά προϊόντα από ό, τι το αντίστροφο) και ήξερε ότι ο προκύπτων πληθωρισμός -ειδικά για αγαθά όπως τα ρούχα, τα παπούτσια, τα παιχνίδια, και τα ηλεκτρονικά- θα βλάψουν το εργατικό εκλογικό σώμα του Τραμπ. Ακόμη πιο σημαντικό, αισθάνθηκαν ότι είναι πολύ πιο πρόθυμοι να κάνουν θυσίες από όσο ήταν οι Αμερικανοί.

Ο Xi έδωσε επίσης εντολή στην κεντρική τράπεζα της Κίνας να πουλήσει ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου αξίας 100 δισ. δολαρίων, μια κίνηση που αμέσως οδήγησε σε αύξηση των επιτοκίων των ΗΠΑ και εξαφάνισε 800 μονάδες από τον βιομηχανικό δείκτη Dow Jones μέσα σε μια μέρα. Το ότι η Κίνα άρχισε να χρησιμοποιεί μερικά από τα μετρητά που προέκυψαν από τις πωλήσεις για να αγοράσει σημαντικά μερίδια σε μεγάλες αμερικανικές εταιρείες σε συμπιεσμένες τιμές, μόνο τροφοδότησε μια εθνικιστική αντίδραση στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Trump το αξιοποίησε αυτό, ζητώντας έναν νέο νόμο για να εμποδίσει τις κινεζικές επενδύσεις.

Με τις προσωπικές προσβολές να πηγαίνουν πέρα-δώθε πάνω από τον Ειρηνικό, ο Trump ανακοίνωσε ότι εάν η Κίνα δεν αρχίσει να αντιμετωπίζει δίκαια τις ΗΠΑ, η Ουάσιγκτον θα μπορούσε να επανεξετάσει την πολιτική της «μιας Κίνας» τελικά. Ενθαρρυμένος από τον Μπάνον, ο οποίος υποστήριξε ιδιωτικά ότι ήταν καλύτερα να γίνει η αναπόφευκτη αντιπαράθεση με την Κίνα όσο οι Ηνωμένες Πολιτείες απολαμβάνουν ακόμα στρατιωτική υπεροχή, ο Trump πιθανολόγησε δημοσίως σχετικά με το να προσκαλέσει τον πρόεδρο της Ταϊβάν στον Λευκό Οίκο και να πωλήσει νέα αντιπυραυλικά συστήματα και υποβρύχια στο νησί.

Η Κίνα απάντησε ότι οποιαδήποτε αλλαγή στην πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ταϊβάν θα συναντηθεί με μια «εντυπωσιακή ανταπόκριση», κάτι που οι ειδικοί ερμήνευσαν ότι σήμαινε κατ’ ελάχιστο τον τερματισμό του εμπορίου με την Ταϊβάν (η οποία στέλνει το 30% των εξαγωγών της προς την Κίνα) και κατ’ ανώτερον στρατιωτικές επιθέσεις εναντίον στόχων στο νησί. Με πάνω από ένα δισεκατομμύριο Κινέζους στην ηπειρωτική χώρα παθιασμένα δεσμευμένους στην ονομαστική ενότητα της χώρας, λίγοι αμφέβαλαν ότι το Πεκίνο εννοούσε αυτό που είπε. Την 1η Οκτωβρίου, η κανονικά χλιαρή γιορτή της Εθνικής Ημέρας της Κίνας μετατράπηκε σε μια τρομακτική επίδειξη αντιαμερικανισμού.

Ήταν σε αυτό το περιβάλλον που ένα περιστατικό στην Θάλασσα της Νότιας Κίνας οδήγησε στην κλιμάκωση που τόσοι πολλοί φοβούνταν. Οι λεπτομέρειες παραμένουν θολές, αλλά προκλήθηκε όταν ένα αμερικανικό πλοίο επιτήρησης που επιχειρούσε σε αμφισβητούμενα ύδατα σε πυκνή ομίχλη εμβόλισε κατά λάθος μια κινεζική μηχανότρατα που το παρενοχλούσε. Στην σύγχυση που ακολούθησε, μια φρεγάτα του Ναυτικού του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού άνοιξε πυρ εναντίον του άοπλου πλοίου των ΗΠΑ, ένα αντιτορπιλικό των ΗΠΑ βύθισε την κινεζική φρεγάτα και μια κινεζική τορπίλη χτύπησε και προξένησε σοβαρές ζημιές στο αντιτορπιλικό, σκοτώνοντας τρεις Αμερικανούς.

Μια ομάδα αεροπλανοφόρου έσπευσε στην περιοχή, και η Κίνα ανέπτυξε επιπλέον επιθετικά υποβρύχια εκεί και άρχισε επιθετικές υπερπτήσεις και περιπολίες σε όλη την Θάλασσα της Νότιας Κίνας. Ο Tillerson προσπάθησε να προσεγγίσει τον Κινέζο ομόλογό του, αλλά οι αξιωματούχοι στο Πεκίνο αναρωτιούνταν αν μιλάει καν εκ μέρους της διοίκησης και φοβούνταν ότι ο Trump δεν θα δεχθεί τίποτα λιγότερο από τη νίκη. Εκτιμήσεις των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ που διέρρευσαν έδειχναν ότι μια σύγκρουση μεγάλης κλίμακας θα μπορούσε γρήγορα να οδηγήσει σε εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, να εμπλέξει γειτονικά κράτη, και να καταστρέψει οικονομικό προϊόν αξίας τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά με τον εθνικισμό να μαίνεται στις δύο χώρες, καμιά πρωτεύουσα δεν έβλεπε έναν τρόπο για να υποχωρήσει. Αυτό που ήθελε να κάνει ο Τραμπ ήταν να κερδίσει μια καλύτερη συμφωνία από την Κίνα.

24032017-3.jpg

Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής παρέλασης που σηματοδοτεί την 70η επέτειο από την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο Πεκίνο, τον Σεπτέμβριο του 2015. DAMIR SAGOLJ / REUTERS
————————————————–

Ο ΕΠΟΜΕΝΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΗΣ ΚΟΡΕΑΣ

Είναι Δεκέμβριος του 2018 και η Βόρεια Κορέα έχει μόλις ξεκινήσει ένα βαρύ μπαράζ πυροβολικού εναντίον στόχων στην Σεούλ, σκοτώνοντας χιλιάδες ή ίσως και δεκάδες χιλιάδες˙ είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί. Δυνάμεις των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας -τώρα ενωμένες κάτω από την διοίκηση των ΗΠΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης Αμοιβαίας Άμυνας- χτυπούν με πυροβολικό και ρουκέτες στρατιωτικές θέσεις της Βόρειας Κορέας και ξεκίνησαν αεροπορικές επιδρομές εναντίον του προηγμένου δικτύου αεράμυνάς της. Από ένα καταφύγιο κάπου κοντά στην Πιονγκγιάνγκ, ο εκκεντρικός δικτάτορας της χώρας, Kim Jong Un, εξέδωσε μια δήλωση υποσχόμενος να «ισοπεδώσει την Σεούλ και το Τόκιο» -μια αναφορά στο απόθεμα των πυρηνικών και χημικών όπλων της Βόρειας Κορέας- αν οι «ιμπεριαλιστικές» δυνάμεις δεν πάψουν αμέσως τις επιθέσεις τους.

Η Ουάσινγκτον περίμενε κάποιο είδος βορειοκορεατικής απάντησης όταν χτύπησε προληπτικά την δοκιμαστική εκτόξευση ενός διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου ικανού να μεταφέρει μια πυρηνική κεφαλή στις ηπειρωτικές Ηνωμένες Πολιτείες, εκπληρώνοντας την δέσμευση του Τραμπ να εμποδίσει την Πιονγκγιάνγκ από το να αποκτήσει αυτή την ικανότητα. Αλλά λίγοι σκέφθηκαν ότι η Βόρεια Κορέα θα το πάει τόσο μακριά ώστε να διακινδυνεύσει την δική της καταστροφή με το να επιτεθεί στη Νότια Κορέα. Τώρα, ο Trump πρέπει να αποφασίσει αν θα συνεχίσει με τον πόλεμο και τον κίνδυνο πυρηνικής κλιμάκωσης -ή να δεχθεί αυτό που θα θεωρηθεί ως μια ταπεινωτική υποχώρηση. Μερικοί από τους συμβούλους του τον προτρέπουν να τελειώσει γρήγορα την δουλειά, ενώ άλλοι προειδοποιούν ότι κάτι τέτοιο θα κόστιζε την ζωή σε πάρα πολλούς από τους 28.000 στρατιώτες των ΗΠΑ που σταθμεύουν στην χερσόνησο, για να μην αναφέρουμε τα δέκα εκατομμύρια κατοίκους της Σεούλ. Συγκεντρωμένοι στο Δωμάτιο Κρίσεων του Λευκού Οίκου, ο Trump και οι βοηθοί του αναλογίζονται τις τρομερές επιλογές τους.

Πώς έγινε σε αυτό; Ακόμα και οι σκληρότεροι επικριτές του Τραμπ αναγνωρίζουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είχαν καλές επιλογές στην Βόρεια Κορέα [19]. Για περισσότερα από 20 χρόνια, το παρανοϊκό, απομονωμένο καθεστώς της Πιονγιάνγκ είχε αναπτύξει τις πυρηνικές και πυραυλικές δυνατότητές του και φαινόταν αδιαπέραστο από κίνητρα όσο και αντικίνητρα. Το λεγόμενο Συμφωνηθέν Πλαίσιο (Agreed Framework), μια συμφωνία του 1994 για να σταματήσει το πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας, κατέρρευσε το 2003, όταν η Πιονγιάνγκ πιάστηκε να το παραβιάζει, οδηγώντας την κυβέρνηση George W. Bush να εγκαταλείψει την συμφωνία προς χάριν των αυστηρότερων κυρώσεων. Πολλαπλοί γύροι συνομιλιών από τότε παρήγαγαν ελάχιστη πρόοδο. Κατά το 2017, οι ειδικοί εκτιμούσαν ότι η Βόρεια Κορέα διέθετε πάνω από μια ντουζίνα πυρηνικές κεφαλές και είχε αποθηκεύσει υλικό για περισσότερες. Πίστευαν επίσης ότι η Βόρεια Κορέα είχε πυραύλους ικανούς να μεταφέρουν αυτές τις κεφαλές σε στόχους σε όλη την Ασία και δοκίμαζε πυραύλους που θα μπορούσαν να της δώσουν την δυνατότητα να χτυπήσει την δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών μέχρι το 2023.

Νωρίς στην κυβέρνηση, πολλοί εξωτερικοί ειδικοί και πρώην ανώτεροι αξιωματούχοι προέτρεψαν τον Trump [20] να κάνουν την Βόρεια Κορέα ύψιστη προτεραιότητα. Η αποδοχή ότι η συνολική διάλυση των πυρηνικών και πυραυλικών προγραμμάτων της χώρας δεν ήταν ένας ρεαλιστικός βραχυπρόθεσμος στόχος, οι περισσότεροι έκαναν έκκληση για διαπραγματεύσεις που θα προσέφεραν ένα πακέτο οικονομικών κινήτρων και εγγυήσεις ασφάλειας ως αντάλλαγμα το να σταματήσουν οι περαιτέρω δοκιμές και η ανάπτυξη [των πυρηνικών και πυραυλικών όπλων]. Ένα κρίσιμο στοιχείο, υποστήριξαν, θα ήταν η προσέγγιση της Κίνας, της μόνης χώρας που θα μπορούσε να είναι σε θέση να επηρεάσει την Βόρεια Κορέα.

Όμως, η διοίκηση προτίμησε μια πιο επιθετική προσέγγιση. Ακόμη και πριν αναλάβει ο Trump τα καθήκοντά του, όταν ο Κιμ κόμπαζε ότι ανέπτυσσε την ικανότητα να χτυπήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με πυρηνικά όπλα, ο Trump απάντησε στο Twitter [21]: «Δεν θα συμβεί!». Στις 12 Φεβρουαρίου του 2017, η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε έναν δοκιμαστικό [22] πύραυλο [22] 310 μίλια μέσα στην Θάλασσα της Ιαπωνίας, την ίδια στιγμή που Trump είχε συνάντηση με τον Ιάπωνα πρωθυπουργό Σίνζο Άμπε στο κτήμα του Mar-a-Lago, στην Φλόριντα. Το επόμενο πρωί, ο Stephen Miller, ανώτερος σύμβουλος του Trump, ανακοίνωσε [23] ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες σύντομα θα στείλουν ένα μήνυμα προς την Βόρεια Κορέα, με τη μορφή μιας μεγάλης στρατιωτικής συσσώρευσης που θα δείξει την «αδιαμφισβήτητη στρατιωτική δύναμη πέρα από οτιδήποτε μπορεί κανείς να φανταστεί». Αργότερα εκείνον τον μήνα, ο Trump ανακοίνωσε τα σχέδιά του για αύξηση στις αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ για το 2018 κατά 54 δισ. δολάρια [24], με αντίστοιχες περικοπές στον προϋπολογισμό για την διπλωματία. Και τον Μάρτιο του 2017, ο Tillerson ταξίδεψε στην Ασία και δήλωσε [25] ότι «οι πολιτικές και διπλωματικές προσπάθειες των τελευταίων 20 ετών» είχαν αποτύχει και ότι απαιτείται μια «νέα προσέγγιση».

Στους επόμενους μήνες, οι επικριτές κάλεσαν την διοίκηση να συνοδεύσει την στρατιωτική συσσώρευσή της με περιφερειακή διπλωματία, αλλά ο Trump επέλεξε το αντίθετο. Έκανε σαφές ότι η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είχε αλλάξει. Σε αντίθεση με ό, τι είχε κάνει ο προκάτοχός του με το Ιράν, είπε, δεν επρόκειτο να ανταμείψει την κακή συμπεριφορά. Αντ’ αυτού, η διοίκηση ανακοίνωσε το καλοκαίρι του 2018 ότι η Βόρεια Κορέα ήταν «επίσημα υπό προειδοποίηση». Παρά το γεγονός ότι ο Λευκός Οίκος συμφωνούσε με τους επικριτές ότι ο καλύτερος τρόπος για να πιέσει την Βόρεια Κορέα ήταν μέσω της Κίνας, δεν κατέστη δυνατό να συνεργαστεί με το Πεκίνο ενώ επέβαλλε δασμούς και επιτίθετο εναντίον της για οικονομικό «βιασμό» των Ηνωμένων Πολιτειών.

Έτσι, το πρόβλημα διογκωνόταν κατά την διάρκεια των πρώτων δύο ετών της διοίκησης. Η Βόρεια Κορέα συνέχισε να δοκιμάζει πυραύλους και να αναπτύσσει σχάσιμα υλικά. Μερικές φορές εξερέθιζε τη Νότια Κορέα, εκτοξεύοντας βλήματα σε όλη την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη και προκαλώντας μερικά παρ’ ολίγον [επεισόδια] στην θάλασσα. Ο πόλεμος των λέξεων μεταξύ της Πιονγκγιάνγκ και της Ουάσιγκτον κλιμακώθηκε επίσης –οι σύμβουλοι δεν μπορούσαν να κάνουν τον πρόεδρο να δαγκώσει τη γλώσσα του ως απάντηση στις εξωφρενικές κοροϊδίες του Κιμ- και ο Trump επανέλαβε σε ακόμη πιο γραφική γλώσσα την προειδοποίησή του στο Twitter ότι δεν θα επιτρέψει στην Πιονγιάνγκ να δοκιμάσει έναν ικανό για πυρηνικά πύραυλο που θα μπορούσε να φθάσει στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Όταν η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών πήρε ενδείξεις ότι η Πιονγιάνγκ ήταν έτοιμη να το πράξει, το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας συνεδρίασε, και ο πρόεδρος του Γενικού Επιτελείου Στρατού ενημέρωσε τον πρόεδρο για τις επιλογές του. Θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να καταρρίψουν το δοκιμαστικό βλήμα κατά την πτήση, αλλά η κατάρριψη είχε υψηλό κίνδυνο να αστοχήσει, και ακόμη και μια επιτυχημένη αναχαίτιση μπορεί να προκαλούσε μια στρατιωτική αντίδραση. Θα μπορούσε να μην κάνει τίποτα, αλλά αυτό θα σήμαινε απώλεια γοήτρου και ενθάρρυνση της Βόρειας Κορέας. Ή θα μπορούσε να καταστρέψει τον δοκιμαστικό πύραυλο στην εξέδρα εκτόξευσής του με ένα μπαράζ πυραύλων Κρουζ, κλείνοντας τον δρόμο της Πιονγιάνγκ προς μια πυρηνική αποτροπή, επιβάλλοντας την δική του κόκκινη γραμμή, και στέλνοντας ένα σαφές μήνυμα προς τον υπόλοιπο κόσμο. Πηγές παρούσες στην συνάντηση ανέφεραν ότι, όταν ο πρόεδρος επέλεξε την τρίτη επιλογή, είπε, «Πρέπει να αρχίσουμε να κερδίζουμε και πάλι πολέμους».

ΜΑΘΑΙΝΟΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Αυτά τα τρομακτικά μελλούμενα απέχουν πολύ από το να είναι αναπόφευκτα. Πράγματι, παρ’ όλη την αρχική παραφορά και τις υποσχέσεις για μια δραματική ρήξη με το παρελθόν, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ μπορεί κάλλιστα να αποδειχθεί όχι τόσο επαναστατική ή απερίσκεπτη όπως πολλοί φοβούνται. Ο Trump έχει ήδη αποδείξει την ικανότητά του να αλλάζει πορεία χωρίς τύψεις σε ένα πλήθος θεμάτων, από την άμβλωση μέχρι τον πόλεμο στο Ιράκ, και οι σωστές συμβουλές από μερικούς από τους πιο έμπειρους συμβούλους του θα μπορούσαν να μετριάσουν την τάση του για απερίσκεπτη συμπεριφορά.

Από την άλλη πλευρά, δεδομένων όσων έχουμε δει μέχρι στιγμής από την ιδιοσυγκρασία του προέδρου, το στυλ του στην λήψη αποφάσεων, και την εξωτερική πολιτική του, αυτά τα οράματα για το τι μπορεί να βρίσκεται μπροστά μας δύσκολα είναι απίθανα: Καταστροφές της εξωτερικής πολιτικής συμβαίνουν όντως. Φανταστείτε αν ένα φάντασμα από το μέλλον θα μπορούσε να δώσει στους ηγέτες του κόσμου το 1914 μια γεύση από τον κατακλυσμό που θα παρήγαγαν οι πολιτικές τους. Ή αν το 1965, ο Αμερικανός πρόεδρος Λίντον Τζόνσον μπορούσε να δει πού θα οδηγούσε η κλιμάκωση στο Βιετνάμ μια δεκαετία αργότερα. Ή αν το 2003, ο Αμερικανός πρόεδρος George W. Bush μπορούσε να δει μια προεπισκόπηση των αποτελεσμάτων της εισβολής στο Ιράκ. Σε κάθε περίπτωση, άφρονες αποφάσεις, μια προβληματική διαδικασία, και ευσεβείς πόθοι όντως οδήγησαν σε μια καταστροφή που θα μπορούσε να είχε, και συχνά είχε, προβλεφθεί εκ των προτέρων.

Ίσως ο Trump έχει δίκιο ότι μια μαζική στρατιωτική συσσώρευση, μια φήμη περί μη προβλεψιμότητας, ένα στυλ υψηλού ρίσκου διαπραγμάτευσης, και μια άρνηση συμβιβασμού να πείσει άλλες χώρες να προβούν σε παραχωρήσεις που θα κάνουν την Αμερική ασφαλή, ευημερούσα, και μεγάλη και πάλι. Αλλά πάλι, ίσως να κάνει λάθος.

Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-03-22/vision-trump-war

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/topics/trump-administration
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2017-02-13/tr…
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2017-01-24/trump-takes-ai…
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-11-20/trump-and-bomb
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/asia/1967-10-01/asia-after-viet-nam
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/2016-10-31/hitlers-reich-excerpt
[7] http://www.politico.com/magazine/story/2016/12/james-mattis-iran-secreta…
[8] http://www.politifact.com/truth-o-meter/statements/2016/mar/17/donald-tr…
[9] https://www.theguardian.com/world/2017/feb/01/iran-trump-michael-flynn-o…
[10] https://www.wsj.com/articles/trump-administration-sanctions-25-iranian-e…
[11] http://www.nybooks.com/daily/2017/03/07/trump-in-the-china-shop/
[12] https://www.foreignaffairs.com/articles/taiwan/2016-12-11/taipeis-name-game
[13] http://www.cnn.com/2016/12/11/politics/donald-trump-china-taiwan/index.html
[14] https://twitter.com/realdonaldtrump/status/805538149157969924?lang=en
[15] https://www.nytimes.com/2017/02/09/world/asia/donald-trump-china-xi-jinp…
[16] https://www.nytimes.com/2017/02/10/world/asia/trump-one-china-taiwan.html
[17] http://www.reuters.com/article/us-congress-tillerson-china-idUSKBN14V2KZ
[18] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2016-11-14/will-china-trum…
[19] https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-02-13/trump-and-north-korea
[20] https://www.wsj.com/articles/trump-faces-north-korean-challenge-1479855286
[21] http://www.cnn.com/2017/01/02/politics/north-korea-icbm-threat-trump/
[22] http://www.cnn.com/2017/02/11/asia/north-korea-missile/
[23] http://www.dailymail.co.uk/news/article-4217940/White-House-NK-military-…
[24] https://www.foreignaffairs.com/articles/2017-03-01/trumps-54-billion-rou…
[25] https://www.washingtonpost.com/world/asia_pacific/tillerson-stresses-reg…

Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα