Το Αναρχικό DADA

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

anarchypress.wordpress.com

Πως η φρίκη της πρώτης παγκόσμιας ανθρωποσφαγής δημιούργησε
το πιο αναρχικό καλλιτεχνικό ρεύμα

 «Η ορμή για καταστροφή είναι μια δημιουργική ορμή». (Μιχαήλ Μπακούνιν)

Ρεύμα ήταν αυτό, έτεινε ένα από μέχρι τέχνης, στην αν Αναρχία, τόσο τέχνης πολύ αυτό λεγόμενο άλλο δεν από DADA. Αυτό δεν είναι ένα τυπογραφικό λάθος. Πιστεύουμε πως ένα κείμενο για το DADA θα πρέπει τουλάχιστον να αρχίζει κάπως έτσι. Αλλά, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και ας μιλήσουμε… συμβατικά με τις ίδιες λέξεις αλλά στην «σωστή» σειρά:

Αν ένα ρεύμα τέχνης, μέχρι σήμερα, έτεινε τόσο πολύ στην Αναρχία αυτό δεν ήταν άλλο από το λεγόμενο DADA. Αφορμή της αναφοράς μας στο συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ρεύμα, στάθηκαν τα 100 χρόνια λήξης της πρώτης παγκόσμιας ανθρωποσφαγής, όπου ο ντανταϊσμός είναι προβοκατόρικο τέκνο της. Το DADA δημιουργήθηκε εξ αιτίας των μπαρουτοκαπνισμένων φυσικών τοπίων που μετατράπηκαν σε πεδία μάχης της πρώτης παγκόσμιας ανθρωποσφαγής, του θανατερού ήχου του πολέμου, των διαμελισμένων σωμάτων, των ανθρώπινων κραυγών, των χημικών αερίων, των κατεστραμμένων ζωών και των εκατομμυρίων νεκρών που έδωσαν την ζωή τους στα χέρια μιας μερίδας εξουσιαστών. Δημιουργήθηκε ως αντίδραση όλων των παραπάνω. Για τους ντανταϊστές όλα όσα συγκροτούσαν τον κόσμο μέχρι τότε έπρεπε να αναθεωρηθούν, να διαλυθούν και να γεννηθούν νέες οπτικές που δεν θα θύμιζαν τίποτα από όλα εκείνα που οδήγησαν την ανθρωπότητα σ’ αυτό το φρικτό μακέλεμα. Αρνείται όλα εκείνα τα ιδεώδη, τις ιδεολογίες και τις αξίες της κοινωνίας που το μόνο που είχαν καταφέρει ήταν ένας πόλεμος με εκατομμύρια νεκρούς. Ένας πρωταγωνιστής αυτού του ρεύματος, ο γάλλος ρουμανικής καταγωγής Τριστιάν Τζαρά είχε δηλώσει: «Ήμασταν ενάντια στον πόλεμο, χωρίς όμως να πέφτουμε στην εύκολη παγίδα του ουτοπικού πασιφισμού. Ξέραμε πως δεν θα ξεφορτωνόμασταν τον πόλεμο αν δεν ξεφορτωνόμασταν τα αίτιά του[…] Αυτός ο πόλεμος δεν ήταν δικός μας. Για μας ήταν ένας πόλεμος ψεύτικων συναισθημάτων και αθεμελίωτων δικαιολογιών[…] Το νταντά γεννήθηκε από μια ηθική ανάγκη, από μια ακατανίκητη θέληση για την επίτευξη ενός ηθικού απόλυτου[…] Τιμή, Πατρίδα, Ηθική, Οικογένεια, Τέχνη, Θρησκεία, Ελευθερία, Αδελφοσύνη, κ.τ.λ., όλες αυτές οι έννοιες που κάποτε ανταποκρίνονταν σε ανθρώπινες ανάγκες, τώρα πια δεν ήταν τίποτα παραπάνω από συμβιβασμοί και κούφια κόκκαλα».[1]

Το DADA στοχοποίησε την κουλτούρα, την έννοια του ωραίου, τσαλαπάτησε σύμβολα και ξεφτίλισε ήρωες και είδωλα. Ο τρόπος σκέψης έπρεπε να αλλάξει, ακόμα και η γλώσσα έπρεπε να αλλάξει: «Το σφάλμα βρίσκεται στη γλώσσα, και καθώς η γλώσσα είναι το όργανο της σκέψης, το σφάλμα βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο σκεφτόμαστε» (Hans Richter). Στο πρώτο μανιφέστο του ντανταισμού ο Ούγκο Μπάλ αναφέρει για την λέξη: «[…] Θα ήθελα εγώ ο ίδιος να καταποντίσω την γλώσσα. Αυτή την αναθεματισμένη γλώσσα στην οποία κολλάει η βρωμιά, όπως στα χέρια χρηματομεσιτών που αρπάζουν νομίσματα. Θέλω τη λέξη, εκεί που αυτή σταματάει και εκεί που αυτή ξεκινάει. Το Νταντά είναι η καρδιά των λέξεων. Κάθε πράγμα έχει τη λέξη του αλλά η λέξη έχει γίνει ένα πράγμα αυθυπόστατο. Γιατί να μην το βρω; Γιατί ένα δέντρο να μη λέγεται «πλουσπλούς» και «πλούσπλουμπας» όταν έχει βρέξει; Η λέξη, η λέξη, η λέξη έξω από τη σφαίρα σας, την πνιγηρότητά σας, έξω απ’ αυτή την καταγέλαστη ανημπόρια, την τεράστια αυταρέσκεια, την παπαγαλία, τα αυταπόδεικτα φληναφήματα σας. Η λέξη, κύριοι, η λέξη είναι ένα δημόσιο μέλημα πρώτης τάξεως».

Ο ντανταϊσμός πολλές φορές αναφέρεται και σαν κίνημα τέχνης, πράγμα ψευδές· κίνημα δεν υπήρξε ποτέ γιατί είχε έντονη αλλεργία σε οτιδήποτε συγκροτημένο. Το DADA ήταν και είναι ρεύμα ηλεκτρικό υψηλής τάσης που τίναζε στον αέρα όλο τον καθωσπρέπει ακαδημαϊσμό στα απανταχού λεγόμενα σαλόνια της τέχνης. Στα εγκαίνια του καμπαρέ Βολταίρ του Ούγκο Μπάλ στην Ζυρίχη, στις 5 Φεβρουαρίου το 1916 γεννιέται σύμφωνα με πολλούς το DADA[2]. Η λέξη σύμφωνα με κάποιους ντανταϊστές προέκυψε τυχαία όταν έβαλαν έναν χαρτοκόπτη στο γαλλικό λεξικό του Larousse, ενώ άλλοι ισχυρίζονται ότι αποτελεί αναφορά στο ντα- ντα (ναι- ναι) των βαλκάνιων προσφύγων της Ζυρίχης. Αυτή η ηθελημένη σύγχυση γύρω από το όνομα είναι αντανάκλαση της αναστάτωσης και της σύγχυσης που θέλησε να δημιουργήσει το DADA. Στο καμπαρέ Βολταίρ συγκεντρώνονται πολλοί καλλιτέχνες, συγγραφείς και ποιητές και διοργανώνονται βραδιές ποίησης, εκθέσεις κυβισμού και φουτουρισμού στην αρχή της λειτουργίας του και εκεί δημιουργείται το πρώτο μανιφέστο του καλλιτεχνικού ρεύματος. Από εκεί, ένας εκ των πρωταγωνιστών, του DADA, o ρουμάνος ποιητή Τριστιάν Τζαρά γράφει στο δεύτερο μανιφέστο:«[…]Υπάρχει ένα μεγάλο αρνητικό, καταστροφικό έργο προς ολοκλήρωση. Καθαρά και ξάστερα. Ο εξαγνισμός του συνανθρώπου μας θα ολοκληρωθεί μετά τη φάση της τρέλας, της επιθετικής, πλήρους τρέλας ενός κόσμου που αφέθηκε στα χέρια ληστών, οι οποίοι ξεσκίζουν και καταστρέφουν τους αιώνες.[…]». Τα ντανταϊστικά μανιφέστα, λόγω της δυναμικής τους και των ιδεών που έκφραζαν, λειτουργούσαν πολλές φορές ως αναρχικές διακηρύξεις, ήταν κατά κάποιο τρόπο η συνέχεια των αναρχικών διακηρύξεων του 19ου αιώνα. Ακολουθούσαν την ιδέα της «έμπρακτης προπαγάνδας» (propaganda by deed) που επινοήθηκε από τους ιταλούς αναρχικούς Ερίκο Μαλατέστα, Κάρλο Καφιέρο και Εμίλιο Κοβέλι.

Ποίηση, Εικαστικά, Μουσική και Φωτογραφία

Το DADA περιέτρεξε την ποίηση, τα εικαστικά, την φωτογραφία και την μουσική. Η ντανταϊστική ποίηση μηδένιζε την ιδέα της ποίησης που υπήρχε μέχρι τότε. Ο ποιητής έπαιρνε ένα άρθρο από μια εφημερίδα έκοβε τις λέξεις, τις τοποθετούσε σε ένα σακουλάκι και τις έβγαζε μια προς μια. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας ένα εξαίσιο ποίημα ήταν έτοιμο. Ο Τζαρά είχε περιγράψει την διαδικασία ως εξής:«Πάρτε μια εφημερίδα. Πάρτε ένα ψαλίδι. Διαλέξτε από την εφημερίδα ένα άρθρο στο μέγεθος του ποιήματος που θέλετε να κάνετε. Κόψτε με το ψαλίδι το άρθρο.Κατόπιν κόψτε προσεκτικά τις λέξεις που αποτελούν το άρθρο και βάλτε τις μέσα σε μια τσάντα. Ταρακουνήστε μαλακά την τσάντα. Κατόπιν αρχίστε να βγάζετε από την τσάντα τη μία λέξη μετά την άλλη. Αντιγράψτε τις ευσυνείδητα. Με τη σειρά που βγήκαν από την τσάντα. Το ποίημα θα σας μοιάζει. Και να που γίνατε ένας απείρως πρωτότυπος συγγραφέας με μια χαριτωμένη ευαισθησία, έστω κι αν δεν σας καταλαβαίνει το άξεστο κοπάδι».

Με το ίδιο σκεπτικό, πολλές δεκαετίες αργότερα, εμφανίστηκε στην μουσική ο λεγόμενος «Αλεατορισμός» (μουσική του τυχαίου). Μουσική είχαν συνθέσει πολλοί ντανταϊστές. Οι μουσικές χρησιμοποιούν νότες, μουσικά όργανα αλλά και θορύβους, κραυγές, λέξεις και φράσεις, πολλές φορές χωρίς συνοχή. Μουσικά έργα είχαν συνθέσει ο Μαρσέλ Ντυσάν, ο Αντόνιο Ρουσόλο, ο Χούγκο Μπαλ, ο Τριστιάν Τζαρά και ο Κουρτ Σβάιτσερ. Οι μουσικές αυτές επηρέασαν πολλούς σύγχρονους συνθέτες σχεδόν πενήντα χρόνια μετά, όπως τον Τζων Κέιτζ.[3]

Στον χώρο των εικαστικών τεχνών οι ντανταϊστές έβαλαν μουστάκι στην Μόνα Λίζα, ένας πολύ γνωστός πίνακας του Ρέμπραντ μετατράπηκε σε σιδερώστρα, δημιουργήθηκαν ανεξήγητες και ακατανόητες μηχανές, όπως ο «Συνθλιφτής Σοκολάτας» ή το «Το Παιδί Καμπυρατέρ», ενώ ασχολήθηκαν αρκετά με την τέχνη του κολάζ. Έκαναν τέχνη καθημερινά αντικείμενα, σκουπίδια του σύγχρονου τρόπου ζωής, προσδίδοντάς τους ένα διαφορετικό νόημα, υποσκάπτοντας έτσι κάθε έννοια «έργου τέχνης». Με αυτό τον τρόπο ένα οποιοδήποτε καθημερινό αντικείμενο επεξεργασμένο ή όχι από τον καλλιτέχνη ανάγεται σε έργο τέχνης απλά μόνο εάν ο καλλιτέχνης το εκθέσει σε μια γκαλερί ή έκθεση. Το πιο γνωστό παράδειγμα είναι η γνωστή «Κρήνη» του γεννημένου αναρχικού Μαρσέλ Ντυσάν, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα πορσελάνινο ουροδοχείο που, αφού αποσύρθηκε από το πρωτογενές περιβάλλον και εμφανίστηκε ως έργο τέχνης το 1917 με την υπογραφή R. Mutt. Η «Κρήνη», απορρίφθηκε από την Έκθεση των Ανεξαρτήτων της Νέας Υόρκης και ο Ντυσαν κυκλοφόρησε κείμενο με την υπογραφή Mutt που έλεγε: «Αν ο κ. Mutt κατασκεύασε το ουροδοχείο με τα ίδια του τα χέρια ή όχι, δεν έχει σημασία. Αρκεί ότι το Διάλεξε. Πήρε ένα καθημερινό αντικείμενο, το παρουσίασε με τέτοιον τρόπο που (χάρη στον καινούριο τίτλο του) η χρηστική σημασία του να εξαφανιστεί, και γέννησε (στο θεατή) νέες σκέψεις για το συγκεκριμένο αντικείμενο». Η παραπάνω έννοια ονομάζεται ready-made και έχει σημαδέψει όλον τον 20 αιώνα. Εκτός από αυτό, το μεγαλύτερο έργο του Ντυσάν θεωρείται ένα κομμάτι γυαλί με τίτλο «Μεγάλο Γυαλί» ή «Η νύφη ξεγυμνωμένη ακόμα κι από τους εργένηδές της», που το είχε αφήσει για ενάμιση χρόνο να δέχεται την σκόνη της Νέας Υόρκης και ύστερα κόλλησε με ειδική κόλα την σκόνη στην θέση της. Πάνω σ’ αυτό, με μαθηματική ακρίβεια κόλλησε και σχεδίασε διάφορα σχέδια. Το έργο ολοκληρώθηκε το 1918, αλλά κατά την μεταφορά του το 1923 σε κάποια έκθεση το γυαλί ράγισε κάνοντας τον Ντυσάν ευτυχισμένο, γιατί έτσι θεώρησε πως τότε ολοκληρώθηκε το έργο του. Αυτός ο πρωταγωνιστής του DADA εγκατέλειψε την τέχνη για να αφοσιωθεί στο σκάκι!

Στον χώρο της φωτογραφίας ο Man Ray βγάζει φωτογραφίες χωρίς την χρήση φωτογραφικής μηχανής. Τα προς φωτογράφιση αντικείμενα φωτίζονται από ορισμένη οπτική γωνία απευθείας πάνω στο φωτογραφικό χαρτί, με αποτελέσματα άκρως αφαιρετικά και συγχρόνως λυρικά και ευαίσθητα.

Η αναρχική βάση του DADA

Το DADA απέρριψε όχι μόνο τον λεγόμενο «αστικό» τρόπο ζωής και την τάξη που αυτός ορίζει, αλλά όλες τις τάξεις πραγμάτων. Όλα τα παραπάνω έπρεπε να διαλυθούν γιατί απέτυχαν. «Είμαι κατά των συστημάτων» διακήρυττε ο Τριστιάν Τζαρά και συνέχιζε: «Το πιο αποδεκτό σύστημα είναι να μην έχεις κανένα σύστημα και καμιά αρχή».

Οι ντανταϊστές δεν σταμάτησαν με το έργο τους αλλά και τα λόγια τους να δηλώνουν την αναρχική τους στάση απέναντι σε κάθε τι δεδομένο, σε κάθε τάξη: «Ήταν απαραίτητο να τους κάνουμε να καταλάβουν ότι είμαστε εναντίον της κουλτούρας και ότι είμαστε αντίθετοι όχι μόνο με την αστική τάξη πραγμάτων αλλά και με κάθε τάξη πραγμάτων, κάθε ιεραρχία, κάθε ηρωοποίηση, κάθε ειδωλολατρία, όποιο και αν ήταν το είδωλο».(Max Ernst)[4]

Το DADA κατακρίθηκε από τους μπολσεβίκους ως αστικό ή αναρχικό, ενώ οι ίδιοι οι αστοί το αποκαλούσαν μπολσεβίκικο ή αναρχικό! Και στις δύο περιπτώσεις ο αναρχικός χαρακτηρισμός παράμενε και δημιουργούσε όχι ντροπή που ήθελαν οι κατακριτές του αλλά περηφάνια στους ντανταϊστές.Απέναντι στις κατακρίσεις των μπολσεβίκων ο Αρπ, ο Τζαρά, ο Βαν Ντέσμπουργκ και ο Σπέγκερμαν συνέταξαν ένα μανιφέστο με τίτλο «Proletkunst Manifesto», στο οποίο ο τίτλος του ήταν εμφανώς προβοκατόρικος γιατί στην πραγματικότητα επιτιθόταν στη χειραγώγηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας από τους μπολσεβίκους και το λεγόμενο προλεταριάτο.«Σε αυτούς που θέλουν να δημιουργήσουν μια προλεταριακή τέχνη, θέτουμε το ερώτημα: τί είναι προλεταριακή τέχνη; Είναι τέχνη που φτιάχνουν οι ίδιοι οι προλετάριοι; Ή τέχνη αφιερωμένη στην υπηρεσία του προλεταριάτου; Ή τέχνη σχεδιασμένη να αφυπνίσει τα (επαναστατικά) προλεταριακά ένστικτα; Δεν υπάρχει τέχνη που να την κάνουν προλετάριοι, γιατί ο προλετάριος που κάνει τέχνη δεν είναι προλετάριος, αλλά καλλιτέχνης. Ένας καλλιτέχνης δεν είναι ούτε προλετάριος ούτε αστός, και αυτό που δημιουργεί δεν ανήκει ούτε στους προλετάριους ούτε στους αστούς, αλλά σε όλους».[5]

To DADA απεχθανόταν την πολιτική. «Ξέρουμε πως ο Ντανταϊσμός είχε τελειώσει με την πολιτική, την είχε καταστρέψει με μια μονοκοντυλιά, την είχε αγνοήσει. Το κίνημα εξεγέρθηκε ενάντια στην εξουσία κάθε είδους, υπερασπιζόμενο την ελευθερία κάθε είδους», έγραψε ο ντανταϊστής Ζωρζ Ριμπμόν-Ντεσέν (Georges Ribemont-Dessaignes).

Πολλοί καλλιτέχνες που αναμείχθηκαν με το ρεύμα είχαν με κάποιο τρόπο επαφή με τον αναρχισμό και είχαν έρθει σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό σε επαφή μαζί του. Ο Ούγκο Μπαλ είχε μεταφράσει Μπακούνιν, ο Χανς Ρίχτερ είχε επαφές με την αναρχική ομάδα της Ζυρίχης και ο Τριστάν Τζαρά, που πρωτογνώρισε το αναρχικό κίνημα στο Βουκουρέστι, είχε πει«Είναι προφανές πως η αναρχική φύση του ντανταϊσμού μαζί με την ιδέα ενός ηθικού απόλυτου που το κίνημα προέτασσε πάνω από κάθε πιθανή πρακτική αναγκαιότητα, θα κρατούσε το νταντά μακριά από τους πολιτικούς αγώνες».Στο σημείο αυτό ο Τζαρά δίνει μια αναρχική εξήγηση στον όρο πολιτική που την υπονοεί, πολύ σωστά, ως εξαπάτηση και εντελώς ανήθικη.

Εκτός από τους παραπάνω, σαφώς φιλοαναρχικές τάσεις είχαν και πολλοί ντανταϊστές που δρούσαν στο Βερολίνο, όπως ο Ραούλ Χάουζμαν και Γιόχανες Μπάαντερ. Μάλιστα ο Μπάαντερ μετά από συζητήσεις που είχε με τον Χαζουμαν στην τελετή για την ανακήρυξη της Α´ Γερμανικής Δημοκρατίας στο Κρατικό θέατρο της Βαϊμάρης το 1919, πέταξε από τον εξώστη προκηρύξεις που τον αυτοανακήρυσσαν ως πρώτο πρόεδρο της νέας αυτής δημοκρατίας. Η προκήρυξη τελείωνε ως εξής: «Θα ανατινάξουμε τη Βαϊμάρη μέχρι τα ουράνια, δεν θα λυπηθούμε κανέναν και τίποτε. Παρουσιαστείτε όλοι μαζικά! Το ντανταϊστικό Αρχηγείο της Παγκόσμιας Επανάστασης». Ο ίδιος, μια άλλη φορά, είχε εφορμήσει σε καθεδρικό ναό του Βερολίνου διακόπτοντας τον εφημέριο που λειτουργούσε και φωνάζοντας από τον χώρο της χορωδίας: «Στον διάολο ο Χριστός» ή σύμφωνα με μιαν άλλη εκδοχή: «εσείς είστε εκείνοι που κοροϊδεύετε τον Χριστό, δεν δίνετε δεκάρα για αυτόν». Οι βερολινέζοι ντανταϊστές θα βρεθούν πίσω από τα οδοφράγματα με τους Σπαρτακιστές και θα πολεμήσουν τα ακροδεξιά στρατιωτικά τάγματα.

Στο Βερολίνο, ο Χάουζμαν και ο ποιητής Φραντς Γιούνγκ κυκλοφορούσαν το φιλοαναρχικό περιοδικό Die Freie Strasse (Ο Ελεύθερος Δρόμος). Οι Περέ, Πικαμπιά, Γιούνγκ, Μπάαντερ και Κραβάν, είναι κάποια ονόματα νταναταϊστών που είτε αυτοπροσδιορίζονταν ως αναρχικοί είτε είχαν κατά βάση αντιεξουσιαστικές απόψεις. Ο Περέ μάλιστα, πολέμησε με τους αναρχικούς στον Ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Ήταν αντίθετος στο Κράτος, το Έθνος και την εκκλησιαστική εξουσία. Πέθανε, στη Γαλλία σε ένα μικροσκοπικό δωμάτιο το 1959.

Όπου λάμβαναν χώρα εκθέσεις, δρώμενα ή καλλιτεχνικές βραδιές η αστυνομία έκανε υπερωρίες! Ακόμα και κοινοβούλια θα συζητούσαν για τον περιορισμό αυτών των «άγριων θηρίων» της τέχνης που προκαλούσαν το κοινό αίσθημα με τις γκαλερί τους και τις εκθέσεις τους. Μάλιστα μια ντανταϊστική έκθεση στην Κολωνία, στις αρχές του 1920, θα καταστραφεί ολοσχερώς από τους επισκέπτες της μέχρι που επενέβη η αστυνομία και την έκλεισε. Όλα τα παραπάνω όμως οι ντανταιστές δεν τα θεωρούσαν ως καταστολή αλλά ως νίκη και γι’ αυτό το λόγο το DADA σαν αισθητική, σαν κουλτούρα και τέχνη δεν έσβησε ποτέ. Αν και από πολλούς θεωρητικούς υποστηρίζεται ότι έσβησε λίγα χρόνια αργότερα, με την προσχώρηση πολλών στο κίνημα του Σουρεαλισμού, η αλήθεια είναι δεν έσβησε ποτέ. Η ορμή της γέννησης του ήταν τόσο μεγάλη και αναρχική που, μετά από αυτό, πολλά καλλιτεχνικά εγχειρήματα πηγάζουν από το DADA. Μετά τους ντανταιστές τίποτα δεν θα είναι το ίδιο στην ιδέα του ωραίου και του άσχημου, της καλής και της κακής αισθητικής. Οι ιδέες των ντανταιστών επηρέασαν και επηρεάζουν πολλούς χώρους μέχρι και σήμερα. Ένα παράδειγμα απογόνου της ντανταϊστικής αισθητικής και τρόπου προσέγγισης των πραγμάτων είναι η Punk κουλτούρα.

Οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα

Το DADA όπως είδαμε επιχείρησε και τελικά σ’ ένα πολύ μεγάλο βαθμό σάρωσε όλα τα κατεστημένα. Δεν έκανε διάκριση και δεν χαρίστηκε σε τίποτα. Μέσα σ’ αυτήν την φλόγα και το πάθος των διακηρύξεων των ντανταϊστών φυσικά και θα υπήρχαν τα πρόσωπα όπου θα είχαν διαφορετικό προσανατολισμό, παίρνοντας την φλόγα της εξέγερσης του DADA ώστε να την χρησιμοποιήσουν για την επικράτηση ενός δικού τους κατεστημένου. Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι ο Ιούλιος Έβολα. Ο Έβολα ήταν φιλόσοφος, συνδεόταν φιλικά με τον Μουσολίνι και αλληλογραφούσε με τον Τζαρά. Αφού γοητεύτηκε από τις νέες προσεγγίσεις του ντανταϊσμού μεταπήδησε στον φασισμό του Μουσολίνι. Πίστευε στην πνευματική ανωτερότητα και μαζί με άλλους θεωρητικούς του φασισμού επισκέφτηκαν τον Χίτλερ τον Σεπτέμβρη του 1943 με σκοπό να δημιουργήσουν το κράτος του Σαλό στην Βόρεια Ιταλία. Δήλωσε εθελοντής ώστε να πολεμήσει τους κομμουνιστές στο Ρωσικό μέτωπο αλλά δεν επιλέχθηκε. Θεωρείται κύριος εκπρόσωπος του ιταλικού ντανταϊσμού.

Επίσης, ο Τζαρά μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, το 1947, εντάχθηκε στο Γαλλικό Κομουνιστικό Κόμμα. Το πάθος για εξέγερση στο κατεστημένο όταν δεν γίνεται με ανιδιοτέλεια και με ανεξούσιο τρόπο, όταν δεν έχει στόχο να διαλύσει ατομικά και συλλογικά κατεστημένα χωρίς να κάνει διακρίσεις, οδηγεί σε άλλα κατεστημένα που μπορεί να είναι ίδια ή και χειρότερα.

Ελευθερόκοκκος

Πηγές-Αναφορές

Edward S. Campell, ΝΤΑΝΤΑ Το κίνημα της ρήξης, Μετάφραση: Λεωνίδας Καρνέζης, Εκδόσεις Κολχίς Αθήνα 2016

Hugh Honour, John Fleming, Ιστορία της Τέχνης, εκδόσεις Υποδομή, Αθήνα 1998.

Maria Grazia Lupparia, Ιστορία της Τέχνης Χ: 20ος αιώνας, οι λέξεις κλειδιά, οι τόποι, οι πρωταγωνιστές, εκδόσεις Electa. http://www.openculture.com/2014/08/the-abcs-of-dada.html (The ABCs of Dada Explains the Anarchic, Irrational “Anti-Art” Movement of Dadaism

Από την ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 190, Φεβουάριος 2019

[1]. Edward S. Campell ΝΤΑΝΤΑ Το κίνημα της ρήξης, Μετάφραση: Λεωνίδας Καρνέζης, Εκδόσεις Κολχίς Αθήνα 2016, σελ. 38.

[2]. Στην Ελβετία εκείνη την περίοδο, είχαν προσφύγει για να αποφύγουν τον πόλεμο πολλοί πολιτικοί, συγγραφείς, συνθέτες, διανοούμενοι καλλιτέχνες κ.οκ. Σε διπλανό κτήριο από το καμπαρέ Βολταίρ ζούσε ο Λένιν που ασφαλώς και αγνοούσε ή και απέφευγε την ύπαρξη αυτής της «φωλιάς των τρελών» καλλιτεχνών.

[3]. Για τον Τζον Κέιτζ βλέπε: John Cage: Μουσική – Ήχος – Σιωπή – Αναρχία. ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 151, Ιούλιος-Αύγουστος 2015.

[4]. Edward S. Campell ΝΤΑΝΤΑ Το κίνημα της ρήξης, Μετάφραση: Λεωνίδας Καρνέζης, Εκδόσεις Κολχίς Αθήνα 2016, σελ. 52.

[5]. Ο. π. σελ. 52.

Το Αναρχικό DADA

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα