Σχέδιο για ειρήνη και σταθερότητα στις θαλάσσιες ζώνες

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

του Δημήτρη Τσαϊλά, Υποναυάρχου ΠΝ ε.α.

Σε μια ιστορική εξέταση των ελληνοτουρκικών κρίσεων, παρατηρούμε ότι οι παραλλαγές που συμβαίνουν στη διεθνή συμπεριφορά των γειτόνων και συμμάχων μας γενικά, μπορούν να χαρακτηριστούν από μια εντεινόμενη κλιμάκωση, ιδιαίτερα μετά την εισβολή και κατοχή στην Κύπρο (δηλαδή από την επιδείνωση της κρίσης που χαρακτηρίζεται από την εντατικοποίηση των συγκρουσιακών αλληλεπιδράσεων). Αυτή την κλιμάκωση της κρίσης, και την απόσβεση ή τη σταθεροποίηση της κατάστασης κρίσης την χαρακτηρίζουμε από την προσπάθεια εξισορρόπησης αλληλεπιδράσεων σύγκρουσης και συνεργασίας. Αυτές οι διαφορές είναι σημαντικές όταν εξετάζουμε τις διακυμάνσεις στα πρότυπα συμπεριφοράς εν μέσω ανθεκτικών ανταγωνισμών ισχύος.

Εφόσον οι ελληνοτουρκικές σχέσεις συνεχίζουν να γίνονται πιο ανταγωνιστικές, το σίγουρο είναι ότι θα προσεγγίσουν και θα ξεπεράσουν την επικίνδυνη κατάσταση κρίσης. Είναι σημαντικό να σημειώσουμε πόσο διαφορετικά βλέπουν την έννοια της κρίσης οι δυτικές και ανατολικές σχολές σκέψης. Η αρχική ελληνική σημασία της κρίσης σχετίζεται με ένα σημείο καμπής ανάμεσα σε ένα ευνοϊκό και ένα δυσμενές αποτέλεσμα, ενώ η ανατολίτικη κουλτούρα αντιμετωπίζει τις κρίσεις ως συνδυασμό κινδύνου και ευκαιριών. Στο πλαίσιο αυτό, η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 ήταν μια ευκαιρία για την Τουρκία να επιταχύνει την εθνική στρατηγική της αναζωογόνησης και ισχυροποίησης. Επομένως, είναι εύκολο να κατανοήσουμε ένα σενάριο στο οποίο η Τουρκία θα επιδιώξει να ξεκινήσει μια κρίση προς όφελός της. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται πλέον ότι η ηγεσία της, αποδέχεται μια βραχυπρόθεσμη απώλεια (π.χ. μερικές πολεμικές μονάδες) για μακροπρόθεσμο κέρδος, σε αντίθεση με το κεμαλικό καθεστώς όπου τον πρώτο λόγο είχε το στρατιωτικό καθεστώς και η παραμικρή απώλεια δεν ήταν ανεκτή.

Το αμοιβαίο όφελος σε αυτόν τον μεγάλο ανταγωνισμό ισχύος, σημαίνει να θέτουμε τις προϋποθέσεις και για τα δύο κράτη να συνεχίσουν να επιδιώκουν τα εθνικά τους συμφέροντα, περιορίζοντας παράλληλα την κλιμάκωση για πόλεμο. Στην πραγματικότητα, αυτό σημαίνει αποτελεσματική διαχείριση της όποιας κρίσης παρουσιάζεται. Αυτός ο σκοπός αιτίας-αποτελέσματος απαιτεί την καθιέρωση και την επιβολή σαφών κόκκινων γραμμών στο χαμηλότερο φάσμα του ανταγωνισμού και την σαφή διατύπωση των εθνικών συμφερόντων μεταξύ τους -ένα ουσιαστικό μέρος της διπλωματίας. Κάτι το οποίο πιστεύω ότι η ελληνική πλευρά δεν έχει μέχρι τώρα ανακοινώσει

Κρισιμότητα του θαλασσίου περιβάλλοντος 

Όλοι γνωρίζουν ότι το θαλάσσιο περιβάλλον μπορεί να χρησιμεύσει ως «αρένα» στην οποία λαμβάνει χώρα μεγάλος ανταγωνισμός ισχύος. Ο στόχος τέτοιων αλληλεπιδράσεων είναι τόσο η δοκιμή επίλυσης όσο και η εξακρίβωση των προθέσεων. Στη θάλασσα της Μεσογείου γινόμαστε μάρτυρες μιας σειράς αλληλεπιδράσεων ανίχνευσης και σηματοδότησης με ανταλλαγή στρατηγικών πληροφοριών. Όλα αυτά τα βήματα έχουν ψυχολογικό χαρακτήρα. Ως εκ τούτου, πέραν του συνολικού πολέμου, οι συνθήκες νίκης βρίσκονται στην ψυχολογική σφαίρα παρά στον φυσικό τομέα. Σε αυτό το σενάριο, η ναυτική διπλωματία μπορεί να έχει τη μεγαλύτερη χρησιμότητα από τον ναυτικό πόλεμο, αλλά συχνά παραβλέπεται. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι αυτός ο τύπος ανταγωνισμού θα προκύψει αποκλειστικά στην θάλασσα (συμπεριλαμβάνοντας το διάστημα, τον κυβερνοχώρο και τον εναέριο χώρο), χωρίς τη χρήση σημαντικών δυνάμεων ξηράς. Επομένως, μια ναυτική θεωρία της νίκης είναι απαραίτητη για την επιτυχία της Ελλάδος.

Θαλάσσια διπλωματία

Η εποχή που διανύουμε είναι σαφώς μια θαλάσσια εποχή ή καλύτερα η εποχή της θαλάσσιας διπλωματίας. Σε αυτή τη σκέψη οδηγούμαι, καθώς, η συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου εμπορίου μεταφέρεται από τη θάλασσα, το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού ζει πλησίον των ακτών, ο κόσμος συνεχίζει να τρέφεται από τη θάλασσα, αντλεί φυσικούς πόρους και το οικοσύστημα των ωκεανών βρίσκεται στην καρδιά της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής. Κατά συνέπεια, η ικανότητα των κρατών να διαχειρίζονται τις διαφορές των θαλασσίων ζωνών θα καθορίσει τη διεθνή πολιτική στη σύγχρονη εποχή μας.

Προβληματικές, συμπεριφορές κρατών όπως της Τουρκίας, παρά την αυξανόμενη σημασία του γεωπολιτικού χώρου γίνονται αντιληπτές στη θάλασσα τόσο στο Αιγαίο όσο και στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Η θαλάσσια διπλωματία δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο αλλά βρίσκεται στο επίκεντρο του Ελληνισμού από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Πράγματι, στη σύγχρονη ενσάρκωση της, οι θαλάσσιες δυνάμεις του Πολεμικού Ναυτικού, της ακτοφυλακής, του Λιμενικού Σώματος και του Εμπορικού Ναυτικού, είναι αυτές που διαμορφώνουν το σημαντικό ρόλο για την άσκηση της θαλάσσιας διπλωματίας.

Η διπλωματία της θάλασσας περιλαμβάνει ένα φάσμα δραστηριοτήτων, από επισκέψεις σε λιμένες για επίδειξη Σημαίας, συνδυασμένες ασκήσεις με συμμαχικά ναυτικά, παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, επιχειρήσεις εκκενώσεως αμάχου πληθυσμού, σε διπλωματία των κανονιοφόρων με ανάπτυξη ναυτικών δυνάμεων, ναυτικό αποκλεισμό και απαγόρευση με απόκτηση θαλασσίου ελέγχου. Είναι μια δραστηριότητα που δεν περιορίζεται πλέον μόνο από το Πολεμικό Ναυτικό, αλλά στη σύγχρονη εποχή επιδιώκεται συμμετοχή της Πολεμικής Αεροπορίας της ακτοφυλακής και του Λιμενικού Σώματος, των Εμπορικών σκαφών και μη κρατικών ομάδων. Καθώς τα κράτη όπως η Ελλάδα και η Κύπρος αναπτύσσονται, χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο αυτήν την πιο ευέλικτη μορφή μαλακής και σκληρής ισχύος. Στο παρόν κείμενο γίνεται προσπάθεια να περιγραφεί και αναλυθεί η σημασία της ναυτικής διπλωματίας στη θαλάσσια ασφάλεια, η οποία έχει παραμεληθεί σε μεγάλο βαθμό. Η χρήση μιας τέτοιας διπλωματίας μπορεί να είναι ενδιαφέρουσα όχι μόνο για τις μεταφορές ανθρώπων και εμπορευμάτων, αλλά επειδή κάθε γεγονός μπορεί να αντανακλά τις αλλαγές στη διεθνή τάξη, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως εξαιρετικό μέτρο για την ύπαρξη και τη σοβαρότητα διαχείρισης της διεθνούς έντασης. Επιπλέον, η θαλάσσια διπλωματία μπορεί να λειτουργήσει ως βαλβίδα εκτόνωσης, μέσω της οποίας μπορεί να απελευθερωθεί οποιαδήποτε ένταση χωρίς να στραφεί σε κρίση και τελικά σε σύγκρουση.

Σημασία της θαλάσσιας ασφάλειας

Είναι βασική προϋπόθεση, ότι κανένα κράτος δεν μπορεί να διεκδικήσει την κυριαρχία πάνω στη θάλασσα και τα δικαιοδοτικά δικαιώματα του, που ορίζονται στο Διεθνές Δίκαιο των Θαλασσών για τις θαλάσσιες ζώνες τα νησιά και τις βραχονησίδες του, χωρίς αξιόπιστες αερο-ναυτικές δυνάμεις. Αυτές οι “αρχές επιβολής του νόμου και των δικαιοδοτικών αξιώσεων”, παίζουν το ρόλο στην αποτροπή αμφισβήτησης της Εθνικής Κυριαρχίας του κράτους. Σήμερα η αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης του Ελληνισμού στη Θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου γίνεται όλο και πιο επείγουσα επειδή το ζήτημα της θαλασσίων ζωνών συνδέεται τόσο στενά με τα συμφέροντα της γεωπολιτικής ασφάλειας της Πατρίδας μας. Όσο περισσότερο παραμένει επίκαιρο το θέμα της αναταραχής των Κρατών στη Θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, τόσο μεγαλύτερη είναι η γεωπολιτική απειλή για τον Ελληνισμό. Η παρουσία και η εγγύτητα των ξένων πολεμικών πλοίων, υποβρυχίων και αεροσκαφών εντός του ίδιου επιχειρησιακού χώρου είναι δυνητικοί κίνδυνοι στη Θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου που μπορεί να προκαλέσουν ατυχήματα και συμβάντα κρίσεων. Ένα πρόγραμμα νέων ναυτικών εξοπλισμών μπορεί να αφομοιώσει την ανεπιθύμητη ένταση, καθιστώντας τον έλεγχο των ναυτικών εξοπλισμών και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης ως σημαντική πτυχή της ναυτικής διπλωματίας.

Αναζήτηση απαντήσεων από την Εθνική Στρατηγική

Τα έξι ενδιαφέροντα θέματα που προβληματίζουν σε αυτό το νέο περιβάλλον, και απαιτείται να δοθούν αξιόπιστες απαντήσεις από μια σύγχρονη εθνική στρατηγική, είναι:

  1. Πως θα αντιδράσει η Τουρκία στη μεγάλη αντιπαλότητα ισχύος μέσα και έξω από την περιοχή;
  2. Η αναβάθμιση της Ελλάδος θα συνοδεύεται από αυξανόμενους φόβους για έναν πόλεμο ισχύος ή το ΝΑΤΟ ως ο βασικός περιφερειακός σύμμαχος θα είναι ένας σημαντικός καταλύτης στην αλληλεπίδραση μεταξύ των εθνών;
  3. Η ένταση των μεγάλων δυνάμεων θα είναι τόσο επικίνδυνη όσο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ή θα μπορούσε να είναι χειρότερη, καθώς η Ρωσία έχει πλέον εγκαταστήσει αεροναυτικές βάσεις προς τις θερμές θάλασσες που πρόκειται να χρησιμοποιήσει ως στρατηγικό εργαλείο;
  4. Πώς θα ανταποκριθεί το ΝΑΤΟ και η ΕΕ συλλογικά ή ως μεμονωμένα κράτη μέλη στη μεγάλη αντιπαλότητα δυνάμεων της Τουρκίας, της Κύπρου, της Ελλάδος, της Αιγύπτου και του Ισραήλ;
  5. Θα έχουμε ναυτική σύγκρουση μεταξύ των κρατών της περιοχής ώστε να θέσουν σε κίνδυνο την ισορροπία ισχύος στη Θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου;
  6. Θα υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ των ΗΠΑ και της Ρωσίας στη Θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου που θα αποσταθεροποιήσει τους θαλάσσιους διαδρόμους επικοινωνίας στην περιοχή όπου υπήρχε σταθερότητα προ της Αραβικής Ανοίξεως;

Οι απαντήσεις στους προβληματισμούς αυτούς δίνονται με τη διεξαγωγή μιας απομακρυσμένης θαλάσσιας διπλωματίας από τον Ελληνισμό προκειμένου να διατηρηθεί η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή. Η Αθήνα έχει υποστηρίξει σταθερά ότι η διαμάχη στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο θάλασσα θα πρέπει να επιλυθεί μέσω πολυμερών διαπραγματεύσεων ή διεθνών δικαστικών αποφάσεων, ενώ η Τουρκία υποστηρίζει την επίπλαστη “εθνική κυριαρχία της” ως θέμα “εθνικού ενδιαφέροντος” στην Άγκυρα. Η επίλυση της “οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας” είναι ζήτημα επιβίωσης για την Ελλάδα, καθώς απαιτείται ένας ακριβός αγώνας εξοπλισμών που θα μπορούσε να καταλήξει σε καταστροφή. Έτσι, αυξήθηκε η συνειδητοποίηση του Ελληνισμού ότι ο περιφερειακός χαρακτήρας και η συνεργασία πολλών κρατών και συμμαχιών όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, είναι μια αναγκαιότητα που δεν μπορεί να αποφευχθεί. Ωστόσο, η πραγματοποίηση αυτού του στόχου εξαρτάται από την εμπιστοσύνη και τη θέσπιση κανόνων μέσω πολυμερών οργανώσεων. Η Ελλάδα είναι εταίρος του ΝΑΤΟ και συμμετέχει σε όλους τους μηχανισμούς πολυμερούς διαλόγου. Το διεθνές δικαστήριο αποτελεί μέρος της ρύθμισης ενός κράτους που βασίζεται στο δίκαιο και όχι στη βία. Επειδή αυτό αφορά τα συμφέροντα της διεθνούς κοινότητας, όλα τα εμπλεκόμενα μέρη άμεσα και έμμεσα στη σύγκρουση στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο πρέπει να εξασφαλίσουν τη στήριξη των λειτουργιών, των ρόλων, των κανόνων και των αξιών του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που απορρέουν από αυτές.

Η λύση στην Ελληνοτουρκική διαμάχη για τις θαλάσσιες ζώνες δεν περιορίζεται στο επιχείρημα σχετικά με την απόφαση περί του νόμιμου νοήματος της οριοθέτησης που εκδίδεται στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου, αλλά περιλαμβάνει επίσης ένα σχέδιο στη διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στη θαλάσσια περιοχή με την εξάλειψη των θεμελιωδών συγκρουσιακών παραγόντων συμπεριλαμβανομένων των εδαφικών διεκδικήσεων μέσω ειρηνικών μέσων και τη συνεργασία μεταξύ όλων των ενδιαφερόμενων κρατών.

Συμπερασματικά, για αιώνες τα σκάφη που πλέουν στη θάλασσα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ζωής του Ελληνισμού στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Όταν η εμβέλεια της Ελλάδας ιστορικά, είτε μέσω των ναυτικών δυνάμεων, των ακτοφυλάκων και του εμπορικού στόλου της, επιδιώκει την οικοδόμηση επιρροής και ισχύος, μέσω της συνεργασίας, της πειθούς και του εξαναγκασμού, η θαλάσσια διπλωματία αποτελεί πλεονέκτημα και κρίσιμη επένδυση για τον Ελληνισμό. Η διατήρηση της περιφερειακής ισορροπίας του Ελληνισμού με τη διαχείριση της θαλάσσιας διπλωματίας καθίσταται αναγκαία για την αντιμετώπιση μιας κατάστασης που αυξάνει τον ανταγωνισμό ακόμη και των μεγάλων δυνάμεων εκτός των κακότροπων γειτόνων μας.

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
30,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα