Του Δρ. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου*
Η πολυετής παραμονή του Κυπριακού στον κατάλογο των άλυτων διεθνών προβλημάτων και η συνεχής μετάπτωση του εκάστοτε διαπραγματευτικού πλαισίου για την επίλυση του σε πιο δυσμενείς για τον Ελληνισμό θέσεις, επέφερε κόπωση και απογοήτευση τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. Η Ευρωπαϊκή προοπτική προσέφερε, πράγματι, μια θετική διέξοδο, αφού, βέβαια, νωρίτερα είχαμε σιωπηρά αποδεχθεί την εγκατάλειψη της προβολής της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού (ως ζητήματος εισβολής και κατοχής) και την αντιμετώπιση του ως μιας διακοινοτικής διαμάχης. Μια αντίληψη που κατάφερε η Τουρκία να παγιώσει διεθνώς και που, στην ουσία, εξισώνει και συμψηφίζει τις ευθύνες της Ελληνικής και της Τουρκικής πλευράς, σε κραυγαλέα, βέβαια, αντίθεση με κάθε ορθολογική και αμερόληπτη ανάλυση των γεγονότων.
Εκλιπαρώντας επί χρόνια για μια διπλωματική «κινητικότητα» και ενδιαφέρον των ισχυρών διεθνών «παραγόντων» για την επίλυση του προβλήματος, φθάσαμε εδώ και χρόνια μπροστά στο σκληρό δίλημμα: να προσυπογράψουμε διευθέτηση που, ουσιαστικά, επιβραβεύει την Τουρκική αυθαιρεσία, νομιμοποιώντας την εξουσία που ασκεί η Τουρκία, διά της ισχύος των κατοχικών δυνάμεων, στο βόρεια τμήμα του νησιού και να εμπλακούμε σε ένα αβέβαιο και επικίνδυνο εγχείρημα συνύπαρξης και ταυτόχρονου διαχωρισμού Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων! Ένας κρατικός συνεταιρισμός δύο ισότιμων εταίρων, με περίπλοκη και άρα εύθραυστη δομή, που αναιρεί την δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας, στην προσπάθεια να διασφαλίσει τα δικαιώματα της μειοψηφίας, είναι βέβαιο ότι αποτελεί ένα μη βιώσιμο σχήμα και μια επίφαση, μόνο, του ενιαίου κράτους (έστω ομοσπονδιακού, διζωνικού)που επεδίωκε η Ελληνική πλευρά. Με δεδομένη, μάλιστα την ζωτική σημασία που αποδίδει η Τουρκία στην Κύπρο, ως θέματος ύψιστης εθνικής της ασφάλειας και με την δυνατότητα πλήρους χειραγώγησης των Τουρκοκυπρίων, μέσω της αριθμητικής υπεροχής των εποίκων, της στρατιωτικής παρουσίας της (μέχρι να υλοποιηθεί η αποστρατιωτικοποίηση), αλλά και του πλήρους τουρκικού και στεγανοποιημένου χαρακτήρα του βόρειου καντονιού του μελλοντικού Κυπριακού κράτους, εντείνονται οι κίνδυνοι και η αστάθεια.
Εξανεμίζεται, έτσι, η κρυφή ελπίδα του Ελληνισμού ότι η Κύπρος θα μπορούσε να γίνει ένα ελεύθερο, ανοικτό, ενιαίο κράτος, στο οποίο, αργά η γρήγορα θα διασφαλίζονταν, ειρηνικά, τα ελληνικά συμφέρονται και η εθνική μας φυσιογνωμία, σε αγαθή συνύπαρξη με τους σύνοικους Τουρκοκύπριους.
Σαν αντιστάθμισμα των παραπάνω αρνητικών στοιχείων προβάλλεται η ισχύς του Ευρωπαϊκού κεκτημένου στην Κύπρο και ο εξευρωπαϊσμός της Τουρκίας, μέσω της μελλοντικής ένταξής της στην Ευρωπ. Ένωση. Το πρώτο, όμως, προβλεπόταν με σημαντικές εκπτώσεις (π.χ. στο δικαίωμα εγκατάστασης) στο σχέδιο Κ. Ανάν και προφανώς και σε πιο πρόσφατα σχέδια, ενώ το δεύτερο είναι αβέβαιο και θα απαιτήσει απροσδιόριστο χρόνο. Οι κίνδυνοι, δε, εντοπίζονται σ’ αυτήν την ρευστή μεταβατική περίοδο.
Αν συγκρίνει, μάλιστα, κανείς τα προτεινόμενα σχέδια λύσης του Κυπριακού με ένα ανάλογο διεθνές προηγούμενο, αυτό της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, οδηγείται σε ακόμη πιο απαισιόδοξες σκέψεις: μολονότι εκεί η επιβληθείσα κρατική δομή είναι πιο συνεκτική από αυτήν του σχεδίου Ανάν, η κατάσταση, μετά από 27ετή εφαρμογή, παραμένει πολύ μακριά από την λειτουργία ενός πραγματικά ενιαίου πολυεθνικού κράτους, ενώ οι πρόσφυγες βρίσκονται ακόμη μακριά από τις εστίες τους.
Καταληκτικά θα ρωτούσαμε: θα μπορέσει η οικονομική ανθηρότητα του ελεύθερου τμήματος της Κύπρου και η Ευρωπαϊκή συμμετοχή να ανατρέψουν τις δυσοίωνες προοπτικές; Ή βρισκόμαστε μπροστά σε μία εύσχημη προετοιμασία του τελικού διαζυγίου (και διαμελισμού) στην Κύπρο, που απλά ετεροχρονίζεται;
Στη δεύτερη περίπτωση το εδαφικό ποσοστό της Ελληνοκυπριακής πλευράς καθίσταται το πλέον ζωτικό σημείο διαπραγμάτευσης, αν βέβαια γίνει αποδεκτή η οριστικοποίηση της διχοτόμησης όπως επιδιώκει και ρητά απαιτεί πλέον, ο Ερντογάν και τα ενεργούμενά του στην Β. Κύπρο (Τατάρ κλπ.). Τόσο η νόμιμη ελληνοκυπριακή κυβέρνηση, όσο και η Ελλάδα, ο ΟΗΕ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, αρνούνται έναν τέτοιο ενδεχόμενο, ανοιχτά τουλάχιστον αν και κάποιες νέες «ιδέες» ίσως υποδηλώνουν συγκεκαλυμμένη αποδοχή του!
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η συνολική καταδίκη της από την Δύση και το μεγαλύτερο μέρος της Διεθνούς Κοινότητας, όπως και η επιβολή οικονομικών κυρώσεων και η στήριξη της Ουκρανίας με στρατιωτικό υλικό, άνοιξαν ένα παράθυρο ελπίδας για ανάλογη ανανεωμένη προσέγγιση καταδίκης της τουρκικής κατοχής της Β. Κύπρου και λήψης πρακτικών μέτρων στήριξης της ελεύθερης Κύπρου και επανένωσης. Αυτό έγινε άμεσα (μετά την 24/2/2022) για την Ουκρανία ενώ έχει αργήσει 48 χρόνια για την Κύπρο! Δυστυχώς, όμως, η διεθνής υποκρισία και τα διπλά και άνισα κριτήρια λόγω των στρατηγικών και οικονομικών συμφερόντων των Μεγάλων Δυνάμεων, σε συνδυασμό με τα εκβιαστικά παζάρια της Τουρκίας, καθιστούν πολύ δύσκολη και μάλλον απίθανη την άσκηση βίας ή εξαναγκαστικών μέτρων για την εκδίωξη των κατοχικών δυνάμεων από την Μεγαλόνησο….
Παρά την εντατικοποίηση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας στον τομέα της άμυνας και ασφάλειας, παρά την συμπερίληψη της Κύπρου στα τριμερή σχήματα συνεργασίας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο (και βέβαια με την Ελλάδα και την υποστηρικτική συμμετοχή των ΗΠΑ), παρά την απόρριψη της απαίτησης της Τουρκίας για λύση “δύο κρατών” στην Κύπρο από τις ΗΠΑ, Ε.Ε. και ΟΗΕ, δεν φαίνεται να άλλαξε τίποτα από την πολυετή αδράνεια στην προώθηση, με πρακτικά μέτρα, μια δίκαιης, λειτουργικής και βιώσιμης επανένωσης της διαιρεμένης Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όσο τουλάχιστον συνεχίζεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, η Δύση θα θέλει να αποτρέψει μια “απώλεια” της Τουρκίας για το ΝΑΤΟ και θα αποφεύγει μια πολιτική έμπρακτης στήριξης της απελευθέρωσης του κατεχόμενου βόρειου τμήματος (37%) του νησιού…, ώστε (προσχηματικά βέβαια) να παραμείνει αυτή στους κόλπους της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Οι ελπίδες για απομάκρυνση του Ερντογάν από την εξουσία στις επόμενες εκλογές (όποτε κι αν γίνουν αυτές, με ορίζοντα τον Ιούνιο 2023), αποδεικνύονται φρούδες καθημερινά μέσω των εθνικιστικών δηλώσεων και της επεκτατικής και ανθελληνικής φρενίτιδας όλων των κοινβουλευτικών κομμάτων (πλην βέβαια του Κουρδικού) της τουρκικής Βουλής!
Εξάλλου η ποιοτική και ποσοτική κλιμάκωση του τουρκικού επεκτατισμού, με τα ανυπόστατα ιδεολογήματα περί “γαλάζιας πατρίδας”, που περιλαμβάνει όλα πλέον τα ελληνικά νησιά του Ανατ. Αιγαίου, μέχρι και τα τρία τέταρτα της Κρήτης (!), με πλήρη εκτουρκισμό όλων των νησιωτικών και θαλάσσιων περιοχών μέχρι τον 25ο μεσημβρινό στο κέντρο του Αιγαίου, παρά την γελοιότητά της, αποδεικνύει ότι, όταν χαϊδεύεις και ταΐζεις το “θηρίο”, αυτό δεν εξημερώνεται αλλά αποθρασύνεται και γίνεται ακόμη πιο επιθετικό!
Όταν ο ΟΗΕ δεν αντιδρά έμπρακτα στην επέκταση της κατοχής στην Αμμόχωστο (Βαρώσια), τότε ακολουθεί η νομιμοποίηση της κατοχής, μέσω της απόφασης για ισοτιμία της δήθεν “Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου” με την νόμιμη Κυπριακή Δημοκρατία! Όταν μετά απ’ όλα αυτά προτείνεις και εκλιπαρείς ουσιαστικά (απέναντι στην άρνηση Τατάρ), “Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης”, τότε δείχνεις ότι ξεχνάς τα 48 χρόνια της κατοχής και αγνοείς τα διδάγματα από τα 100 χρόνια δήθεν εφαρμογής και συνεχών παραβιάσεων της Συνθήκης της Λωζάνης από την Τουρκία απέναντι στην Ελλάδα και όχι μόνο! Τότε δυστυχώς, δεν είσαι ειρηνόφιλος αλλά επικίνδυνα αφελής… και ανιστόρητος!
Η συνολική και πολυεπίπεδη αναβάθμιση της τουρκικής απειλής και η δραματική αλλαγή στο διεθνές σκηνικό με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πρέπει άμεσα να αλλάξουν δραστικά το πλαίσιο αντίδρασης του Ελληνισμού:
α) Επιστροφή και διεκδίκηση καταδίκης της εισβολής και μισού αιώνα κατοχής της Β. Κύπρου, από το Συμβ. Ασφαλείας, την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, αλλά και από άλλους Διεθνείς Οργανισμούς και κράτη.
β) Άμεση υλοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου και δραστικός εξοπλισμός της Κυπριακής Εθνοφρουράς.
γ) Μπλοκάρισμα με συνεχή veto της Τουρκικής συμμετοχής στο ΝΑΤΟ και ιδίως στην πρόοδο της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας στην Ε.Ε.
δ) Διακήρυξη ότι το Αιγαίο είναι ελληνικό Αρχιπέλαγος, δεν υπάρχει καμιά βάση στις όψιμες διεκδικήσεις της Τουρκίας για τα νησιά και τις θαλάσσιες ζώνες τους στο Αιγαίο και μέχρι το Καστελλόριζο που ανήκει στην Δωδεκάννησο.
Τα δικαιώματα της διεθνούς ναυσιπλοΐας, υπέρπτησης και επικοινωνίας διασφαλίζονται απολύτως από την Ελλάδα, και έτσι η χώρα μας θα προχωρήσει άμεσα σε εφαρμογή της Χωρικής Θάλασσας των 12 ν.μ., με ευελιξία στις περιοχές μεταξύ των νησιών του κεντρικού και Βορείου Αιγαίου, σε ένδειξη καλής θέλησης, καθώς και δημιουργία διαύλου transit passage (πλου διελεύσεως) στο κεντρικό Αιγαίο, από τα Δαρδανέλια και μέχρι την Ανατολική και Δυτική έξοδο προς την Μεσόγειο στα ανατολικά και δυτικά της Κρήτης.
Η Τουρκία δικαιούται ό,τι αυστηρά της χορηγεί το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας και αν διαφωνεί ας καταθέσει προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης, αποδεχόμενη την δικαιοδοσία του όπως έχει πράξει η Ελλάδα. Άμεσα εξαγγελία ΑΟΖ από την Ελλάδα.
ε) Προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στο Διεθνές Δικαστήριο Χάγης κατά του παράνομου casus belli της Τουρκίας και για την άμεση λήξη της κατοχής της Β. Κύπρου, με ταυτόχρονη άμεση αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων.
στ) Απαίτηση αναγνώρισης από Διεθνείς Οργανισμούς της Γενοκτονίας του Ελληνισμού της Ανατολής από τους Τούρκους (μεταξύ αυτών και των Ελληνοκυπρίων) και απαίτησης αποζημιώσεων για τα θύματα και τις περιουσίες τους. Επιτέλους, παύση της υποτονικής αναφοράς της Γενοκτονίας από την Ελληνική Πολιτεία, η οποία άργησε πάνω από 70 χρόνια να την αναγνωρίσει..!
*Διεθνολόγος, Μόνιμος Λέκτορας Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
τ. Πρόεδρος του Περιφερειακού Συμβουλίου της Κεντρικής Μακεδονίας (2019-2021). Τομεάρχης Διαπεριφερειακών Συνεργασιών Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
“Ένας κρατικός συνεταιρισμός δύο ισότιμων εταίρων, με περίπλοκη και άρα εύθραυστη δομή, που αναιρεί την δημοκρατική αρχή της πλειοψηφίας”
Αυτό ο Καρακωνστάνογλου το λέει εκ του ασφαλούς, εφόσον οι Ελληνοκύπριοι είναι θεωρητικά η πλειοψηφία. Αν ήταν οι Τουρκοκύπριοι – που στην ουσία είναι – τί θα έλεγε;
“Άμεση υλοποίηση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου και δραστικός εξοπλισμός της Κυπριακής Εθνοφρουράς.”
Εννιαίο αμυντικό δόγμα θα έπρεπε να υπάρχει ανάμεσα στην Τουρκία και την Κύπρο, εφόσον η Κύπρος βρίσκεται στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας, στα νότια της Ανατολίας (μερικά χιλιόμετρα από την Τουρκία και τη Συρία).
“Διακήρυξη ότι το Αιγαίο είναι ελληνικό Αρχιπέλαγος”
Ακτές στο Αιγαίο έχει και η Τουρκία. Έλεος.
“μέχρι το Καστελλόριζο που ανήκει στην Δωδεκάννησο.”
Κατα πάσα πιθανότητα το Καστελλόριζο δεν έχει παρά ελάχιστη ΑΟΖ
Γαλλία εναντίον Καναδά 1992 σχετικά με την ΑΟΖ των νησιών Saint Pierre and Miquelon που βρισκονται στις ακτες του Καναδά. Πήραν μόλις 18% από την πλήρη ΑΟΖ που ζητούσαν από το δικαστηριο οι Γάλλοι. Aν σκεφτείς πως αυτά τα δυο νησιά έχουν 6000 κατοίκους και το Καστελλοριζο μολις 498 κατοίκους, θα αντιληφθείς πως δεν είναι τα πράγματα όπως τα νομίζεις. Αν είναι δυνατόν ένα μικρό νησάκι με μήκος ακτογραμμών 19,5 χλμ, 580 χλμ μακριά από τον ελληνικό ηπειρωτικό κορμό, να διεκδικήσει 400 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα θαλάσσιας έκτασης, απέναντι σε μία χώρα με έκταση 783.562 τ.χλμ και με μήκος ακτογραμμών 8.140 χλμ.
Το Καστελλόριζο βρίσκεται στη Θάλασσα του Λεβάντε (Λύκιο Πέλαγος). Ανατολική Μεσόγειος είναι ή αλλιώς θάλασσα του Λεβάντε και ξεκινάει αμέσως μετά την Ρόδο και καταλήγει σε Ισραήλ, Συρία και Λίβανο. Ο Διεθνής Υδρογραφικός Οργανισμός καθορίζει τα όρια του Αιγαίου πελάγους ως εξής: Νότια: Από το ακρωτήριο Άσπρο (28°16’E) της Μικράς Ασίας έως το ακρωτήριο Κουμπουρνού, το βορειοανατολικό άκρο της Ρόδου, δια μέσω του νησιού έως το ακρωτήριο Πρασονήσι, έπειτα νοτιοδυτικά έως το σημείο Βρόντος (35°33’N) της Καρπάθου, δια μέσω του νησιού έως το ακρωτήριο Καστέλο, το νοτιότερο άκρο της Καρπάθου, έπειτα νοτιοδυτικά έως το ακρωτήριο Πλάκα της Κρήτης, δια μέσω του νησιού έως την Άγρια Γραμβούσα, από το βορειοδυτικό άκρο της έως το ακρωτήριο Απολυτάρες των Αντικυθήρων, δια μέσω του νησιού έως το βράχο Ψείρα, στα βορειοδυτικά του νησιού, έπειτα βορειοδυτικά έως το ακρωτήριο Τραχήλι των Κυθήρων δια μέσω του νησιού έως το ακρωτήριο Καραβούγια και έπειτα βορειοδυτικά έως το ακρωτήριο της Αγίας Μαρίας της Ελαφονήσου (36°28′N 22°57′E).
Υ.Γ. Στην Κύπρο υπάρχουν δύο λαοί, όχι ένας. Δεν υπάρχουν “Κύπριοι” με την εθνική έννοια, δεν υπάρχει “Κυπριακό” έθνος. Ο όρος “Κύπριος” είναι τοπικός/γεωγραφικός, όχι εθνικός/εθνοτικός. Στην Κύπρο υπάρχουν δύο μεγάλα έθνη, Έλληνες και Τούρκοι, και κάποιες μικρές μειονότητες. Εθνοθρησκευτικές ή εθνικές μειονότητες όπως οι Αρμένιοι και οι Μαρωνίτες, θρησκευτικές μειονότητες όπως π.χ. οι Λατίνοι κ.α. Υπάρχει επίσης και μία ιδιαίτερη εθνοπολιτισμική ομάδα, οι Ρομά (κάποιοι από αυτούς είναι μουσουλμάνοι και κάποιοι χριστιανοί, ενταγμένοι στην τουρκοκυπριακή και την ελληνοκυπριακή κοινότητα αντίστοιχα). Γιατί θα πρέπει ντε και καλά Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να ζουν μαζί; Οι Τουρκοκύπριοι δεν πρόκειται να ξαναγυρίσουν ως μειονότητα σε ένα κράτος κατά βάση Ελληνοκυπρίων.