Στον πόλεμο με την Τουρκία δεν περιμένουμε στήριξη από τις ΗΠΑ

Print Friendly, PDF & Email
- Advertisement -

του Δημήτρη Τσαϊλά*

geopolitics.iisca.eu

Η στρατηγική συμμαχία με τις ΗΠΑ τονίζεται σε κάθε ευκαιρία και με θερμά λόγια από αξιωματούχους αμφοτέρων των πλευρών. Ωστόσο θα πρέπει να είναι ανησυχητικό να παρακολουθούμε έναν ασταθή πρόεδρο των ΗΠΑ να συνεταιρίζεται με εχθρούς της δημοκρατίας ή να εκβιάζει επανειλημμένα εκείνους που βασίζονται κατά κύριο λόγο στις δεσμεύσεις ασφαλείας των ΗΠΑ. Και έτσι δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η Ελλάδα, αναμφισβήτητα ο πιο στενός σύμμαχος της Αμερικής στη Χερσόνησο του Αίμου και τη Μεσόγειο θάλασσα, απαιτείται να αποφασίσει να προετοιμαστεί για έναν κόσμο στον οποίο μπορεί να μην υπάρχει η δυνατότητα  να βασιστεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για να προστατευθεί από την τουρκική απειλή. Για το σκοπό αυτό, οι ελληνικές αρχές χρειάζεται να προβούν σε αμυντική στρατηγική αναθεώρηση, που θα ισοδυναμεί με μια άνευ προηγουμένου προσπάθεια ταχέος  στρατιωτικού εκσυγχρονισμού. Ένας προϋπολογισμός αρκετά ανθεκτικός για να καταστήσει τη στρατηγική μας βιώσιμη και με τέτοια κατεύθυνση κατά την επόμενη δεκαετία, θα περιλαμβάνει επενδύσεις σε οπλικά συστήματα με ακρίβεια μεγάλης εμβέλειας, μη επανδρωμένα συστήματα, πλατφόρμες πληροφοριών, σύγχρονα δίκτυα αισθητήρων και αξιόπιστες αεροναυτικές μονάδες. Όλα αυτά, προσανατολισμένα σε μια αναθεωρημένη δομή δυνάμεων που θα μπορεί να ισχυροποιήσει την αποτροπή πολέμου και θα ενισχύσει την αμυντική μας ικανότητα για την περιφρούρηση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων από την εξ ανατολών απειλή της Τουρκίας, σε ένα ανανεωμένο γεωστρατηγικό πολυπολικό περιβάλλον.

Γνωρίζουμε πως τα πλεονεκτήματα μιας στρατηγικής απόφασης εξαρτώνται από την εύλογη  αντιμετώπιση καταστάσεων. Για παράδειγμα, εάν ενεργήσω με τον Α τρόπο, περιμένω να συμβεί το Β λόγω του Γ. Οι αμυντικοί σχεδιαστές πρέπει να είναι σε θέση να δουν (ή να συμπεράνουν) αυτόν τον βασικό αιτιώδη λόγο και να βρουν την βέλτιστη λύση. Όταν πραγματοποιούμε επενδύσεις που αλλάζουν τη στρατηγική ισορροπία, όπως μια μεγάλη δαπάνη για σύγχρονα αεροσκάφη και πλοία υψηλής τεχνολογίας, η λογική μας πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστική. Και θα πρέπει να προσέξουμε τη διαχείριση, ή τουλάχιστον να γνωρίζουμε, τους κινδύνους, υπολογίζοντας και τις “ομίχλες” που σχετίζονται με την απόφασή μας (διαχείριση ρίσκου).

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η αμυντική στρατηγική αναθεώρηση είναι σημαντική ενέργεια. Δεν χωράει αποτυχία και απαιτεί άμεσες τεχνολογικές προβλέψεις για «το μέλλον του πολέμου». Είναι λογικό για τον Ελληνισμό να συγκεντρώσει τους πόρους στον ζωτικό του χώρο αντί να μετατρέπει τον στρατό του ως ένα είδος διεθνούς αμυντικού οργανισμού. Είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί η εκτίμηση του περιβάλλοντος ασφάλειας στο οποίο ανταποκρινόμαστε και χαρακτηρίζεται από έναν ανυπόφορο και αναθεωρητικό τουρκικό επεκτατισμό και έναν αναξιόπιστο, στρατηγικά ασταθή σύμμαχο, των ΗΠΑ. Ο Ελληνισμός πρέπει να αντισταθμίσει την ακανόνιστη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και την τουρκική επιθετικότητα  στο γεωστρατηγικό του χώρο. Όλα αυτά πρέπει να καταστούν ξεκάθαρα στην Εθνική μας Στρατηγική.

Ο Ελληνισμός πρέπει να στοχεύει στην επίτευξη αποτροπής με άρνηση, η οποία λειτουργεί πείθοντας την Τουρκία ότι η Ελλάδα θα τους αποτρέψει από την επίτευξη του επιχειρησιακού τους στόχου. Ωστόσο, χρειάζεται να επιδιώκουμε πραγματικά και την αποτροπή δια της τιμωρίας, η οποία λειτουργεί επιβάλλοντας κόστος στην Τουρκία εάν επιχειρήσει επιθετικά με τρόπο που βλάπτει τα ελληνικά συμφέροντα.

Η καλή στρατηγική πρέπει να αποτρέπει τους επίδοξους αντιπάλους αντί να τους ενθαρρύνει. Έχει σημασία αν η Ελλάδα βελτιστοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις για άρνηση ή τιμωρία ή για εντελώς κάτι άλλο. Η διάκριση συνεπάγεται διαφορετικές επιχειρησιακές έννοιες, απαιτήσεις και στάση ισχύος. Η άρνηση, για παράδειγμα, απαιτεί τοπικά συγκεντρωτικές επιχειρήσεις ενάντια στην άμεση απειλή, ενώ η τιμωρία επιβάλλει ένα κόστος με ευρύτερο φάσμα αντιποίνων. Έχει επίσης σημασία εάν η αποτροπή, μια έννοια που είναι νεφελώδης και δύσκολο να μετρηθεί, είναι πραγματικά ο στόχος της δομής δύναμης της Ελλάδας. Από την  Εθνική Στρατηγική  και την Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας προκύπτει η θέληση για αποτροπή, αλλά η τέχνη της αποτροπής πρέπει να είναι ένας ορθολογικός υπολογισμός και όχι ένας συγκεκριμένος στόχος μόνο του αμυντικού προϋπολογισμού μας. Ο ρόλος του σχεδιασμού δομής δυνάμεως θα πρέπει να καταστήσει δυνατή αυτή την φιλόδοξη στρατηγική.

Αυτό μπορεί να φαίνεται σαν θεωρητικής σημασίας λόγοι, αλλά είναι κάτι που οι στρατηγικοί σχεδιαστές θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν στο εγγύς μέλλον. Εάν η αποτροπή είναι στρατιωτικός στόχος, η ισχύς πρέπει να είναι ικανή και να έχει μέγεθος και σχήμα κυρίως για ενέργειες σηματοδότησης και διαπραγμάτευσης και όχι για επίτευξη επιχειρησιακών αποτελεσμάτων.

Ο νέος σκοπός της προσπάθειας εκσυγχρονισμού των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων είναι να αποτρέψουμε την Τουρκία από περιορισμένο συμβατικό πόλεμο από μόνοι μας, χωρίς βοήθεια από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Πρέπει να πιστεύουμε ότι οι νέες στρατιωτικές δυνατότητες μας θα είναι ικανές να αποτρέψουν την Τουρκία καλύτερα από την υπάρχουσα στρατηγική και την υπάρχουσα δομή δύναμης. Είναι αδικαιολόγητη η όποια αισιοδοξία για την έλλειψη αποφασιστικότητας των Τούρκων. Η ανισορροπία δυνάμεων ευνοεί την Άγκυρα και πρέπει να πιστέψουμε ότι ένας πόλεμος ενάντια του Ελληνισμού δεν συνεπάγεται την υποστήριξή μας από μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών. Και αν το στοίχημα του Ελληνισμού σε μια μονομερή επιλογή αποτροπής πάει άσχημα, δεν θα πληρώσει μόνο η Αθήνα το τίμημα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι γείτονες μας θα επιβαρυνθούν επίσης.

Για να είμαστε σαφείς, οι Ηνωμένες Πολιτείες έθεσαν τον Ελληνισμό σε αυτήν τη θέση. Η ίδια η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ είναι η κύρια πηγή αβεβαιότητας στη Νοτιανατολική Μεσόγειο, το Αιγαίο και την Κύπρο, οπότε η αμυντική στρατηγική αναθεώρηση αποτελεί αντιστάθμιση έναντι αυτού. Όμως, η αντιστάθμιση μπορεί να λάβει πολλές μορφές, και με τον τρόπο που επιλέξουμε να το κάνουμε, μπορεί να διαβρώσουμε κατά λάθος το κεντρικό σύστημα της ασφάλειας της Ελλάδος για γενιές (αξιοπιστία απειλής συμμαχίας) χωρίς να την αντικαταστήσουμε.

Και δεν εννοώ ότι στην Ελλάδα θα πρέπει απλώς να καταγγείλουμε την αστάθεια των ΗΠΑ. Θα μπορούσαμε να επιτύχουμε έναν εξειδικευμένο καταμερισμό της συμμαχικής δουλείας που να καθιστά πιο πιθανό για τις Ηνωμένες Πολιτείες να τηρήσουν τη δέσμευσή τους.  Η Ελλάδα μπορεί ακόμη και να αντισταθμίσει με δομές αποτροπής που να ενσωματώνουν τις ένοπλες δυνάμεις σε συνεργασία με τρίτα μέρη εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως ήδη ενεργεί. Το θέμα είναι απλώς ότι ενώ η ελληνική εθνική στρατηγική πρέπει να ανταποκρίνεται σε ένα περιβάλλον ασφάλειας στο οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες έπαιξαν στο πρόσφατο ιστορικό παρελθόν έναν κύριο ρόλο, δεν υπάρχει τίποτα αναπόφευκτο για το πώς η Ελλάδα θα ανταποκρίνεται σε αυτό.

Η Αθήνα χρειάζεται να ενεργήσει άμεσα, και από πολλές απόψεις πολυδιάστατα. Αλλά αυτό εγκυμονεί κινδύνους. Το καθήκον των στρατηγικών σχεδιαστών και από τις δύο πλευρές είναι να διαγνώσουν και να βρουν τρόπους για τη διαχείρισή τους.

*Ο Υποναύαρχος ε.α. Δημήτριος Τσαϊλάς είναι Senior Researcher  of Strategy International και Member of Institute for National and international Security,

geopolitics.iisca.eu 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
29,900ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα