ÉDITORIAL, Le Monde, 26-10-2020
Μετάφραση : Αλκης Καλλιαντζίδης
Απέναντι στην οργή του Τούρκου προέδρου εναντίον του Γάλλου ομολόγου του, εν μέσω εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών σε διάφορα γεωπολιτικά μέτωπα, είναι σημαντικό που εκφράζεται η αλληλεγγύη προς το Παρίσι.
Σαν να μην είχε αρκετές κρίσεις στα χέρια του, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μόλις πρόσθεσε κι άλλη μία. Κριτικάροντας βάναυσα τον Γάλλο πρόεδρο, Εμμανουήλ Μακρόν, στον οποίο συνέστησε, σε δύο περιπτώσεις, το Σάββατο 24 Οκτωβρίου και την Κυριακή 25, να εξετάσει την ψυχική του υγεία, ο Τούρκος αρχηγός κράτους άναψε μια νέα φωτιά σε ένα τοπίο ήδη αρκετά πυρακτωμένο, κυρίως λόγω των πρωτοβουλιών του.
Οι σχέσεις μεταξύ Παρισιού και Άγκυρας, που είναι τεταμένες για περισσότερο από ένα χρόνο, λόγω των διαφορών για τη Συρία και τη Λιβύη, όπου η Τουρκία εμπλέκεται στρατιωτικά, έχουν επιδεινωθεί τους τελευταίους μήνες λόγω της τουρκικής ναυτικής δραστηριότητας στη ανατολική Μεσόγειο, ιδίως στα ελληνικά και κυπριακά χωρικά ύδατα. Σήμερα, είναι η γαλλική πολιτική καταπολέμησης του ριζοσπαστικού Ισλάμ και η ομιλία του Προέδρου Macron κατά τη διάρκεια της εθνικής απόδοσης τιμών στον Samuel Paty, καθηγητή ιστορίας και γεωγραφίας που αποκεφαλίστηκε, στις 16 Οκτωβρίου 2020, από έναν ισλαμιστή τρομοκράτη, που βρίσκονται στο στόχαστρο του προέδρου Ερντογάν.
Σε αντίδραση στην «αγένεια» του Ερντογάν, η Γαλλία ανακάλεσε τον πρέσβη της στην Άγκυρα για διαβούλευση και ο Macron επανέλαβε τη θέση του, την Κυριακή το απόγευμα : «Τίποτα δεν θα μας κάνει να υποχωρήσουμε ποτέ», επέμεινε στο Twitter, ενώ ξεκίνησαν τα καλέσματα για μποϊκοτάζ των γαλλικών προϊόντων σε ορισμένες χώρες του Κόλπου.
Πρώτα απ ‘όλα, να αυξήσει τον αριθμό των συγκρούσεων στο εξωτερικό και έτσι να εμφανιστεί στους συμπολίτες του ως ο αρχιτέκτονας μιας νέας οθωμανικής δύναμης, ενώ η οικονομία της είναι σε κακή κατάσταση, το τουρκικό νόμισμα, η λίρα, καταρρέει και το σχέδιό του πολιτιστικής επανάστασης αναβάλλεται. Το μόνο επίπεδο που δεν πέφτει είναι αυτό της καταπίεσης. Μετά τη Συρία, τη Λιβύη, το Ιράκ και την Ανατολική Μεσόγειο, η Τουρκία σπρώχνει τώρα τα πιόνια της στον Καύκασο, υποστηρίζοντας το Αζερμπαϊτζάν στον πόλεμο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Εκμεταλλευόμενος την παθητικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος δεν έκρυψε ποτέ τη συμπάθειά του για τον Τούρκο σατράπη, η Άγκυρα πραγματοποίησε επίσης μια δοκιμή των πυραύλων αεροπορικής άμυνας S-400 που αγόρασε από τ Ρωσία, παραβιάζοντας όλες τις πρακτικές του ΝΑΤΟ, του οποίου είναι μέλος η Τουρκία.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν οδηγείται επίσης από την επιθυμία να εμφανιστεί ως ο κύριος υπερασπιστής του μουσουλμανικού κόσμου, καταγγέλλοντας τη μεταχείριση του Ισλάμ στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ενώ παραμένει σιωπηλός για την υπόθεση των Ουϊγουίρων που είναι ο στόχος της Κίνας. Βρίσκεται σε ανταγωνισμό με τη Σαουδική Αραβία. Δεν πρόκειται να ζητήσει μποϊκοτάζ γαλλικών προϊόντων (κι όμως το έκανε ήδη !), αλλά επιτίθεται στον πρόεδρό της.
Τέλος, αυτή η νέα επίθεση από τον Τούρκο ηγέτη προδίδει την απογοήτευσή του για το νομοσχέδιο που ετοιμάζεται στο Παρίσι για τον «ισλαμικό αποσχισμό», που θα πρέπει να στερήσει την Τουρκία από τον κύριο μοχλό της έναντι του Ισλάμ στη Γαλλία, δηλαδή των Τούρκων ιμάμηδων και των καθηγητών της τουρκικής γλώσσας στα δημόσια σχολεία.
Το γεγονός παραμένει ότι η Γαλλία, που εθελοντικά τοποθετημένη στην πρώτη γραμμή στην Ανατολική Μεσόγειο, δεν θα παραμείνει μόνη της για να αντιμετωπίσει τον τυχοδιωκτισμό του Τούρκου προέδρου. Η αλληλεγγύη με το Παρίσι σε αυτό το νέο επεισόδιο, που εκφράστηκε ρητά την Κυριακή από τους ηγέτες των θεσμικών οργάνων της ΕΕ, είναι σημαντική. Θα ήταν επίσης ευπρόσδεκτη η άποψη των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων των κρατών μελών, ιδίως της Γερμανίας, όπως και η ισχυρότερη τοποθέτηση του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Jens Stoltenberg, απέναντι στις υπερβολές της Άγκυρας, μέσα σε αυτόν τον οργανισμό.